Παναγιώτης Ήφαιστος

Καθηγητής, Διεθνείς Σχέσεις-Στρατηγικές Σπουδές

Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών

www.ifestos.edu.gr  -- www.ifestosedu.gr  --  info@ifestosedu.gr  -- info@ifestos.edu.gr

 

Για μετάβαση στην κεντρική σελίδα, άνοιγμα σε άλλο παράθυρο, κλικ εδώ www.ifestos.edu.gr  ή www.ifestosedu.gr

Διεθνής Πολιτική, Ελλάδα, Διπλωματία

Περιεχόμενα (για μετάβαση κλικ προς και από τον τίτλο)

Νικόλαος Σταύρου, Επίτιμος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Χάουαρντ, της Ουάσιγκτον.

8.1.2010.  Ακαδημαϊκοί και ο σκοτεινός κόσμος των μυστικών υπηρεσιών

29.10.2009. Τζάμηδες

23.9.2009. O σκοτεινός κόσμος των μυστικών υπηρεσιών: Sibel Edmonds

22.9.2009. Τουρκικά σχολικά βιβλία

11.9.2009. Η ευγενής διπλωματική, πολιτική και πνευματική μας σύγχυση

17.2.2009. Μηχανισμοί μαλακής ισχύος

5.2.2009. Μαλακή ισχύς, έξυπνη ισχύς,  ύπουλη και υποχθόνια ισχύς;

1.2.2009. John Mearsheimer, Για την επίθεση του Ισραήλ στην Γάζα

14.1.2009. Η ακρόαση της Αμερικανίδας υπουργού εξωτερικών στο Κογκρέσο

27.11.2008. η εκλογή Ομπάμα - Π. Ήφαιστος

7.11.2008. Η εκλογή του Ομπάμα στις ΗΠΑ Λάμπρου Παπαντωνίου

19.2.2006. Π. ¨Ηφαιστος, ΠΕΡΙ «ΑΤΛΑΝΤΙΣΜΟΥ», «ΕΥΡΩΑΤΛΑΝΤΙΣΜΟΥ» ΚΑΙ … «ΑΠΟΡΡΙΠΤΙΚΩΝ», Το Παρόν, 19.2.2006.

06.08.2006. Π. Ήφαιστος,  Ο πόλεμος στον Λίβανο, συνέντευξη

===================================

Νικόλαος Σταύρου, Επίτιμος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Χάουαρντ, της Ουάσιγκτον.

 Πώς στην περίπτωση της Ελλάδας τετραγωνίστηκε ο κύκλος

Παρά την έγκριση του «πακέτου βοήθειας», η Ελλάδα μπήκε σε μια επικίνδυνη και προσχεδιασμένη εποχή κοινωνικοπολιτικής αποδόμησης.

Μη όντας οικονομολόγος, θα αποφύγω κάθε συζήτηση σχετικά με τεχνικά θέματα για τη δεινή θέση στην οποία έχει περιέλθει και θα απορρίψω ευθέως τους οποιουσδήποτε ισχυρισμούς περί διεθνών ανησυχιών για την ευημερία του ελληνικού έθνους.  Δεν υπάρχει καμία. Αντιθέτως, υπάρχουν στοιχεία για το ότι επί δύο δεκαετίες η Ελλάδα δεχόταν διασταυρούμενα πυρά από περιφερειακές και παγκόσμιες δυνάμεις, που έκλιναν προς την αναδιαμόρφωση των βαλκανικών συνόρων και του στρατηγικού περιβάλλοντος σε μια ευμετάβλητη περιοχή.  Εχω επανειλημμένως γράψει για τη βαθιά νοσταλγία μεταξύ των απατεώνων και των απογόνων των χρηματιστών της οθωμανικής εποχής για τον βαλκανικό χάρτη όπως ήταν διαμορφωμένος πριν από το 1912.  Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως χώρα όπου ο «καπιταλισμός της καταστροφής» μπορεί να επιβληθεί με μέσα που φθάνουν οριακά πριν από τον πόλεμο, με απώτερο σκοπό τον ταυτόχρονο επαναπροσδιορισμό της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής.

Κατά τη γνώμη μου, οι μεθοδεύσεις της δεκαετίας του 1990 κορυφώθηκαν στη σημερινή ισχυρή καταιγίδα.  Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με την εθνική χρεοκοπία, την αστική γκετοποίηση, έναν εν εξελίξει εθνικό κατακερματισμό, την παρατεταμένη εξωτερική παρέμβαση, την κοινωνική αναταραχή και την εκ νέου εκτόπιση των γηγενών από τους περιφερόμενους απατεώνες που κολυμπούν στα δώδεκα τρισεκατομμύρια δολάρια που έκλεψαν από το αμερικανικό κράτος.  Οι «αμερικανικής κατασκευής» απατεώνες αναζητούν διακαώς επενδυτικά κελεπούρια.  Αν δεν μπορούν να τα βρουν, μπορούν σταθερά να κατασκευάσουν μερικά, με τη βοήθεια των Ευρωπαίων τραπεζιτών που παίζουν στοιχήματα στις αποτυχίες, ή μέσω της αθέμιτης εκμετάλλευσης των νομισμάτων, των παραγώγων, των ρίσκων, της αβεβαιότητας και ανάλογων αποστομωτικών κινήσεων.

Η περίπτωση της Ελλάδας είναι πράγματι μοναδική.  Πρόκειται για κάτι περισσότερο από έναν εύσημο τρόπο περιθωριοποίησης της χώρας και μπορεί να αναδειχθεί σε μια δοκιμή για το πώς η ευρωζώνη μπορεί να αποδομηθεί και να επιστρέψουν οι παλιές καλές μέρες της απεριόριστης εκμετάλλευσης των εθνικών νομισμάτων από τους διαχειριστές των hedge funds και των τραπεζικών κολοσσών.  Στην περίπτωση της Ελλάδας τετραγωνίστηκε ο κύκλος: οι χρηματιστές δημιουργούν πρόβλημα μεγιστοποιώντας τα ρίσκα, αδέξιες κυβερνήσεις ζητούν τις «συμβουλές των ειδημόνων» για να αντιμετωπίσουν τα αναπόφευκτα. Δυστυχώς ζητούν συμβουλές από τους ίδιους ενόχους που δημιούργησαν το πρόβλημα.  Οταν, δε, και οι νέες συμβουλές αποδεικνύονται σφαλερές, οι «σύμβουλοι» παίρνουν τα ρέστα τους και κάνουν τόπο για το ΔΝΤ και τους διαχειριστές των hedge funds.  Στην αναζήτηση ψευτών για να μαγειρέψουν τα βιβλία της, η Ελλάδα επέλεξε τον καλύτερο στον τομέα τους: την Goldman Sachs.

Από τη στιγμή που δρομολογήθηκε μια διαδικασία χρεοκοπίας, το έδαφος ήταν πρόσφορο για τις μεγάλες δυνάμεις να φορτώσουν τα στρατηγικά τους πακέτα στους ώμους ενός προεπιλεχθέντος στόχου, όπως η Ελλάδα.  Ας θυμηθούμε ότι ένα τεστ αντοχής του ελληνικού οικονομικού τομέα διενεργήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του '90 για στρατηγικούς λόγους.  Η τότε έφοδος των Σόρος και Ιρβιν Τραστ στη δραχμή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ήταν πολύ ισχυρή για μια μετωπική επίθεση.  Τότε ξεπεράστηκε η κρίση στην κούρσα του εθνικού νομίσματος, αλλά εξετέθησαν ωστόσο οι αδυναμίες τη χώρας.  Ο Σόρος και η παρέα του γνώριζαν ότι θα υπήρχε και «επόμενη φορά».  Η επόμενη φορά ήταν προβλέψιμη, αλλά συχνά οι προβλέψεις καταλήγουν ως φωνές βοώντων εν τη ερήμω όταν οι διαμορφωτές της πολιτικής συγχέουν την εικόνα με την πραγματικότητα.

Υπάρχουν πολλά στοιχεία που δείχνουν ότι τα Βαλκάνια βρίσκονταν στο επίκεντρο μιας γεωστρατηγικής μεταμόρφωσης πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ.  Η σημερινή ελληνική κατάσταση μπορεί να ερμηνευθεί ως ωρίμανση των «μεγάλων σχεδίων» που καταστρώθηκαν στη δεκαετία του '90.  Οι διαμορφωτές της ελληνικής πολιτικής και τα διανοητικά κουταβάκια που ενστερνίστηκαν τότε την ιδέα υποβίβασης της εθνικής κυριαρχίας και την αντικατάστασή της με νόμους της παγκοσμιοποίησης, αγνόησαν ή δεν αντιλήφθηκαν καθόλου τα σχέδια διάσπασης συμπαγών κοινωνιών.  

Ας απαριθμήσουμε, λοιπόν, τι δεν έγινε αντιληπτό και τι πρόκειται ν' ακολουθήσει, αν συνεχιστούν οι σημερινές τάσεις:

     1. Οταν το 1991 άλλαξε η κυβέρνηση στις ΗΠΑ, τα ακαδημαϊκά «αποδημητικά πουλιά» της συνομοταξίας των Δημοκρατικών μαζεύτηκαν στην Ουάσιγκτον φωνάζοντας χαρωπά: «Εχω μια απάντηση, παρακαλώ κάντε μου μια ερώτηση».  Ανυπομονούσαν να ξαναφτιάξουν το παγκόσμιο σύστημα και τον κόσμο «αναπτύσσοντας» μια νέα μεγάλη στρατηγική που θα διασφάλιζε την αιώνια φήμη τους.  Μεταξύ των πρώτων αποδημούντων ήταν ο Τζόσεφ Νάι από το Χάρβαρντ, που εγκαταστάθηκε στο Πεντάγωνο όπου γεννήθηκε και επωάστηκε το αβγό «ήπια ισχύς».  Το έχαψαν αμέσως οι πρωτοκουλτουριάρηδες και οι συντονισμένες με την Ουάσιγκτον ελληνικές ελίτ, που η «μαλακιά δύναμη» τους φάνηκε ως μαγική φόρμουλα για τη λύση όλων των ελληνικών εθνικών θεμάτων: ήπια ισχύς και συναντήσεις τύπου Νταβός με απειλητικούς γείτονες ήταν η προσέγγιση για κάθε περίπτωση.  Ως εναλλακτική, που δεν ελήφθη ποτέ στα σοβαρά, η Ελλάδα θα απειλούσε κατ' επανάληψη να ασκήσει βέτο σε οποιουσδήποτε μελλοντικούς υποψηφίους ένταξης στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. που απειλούσαν καίρια συμφέροντα.

     2. Το διάστημα 1990-92, «ειδικοί» που συμμετείχαν σε γνωστές δεξαμενές σκέψης, ανάμεσά τους το Ινστιτούτο Brookings, «προέβλεψαν» (θα έλεγα ενθάρρυναν) τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ως μια δοκιμή στη «μεταβίβαση εξουσίας» σε περιοχές και υποπεριοχές στην υπάρχουσα ακόμη τότε Σοβιετική Ενωση.  Αλλά στην περίπτωση της Γιουγκοσλαβίας, επελέγη η σκληρή δύναμη (λέγεται πόλεμος) αντί της «μαλακής ισχύος» για έναν άλλο λόγο: ήταν εκεί που το ΝΑΤΟ δοκίμασε την αλλαγή δόγματός του από αμυντική σε επιθετική συμμαχία υπό το πρόσχημα «επιβολής ειρήνης».  Ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης ήταν παρών κατά τη δραστική αυτή αλλαγή στη συνάντηση των υπουργών Αμυνας του ΝΑΤΟ στη Ρώμη, αλλά προφανώς του διέφυγε η σημασία της.

     3. Το 1993, ο Σάμιουελ Χάντινγκτον παρουσίασε τη μεγάλη του στρατηγική στο δοκίμιό του «Η σύγκρουση των πολιτισμών» (Foreign Affairs, καλοκαίρι 1993) στο οποίο περιέγραψε την Ελλάδα ως μια «ανωμαλία» σε δυτικούς πολιτισμούς και συλλογικές οργανώσεις.  Το 1995 πήγε ένα βήμα πιο πέρα συνιστώντας την αποβολή της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ενωση.  Κατά την άποψή του, «η Ελλάδα είναι μια ανωμαλία, ο Ορθόδοξος παρείσακτος στους δυτικούς πολιτισμούς... (και) δυσκολεύεται να προσαρμοστεί στις αρχές και τα ήθη και των δύο»  (Η σύγκρουση των πολιτισμών και η αναδόμηση της παγκόσμιας τάξης, σελ. 162-63).

     4. Ο Ρόμπερτ Κάπλαν, «θεωρητικός» θαυμαστής ισοπεδωμένης υφηλίου (πιθανόν για εύκολη διέλευση του χρήματος) και συγγραφέας του έργου «Τα Βαλκανικά Φαντάσματα», «συμπλήρωσε» την ιδεολογία του Χάντινγκτον ανακηρύσσοντας την Ελλάδα μέρος της Μέσης Ανατολής!  Γράφοντας στην επιθεώρηση «New Republic» (2 Αυγ. 1993), ο Κάπλαν χρησιμοποίησε το γεωγραφικό του νυστέρι για να παραχωρήσει τα Βαλκάνια εκεί όπου ανήκαν πριν από το 1912. «...η περιοχή των Βαλκανίων», δήλωσε, «εκτός από την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, είναι η Μέση Ανατολή».

     Πρόθυμος να καλοπιάσει την κυβέρνηση Κλίντον να βομβαρδίσει τους Σέρβους, προέτρεπε σε χρήση «σκληρής δυνάμεως» στα Βαλκάνια (το ένα τμήμα της Μέσης Ανατολής) για να στείλει μήνυμα στο άλλο της τμήμα. «Μία πολιτική αδυναμίας σε μία περιοχή της Μέσης Ανατολής θα δυσκολέψει τον εξαναγκασμό σε συναινέσεις λαών σε άλλη».  Ούτε λίγο-ούτε πολύ, τα Βαλκάνια προσφέρονταν και για λύση του Μεσανατολικού προβλήματος!  Ταυτόχρονα, Αμερικανοί αξιωματούχοι εξυμνούσαν την εθνική «ποικιλομορφία» όπως υπήρχε όταν οι Ελληνες ήταν μειονότητα στη Θεσσαλονίκη.

     5. Γρήγορη προώθηση της προϊούσας κρίσης: Σε ένα κύριο άρθρο («New York Times», 25 Απριλίου 2010), ο Κάπλαν επιστρέφει στο θέμα του Χάντινγκτον: ότι η Ελλάδα είναι μία ανωμαλία στην Ευρωπαϊκή Ενωση.  «Υπάρχει ένα βαθύτερο αίτιο για την ελληνική κρίση που ουδείς τολμά να αναφέρει επειδή συνεπάγεται μία μοιρολατρική αποδοχή: τη γεωγραφία», γράφει ο Κάπλαν.  Με άλλα λόγια, η Ελλάδα δεν ανήκει στη ζώνη του ευρώ. Ομως, σπρώχνοντας την Ελλάδα έξω από την Ευρώπη προϋποθέτει έναν διαφορετικό ρόλο για την Τουρκία.

     6. Ο Γκράχαμ Φούλερ του Rand Corporation παρείχε ένα μοντέλο και ο Πολ Κένεντι του Yale το εξευγένισε στο σύγγραμμά του «Κρίσιμα κράτη».  Και οι δύο συνέστησαν κατεδάφιση του κεμαλισμού και της κοσμικότητας, συγχώνευση εθνικισμού και Ισλάμ σε ένα νέο κράμα που βαφτίστηκε «Νεο-Οθωμανισμός», που προτιμάται για την αναστήλωση της τουρκοαραβικής φιλίας.  Αυτό θα επέτρεπε στην Αγκυρα να παίξει έναν κρίσιμο ρόλο εκτός συνόρων, εκτεινόμενο από τον Περσικό Κόλπο μέχρι το Σαράγιεβο, ένα ρόλος πολύ δύσκολο υπό κεμαλικό εθνικισμό. Τέτοια δύναμη, σύμφωνα με τους νέους κηδεμόνες, δεν πρέπει «να αποτελεί τη φούντα της ουράς της Ευρώπης» αλλά της ανήκει ρόλος περιφερειακού τοποτηρητή.  Σε αυτό το μοντέλο, δυσοίωνα αποκαλούμενο «Στρατηγικός Χώρος στην Εγγύς Ανατολή», η Ελλάδα, ξανά, αντιμετωπίζεται ως «μία ανωμαλία» διότι ανήκει στην Ε.Ε. και όχι στη «Μέση Ανατολή» που παραδόξως ανήκε υπηρεσιακά στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ μέχρι το 1972.  Ευρισκόμενη ακριβώς στο κέντρο του «Βαλκανικού τμήματος» της Εγγύς Ανατολής, όπως τουλάχιστον το αντιλαμβάνονται μερικοί, αλλά ανήκοντας στην Ε.Ε., περιπλέκει την αναγέννηση του Οθωμανισμού και τη νοσταλγία όσων ονειρεύονται νέους σουλτάνους να επιβλέπουν έφιπποι τους Αραβες.

Τα παραπάνω αποτελούν μία μικρή, πολύ μικρή συζήτηση για το στρατηγικό περιβάλλον στο οποίο προστίθεται η τρέχουσα κρίση της Ελλάδας.  Περαιτέρω αναλύσεις των μελλοντικών επιπτώσεων είναι εύκολες.  Ωστόσο, θα προσθέσω τη γνώμη μου για την άμεση απήχηση της παρουσίας του ΔΝΤ στην Ελλάδα -της μπουλντόζας που έχει ισοπεδώσει τον εθνικό πλούτο διεθνώς και τον έχει μεταφέρει σε οικονομικούς ολιγάρχες υπό το πρόσχημα της αποδοτικότητας.

     1. Ο πυρήνας της «μαλακής ή ήπιας δύναμης» της Ελλάδας ήταν το τραπεζικό σύστημα και η περιφερειακή προβολή του έχει σχεδόν εξαλειφθεί ως παράγων άσκησης επιρροής στην εγγύς περιοχή του.  Και εάν ως εκ θαύματος αναστηθεί, θα είναι υπό νέα, άγνωστη, ανεξέλεγκτη και υπόγεια διεύθυνση.

     2. Ο τομέας ενέργειας όπως και οι επιχειρήσεις του δημόσιου τομέα μπορεί να καταλήξουν να βγουν στο σφυρί του μειοδότη, κάτι που δοκιμάστηκε με τα Ναυπηγεία του Γκντανσκ και όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις της Σερβίας.

     3. Τέλος, ολόκληρη η χώρα μπορεί να μετατραπεί/ ή να αντιμετωπιστεί ως μια τεράστια έκταση «οικοπέδων», με την προοπτική εμφύτευσης παρείσακτων αλλοδαπών κοινοτήτων μέσα στο εθνικό περιβάλλον.  Σε μια φάση «επείγουσα ανάπτυξη» και ένδοια επενδύσεων, οικονομική αναγέννηση και εθνική αλλοίωση θα πηγαίνουν χέρι με χέρι.  Οι υπογραμμιζόμενες εδώ προοπτικές θα επιδεινώσουν την κοινωνική αναταραχή σε γκετοποιημένα αστικά κέντρα και αργά ή γρήγορα η βιομηχανία «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» θα παρέμβει να προστατεύσει όλων των ειδών «θύματα».  Σε έναν τέτοιο φαύλο κύκλο, η αναταραχή θα χρησιμοποιείται ως απόδειξη «αστάθειας» που θα επηρεάζει τη χρηματοπιστωτική αξιοπιστία της χώρας και θα δικαιολογεί ξένη επιτήρηση απεριόριστου χρόνου. Εύχομαι και προσεύχομαι να αποδειχθώ σφάλλων

 

-------------------------------------------

8.1.2010.  Ακαδημαϊκοί και ο σκοτεινός κόσμος των μυστικών υπηρεσιών

πρόσφατα έγιναν καταχωρήσεις στην σελίδα Στρατηγική "Μαλακής ισχύος"- διεθνικοί δρώντες (http://www.ifestosedu.gr/47SoftPower.htm)

--------------------------------------------------------------

29.10.2009. Τσάμηδες

Για πολλούς και διάφορους λόγους δεν ασχολούμαστε συχνά με επιμέρους ζητήματα της ελληνικής διπλωματίας τα οποία μελλοντικά ενδέχεται να αποδειχθούν καίρια. Η τελική έκβασή τους εξαρτάται από πολλά πράγματα, μεταξύ άλλων, από την ευρύτερη κατανομή ισχύος στην περιφέρειά μας, την ρευστή στρατηγική των ηγεμονικών δυνάμεων και την δική μας εσωτερική συνοχή ή διάλυση (για το τελευταίο δεν αναφέρομαι στο πολιτικό σύστημα αλλά στο ελληνικό ανθρωπολογικό ζήτημα και στον πνευματικό κόσμο των πολιτών της οποίος όταν ροκανιστεί θα διασπαθιστεί και να κατανεμηθεί εκεί που του αξίζει.

Το κείμενο το άντλησα από το http://infognomonpolitics.blogspot.com/2009/10/blog-post_5936.html . Οι πηγές του Ινφογνώμων είναι οι εξής: Πηγή : elesme.gr
Π. Λάγγαρης Πρώην Υποδ/ντής της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας της ΕΛ.ΑΣ – www.Apodimos.com, και H ιστορία μιας μειονότητας και το βάρος της πολιτικής
Ποιοι ήταν οι Τσάμηδες
διερευνήσεις, ΣΤΑΘΗΣ ΚΑΛΥΒΑΣ ΒΗΜΑ
 

ΟΙ ΤΣΑΜΗΔΕΣ, Η ΤΣΑΜΟΥΡΙΑ ΚΑΙ Η ΑΠΟΘΡΑΣΥΝΣΗ ΤΩΝ ΑΛΒΑΝΟΤΣΑΜΗΔΩΝ.

http://infognomonpolitics.blogspot.com/2009/10/blog-post_5936.html

Έχοντας υπ’ όψη μας ότι στα Δυτικά Βαλκάνια, η Αλβανία παραμένει το μεγάλο ερωτηματικό διότι παρά την προς την ΕΕ πορεία της, γεγονός που δρα ανασταλτικά, δεν αποτρέπεται η καλλιέργεια του «μεγαλοϊδεατισμού» της. Όπου σύμφωνα με το Σχέδιο της Αλβανικής Ακαδημίας για την «λύση του εθνικού προβλήματος» εμφανίζονται οι ακόλουθες επιδιώξεις όπως η Ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου, η Αυτονομία της Δυτικής περιοχής της FYROM, το Ειδικό καθεστώς στο Μαυροβούνιο, η Αναγνώριση Αλβανικής μειονότητας και μειονοτικών δικαιωμάτων στην Ελλάδα και όλα αυτά είναι γεγονότα που έπρεπε να μας προϊδεάσουν μέσα από τις απαράδεκτες εκδηλώσεις κατά την προγραμματισμένη επίσκεψη στις αρχές Νοεμβρίου 2005 επίσκεψη του Έλληνα Προέδρου της Δημοκρατίας στην Αλβανία, κάτι που νομίζουμε ότι δηλώνει την πραγματική πρόθεση της χώρας ή το πνεύμα που έχει καλλιεργηθεί στον λαό της.

Πρέπει όλοι να γνωρίζουν ότι δεν είναι επιθυμητή οιαδήποτε αλλαγή συνόρων. Αν παράδειγμα αναφερόμαστε ότι αλλάξουν τα σύνορα στην Βαλκανική, τότε η Ελλάδα και μόνο έναντι της Αλβανίας τεκμηριωμένα διεκδικεί την Β. Ήπειρο, όπως συμφωνούσαν όλες οι Δυτικές Δυνάμεις που πολεμούσαν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο εναντίον του Ναζισμού.

Και αξίζει να μελετήσετε το άρθρο που δημοσιεύσαμε αυτό τον μήνα με τίτλο ΒΟΡΕΙΟΣ ΗΠΕΙΡΟΣ, 1914 – Ο ΑΥΤΟΝΟΜΙΑΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ.

Η Περαιτέρω λοιπόν αλλαγή συνόρων είναι βέβαιο ότι θα αποσταθεροποιήσει την περιοχή, ιδιαίτερα δε τη Νότια Σερβία και το κράτος των Σκοπίων, θα πυροδοτήσει περαιτέρω εθνικιστικές και αλυτρωτικές τάσεις στην Αλβανία σε σχέση με τους εκτός συνόρων αλβανοφώνους και οπωσδήποτε θα οδηγήσει την περιοχή σε πολιτική αστάθεια, ανασφάλεια και οικονομικό μαρασμό εάν επικρατήσουν συγκρούσεις «απελευθερωτικών μετώπων» με μία ταπεινωμένη Σερβία αλλά και μέσα στη FYROM.

Από την άλλη μεριά το μέλλον του Κοσσόβου δεν είναι μία βαλκανική υπόθεση με σχετικά ελεγχόμενες παρενέργειες όπως συνέβη με την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας τη δεκαετία του 90. Οι σχετικές εξελίξεις θα επηρεάσουν την περιοχή που άμεσα γειτνιάζει με τα βόρεια σύνορά της Ελλάδος δηλαδή Αλβανία, FYROM και βορειότερα τη Σερβία-Μαυροβούνιο.

Όμως δεν πρέπει να ξεχάσουμε την συμπεριφορά των «Αλβανοτσάμηδων» οι οποίοι δημιουργούν προβλήματα, για να γνωρίζουν όλοι Έλληνες και οι Απόδημοι αδελφοί μας τι συμβαίνει τι συμβαίνει παρουσιάζουμε από τα ενημερωτικά άρθρα μας που αφορούν αυτή την περιοχή των Βαλκανίων .

¨ Τον Δεκέμβριο του 2003 με τίτλο : ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΑΛΒΑΝΩΝ ΣΚΛΗΡΟΠΥΡΗΝΙΚΩΝ ;

¨ Τον ΝΟΕ του 2004 παρουσιάσαμε το άρθρο με τίτλο ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ «ΤΣΑΜΗΔΩΝ». και μετά μέρες με τίτλο με τίτλο ΜΙΑ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ.

Έτσι ώστε και οι Έλληνες και οι Απόδημοι αδελφοί μας να γνωρίζουν τα συμβαίνοντα στην χώρα της Αλβανίας , ενός κράτους όπου επιθυμεί να συνδεθεί με την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ και όσον αφορά τον λαό του και τους Βορειοηπειρώτες αδελφούς μας , τους στηρίζει ο Απόδημος Ελληνισμός και η Ελληνική Κυβέρνηση .

Για αυτό τον λόγο παρουσιάζουμε με σκοπό να γνωρίζουν όλοι Έλληνες και οι Απόδημοι αδελφοί μας και το πιο κάτω άρθρο του Υποστρατήγου ΕΛ.ΑΣ ε.α. Π. Λάγγαρη Πρώην Υποδιευθυντού της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας της ΕΛ.ΑΣ, που για την εγκυρότητα των γνώσεων και πληροφοριών του κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει . Το ίδιο άρθρο παρουσιάζεται και στο κόμβο της Ελληνικής Εταιρείας Στρατηγικών Μελετών, elesme.gr με την οποία συνεργαζόμαστε, για την εγκυρότητα όσων παρουσιάζουμε .

ΟΙ ΤΣΑΜΗΔΕΣ, Η ΤΣΑΜΟΥΡΙΑ ΚΑΙ Η ΑΠΟΘΡΑΣΥΝΣΗ ΤΩΝ ΑΛΒΑΝΟΤΣΑΜΗΔΩΝ
(Μήπως θέλουν να μας ξαναχορέψουν «Τσάμικο»;)

ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
Το τελευταίο χρονικό διάστημα όλο και πυκνώνουν σε αριθμό και ένταση τα κρούσματα ανακίνησης του ζητήματος των «Τσάμηδων» και «Τσαμουριάς» από εξτρεμιστικούς κύκλους της γείτονος Αλβανίας, εσωτερικού και εξωτερικού, με κορύφωση την πρόσφατη (25-6-2006) οργανωμένη συγκέντρωση διαμαρτυρίας που πραγματοποίησαν δεκάδες Αλβανοί Τσάμηδες κοντά στο Τελωνείου Μαυροματίου της Ελληνοαλβανικής μεθορίου, επί του Αλβανικού εδάφους.

Οι μετέχοντες στην συγκέντρωση, της μαζικότερης ίσως των τελευταίων ετών, ένθα συμμετείχαν επίσης και γνωστοί εξτρεμιστές από το Κόσσοβο και από άλλες περιοχές, φώναζαν συνθήματα υπέρ της επιστροφής των περιουσιών που υποστηρίζουν ότι είχαν στη Θεσπρωτία, σημειώνοντας μάλιστα ότι η ημέρα της συγκέντρωσης αυτή ήταν η επέτειος, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους του «ξεκληρίσματος» των Τσάμηδων της Θεσπρωτίας. Έφεραν μάλιστα Αμερικανικές σημαίες υποδηλώνοντας ότι έχουν την υποστήριξη των ΗΠΑ.

Ανάλογη εκδήλωση - διαδήλωση είχε πραγματοποιηθεί προ ολίγων μηνών (την 1-11-2005) και στους Αγίους Σαράντα, η οποία μάλιστα είχε ως επακόλουθο να ματαιωθεί η τότε προγραμματισμένη επίσημη επίσκεψη του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Καρόλου Παπούλια, στην περιοχή αυτή. Στο μεταξύ διάστημα (Μάρτιος 2006) είχαν παρεμβληθεί οι εκθέσεις των Αλβανικών οργανώσεων που δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ, της «Αμερικανικής Αλβανικής Λεγεώνας» και «Συμμαχίας για ένα νέο Κοσσυφοπέδιο» που υποκινούσαν το θέμα των Τσάμηδων και χαρακτήριζαν ως «μειονότητα» τους Αλβανούς μετανάστες στην Ελλάδα και ζητούσαν την παρέμβαση του ΟΗΕ, συνδέοντας μάλιστα το θέμα με τις διαπραγματεύσεις για το τελικό καθεστώς του Κοσσυφοπεδίου. Το εξωφρενικό μάλιστα ήταν, ότι, επιπλέον, ζητούσαν την παρέμβαση της UNESCO για να διασωθεί η πολιτιστική κληρονομιά της «Τσαμουριάς» εξαναγκάζοντας την Ελλάδα να αναγνωρίσει το «πρόβλημα» και να πάρει μέτρα για τα «κινδυνεύοντα» αρχιτεκτονικά κ.λ.π., κατ΄ αυτές σημαντικά μνημεία, που βρίσκονται στην Παραμυθιά και το Μαργαρίτι, καθώς και σε μικρές κωμοπόλεις, όπως η Πέρδικα. Ιδιαίτερη αναφορά μάλιστα γινόταν για το τζαμί της λίμνης των Ιωαννίνων και για το Αρχαίο Θέατρο της Δωδώνης, ως περιλαμβανομένων στην πολιτιστική αυτή κληρονομιά των Τσάμηδων!!!

Εκεί λοιπόν φθάσαμε. Να ομιλούν για «καταδυνάστευση» και «γενοκτονία» οι Τσάμηδες. Οι θύτες. Αυτοί, που ο εν γένει «βίος» και η «πολιτεία» τους, από της εμφανίσεώς τους, μέχρι την οικειοθελή αποχώρησή τους από το ελληνικό έδαφος, σύμφωνα με επίσημα ιστορικά έγγραφα και μαρτυρίες, χαρακτηρίζονται από εγκληματική και εθνοπροδοτική δράση σε βάρος του ντόπιου ελληνικού στοιχείου και της χώρας μας και έχουν καταδικαστεί ως εγκληματίες πολέμου.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

Ονοματολογία - Εμφάνιση - Προέλευση - Εθνικός Αυτοπροσδιορισμός
«Τσαμουριά» κατά την περίοδο της τρομοκρατίας ονομαζόταν η περιοχή της Ηπείρου που περιελάμβανε τις επαρχίες Παραμυθιά, Φιλιατών, Πάργας και Μαργαριτίου (με την περιφέρεια του ποταμού Θυάμιδος δηλαδή Καλαμά), καθώς και μερικά χωριά των περιοχών της Β. Ηπείρου, Δελβίνου και Αγ. Σαράντα. Γεωγραφικά ο χώρος αυτός συμπίπτει με την κατά την αρχαιότητα χώρα της Ηπείρου Θεσπρωτία κατοικημένη από το ελληνικό φύλλο των Θεσπρωτών. Συναφές με την «Τσαμουριά» είναι και το όνομα «Τσάμης» - «Τσάμηδες» που προέρχεται κατά την επικρατήσασα άποψη από την παραφθορά του αρχαίου ονόματος του ποταμού Καλαμά (Θύαμις - Τσίαμις - Τσάμης). Οι Τσάμηδες λοιπόν, δεν ήταν ούτε Τουρκικής καταγωγής, ούτε Αλβανικής, αλλά προέκυψαν από το γηγενές στοιχείο της Τσαμουριάς, εξαιτίας του εξισλαμισμού που έλαβε χώρα στην Ήπειρο και στη Θεσπρωτία (Χριστιανοί από τον 6ο αιώνα), ο οποίος άρχισε μετά τον θάνατο του Σκερντέμπεη και ιδιαίτερα τον 17ο μ.Χ. αιώνα. Ειδικότερα :

Οι μεγάλοι Αλβανοί κτηματίες και οι Σπαχήδες (έφιπποι, μισθοφόροι) που είχαν εγκατασταθεί στη Θεσπρωτία από το 1700 εξαναγκάζονται να εξισλαμισθούν, για να διατηρήσουν τα τιμάριά τους, αξιοθέντες του τίτλου «μπέηδες» κληρονομικά.

Τούτους από ψυχολογικό εξαναγκασμό μιμήθηκαν και οι φτωχοί κολίγοι. Οι Τσάμηδες μουσουλμάνοι της Θεσπρωτίας ήταν απόγονοι των ανωτέρω εξωμοτών.

Κατ΄αρχήν οι εξισλαμισθέντες αυτοί Χριστιανοί διατήρησαν την Ελληνική γλώσσα και συμπαθούσαν τους Χριστιανούς κατοίκους, με τους οποίους συνδέονταν και με δεσμά συγγενείας. Με την πάροδο του χρόνου οι σχέσεις τους με τους Αλβανούς μπέηδες (γαιοκτήμονες) τους ανάγκασαν να μάθουν και την Αλβανική γλώσσα δημιουργώντας ταυτόχρονα μια παράδοξη νοοτροπία πονηριάς, συκοφαντικής διάθεσης και μοχθηρίας.

Έτσι σιγά-σιγά απέβαλαν κάθε τι το Ελληνικό και η ονομασία «Τσάμης» κατάντησε συνώνυμη του πονηρού, του ανειλικρινούς, του άπιστου. Άρχισαν να υποβλέπουν το χριστιανικό στοιχείο, να μάχονται τούτο και να ζητούν την εξόντωσή του.

Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε η μικρή μουσουλμανική μειονότητα της Τσαμουριάς στη Θεσπρωτία, με καθαρά τουρκική φυλετική συνείδηση.

Ο αριθμός των Τουρκοτσάμηδων του νομού Θεσπρωτίας, σε σύνολο 61.300 κατοίκων, μόλις ανήρχετο στους 16.600, το 1940, δηλαδή το 27%. (Η Κοινωνία των Εθνών τους υπολόγιζε σε 20.000).

Οι Τουρκοτσάμηδες αυτοί με τη Συνθήκη των Αθηνών (1913) προστατεύονται σαν (θρησκευτική) μουσουλμανική μειονότητα, ενώ κατέστησαν Έλληνες υπήκοοι, αφού τον Φεβρουάριο του 1913 ελευθερώθηκε η Ήπειρος από τον Οθωμανικό ζυγό. Μέχρι τότε ήταν Τούρκοι υπήκοοι, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Είχαν δικά τους σχολεία για την εκμάθηση της γλώσσας τους και τεμένη, στα οποία δίδασκαν οι Χοτζάδες, που επληρώνοντο από το Ελληνικό Δημόσιο.

Κατά τους Βαλκανικούς πολέμους 1912-1913 η προπαγάνδα της Αυστρίας στρατολόγησε πολλούς πράκτορες μεταξύ των Τσάμηδων, τους οποίους εκίνησε κατά του Ελληνισμού.

Μόνο το 1924 οι Τσάμηδες άρχισαν να προσαρμόζουν τη συνείδησή τους προς την Αλβανία, οπότε για πρώτη φορά ανακινήθηκε ζήτημα Αλβανικής μειονότητας.

Επί δικτατορίας Θ. Παγκάλου αναγνωρίστηκαν (Αύγουστος 1926) με Ελληνική πρωτοβουλία και προς εκδήλωση φιλικών αισθημάτων προς την Αλβανία οι Τσάμηδες σαν «Αλβανική» μειονότητα, για να αποφύγουν την ανταλλαγή, ενώ σύμφωνα με την Ελληνοτουρκική Σύμβαση ανταλλαγής της 30-1-1923, η Ελλάδα θα απαλλάσσονταν της παρουσίας αυτών, παρά το γεγονός ότι πολλοί από τους μουσουλμάνους της Τσαμουριάς ήταν υπέρ της ανταλλαγής και επιθυμούσαν να αναχωρήσουν για την Τουρκία (περί τους 5.000 τους οποίους είχε δεχθεί η Τουρκία).

Οι Ιταλοί εξ άλλου, από το 1923, γνωρίζοντες το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των Αλβανών για τη Θεσπρωτία, καθώς και τον πόθο τους να επεκταθούν προς αυτήν δεν άφηναν ευκαιρία ανεκμετάλλευτη από το να μην υποδαυλίζουν αυτούς και να τους κρατούν σε ψυχικό αναβρασμό, να τους φανατίζουν και να τους τροφοδοτούν με συνθήματα για την πραγματοποίηση των ονείρων τους.

Έκνομες Δραστηριότητες

Τσάμης ήταν ο ληστής Νταούτ Χότζα, τον οποίον ο Μουσολίνι χρησιμοποίησε ως έναυσμα για την κήρυξη πολέμου κατά της Ελλάδας τον Οκτώβριο του 1940, τάγματα δε Τσάμηδων σχηματίστηκαν και συμπολέμησαν με τους Ιταλούς στην αρχή, με Ιταλικές στολές και τους Γερμανούς αργότερα. Και στις δύο περιπτώσεις επικεφαλής των προπομπών ήταν πάντοτε Τσάμηδες. Τα τάγματα αυτά επιδόθηκαν με ανήκουστη θηριωδία στο «πλιάτσικο» των οικιών και καταστημάτων των Ελλήνων Χριστιανών. Σα να μην αρκούσαν όλα αυτά, υποχρέωσαν τους Έλληνες να φορούν το γνωστό Αλβανικό άσπρο σκούφο και διέπραξαν γενικά ανήκουστα εγκλήματα κατά των άτυχων Θεσπρωτών, τους οποίους βασάνιζαν και σκότωναν.

Τον Ιούλιο του 1941 η Ιταλική Κυβέρνηση διόριζε με Διάταγμα τον αρχηγό της εγκληματικής μαφίας από την Παραμυθιά Τζεμίλ Ντίνο, σαν Ύπατο Αρμοστή Θεσπρωτίας, ο οποίος μάλιστα δεν εμφανίστηκε για να αναλάβει τα καθήκοντά του.

Για να τρομοκρατήσουν ακόμη περισσότερο το Ελληνικό στοιχείο, και να επιδείξουν στην Ελληνική Κυβέρνηση τη θέλησή τους οι Τσάμηδες, ότι επιθυμούν την απόσπαση του Νομού Θεσπρωτίας από τον ελληνικό κορμό, δολοφονούν μπρος στο Νομαρχιακό κατάστημα τον αναπληρωτή Νομάρχη Γ. Βασιλάκο. Η δολοφονία αυτή υπήρξε το σύνθημα των ομαδικών εκτελέσεων σ΄ολόκληρο το Νομό, με κορύφωση την εκτέλεση των 49 προκρίτων της Παραμυθιάς (29-9-1943).

Διευθύνων νους για την συστηματοποίηση του έργου της εξολοθρεύσεως του ελληνικού στοιχείου ήταν η διαβόητη τρομοκρατική οργάνωση K-S-I-L-I-A δηλαδή το «Αλβανικό Σύστημα Πολιτικής Διοικήσεως» που συγκροτήθηκε προς τούτο τον Ιούλιο του 1942. Πλέον εναργής για το θέμα είναι η σχετική έκθεση ειδικής προς τούτο συσταθείσης και αμερόληπτης επιτροπής.

Τα ανωτέρω είναι κατώτερα της πραγματικότητος.

Την άνοιξη του 1944, στα πλαίσια των επιχειρήσεων εναντίον των Γερμανών στην Ήπειρο, κρίθηκε αναγκαίο από την Βρετανική συμμαχική αποστολή να καταλάβει ο Ζέρβας τις Ηπειρωτικές ακτές στην περιοχή της Πάργας που ελέγχουν οι Τσάμηδες, προκειμένου να γίνεται πιο εύκολα ο εφοδιασμός του ΕΔΕΣ με πλοιάρια από την Ιταλία. Στις επιχειρήσεις αυτές στο πλευρό των Γερμανών πολέμησαν και ένοπλα σώματα Τσάμηδων, ιδιαίτερα στην περιοχή της Πάργας, της Παραμυθιάς και της Ηγουμενίτσας.

Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί η μάχη της Μενίνας (17/18-8-1944), όπου μαζί με τους 92 νεκρούς και 109 αιχμαλώτους Γερμανούς, είχαν και οι συμπολεμιστές τους Τσάμηδες 86 νεκρούς και 7 αιχμαλώτους, έναντι 6 ανδρών του ΕΔΕΣ και του Άγγλου Ταγματάρχου Δαβίδ Ουάλλας. Για τον ρόλο αυτό των Τσάμηδων η συμμαχική αποστολή διέταξε τον Ζέρβα να διαλύσει τα Σώματα αυτά, με αντικειμενικό σκοπό στο να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις ενάντια στους Γερμανούς κατά την αποχώρησή τους προς την Αλβανία (Οκτώβριος 1944).

Αποχώρηση - Κυρώσεις
Έτσι, τον Σεπτέμβριο του 1944, αντιληφθέντες ότι θα λογοδοτούσαν στην Ελληνική Δικαιοσύνη, για την εν γένει εγκληματική και αντεθνική δράση τους, οι Τσάμηδες, μαζί με τους υποχωρούντες Γερμανούς που έχασαν τον πόλεμο, αποχωρούν για την Αλβανία οικειοθελώς περί τους 16.000-18.000. Μεγάλος αριθμός μάλιστα Τσάμηδων μεταφέρθηκε στην Αλβανία με Γερμανικά μεταφορικά μέσα, σύμφωνα με αναφορά Αμερικανού αξιωματικού. Στην Αλβανία, το καθεστώς του Εμβέρ Χότζα τους εγκατέστησε στην πεδιάδα της Μουζακιάς και τους διατήρησε ως Έλληνες υπηκόους με την ελπίδα τυχόν επιστροφής τους στην Ελλάδα ή επανάκτησης των περιουσιακών τους στοιχείων, τα οποία είχαν δεσμευθεί στο μεταξύ από το ελληνικό κράτος. Συγκεκριμένα, με την υπ΄αρ. 344/23-4-1945 απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου δοσιλόγων Ιωαννίνων και περί τις 1.700 σχετικές καταδικαστικές αποφάσεις ερήμην που επακολούθησαν καταδικάστηκαν ως εγκληματίες πολέμου, ενώ οι περιουσίες τους δημεύτηκαν (Β.Δ. 2185/1952 και Ν.27891/1954) και εκποιήθηκαν ή διανεμήθηκαν σε όλους, όσους έπεσαν θύματα της θηριωδίας τους. Παράλληλα, με την υπ΄αρ. Α.Π. 50862/1947 απόφαση του Υπουργείου Στρατιωτικών οι Τσάμηδες στερήθηκαν της ελληνικής ιθαγένειας.

Οι ελάχιστες δεκάδες Τσάμηδες που παρέμειναν στην Ελλάδα (όσοι εθεώρουν εαυτούς αθώους), παρέμειναν ανενόχλητοι, εκχριστιανίστηκαν και αφομοιώθηκαν από το ελληνικό στοιχείο, διάγοντας φιλησύχως και νομοταγώς.

Τέτοιοι υπήρξαν οι Μουσουλμάνοι Τσάμηδες οι οποίοι εμφανίζονται τώρα ως «αθώοι» και «αδικημένοι», επιχειρώντας να ανατρέψουν την σε βάρος τους πραγματικότητα, διαστρεβλώνοντας και παραχαράσσοντας την ιστορία.

Διαπιστώσεις - Συμπεράσματα - Προτάσεις
Βέβαια, προς το παρόν το θέμα από πλευράς επισήμου Αλβανίας τίθεται ανθρωπιστικά, δηλαδή να επιστρέψουν στην Ελλάδα οι απόγονοι των Μουσουλμάνων Τσάμηδων (συνεργατών των Γερμανοϊταλών), οι οποίοι έφυγαν το 1944 από τη Θεσπρωτία και να διεκδικήσουν τις περιουσίες τους. Κανείς όμως δεν μπορεί να αποκλείσει την παρέκκλιση του ζητήματος στην πορεία σε εδαφικές διεκδικήσεις και άλλα αποσταθεροποιητικά αιτήματα. Και τούτο, διότι θα ήταν αυταπάτη αν παραβλέπαμε την ζωντανή πραγματικότητα, η οποία έγκειται στην συστηματική προσπάθεια επισήμων και ανεπισήμων Αλβανικών κύκλων να δημιουργήσουν μειονοτικά προβλήματα εκ του μη όντος σε βάρος της χώρας μας. Δεν μπορούμε να αφήσουμε απαρατήρητο το γεγονός, ότι το «Αλβανικό Λόμπι» στις ΗΠΑ μετέρχεται «παν μέσον» θεμικό και αθέμιτο για να διευκολύνει την υλοποίηση της ιδέας της «Μεγάλης Αλβανίας» η οποία σημειωτέον στηρίζεται στον εθνικιστικό εξτρεμισμό και στο οργανωμένο έγκλημα. Ήδη η Αλβανική Βουλή στις 30 Ιουνίου 1994 έχει καθιερώσει και μάλιστα ομόφωνα, την 27 Ιουνίου ως ημέρα γενοκτονίας των Τσάμηδων, ο δε προ ετών ιδρυθείς σύνδεσμος «Τσαμουριά» στην Αλβανία, έχει αναλάβει το προπαγανδιστικό μέρος της προσπάθειας των Τσάμηδων, θέτοντας ως κεντρικό πολιτικό στόχο την αναγνώριση κάποιας «δήθεν» γενοκτονίας των Τσάμηδων.

Η οργάνωση αυτή (Τσαμουριά - Cameria), μέλη της οποίας πρωτοστάτησαν στις εκδηλώσεις της 25-6-2006 στην Ελληνοαλβανική μεθόριο, αποτελεί το αμιγώς πολιτικό τμήμα του αυτού συστήματος που προβάλλει την ιδέα της «Μεγάλης Αλβανίας» αναφορικά με την επέκτασή της στην Ήπειρο μέχρι την Πρέβεζα (συμπεριλαμβανομένων και των νομών Καστοριάς και Φλώρινας).

Εν όψει όλων των ανωτέρω η ελληνική πολιτεία θα πρέπει να βρίσκεται διαρκώς σε εγρήγορση, ώστε εγκαίρως να επιβεβαιώνει προς πάσα κατεύθυνση την πάγια επί του ζητήματος των Τσάμηδων και Τσαμουριάς ελληνική θέση, ότι το θέμα είναι ανύπαρκτο και δεν συζητείται, έχει δε λήξει οριστικά και αμετάκλητα με τις αποφάσεις του δικαστηρίου δοσιλόγων των Ιωαννίνων το 1945, διαλύοντας έτσι κάθε σχετική ανθελληνική προπαγάνδα.

Το Apodimos.com ευχαριστεί τον Υποστράτηγο ΕΛ.ΑΣ ε.α. κ. Π. Λάγγαρη που είναι Πρώην Υποδιευθυντής της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας της ΕΛ.ΑΣ, για τις πληροφορίες που παρέθεσε μέσα από το άρθρο του, έτσι ώστε να γνωρίζουν όλοι Έλληνες και οι Απόδημοι αδελφοί μας τα γεγονότα που αφορούν τους Αλβανοτσάμηδες και τους όμοιους τους.

Πηγή : elesme.gr
Π. Λάγγαρης Πρώην Υποδ/ντής της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας της ΕΛ.ΑΣ – www.Apodimos.com

H ιστορία μιας μειονότητας και το βάρος της πολιτικής
Ποιοι ήταν οι Τσάμηδες
διερευνήσεις
ΣΤΑΘΗΣ ΚΑΛΥΒΑΣ ΒΗΜΑ

Το 1940 οι Τσάμηδες, ένας αλβανόφωνος μουσουλμανικός πληθυσμός συγκεντρωμένος κυρίως στη Θεσπρωτία και ιδιαίτερα στις περιφέρειες Ηγουμενίτσας, Μαργαριτίου, Φιλιατών και Παραμυθιάς, αριθμούσε κάπου 23.000 ως 24.000 ανθρώπους. Το 1951 είχαν απομείνει μόλις 127 αλβανόφωνοι μουσουλμάνοι σε ολόκληρη τη χώρα.

Τα επεισόδια που συνόδευσαν την επίσκεψη του κ. Κάρολου Παπούλια στην Αλβανία επανέφεραν στην επιφάνεια την ομάδα αυτή. H σιωπή που περιέβαλλε την ιστορία τους οφείλεται στα αιματηρά γεγονότα που διαδραματίστηκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Ως πρόσφατα οι Τσάμηδες εμφανίζονταν κυρίως στην τοπική ιστορία και στη λογοτεχνία, όπου, όπως είναι γνωστό, συχνά προηγούνται της «ιστορίας των ιστορικών» στα «δύσκολα» θέματα (βλ. π.χ. το εξαιρετικό Το ασημόχορτο ανθίζει του Βασίλη Γκουρογιάννη). H πρώτη -και μοναδική ως τώρα -ολοκληρωμένη και συστηματική μελέτη του θέματος δημοσιεύθηκε μόλις το 2004. Πρόκειται για το υποδειγματικό έργο της Ελευθερίας Μαντά που βασίζεται κυρίως σε πρωτογενείς πηγές (συμπεριλαμβανομένων ιταλικών και αλβανικών τεκμηρίων) και αποτελείται από τρεις χρονολογικές ενότητες: Μεσοπόλεμος, B΄ Παγκόσμιος πόλεμος - Κατοχή και μεταψυχροπολεμική εποχή. H μεγαλύτερη και πιο ευαίσθητη ενότητα αφορά την περίοδο της Κατοχής.

H δύσκολη συμβίωση
Οι Τσάμηδες ήταν ένας παραδοσιακός αγροτικός, συμπαγής και κλειστός πληθυσμός που για συγκυριακούς λόγους εξαιρέθηκε της ανταλλαγής του 1922. H συμβίωσή τους με το χριστιανικό στοιχείο της περιοχής υπήρξε εξαρχής προβληματική: η πολιτισμική διαφοροποίηση, οι κτηματικές διαφορές και η στάση του ελληνικού κράτους απέναντί τους, και ιδιαίτερα του μεταξικού καθεστώτος, ενίσχυσαν την καχυποψία τους και επέτρεψαν τη δράση εξτρεμιστικών αλυτρωτικών στοιχείων στην Αλβανία. Πάνω εκεί βασίστηκε και η Ιταλία για να θέσει τσαμικό θέμα και να δικαιολογήσει την εισβολή του 1940. Οπως είναι φυσικό, η εξέλιξη αυτή δυναμίτισε την ήδη τεταμένη κατάσταση στην περιοχή. Ενοπλοι Τσάμηδες συνόδευσαν τον ιταλικό στρατό κατά τη σύντομη προέλασή του στο ελληνικό έδαφος τον Νοέμβριο του 1940, ο τοπικός πληθυσμός υποδέχθηκε πανηγυρικά τους εισβολείς, ενώ σημειώθηκαν οι πρώτες λεηλασίες και επιθέσεις εναντίον χριστιανικών χωριών. H υποχώρηση των Ιταλών και η επιστροφή των ελλήνων κατοίκων έθεσε σε κίνηση μια δυναμική αντεκδικήσεων που κατέληξε στην εθνοκάθαρση των Τσάμηδων το 1944.

H ιταλική, αρχικά, και η γερμανική Κατοχή συνοδεύτηκαν από βία. Οι ηγέτες των Τσάμηδων συνεργάστηκαν με τις κατοχικές αρχές και συμμετείχαν σε διώξεις, καταστροφές, και μαζικές εκτελέσεις, η πιο γνωστή από τις οποίες υπήρξε η εκτέλεση 49 επιφανών κατοίκων της Παραμυθιάς τον Σεπτέμβριο 1943. Οι αντάρτες του ΕΔΕΣ, που κυριαρχούσαν στην περιοχή, προέβησαν μετά την αποχώρηση των Γερμανών σε ένα όργιο βίας, αδιάκριτων εκτελέσεων και λεηλασιών που κορυφώθηκαν με τη μαζική εκδίωξη των Τσάμηδων στην Αλβανία, τον Σεπτέμβριο του '44.

H περίπτωση αυτή αποτελεί αναμφίβολα εθνοκάθαρση. Το ερώτημα παραμένει αν υπήρξε αποτέλεσμα προμελετημένης κεντρικής απόφασης ή αν προήρθε από πράξεις αντεκδίκησης σε τοπικό επίπεδο. H Μαντά προκρίνει τη δεύτερη εκδοχή. Προσωπικά πιστεύω ότι η απόσταση ανάμεσα στις δύο εκδοχές είναι πολύ μικρή. Παρόλο που ο ΕΔΕΣ ήταν μια αποκεντρωμένη οργάνωση όπου, αντίθετα με το EAM, η κεντρική διοίκηση δύσκολα έλεγχε τους τοπικούς οπλαρχηγούς, τίποτε δεν δείχνει ότι η ηγεσία του είχε την παραμικρή (και πραγματική) διάθεση να τους συγκρατήσει. H πολιτική συγκυρία τον Σεπτέμβριο του 1944 επέτρεπε την «τελική λύση» του τσαμικού ζητήματος και, κατά τη γνώμη μου, ο ΕΔΕΣ δεν δίστασε να αδράξει την ευκαιρία.

Αντίθετα από τον ΕΔΕΣ, το EAM τήρησε μια περίεργη στάση σε σχέση με τους Τσάμηδες. Επιχείρησε επανειλημμένα ανοίγματα που βασίζονταν στον μάλλον πλασματικό διαχωρισμό «μιας δράκας προδοτών» από την πλειοψηφία του πληθυσμού -πλασματικό στον βαθμό που ο παραδοσιακός αυτός πληθυσμός ακολουθούσε τους ηγέτες του και έδειχνε μια προτίμηση προς την κατοχική διοίκηση ακόμη και όταν δεν συμμετείχε άμεσα σε πράξεις βίας. Για αυτόν τον λόγο η τακτική του EAM δεν έγινε κατανοητή ούτε από τον τοπικό ελληνικό πληθυσμό ούτε από τα ίδια του τοπικά στελέχη που ανέφεραν στις εσωτερικές τους εκθέσεις τις οποίες παραθέτει η Μαντά ότι «η παμψηφία σχεδόν των αρβανιτάδων Τσάμηδων της περιοχής είχε ταχθή ανεπιφύλαχτα με το μέρος του κατακτητή και ωργάνωνε δολοφονικές επιδρομές ενάντια στα ελληνικά χωριά». Ο ΕΛΑΣ τελικά στρατολόγησε γύρω στους 300 ως 500 Τσάμηδες που συμμετείχαν στις εμφύλιες συγκρούσεις με τον ΕΔΕΣ τον Δεκέμβριο του '44. H επικράτηση του ΕΛΑΣ συνοδεύτηκε από την επιστροφή 3.000 ως 5.000 Τσάμηδων στη Θεσπρωτία. H τελική όμως έκβαση των Δεκεμβριανών οδήγησε σε νέες διώξεις από τους οπλαρχηγούς του ΕΔΕΣ και στην τελική εκδίωξή τους.

H τελική πράξη
Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου το KKE στράφηκε για μία ακόμη φορά προς τους Τσάμηδες για να λύσει το πρόβλημα έμψυχου δυναμικού που αντιμετώπιζε. Τον Μάρτιο του 1949 κατέληξε σε συμφωνία με την αλβανική κυβέρνηση για την υποχρεωτική στρατολόγηση 2.000 Τσάμηδων η οποία ναυάγησε την τελευταία στιγμή, όταν οι ίδιοι οι Τσάμηδες αντέδρασαν και ο Εμβέρ Χότζα αποφάσισε να μην τους οπλίσει ως «αντιδραστικούς». H τελική πράξη του δράματος γράφτηκε στις αρχές της δεκαετίας του '50 με σειρά νομοθετικών διαταγμάτων της ελληνικής κυβέρνησης που απαλλοτρίωσε τις περιουσίες τους και τις απέδωσε σε ντόπιους και έποικους.

Ιδεολογικές ερμηνείες
Είναι προφανές ότι η σημασία της περίπτωσης αυτής ξεπερνάει τα όρια της τοπικής ιστορίας. Αποτελεί, κατ' αρχάς, καθαρή και ενδεχομένως μοναδική για την κατοχική Ελλάδα περίπτωση ολοκληρωτικής εθνοκάθαρσης. Δεύτερον, δείχνει τα όρια των ιδεολογικών ερμηνειών στην Ιστορία. Οι Τσάμηδες δεν ήταν ούτε φασίστες ούτε ναζιστές ούτε κομμουνιστές· ήταν όμως διατεθειμένοι να συνεργαστούν με όποιον τους πρόσφερε τη δυνατότητα να διεκδικήσουν τα αιτήματά τους. Τρίτον, υπογραμμίζει τη διαδικασία εργαλειοποίησης του δωσιλογισμού από τις δύο αντίπαλες παρατάξεις και την αναντιστοιχία ανάμεσα στον λόγο και στην πράξη τους. Για τους κομουνιστές ο δωσιλογισμός υπήρξε ιδιαίτερα ελαστική έννοια σε σχέση με συγκεκριμένες ομάδες όπως οι Τσάμηδες ή οι σλαβόφωνοι κομιτατζήδες στους οποίους παρείχε τη δυνατότητα αναβάπτισης από προδότες σε πατριώτες. Γενικεύοντας και απλοποιώντας, θα μπορούσε να πει κανείς ότι αν για τη Δεξιά ο δωσιλογισμός ήταν συγχωρήσιμος, αρκεί οι φορείς του να ήταν Ελληνες, για την Αριστερά το συγχωροχάρτι ίσχυε μόνο για τους μη Ελληνες.

H περίπτωση των Τσάμηδων αναδεικνύει συγχρόνως και τις αντιφάσεις της στρατευμένης ιστοριογραφίας που επαναλαμβάνουν τα επιχειρήματα των αντιμαχόμενων παρατάξεων της δεκαετίας του '40 -τόσο της δεξιάς όσο και της αριστερής εκδοχής της. Για τη δεξιά μεταπολεμική ιστοριογραφία η εθνοκάθαρση και η αδιάκριτη βία κατά των Τσάμηδων υπήρξε ένα απόλυτα δικαιολογημένο μέτρο απέναντι σε μια ομάδα δωσίλογων και μειοδοτών. Μόνο ο αντικομμουνισμός μπορούσε να δικαιολογήσει, και άρα να συγχωρήσει, τη συνεργασία με τους κατακτητές. Το πρόβλημα της αριστερής μεταπολιτευτικής ιστοριογραφίας είναι ακριβώς το αντίθετο: ενώ καυτηριάζει τον δωσιλογισμό ως εσχάτη προδοσία που δικαιολογούσε βία αντίστοιχη με αυτή που υπέστησαν οι Τσάμηδες, αντιμετωπίζει τις αντίστοιχες πρακτικές των μειονοτήτων με αισθήματα κατανόησης και τάσεις συγκάλυψης, δείχνοντας έτσι πόσο επιλεκτική και άρα διάτρητη είναι η ηθικολογία της.

Το βιβλίο της Ελευθερίας Μαντά είναι ένα αντίδοτο στη μυωπία και στα αδιέξοδα της ιστοριογραφίας αυτής και θυμίζει τη σημασία της σοβαρής ιστορικής έρευνας. H συγγραφέας κατάφερε να προσεγγίσει ένα σύνθετο και ευαίσθητο θέμα με προσοχή, συστηματικότητα και χαμηλούς τόνους. Το βιβλίο της αξίζει να διαβαστεί από όσους ενδιαφέρονται να αποκτήσουν μια ολοκληρωμένη αντίληψη της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας.
Ο κ. Στάθης Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale των ΗΠΑ.

10 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΣΑΜΗΔΕΣ
τοῦ Κωνσταντίνου Χολέβα Πολιτικοῦ Ἐπιστήμονος


Τόν τελευταῖο καιρό γίνεται καί πάλι συζήτηση γιά τούς "Τσάμηδες". Ἡ ἀλβανική προπαγάνδα ἐπαναφέρει ἕνα ζήτημα τό ὁποῖο δημιουργεῖ ἀρνητικό κλῖμα στίς ἑλληνοαλβανικές σχέσεις καί προκαλεῖ ἤδη τήν ἀνησυχία πολλῶν Ἑλλήνων, ἰδίως στίς περιοχές που συνορεύουν μέ τήν Ἀλβανία, δηλαδή στούς Νομούς τῆς Δυτικῆς Μακεδονίας καί τῆς Ἠπείρου. Γιά νά δώσουμε μιά σύντομη εἰκόνα τοῦ θέματος κατά τρόπο κατανοητό ἀπό τόν ἀναγνώστη παρουσιάζουμε δέκα ἐρωτήσεις μέ τίς ἀντίστοιχες ἀπαντήσεις γιά τό θέμα τῶν Τσάμηδων.

1) Τί σημαίνει ἡ ὀνομασία Τσάμης; Μέ τό ὄνομα αὐτό ἐννοοῦμε μία ὁμάδα Μουσουλμάνων πού ἔζησαν στήν Θεσπρωτία ἀπό τόν 17ο μέχρι τά μέσα τοῦ 20οῦ αἰῶνος. Ἡ λέξη ἀποτελεῖ παραφθορά τοῦ ὀνόματος Θύαμις, ὅπως ἦταν γνωστός στήν ἀρχαιότητα ὁ ποταμός Καλαμᾶς.

2) Πῶς βρέθηκε στήν Θεσπρωτία αὐτή ἡ ὁμάδα; Οἱ Τσάμηδες ἀποτελοῦν τούς ἀπογόνους ἐξισλαμισθέντων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Ἠπείρου. Πολλοί ἀπ' ἀυτούς ἐξισλαμίσθηκαν βιαίως μετά τήν ἀτυχῆ ἐξέγερση τοῦ Ἐπισκόπου Τρίκκης Διονυσίου ( τοῦ "Σκυλοσόφου") στίς ἀρχές τοῦ 17ου αἰῶνος, ἐνῷ ἄλλοι προσεχώρησαν ἑκουσίως στό Ἰσλάμ γιά νά ἀποκτήσουν ἀξιώματα (Σπαχῆδες) . Ἡ ἀλλαγή θρησκεύματος ὁδήγησε πολύ γρήγορα καί στήν μεταστροφή τῆς ἐθνικῆς συνειδήσεως. Ἔγιναν Τουρκαλβανοί καί φανατικοί διῶκτες τῶν Ρωμηῶν. Τοῦτο μαρτυρεῖ ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη ἀποτελεῖ ἕνα ἰσχυρότατο στοιχεῖο τῆς ἐθνικῆς μας ταυτότητος.

3) Πῶς παρέμειναν στόν ἑλλαδικό χῶρο μετά τήν ἀνταλλαγή τῶν πληθυσμῶν; Βάσει τῆς συνθήκης τῆς Λωζάννης τοῦ 1923 οἱ Ἀλβανόφωνοι Μουσουλμάνοι τῆς Θεσπρωτίας κρίθηκαν ὡς "ἀνταλλάξιμοι". Ὅμως ἡ τότε Κυβέρνηση τοῦ Στρατηγοῦ Θεοδώρου Παγκάλου δέν τούς ἔστειλε στήν Ἀλβανία μέ τήν ἐλπίδα ὅτι ἡ χειρονομία αὐτή θά μετροῦσε θετικά στίς σχέσεις μας μέ τό νεοσύστατο ἀλβανικό κράτος. Δυστυχῶς ἀπό τότε μέχρι σήμερα ἡ ἐμπράκτως ἐκδηλούμενη καλή διάθεση τῆς χώρας μας δέν ἀποδίδει τά ἀναμενόμενα ἀπό ἀλβανικῆς πλευρᾶς. Βλέπουμε ἄλλωστε τήν ἀρνητική στάση τῶν Τιράννων ἔναντι τῶν Βορειοηπειρωτῶν.

4) Γιατί κατηγοροῦνται γιά ἀνθελληνική δράση; Κατά τήν Ἰταλική ἐπίθεση ἐναντίον τῆς χώρας μας τρία ἀπό τά δεκατέσσερα συμπράξαντα ἀλβανικά τάγματα ἦσαν στελεχωμένα ἀπό Τσάμηδες, πού ἐπεδόθησαν σέ ἀκατονόμαστες ἀδικοπραγίες. Στήν διάρκεια τῆς Κατοχῆς οἱ Τσάμηδες ἔγιναν οἱ καλύτεροι συνεργάτες τῶν Ἰταλῶν Φασιστῶν καί διέπραξαν μύριες ὅσες βιαιότητες εἰς βάρος τῶν συγχωριανῶν τους Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων. Μέ ὀργανωτή τήν Ἀλβανική Ἐθνική Ἐπιτροπή ( ΞΙΛΙΑ) καί ἀρχηγούς τήν περιώνυμη οἰκογένεια Ντίνο Μπέη διέπραξαν λεηλασίες, σφαγές καί δολοφονίες καί ἐμπρησμούς κατοικιῶν. Σύνθημά τους ἦταν ὅτι ὅλη ἡ Ἤπειρος μέχρι καί τήν Πρέβεζα πρέπει νά γίνει ἀλβανική! Μετά τήν συνθηκολόγηση τῶν Ἰταλῶν οἱ Τσάμηδες συνεργάσθηκαν μέ τούς Γερμανούς κατακτητές και συνέχισαν τά ἐγκλήματα μέ ἀποκορύφωμα τήν μαζική ἐκτέλεση 49 προκρίτων τῆς Παραμυθιᾶς στίς 29/9/1943

5) Πῶς ἔφυγαν ἀπό τήν πατρίδα μας; Οἱ Τσάμηδες κατεδιώχθησαν ἀπό τίς ὁμάδες Ἐθνικῆς Ἀντιστάσεως τοῦ Ναπολέοντος Ζέρβα (ΕΔΕΣ) . Ἀποφασιστικές ἦταν οἱ ἑλληνικές νίκες στήν πρώτη μάχη τῆς Μενίνας ( Νεράιδας) στίς 17 καί 18/8/1944 καί στήν δεύτερη μάχη τῆς Μενίνας στίς 20 καί 21/9/1944. Πολλοί Γερμανοί καί Τσάμηδες κατέφυγαν γιά να σωθοῦν στήν Ἀλβανία, τούς δέ ἐνόπλους Τσάμηδες ἀκολούθησαν καί οἱ οἰκογένειές τους.

6) Ὑπάρχουν καταδίκες εἰς βάρος τους; Βεβαίως. Τό 1945 τό Εἰδικό Δικαστήριο Δοσιλόγων Ἰωαννίνων κατεδίκασε ἐρήμην 1930 Τσάμηδες ἐπί συνολικοῦ πληθυσμοῦ 19.000 ( Ὁ ἕνας στούς δέκα ἦταν ἐγκληματίας πολέμου! ). Πολλοί κατεδικάσθησαν στήν ποινή τοῦ θανάτου, ἀλλά εὑρίσκοντο ἤδη ἀσφαλεῖς στήν Ἀλβανία, ἐνῷ ἡ ἀγροτική περιουσία τους ἀπεδόθη βάσει νόμου στούς ἀκτήμονες τῆς πςεριοχῆς πού εἶχαν ζήσει "στό πετσί τους" τήν ἀγριότητα τῶν Τσάμηδων. Σήμερα ζοῦν στήν Ἑλλάδα μόνο 56 Τσάμηδες.

7) Πῶς ἐπανῆλθε τό θέμα στήν ἐπικαιρότητα; Τό ζήτημα τῶν Τσάμηδων ἐπανῆλθε τά τελευταῖα χρόνια ἀπό μία ὀργανωμένη ἐκστρατεία τῆς ἀλβανικῆς προπαγάνδας, ἡ ὁποία στηρίζεται καί ἀπό τά δύο μεγάλα κόμματα, Δημοκρατικό καί Σοσιαλιστικό. Ἀναφέρουμε ἐνδεικτικά ὅτι τόν Νοέμβριο τοῦ 1999 ὁ Ἀπελευθερωτικός Στρατός τοῦ Κοσσυφοπεδίου ἀπεφάσισε τήν συγκρότηση "Ἀνεξάρτητης Ταξιαρχίας τῆς Τσαμουριᾶς". Ἡ πολιτική Ὀργάνωση "Τσαμερία" ἱδρύθηκε στά Τίραννα τό 1991 καί πραγματοποιεῖ ἐκδόσεις "Ντοκουμέντων" μέ τήν ὑποστήριξη τῆς Γενικῆς Διευθύνσεως τῶν Ἀρχείων τοῦ Ἀλβανικοῦ Κράτους. Τόν Ἰούνιο τοῦ 2000 τό Δημοτικό Συμβούλιο τῶν Τιράννων ἔδωσε τό ὄνομα Τσαμουριά (δηλ. Θεσπρωτία) σέ ἕνα ἀπό τούς δρόμους τῆς ἀλβανικῆς πρωτεύουσας καί στήν ἐκδήλωση αὐτή ὁ πρώην Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας Σαλί Μπερίσα ζήτησε τήν "ἐπίλυση τοῦ Τσάμικου ζητήματος". Στίς 25 Ἰουλίου 2000 ἡ Ἐπιτροπή Ἐξωτερικῶν Ὑποθέσεων τῆς Ἀλβανικῆς Βουλῆς ἀνεκοίνωσε ὅτι ἡ Τσαμουριά ἀποτελεῖ ἐθνική ὑπόθεση γιά τή Ἀλβανία καί ὅτι θά "διεκδικήσουμε τήν ἐπιστροφή τῶν περιουσιῶν τῶν Τσάμηδων" ! Στόν κρατικό τηλεοπτικό δίαυλο ΕΤ-3 δηλώσεις περί ὑπάρξεως ἀνοικτοῦ θέματος Τσάμηδων ἔκαναν προσφάτως ὁ Ἀλβανός Σοσιαλιστής ἡγέτης Φάτος Νάνο καί ὁ ἀρχηγός τῶν ἐξεγερθέντων Ἀλβανῶν στά Σκόπια Ἀχμέτι.

8) Τί ἐπιδιώκει οὐσιαστικά ἡ Ἀλβανία; Ἐκ πρώτης ὄψεως τό σημερινό αἴτημα φαίνεται νά ἐπικεντρώνεται στήν ἐπιστροφή τῶν περιουσιῶν τῶν Τσάμηδων, ἤδη ὅμως ἀρχίζει νά διαφαίνεται καί ἡ ἐδαφική διεκδίκηση γιά τήν περιοχή τῆς Θεσπρωτίας καί εὐρύτερα γιά τήν ἐντός Ἑλληνκῆς Ἐπικρατείας Ἤπειρο. Οἱ Ἀλβανοί τῶν Σκοπίων δημοσιεύουν ἀναφανδόν στό Διαδίκτυο χάρτη μέ τά "ἐθνολογικά σύνορα τῆς Ἀλβανίας", ὅπου περιλαμβάνονται ἡ Καστοριά, τά Ἰωάννινα, ἡ Πρέβεζα κ.ἄ.! Πάντως σέ ἔνα βαθμό ἡ προπαγάνδα περί Τσάμηδων χρησιμοποιεῖται καί ὡς ἀντιπερισπασμός γιά νά ξεχάσουμε τήν συνεχιζόμενη καταπίεση τῶν δικαιωμάτων τῶν Ἑλλήνων ἐντός Ἀλβανίας.

9) Ποιά πρέπει νά εἶναι ἡ ἀντίδρασή μας; Ἡ Κυβέρνηση καί οἱ διπλωματικές μας ὑπηρεσίες πρέπει νά διακηρύττουν καί πρός τήν Ἀλβανία καί πρός κάθε ἄλλη χώρα ἤ Διεθνῆ Ὀργανισμό ὅτι ἐμεῖς δέν συζητοοῦμε κἄν τό θέμα , διότι δέν εἶναι δυνατόν νά δικαιωθοῦν οἱ ἐγκληματίες πολέμου ἤ οἱ ὑποβόσκουσες ἐδαφικές διεκδικήσεις. Σέ ἐπίπεδο δέ ἰδιωτικῶν καί πολιτιστικῶν φορέων πρέπει νά ἀπαντοῦμε μέ ἐπιχειρήματα σοβαρά καί κατανοητά ἀπό τό διεθνές κοινό. Πρωτίστως δέ ὀφείλουμε ὅλοι μαζί , Κυβέρνηση, Κόμματα, Ἐκκλησία καί πολίτες, νά ζητοῦμε τόν σεβασμό τῶν δικαιωμάτων τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητος στήν Ἀλβανία.

10) Ποιοί ἄλλοι προσπαθοῦν νά ἐκμεταλλευθοῦν τό θέμα αὐτό; Τό κατασκευασμένο ἀπό τήν Ἀλβανία ζήτημα προσπαθεῖ νά ἀξιοποιήσει καί ἡ τουρκική προπαγάνδα εἰς βάρος μας, ὅπως φαίνεται καί ἀπό τήν ἱστοσελίδα τοῦ Τουρκικοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν στό Διαδίκτυο (ΙΝΤΕΡΝΕΤ). Ἄρα τό θέμα χρειάζεται προσοχή ἐκ μέρους μας καί ὄχι ἀδιαφορία. Ἔχουμε διαπιστώσει κατά τίς τελευταῖες δεκαετίες ὅτι ὅποτε ὑποτιμήσαμε προπαγανδιστικά τεχνάσματα γειτονικῶν χωρῶν βγήκαμε ζημιωμένοι ( π.χ. Μακεδονικό).antibaro.com

Σήμερα έχουμε υποχρέωση να παρουσιάσουμε το εν θέματι άρθρο, μέσα από τις πληροφορίες του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, διότι είναι μια ελάχιστα γνωστή πτυχή της περιόδου του μεσοπολέμου, η περίπτωση των Τσάμηδων και της Τσαμουριάς, ένα από τα λιγότερο γνωστά θέματα του σχετικά πρόσφατου ελληνικού παρελθόντος, που για αρκετές δεκαετίες καλύφθηκε από σιωπή και αγνοήθηκε, ηθελημένα ή αθέλητα από την ελληνική ιστοριογραφία, έρχεται στην επιφάνεια με το ενδιαφέρον βιβλίο της Ελευθερίας Μαντά «Οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες της Ηπείρου» που κυκλοφορεί από το Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου.

Η μελέτη της Ε. Μαντά, φιλοδοξεί να απαντήσει, όπως σημειώνει η ίδια, στο υπάρχον ιστοριογραφικό κενό και στην ανάγκη για μία κατά το δυνατόν αντικειμενική και νηφάλια προσέγγιση του θέματος. Επισημαίνοντας ότι «ο χρόνος και οι συνθήκες είναι πλέον ώριμες ώστε να ανασυρθεί από τη λήθη το κομμάτι αυτό του χαμένου ιστορικού παρελθόντος και να τύχει της προσοχής που του αρμόζει εκ μέρους της σύγχρονης ελληνικής επιστήμης».

Οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες της Ηπείρου, βρισκόταν στην περιοχή ακόμη από τα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την εποχή του Αλή Πασά και υπολογίζονταν ότι αριθμούσαν περίπου από 17.000 μέχρι 23.000 άτομα. Το 1932 η γενική Διοίκηση Ηπείρου τους υπολόγιζε σε 19.135 άτομα, ενώ σύμφωνα με ένα πίνακα του Αλβανού προξένου στα Ιωάννινα οι Αλβανοί μουσουλμάνοι της Θεσπρωτίας ανέρχονταν σε 23.048 άτομα.

Τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας και της Ηπείρου από τον τουρκικό ζυγό, οι Τσάμηδες της Ηπείρου δεν φαίνεται να είχαν ακόμη σαφώς διαμορφωμένη εθνική συνείδηση. Περισσότερο από Αλβανοί ή Τούρκοι, ήταν και αισθάνονταν μουσουλμάνοι. Η θρησκεία ήταν που έπαιζε τον πρώτο ρόλο για τον αυτοπροσδιορισμό τους. Αργότερα και πάνω στη σύγχυση με την ανταλλαγή των πληθυσμών στα Βαλκάνια, προπαγανδιστές από τα Τίρανα τους έπεισαν να δηλώσουν Αλβανοί για να αποφύγουν τη μεταφορά τους στην Τουρκία, μαζί με τους άλλους μουσουλμάνους που μέχρι τότε κατοικούσαν στη Βόρεια Ελλάδα. Έκτοτε, συχνά – πυκνά οι αλβανικές κυβερνήσεις, όποτε βρισκόταν σε κρίση οι Ελληνοαλβανικές σχέσεις, έθεταν θέμα καταπάτησης των δικαιωμάτων των Τσάμηδων και διακρίσεων σε βάρος τους από τις ελληνικές αρχές. Σιγά-σιγά δημιουργήθηκε ένα κλίμα καχυποψίας και αναπτύχθηκε μία έντονη προπαγανδιστική δραστηριότητα όχι μόνο στην Αλβανία, αλλά και μέσα στην Ήπειρο με πρωτεργάτες τους Μαζάρ Ντίνο, που είχε διατελέσει επί ιταλικής κατοχής της Ηπείρου κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υποδιοικητής Παραμυθιάς, Ασίζ Αγά, Χουσείν Λουκαβιτσιότι, Μουσά Ντέμι κ.α.

Etσι υποκινήθηκε ένα κίνημα αλυτρωτισμού με την επίδραση της αλβανικής αλλά και της ιταλικής φασιστικής προπαγάνδας που πρόβαλαν την ιδέα δημιουργίας της «Μεγάλης Αλβανίας». Στις 12 Αυγούστου 1940, σε συνάντηση που είχε ο Μουσολίνι με τους Τσιάνο, Βισκόντι Πράσκα και Γιακομόνι, ανακοίνωσε την επιθυμία του για κατάληψη της Τσαμουριάς και της Κέρκυρας.

Από την πρώτη στιγμή της Ιταλικής επίθεσης κατά της Ελλάδος, ομάδες Τσάμηδων πήραν μέρος στις επιθέσεις κατά των ελληνικών δυνάμεων, ενώ το ιταλικό ΧΧV Σώμα Στρατού που είχε αναλάβει τον τομέα επιχειρήσεων της Ηπείρου, έφερε το όνομα «Σώμα Στρατού Τσαμουριάς».

Σε όλη τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής της Ηπείρου, ομάδες ένοπλων Τσάμηδων, είχαν δημιουργήσει κλίμα τρομοκρατίας και είχαν επιδοθεί στο πλευρό των ιταλικών δυνάμεων σε αμέτρητες πράξεις αυθαιρεσίας, βιαιοπραγιών, δολοφονίες, βιασμούς, καταστροφές κλπ.

Ο αλβανικός πληθυσμός στη Θεσπρωτία στο σύνολό του, έστω κι αν δεν συνεργάστηκε ενεργά στο πλευρό των δυνάμεων κατοχής, τις υποδέχθηκε με ελπίδα και προσδοκίες για την πραγματοποίηση των υποσχέσεων που επί δεκαετίες καλλιεργούνταν, επωφελήθηκε από την παρουσία τους στην περιοχή και παρείχε έμμεση υποστήριξη, με οδηγούς, συνδέσμους, πληροφοριοδότες κλπ.

Οι συνεργαζόμενοι με τους Ιταλούς και γερμανούς Αλβανοί Τσάμηδες από τη μία πλευρά των συνόρων και η αλβανική οργάνωση «Μπάλι Κομπετάρ» (Balli Kombetar) από την άλλη, είχαν δημιουργήσει συνθήκες δραματικές τόσο για τον ελληνικό πληθυσμό της Ηπείρου, όσο και για τα μέλη της ελληνικής μειονότητας της Αλβανίας, που είχαν αρχίσει πλέον να υφίστανται συνεχείς διωγμούς.

Το καλοκαίρι του 1943 οι γερμανικές αρχές κατοχής, αποφάσισαν να αναλάβουν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, προκειμένου να περιορίσουν την επέκταση της δράσης των ανταρτικών δυνάμεων του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ.

Έτσι, η γερμανική μεραρχία Εντελβάϊς εγκαταστάθηκε στην Παραμυθιά στις αρχές Ιουλίου και το 22ο Ορεινό Σώμα υπό τον στρατηγό Λαντζ, μετέπειτα Γενικό Διοικητή Δυτικής Ελλάδας, εγκαταστάθηκε στα Ιωάννινα. Στις μάχες που διεξήχθησαν, κυρίως για τον έλεγχο των οδών της Ηπείρου (Άρτας-Ιωαννίνων, Ιωαννίνων-Μετσόβου, Ιωαννίνων-Ηγουμενίτσας), στο πλευρό των γερμανικών δυνάμεων έδρασαν και ομάδες Τσάμηδων, τους οποίους οι γερμανοί χρησιμοποίησαν αποτελεσματικά εναντίον των ανταρτών. Όπως άλλωστε η διοίκηση της γερμανικής μεραρχίας παρατηρεί σε έκθεσή της, «τα τμήματα του αλβανικού πληθυσμού συμπαρίστανται στα γερμανικά στρατεύματα και έχουν προσφέρει πολύτιμη βοήθεια στον αγώνα κατά των ανταρτών», για να προσθέσει λίγο αργότερα ότι «στις μέχρι τώρα επιχειρήσεις κατά των ανταρτών οι μουσουλμάνοι αποδείχτηκαν ικανοί λόγω της γνώσης της περιοχής, ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις ανίχνευσης. Οι Αλβανοί προσδοκούν την ένταξη της Τσαμουριάς σε μία ελεύθερη και αυτοδύναμη Αλβανία».

Από τις πρώτες ενέργειες των γερμανών, μετά την άφιξή τους στην περιοχή, υπήρξε η προσπάθεια για μία πιο οργανωμένη συγκρότηση των ενόπλων ομάδων των Τσάμηδων που ενεργούσαν στην Ήπειρο. Όλος σχεδόν ο αλβανικός πληθυσμός από 14 ετών και πάνω, εξοπλίστηκε, σχηματίστηκαν νέα ένοπλα τμήματα που τέθηκαν υπό τις οδηγίες των Μαζάρ και Νουρί Ντίνο. Όλοι οι Αλβανοί των ομάδων αυτών φορούσαν στρατιωτικές στολές, ιταλικές ή γερμανικές, καθώς και περιβραχιόνιο με τη λέξη «Τσάμης» που τους έδινε τη δυνατότητα να κυκλοφορούν ελεύθερα στις πόλεις και την ύπαιθρο, φέροντας οπλισμό. Οι δικαιοδοσίες της αλβανικής Τζανταρμερίας (χωροφυλακής), επεκτάθηκαν και της ανατέθηκε το καθήκον της τήρησης της τάξης, εξέλιξη που οι ίδιοι οι Τσάμηδες σε πολλές περιπτώσεις εκμεταλλεύτηκαν προκειμένου να κλείσουν λογαριασμούς του παρελθόντος.

Οι επιχειρήσεις του καλοκαιριού του 1943 αποδείχτηκαν καταστροφικές από κάθε άποψη για την Ήπειρο. Πολλά χωριά καταστράφηκαν από τους βομβαρδισμούς ή πυρπολήθηκαν, άλλα λεηλατήθηκαν, το ίδιο και οι καλλιέργειες. Οι απώλειες σε ανθρώπινες ψυχές υπήρξαν μεγάλες και οι ζημιές ανυπολόγιστες. Οι περισσότεροι σώθηκαν καταφεύγοντας στα γύρω δάση ή στους βάλτους. Τις μεγαλύτερες καταστροφές, υπέστη τον Ιούλιο του 1943 η περιοχή Φαναρίου της Θεσπρωτίας. Και αυτό δεν ήταν τυχαίο. Αποδείχτηκε ότι αποτελούσε προσφιλή τακτική των Τσάμηδων να στρέφουν τις γερμανικές επιχειρήσεις προς τις περισσότερο εύφορες και αποδοτικές περιοχές, όπως ήταν η κοιλάδα του Φαναρίου, με το πρόσχημα ότι οι κάτοικοί τους παρείχαν υποστήριξη στους αντάρτες. Στις επιχειρήσεις του Αυγούστου 1943, όλοι σχεδόν οι αρχηγοί των Τσάμηδων βρισκόταν στο Φανάρι, οι Μαζάρ και Νουρί ντίνο, ο Αβδουλά Κασίμ, ο Μουσταφά Σεντίκ κ.α.. Κατά κανόνα, τις γερμανικές επιχειρήσεις ακολουθούσαν λεηλασίες και πράξεις αντεκδίκησης εκ μέρους των ένοπλων Τσάμηδων σε τέτοια έκταση που έφεραν τον ντόπιο πληθυσμό σε απελπιστική κατάσταση. Συγκέντρωναν κινητές περιουσίες, τα σκεύη και το ρουχισμό των σπιτιών, τα ζώα και ότι ακόμη μπορούσε να μεταφερθεί και τα μετέφεραν στα αλβανικά χωριά. Είναι δύσκολο να συλλάβει ο άνθρωπος την εικόνα του Φαναρίου τον Αύγουστο του 1943 κι ακόμη δυσκολότερο την εικόνα που παρουσίαζαν οι δρόμοι που οδηγούσαν έξω από αυτό: εκατοντάδες φορτωμένα ζώα με το νοικοκυριό των σπιτιών έφευγαν από το Φανάρι με διάφορες κατευθύνσεις, όλα μεταφέρθηκαν στις αποθήκες των γερμανών και στα σπίτια των Τσάμηδων. Η Γενική Διοίκηση Ηπείρου αναγκάστηκε τότε να απευθύνει έκκληση προς τη διοίκηση της γερμανικής μεραρχίας που είχε τον έλεγχο της Ηπείρου, ζητώντας περιορισμό της δράσης των Τσάμηδων, χωρίς ωστόσο αποτέλεσμα.

Στις 24 Σεπτεμβρίου 1943, από αφορμή το θάνατο έξι Γερμανών στρατιωτών κοντά στο Ελευθεροχώρι, οι κατακτητές συνέλαβαν και εκτέλεσαν 60 επιφανείς κατοίκους της Παραμυθιάς. Λίγες μέρες αργότερα, στις 29 του μήνα, εκτελέστηκαν 49 πρόκριτοι και δημόσιοι υπάλληλοι. Τον κατάλογο των ονομάτων των Παραμυθιωτών που συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν από το γερμανικό απόσπασμα, συνέταξε ο ίδιος ο Μοζάρ Ντίνο, ενώ ομάδες ένοπλων Τσάμηδων ήταν αυτές που πραγματοποίησαν τις συλλήψεις με τη συνοδεία Γερμανού αξιωματικού. Αρκετοί από αυτούς παραβρέθηκαν στο πλευρό του γερμανικού αποσπάσματος και την ημέρα της εκτέλεσης.

Με την παροχή των κατάλληλων υποσχέσεων περί ενός ελεύθερου αλβανικού κράτους μελλοντικά, ήταν εύκολο στους Γερμανούς να προσεταιριστούν τους Αλβανούς και να καρπωθούν τις υπηρεσίες τους. Όσο η γερμανική προπαγάνδα διατηρούσε ζωντανή την προοπτική ένταξης της Τσαμουριάς στην Αλβανία, έπρεπε να θεωρείται εξασφαλισμένη η υποστήριξη που παρείχε ο αλβανικός πληθυσμός στο γερμανικό στρατό. Αυτός ήταν και ο λόγος που απέτυχε η πρώτη προσπάθεια προσέγγισής τους που πραγματοποίησε ο Βρετανός αξιωματικούς Άντερσον, ο οποίος είχε φτάσει ως σύνδεσμος της Συμμαχικής Αποστολής στην Ήπειρο αμέσως μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι όσο ο ίδιος συνομιλούσε με τον Ισμαήλ Χακί, αρχηγό ομάδας ένοπλων Αλβανών, κάποιος ενημέρωσε τους Γερμανούς για την άφιξη του Βρετανού αξιωματικού, οι οποίοι και έστειλαν μια ομάδα να τον συλλάβει, χωρίς όμως επιτυχία. Ο εκ των αρχηγών των Τσάμηδων, Μαζάρ Ντίνο, δολοφονήθηκε το 1945 στο Δέλβινο υπό άγνωστες συνθήκες, φέροντας το στίγμα του προδότη, όπως τον χαρακτήριζε το κομμουνιστικό καθεστώς του Εμβέρ Χότζα, επειδή είχε συνεργαστεί με τους κατακτητές. Σύμφωνα όμως με τους οπαδούς του «ο Μαζάρ σκότωσε με τα χέρια του μόνο εκείνους που υποστήριζαν τον Ζέρβα ή που εναντιόνταν στην ένωση της Τσαμουριάς με την Αλβανία».

Τις πρώτες ημέρες του Αυγούστου 1944, μετά από διαταγή του Συμμαχικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής, ξεκίνησαν εκτεταμένες επιχειρήσεις της 10ης Μεραρχίας των ΕΔΕΣ-ΕΟΕΑ προς το Μαργαρίτι και τη Μαζαρακιά και από εκεί προς την Ηγουμενίτσα. Η αντίσταση που πρόβαλαν τα ένοπλα σώματα των Τσάμηδων κάμφθηκε γρήγορα και ολόκληρη η περιοχή, μέχρι τη γραμμή Ηγουμενίτσας-Μενίνας ελευθερώθηκε.

Τα ένοπλα σώματα των Τσάμηδων, συνέχισαν να ενισχύουν κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων του καλοκαιριού και του φθινοπώρου τις γερμανικές δυνάμεις στη Θεσπρωτία. Παράλληλα δε και καθώς οι γερμανοί συμπτύσσονταν πλέον βορειότερα προκειμένου να εγκαταλείψουν το ελληνικό έδαφος, συνεχιζόταν και η εκκένωση των περιοχών από τον άμαχο πληθυσμό των Τσάμηδων, που ακολουθούσαν τα υποχωρούντα γερμανικά τμήματα. Η μεγάλη μάζα του αλβανικού πληθυσμού της περιοχής, περίπου 20.000 άτομα είχε διέλθει το ποτάμι του Καλαμά και είχε συγκεντρωθεί στην ύπαιθρο της περιφέρειας Φιλιατών, μέχρι τα ελληνοαλβανικά σύνορα και την παραλία.

Τέλη Αυγούστου 1944, η μάζα αυτή των Αλβανών, πέρασε τα σύνορα και εγκαταστάθηκε στο αλβανικό έδαφος από την Κανίσπολη και πέρα.

Στις 27 Αυγούστου 1944, ο αρχηγός του ΕΔΕΣ, Ναπολέων Ζέρβας απηύθυνε προκήρυξη προς τους ένοπλους Τσάμηδες που εξακολουθούσαν να μάχονται στο πλευρό των Γερμανών, καλώντας τους για τελευταία φορά να καταθέσουν τα όπλα και εγγυώμενος τη ζωή, την τιμή και την περιουσία τους. Όμως ούτε και σ΄ αυτή την περίπτωση υπήρξαν αποτελέσματα.

Στις 21 Σεπτεμβρίου 1944, οι γερμανικές δυνάμεις εκκένωσαν τη Μενίνα και ακολουθούμενες από τους Τσάμηδες ενόπλους, πέρασαν τον ποταμό Καλαμά και άρχισαν να συμπτύσσονται προς τους Φιλιάτες, οπότε ελευθερώθηκαν μέσα σε λίγες ημέρες Οι Φιλιάτες, η Σαγιάδα και η Ηγουμενίτσα.

Με την απελευθέρωση της περιοχής, το συσσωρευμένο μίσος που είχαν καλλιεργήσει οι κάθε είδους βιαιοπραγίες των ένοπλων Τσάμηδων, στο πλευρό των Ιταλών και των Γερμανών, ξέσπασε πάνω στα κεφάλια των Αλβανών μουσουλμάνων, ανδρών και γυναικών αδιάκριτα. Τα θύματα υπήρξαν δεκάδες, ενώ ο διοικητής του 16ου Συντάγματος του ΕΔΕΣ, αντισυνταγματάρχης Αριστείδης Κρανιάς, που έφτασε στην Παραμυθιά, έγραψε ότι «αυτό που επακολούθησε δεν περιγράφεται».

Αργότερα, ο Κρις Γουντχάουζ παραδέχθηκε ότι η Συμμαχική Αποστολή υπό τις οδηγίες του ίδιου, έδωσε εντολή για την εκκαθάριση της Ηπείρου από τους Αλβανούς προκειμένου να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις κατά των Γερμανών, ωστόσο η εφαρμογή τους υπήρξε αιματηρή, αν και για τον ίδιο «οι Τσάμηδες πήραν αυτό που τους άξιζε».

Στα τέλη Δεκεμβρίου 1944, πέρασαν στο αλβανικό έδαφος και οι τελευταίες ομάδες των Τσάμηδων, που μέχρι τότε παρέμειναν στην Ήπειρο και συγκεντρώθηκαν στην περιφέρεια της Κανίσπολης, όπου βρίσκονταν συγκεντρωμένοι και οι υπόλοιποι Τσάμηδες.
Αpodimos.com
 

 

---------------------------------------------------------------

 

23.9.2009. O σκοτεινός κόσμος των μυστικών υπηρεσιών: Sibel Edmonds

 

Πολλές φορές διερωτώμαι κατά πόσο είναι δυνατό ένας ακαδημαϊκός όπως ο υποφαινόμενος, μπορεί να αποφανθεί επί ζητημάτων σύγχρονης διπλωματίας όταν τα περισσότερα που γνωρίζουμε είναι η κορυφή του παγόβουνου. Σχέδιο Αναν: α) Ένας ΓΓ του ΟΗΕ ο οποίος είναι κοινό μυστικό ότι εκβιαζόταν από τους Αμερικανούς με πολλούς και ποικίλους τρόπους. β) διάφοροι "desk officers" όπως ο Ντε Σότο (τους οποίους ο γνωστός γάλλος φιλόσοφος θα ονόμαζε, ενδεχομένως, "παιδιά εξωπολιτικής σκύλας τα οποία κανείς δεν ελέγχει κοινωνικά ή πολιτικά), γ) εξίσου σύμβουλοι και παρασύμβουλοι σε όλα τα επίπεδα του ΟΗΕ, της Κύπρου, της Ελλάδας, της Ευρώπης, της ΕΕ κτλ, δ) στρατιά επιστρατευμένων "επιστημόνων" οι οποίοι όλως περιέργως δεν γνώριζαν τι είναι διεθνής και ευρωπαϊκή νομιμότητα, δ) σεμινάρια στην Ύδρα, την Γερμανία, σε Βρετανικά επιστημονικά "παρατηρητήρια" υπέρ της ειρηνικής συμφιλίωσης, των ζεϊμπέκικων, των κουμπαριών και των χοροπηδημάτων ως προσέγγιση ... ειρήνης στον κόσμο και στην Ανατολική Μεσόγειο, ε) Ευαγή ιδρύματα που χρηματοδοτούν Σόροι, στα οποία σιτεύονται Σοράκια και τα οποία εκπέμπουν κραυγές ως αληθινά  κοράκια, στ) ιστοριογραφικά ανέκδοτα που εισρέουν στα δημοτικά σχολεία και που χρηματοδοτούν Σόροι, σοράκια και κοράκιασ, ζ) πολιτικοί σε διάφορα κράτη που άγονται και φέρονται από διεθνικά εξωπολιτικά σοράκια και κοράκια, η) ανακαλύψεις που βγήκαν στην επιφάνεια και άλλες που δεν βγήκαν, θ) διορισμοί σε ευρωπαϊκά και βαλκανικά πανεπιστήμια ειρηνόφιλων τις υπόγειες διαδρομές των οποίων ποτέ δεν θα αποδείξουμε, ι) αναρίθμητα παπαγαλάκια στα δημοσιογραφικά και "ακαδημαϊκά δρώμενα" που στηλιτεύουν τον ... εθνικισμό των κοινωνιών που αμύνονται και "εν ονόματι της ειρήνης" "όλως περιέργως" επικροτούν τον ηγεμονισμό των επιτιθέμενων και τα λοιπά και τα λοιπά. Τι να πει ένας ακαδημαϊκός των διεθνών σχέσεων τι έκρυβε ο φασισμός του σχεδίου Αναν, ο "ηγεμονικός αντιεθνικισμός" των "προοδευτικών" εγκαθέτων των ηγεμόνων, ο "μακεδονικός" έρωτας οικολόγων που θρέφουν τον αναθεωρητισμό του κρατιδίου-στρατιωτική βάση των Βαλκανίων, ο καθηγητάκος μέντορας της αναθεωρήτριας υποψήφιας βουλευτίνας Βαλκανικού κράτους που οδηγείται στο τέλμα και τα λοιπά και τα λοιπά. Αυτές οι σκέψεις με βασανίζουν εδώ και πολλά χρόνια, ιδιαίτερα τα δέκα τελευταία και με οδήγησαν σε επιστημολογικά συμπεράσματα βαθύτατων συμπερασμάτων. Κυρίως, ότι ο ακαδημαϊκός απαιτείται να περιορίζεται στην μακροϊστορικη και (αληθή) τεκμηρίωση των κοινωνικοοντολογικών γεγονότων. Δεν χρειάζεται να σχολιάζει την επικαιρότητα όπως και εγώ έκανα, δυστυχώς, την δεκαετία του 1990, όταν ασκόπως επιχειρούσα να συνδέσω τις θεωρητικές μου αναζητήσεις με τα τρέχοντα ζητήματα της σύγχρονης διπλωματίας. Αναλύσεις όπως αυτές του Κονδύλη και άλλων εκλεκτών στοχαστών μετράνε πολύ περισσότερο γιατί στέκονται ακλόνητες και ανεπηρέαστες από τα υπόγεια δρώμενα των μυστικών δράσεων των κρατικών υπηρεσιών των ηγεμονικών κρατών. Αυτή ήταν και μια θεμελιώδης επιλογή της τελευταίας μου δημοσίευσης Κοσμοθεωρία των Εθνών: Όποιος θέλει να κολυμπά μέσα στα Σόδομα και Γόμορρα του μεταμοντέρνου τέλματος είναι ελεύθερος να το κάνει. Μόνο το κεφάλαιο 5 να διαβάσουν, όμως, θα το ξανασκεφτούν και αυτό αρκεί ένα ακαδημαϊκό που δεν ενδιαφέρεται για την κυνική αντίληψη ότι "μακροχρόνια όλοι πεθαίνουμε". Σημασία έχει τι κτίζεις και τι κτίζεται. Μακροχρόνια όλους μας τρώνε τα σκουλήκια μέσα σε σκοτεινούς τάφους αλλά, όπως υποστήριξα, τα πνευματικά κτίσματα των εθνικών κοσμοθεωριών -πολιτικός πολιτισμός και πνευματικά επιτεύγματα - μένουν αναλλοίωτα και ολόρθα. Τώρα, αν υπάρχουν περιθώρια για "ειλικρινείς" θέσεις αυτό που θα μπορούσε να πει κάποιος είναι: ο καθείς παθαίνει ότι του αξίζει και αποτελεί δονκιχωτισμό να υπερασπίζεσαι μια κοινωνία που της αξίζει ευθανασία. Εδώ λοιπόν παραθέτω πληροφορίες για μια εντυπωσιακή υπόγεια υπόθεση που αφορά τις τουρκικές και αμερικανικές υπηρεσίες για να γίνει αντιληπτό τι ένας ακαδημαϊκός όπως ο υποφαινόμενος λαμβάνει υπόψη ότι δεν γνωρίζει όταν γράφει υψιτενείς θεωρίες για τις κοσμοθεωρίες των εθνών.  Για να το θέσω διαφορετικά, ο ακαδημαϊκός δεν μπορεί να σχολιάζει έγκυρα τα τρέχοντα διεθνοπολιτικά δρώμενα. Πρέπει να εκλαμβάνει όσα συνδέονται με τα; ηγεμονικά δρώμενα ως σκουληκιασμένα και να στέκεται στην οντολογική θεμελίωση και στην μακροϊστορική θεμελίωση τάσεων, στάσεων και συμπεριφορών. Πέραν αυτού ο καθείς είναι υπεύθυνος των θέσεών του και των συμπεριφορών του. Είναι ελεύθερος να ζει μέσα στην βρωμερή λάσπη, μέσα στα σκουλήκια ή ακόμη και να κολυμπά μέσα στα περιττώματα όπως ο προπάππος των μεταμοντέρνων μαρκήσιος De Sade. Διαβάστε λοιπόν ο κείμενο εδώ για να δείτε πόσα λίγα ξέρετε τι κρύβουν τα παρασκήνια των εξωπολιτικών βαρβάρων.

 

November 01, 2009 Issue
Copyright © 2009 The American Conservative

 Who’s Afraid of Sibel Edmonds?       PDF

The gagged whistleblower goes on the record.

By Sibel Edmonds and Philip Giraldi

Sibel Edmonds has a story to tell. She went to work as a Turkish and Farsi translator for the FBI five days after 9/11. Part of her job was to translate and transcribe recordings of conversations between suspected Turkish intelligence agents and their American contacts. She was fired from the FBI in April 2002 after she raised concerns that one of the translators in her section was a member of a Turkish organization that was under investigation for bribing senior government officials and members of Congress, drug trafficking, illegal weapons sales, money laundering, and nuclear proliferation. She appealed her termination, but was more alarmed that no effort was being made to address the corruption that she had been monitoring.

A Department of Justice inspector general’s report called Edmonds’s allegations “credible,” “serious,” and “warrant[ing] a thorough and careful review by the FBI.” Ranking Senate Judiciary Committee members Pat Leahy (D-Vt.) and Chuck Grassley (R-Iowa) have backed her publicly. “60 Minutes” launched an investigation of her claims and found them believable. No one has ever disproved any of Edmonds’s revelations, which she says can be verified by FBI investigative files.

John Ashcroft’s Justice Department confirmed Edmonds’s veracity in a backhanded way by twice invoking the dubious State Secrets Privilege so she could not tell what she knows. The ACLU has called her “the most gagged person in the history of the United States of America.”

But on Aug. 8, she was finally able to testify under oath in a court case filed in Ohio and agreed to an interview with The American Conservative based on that testimony. What follows is her own account of what some consider the most incredible tale of corruption and influence peddling in recent times. As Sibel herself puts it, “If this were written up as a novel, no one would believe it.”

* * *

PHILIP GIRALDI: We were very interested to learn of your four-hour deposition in the case involving allegations that Congresswoman Jean Schmidt accepted money from the Turkish government in return for political favors. You provided many names and details for the first time on the record and swore an oath confirming that the deposition was true.

Basically, you map out a corruption scheme involving U.S. government employees and members of Congress and agents of foreign governments. These agents were able to obtain information that was either used directly by those foreign governments or sold to third parties, with the proceeds often used as bribes to breed further corruption. Let’s start with the first government official you identified, Marc Grossman, then the third highest-ranking official at the State Department.

SIBEL EDMONDS: During my work with the FBI, one of the major operational files that I was transcribing and translating started in late 1996 and continued until 2002, when I left the Bureau. Because the FBI had had no Turkish translators, these files were archived, but were considered to be very important operations. As part of the background, I was briefed about why these operations had been initiated and who the targets were.

Grossman became a person of interest early on in the investigative file while he was the U.S. ambassador to Turkey [1994-97], when he became personally involved with operatives both from the Turkish government and from suspected criminal groups. He also had suspicious contact with a number of official and non-official Israelis. Grossman was removed from Turkey short of tour during a scandal referred to as “Susurluk” by the media. It involved a number of high-level criminals as well as senior army and intelligence officers with whom he had been in contact.

Another individual who was working for Grossman, Air Force Major Douglas Dickerson, was also removed from Turkey and sent to Germany. After he and his Turkish wife Can returned to the U.S., he went to work for Douglas Feith and she was hired as an FBI Turkish translator. My complaints about her connection to Turkish lobbying groups led to my eventual firing.

Grossman and Dickerson had to leave the country because a big investigation had started in Turkey. Special prosecutors were appointed, and the case was headlined in England, Germany, Italy, and in some of the Balkan countries because the criminal groups were found to be active in all those places. A leading figure in the scandal, Mehmet Eymür, led a major paramilitary group for the Turkish intelligence service. To keep him from testifying, Eymür was sent by the Turkish government to the United States, where he worked for eight months as head of intelligence at the Turkish Embassy in Washington. He later became a U.S. citizen and now lives in McLean, Virginia. The central figure in this scandal was Abdullah Catli. In 1989, while “most wanted” by Interpol, he came to the U.S., was granted residency, and settled in Chicago, where he continued to conduct his operations until 1996.

GIRALDI: So Grossman at this point comes back to the United States. He’s rewarded with the third-highest position at the State Department, and he allegedly uses this position to do favors for “Turkish interests”—both for the Turkish government and for possible criminal interests. Sometimes, the two converge. The FBI is aware of his activities and is listening to his phone calls. When someone who is Turkish calls Grossman, the FBI monitors that individual’s phone calls, and when the Turk calls a friend who is a Pakistani or an Egyptian or a Saudi, they monitor all those contacts, widening the net.

EDMONDS: Correct.

GIRALDI: And Grossman received money as a result. In one case, you said that a State Department colleague went to pick up a bag of money…

EDMONDS: $14,000

GIRALDI: What kind of information was Grossman giving to foreign countries? Did he give assistance to foreign individuals penetrating U.S. government labs and defense installations as has been reported? It’s also been reported that he was the conduit to a group of congressmen who become, in a sense, the targets to be recruited as “agents of influence.”

EDMONDS: Yes, that’s correct. Grossman assisted his Turkish and Israeli contacts directly, and he also facilitated access to members of Congress who might be inclined to help for reasons of their own or could be bribed into cooperation. The top person obtaining classified information was Congressman Tom Lantos. A Lantos associate, Alan Makovsky worked very closely with Dr. Sabri Sayari in Georgetown University, who is widely believed to be a Turkish spy. Lantos would give Makovsky highly classified policy-related documents obtained during defense briefings for passage to Israel because Makovsky was also working for the American Israel Public Affairs Committee (AIPAC).

GIRALDI: Makovsky is now working for the Washington Institute for Near Eastern Policy, a pro-Israeli think tank.

EDMONDS: Yes. Lantos was at the time probably the most outspoken supporter of Israel in Congress. AIPAC would take out the information from Lantos that was relevant to Israel, and they would give the rest of it to their Turkish associates. The Turks would go through the leftovers, take what they wanted, and then try to sell the rest. If there were something relevant to Pakistan, they would contact the ISI officer at the embassy and say, “We’ve got this and this, let’s sit down and talk.” And then they would sell it to the Pakistanis.

GIRALDI: ISI—Pakistani intelligence—has been linked to the Pakistani nuclear proliferation program as well as to al-Qaeda and the Taliban.

So the FBI was monitoring these connections going from a congressman to a congressman’s assistant to a foreign individual who is connected with intelligence to other intelligence people who are located at different embassies in Washington. And all of this information is in an FBI file somewhere?

EDMONDS: Two sets of FBI files, but the AIPAC-related files and the Turkish files ended up converging in one. The FBI agents believed that they were looking at the same operation. It didn’t start with AIPAC originally. It started with the Israeli Embassy. The original targets were intelligence officers under diplomatic cover in the Turkish Embassy and the Israeli Embassy. It was those contacts that led to the American Turkish Council and the Assembly of Turkish American Associations and then to AIPAC fronting for the Israelis. It moved forward from there.

GIRALDI: So the FBI was monitoring people from the Israeli Embassy and the Turkish Embassy and one, might presume, the Pakistani Embassy as well?

EDMONDS: They were the secondary target. They got leftovers from the Turks and Israelis. The FBI would intercept communications to try to identify who the diplomatic target’s intelligence chief was, but then, in addition to that, there are individuals there, maybe the military attaché, who had their own contacts who were operating independently of others in the embassy.

GIRALDI: So the network starts with a person like Grossman in the State Department providing information that enables Turkish and Israeli intelligence officers to have access to people in Congress, who then provide classified information that winds up in the foreign embassies?

EDMONDS: Absolutely. And we also had Pentagon officials doing the same thing. We were looking at Richard Perle and Douglas Feith. They had a list of individuals in the Pentagon broken down by access to certain types of information. Some of them would be policy related, some of them would be weapons-technology related, some of them would be nuclear-related. Perle and Feith would provide the names of those Americans, officials in the Pentagon, to Grossman, together with highly sensitive personal information: this person is a closet gay; this person has a chronic gambling issue; this person is an alcoholic. The files on the American targets would contain things like the size of their mortgages or whether they were going through divorces. One Air Force major I remember was going through a really nasty divorce and a child custody fight. They detailed all different kinds of vulnerabilities.

GIRALDI: So they had access to their personnel files and also their security files and were illegally accessing this kind of information to give to foreign agents who exploited the vulnerabilities of these people to recruit them as sources of information?

EDMONDS: Yes. Some of those individuals on the list were also working for the RAND Corporation. RAND ended up becoming one of the prime targets for these foreign agents.

GIRALDI: RAND does highly classified research for the U.S. government. So they were setting up these people for recruitment as agents or as agents of influence?

EDMONDS: Yes, and the RAND sources would be paid peanuts compared to what the information was worth when it was sold if it was not immediately useful for Turkey or Israel. They also had sources who were working in some midwestern Air Force bases. The sources would provide the information on CD’s and DVD’s. In one case, for example, a Turkish military attaché got the disc and discovered that it was something really important, so he offered it to the Pakistani ISI person at the embassy, but the price was too high. Then a Turkish contact in Chicago said he knew two Saudi businessmen in Detroit who would be very interested in this information, and they would pay the price. So the Turkish military attaché flew to Detroit with his assistant to make the sale.

GIRALDI: We know Grossman was receiving money for services.

EDMONDS: Yes. Sometimes he would give money to the people who were working with him, identified in phone calls on a first-name basis, whether it’s a John or a Joe. He also took care of some other people, including his contact at the New York Times. Grossman would brag, “We just fax to our people at the New York Times. They print it under their names.”

GIRALDI: Did Feith and Perle receive any money that you know of?

EDMONDS: No.

GIRALDI: So they were doing favors for other reasons. Both Feith and Perle were lobbyists for Turkey and also were involved with Israel on defense contracts, including some for Northrop Grumman, which Feith represented in Israel.

EDMONDS: They had arrangements with various companies, some of them members of the American Turkish Council. They had arrangements with Kissinger’s group, with Northrop Grumman, with former secretary of state James Baker’s group, and also with former national security adviser Brent Scowcroft.

The monitoring of the Turks picked up contacts with Feith, Wolfowitz, and Perle in the summer of 2001, four months before 9/11. They were discussing with the Turkish ambassador in Washington an arrangement whereby the U.S. would invade Iraq and divide the country. The UK would take the south, the rest would go to the U.S. They were negotiating what Turkey required in exchange for allowing an attack from Turkish soil. The Turks were very supportive, but wanted a three-part division of Iraq to include their own occupation of the Kurdish region. The three Defense Department officials said that would be more than they could agree to, but they continued daily communications to the ambassador and his defense attaché in an attempt to convince them to help.

Meanwhile Scowcroft, who was also the chairman of the American Turkish Council, Baker, Richard Armitage, and Grossman began negotiating separately for a possible Turkish protectorate. Nothing was decided, and then 9/11 took place.

Scowcroft was all for invading Iraq in 2001 and even wrote a paper for the Pentagon explaining why the Turkish northern front would be essential. I know Scowcroft came off as a hero to some for saying he was against the war, but he was very much for it until his client’s conditions were not met by the Bush administration.

GIRALDI: Armitage was deputy secretary of state at the time Scowcroft and Baker were running their own consulting firms that were doing business with Turkey. Grossman had just become undersecretary, third in the State hierarchy behind Armitage.

You’ve previouly alluded to efforts by Grossman, as well as high-ranking officials at the Pentagon, to place Ph.D. students. Can you describe that in more detail?

EDMONDS: The seeding operation started before Marc Grossman arrived at the State Department. The Turkish agents had a network of Turkish professors in various universities with access to government information. Their top source was a Turkish-born professor of nuclear physics at the Massachusetts Institute of Technology. He was useful because MIT would place a bunch of Ph.D. or graduate-level students in various nuclear facilities like Sandia or Los Alamos, and some of them were able to work for the Air Force. He would provide the list of Ph.D. students who should get these positions. In some cases, the Turkish military attaché would ask that certain students be placed in important positions. And they were not necessarily all Turkish, but the ones they selected had struck deals with the Turkish agents to provide information in return for money. If for some reason they had difficulty getting a secuity clearance, Grossman would ensure that the State Department would arrange to clear them.

In exchange for the information that these students would provide, they would be paid $4,000 or $5,000. And the information that was sold to the two Saudis in Detroit went for something like $350,000 or $400,000.

GIRALDI: This corruption wasn’t confined to the State Department and the Pentagon—it infected Congress as well. You’ve named people like former House Speaker Dennis Hastert, now a registered agent of the Turkish government. In your deposition, you describe the process of breaking foreign-originated contributions into small units, $200 or less, so that the source didn’t have to be reported. Was this the primary means of influencing congressmen, or did foreign agents exploit vulnerabilities to get what they wanted using something like blackmail?

EDMONDS: In early 1997, because of the information that the FBI was getting on the Turkish diplomatic community, the Justice Department had already started to investigate several Republican congressmen. The number-one congressman involved with the Turkish community, both in terms of providing information and doing favors, was Bob Livingston. Number-two after him was Dan Burton, and then he became number-one until Hastert became the speaker of the House. Bill Clinton’s attorney general, Janet Reno, was briefed on the investigations, and since they were Republicans, she authorized that they be continued.

Well, as the FBI developed more information, Tom Lantos was added to this list, and then they got a lot on Douglas Feith and Richard Perle and Marc Grossman. At this point, the Justice Department said they wanted the FBI to only focus on Congress, leaving the executive branch people out of it. But the FBI agents involved wanted to continue pursuing Perle and Feith because the Israeli Embassy was also connected. Then the Monica Lewinsky scandal erupted, and everything was placed on the back burner.

But some of the agents continued to investigate the congressional connection. In 1999, they wiretapped the congressmen directly. (Prior to that point they were getting all their information secondhand through FISA, as their primary targets were foreigners.) The questionably legal wiretap gave the perfect excuse to the Justice Department. As soon as they found out, they refused permission to monitor the congressmen and Grossman as primary targets. But the inquiry was kept alive in Chicago because the FBI office there was pursuing its own investigation. The epicenter of a lot of the foreign espionage activity was Chicago.

GIRALDI: So the investigation stopped in Washington, but continued in Chicago?

EDMONDS: Yes, and in 2000, another representative was added to the list, Jan Schakowsky, the Democratic congresswoman from Illinois. Turkish agents started gathering information on her, and they found out that she was bisexual. So a Turkish agent struck up a relationship with her. When Jan Schakowsky’s mother died, the Turkish woman went to the funeral, hoping to exploit her vulnerability. They later were intimate in Schakowsky’s townhouse, which had been set up with recording devices and hidden cameras. They needed Schakowsky and her husband Robert Creamer to perform certain illegal operational facilitations for them in Illinois. They already had Hastert, the mayor, and several other Illinois state senators involved. I don’t know if Congresswoman Schakowsky ever was actually blackmailed or did anything for the Turkish woman.

GIRALDI: So we have a pattern of corruption starting with government officials providing information to foreigners and helping them make contact with other Americans who had valuable information. Some of these officials, like Marc Grossman, were receiving money directly. Others were receiving business favors: Pentagon associates like Doug Feith and Richard Perle had interests in Israel and Turkey. The stolen information was being sold, and the money that was being generated was used to corrupt certain congressmen to influence policy and provide still more information—in many cases information related to nuclear technology.

EDMONDS: As well as weapons technology, conventional weapons technology, and Pentagon policy-related information.

GIRALDI: You also have information on al-Qaeda, specifically al-Qaeda in Central Asia and Bosnia. You were privy to conversations that suggested the CIA was supporting al-Qaeda in central Asia and the Balkans, training people to get money, get weapons, and this contact continued until 9/11…

EDMONDS: I don’t know if it was CIA. There were certain forces in the U.S. government who worked with the Turkish paramilitary groups, including Abdullah Çatli’s group, Fethullah Gülen.

GIRALDI: Well, that could be either Joint Special Operations Command or CIA.

EDMONDS: Maybe in a lot of cases when they said State Department, they meant CIA?

GIRALDI: When they said State Department, they probably meant CIA.

EDMONDS: Okay. So these conversations, between 1997 and 2001, had to do with a Central Asia operation that involved bin Laden. Not once did anybody use the word “al-Qaeda.” It was always “mujahideen,” always “bin Laden” and, in fact, not “bin Laden” but “bin Ladens” plural. There were several bin Ladens who were going on private jets to Azerbaijan and Tajikistan. The Turkish ambassador in Azerbaijan worked with them.

There were bin Ladens, with the help of Pakistanis or Saudis, under our management. Marc Grossman was leading it, 100 percent, bringing people from East Turkestan into Kyrgyzstan, from Kyrgyzstan to Azerbaijan, from Azerbaijan some of them were being channeled to Chechnya, some of them were being channeled to Bosnia. From Turkey, they were putting all these bin Ladens on NATO planes. People and weapons went one way, drugs came back.

GIRALDI: Was the U.S. government aware of this circular deal?

EDMONDS: 100 percent. A lot of the drugs were going to Belgium with NATO planes. After that, they went to the UK, and a lot came to the U.S. via military planes to distribution centers in Chicago and Paterson, New Jersey. Turkish diplomats who would never be searched were coming with suitcases of heroin.

GIRALDI: And, of course, none of this has been investigated. What do you think the chances are that the Obama administration will try to end this criminal activity?

EDMONDS: Well, even during Obama’s presidential campaign, I did not buy into his slogan of “change” being promoted by the media and, unfortunately, by the naïve blogosphere. First of all, Obama’s record as a senator, short as it was, spoke clearly. For all those changes that he was promising, he had done nothing. In fact, he had taken the opposite position, whether it was regarding the NSA’s wiretapping or the issue of national-security whistleblowers. We whistleblowers had written to his Senate office. He never responded, even though he was on the relevant committees.

As soon as Obama became president, he showed us that the State Secrets Privilege was going to continue to be a tool of choice. It’s an arcane executive privilege to cover up wrongdoing—in many cases, criminal activities. And the Obama administration has not only defended using the State Secrets Privilege, it has been trying to take it even further than the previous terrible administration by maintaining that the U.S. government has sovereign immunity. This is Obama’s change: his administration seems to think it doesn’t even have to invoke state secrets as our leaders are emperors who possess this sovereign immunity. This is not the kind of language that anybody in a democracy would use.

The other thing I noticed is how Chicago, with its culture of political corruption, is central to the new administration. When I saw that Obama’s choice of chief of staff was Rahm Emanuel, knowing his relationship with Mayor Richard Daley and with the Hastert crowd, I knew we were not going to see positive changes. Changes possibly, but changes for the worse. It was no coincidence that the Turkish criminal entity’s operation centered on Chicago.
__________________________________________

Sibel Edmonds is a former FBI translator and the founder of the National Security Whistleblowers Coalition. Philip Giraldi is a former CIA officer and The American Conservative’s Deep Background columnist. 

 

--------------------------------------------------------------

22.9.2009. Τουρκικά σχολικά βιβλία

Σημ. Στέκομαι στην θέση  «Η Ελλάδα δεν έχει τη δύναμη να διατηρήσει στο Αιγαίο την ειρήνη» που αφορά την αποτρεπτική στρατηγική της Ελλάδας. Είκοσι χρόνια του Αρχηγού του ευαγούς Ιδρύματος και πρώην Υψηλόβαθμου Αξιωματούχου του Πενταγώνου -που θεωρούσε την ισορροπία δυνάμεων πολεμοκαπηλεία, την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ ακρότητα, το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα περίπου επιθετική στάση και το καθεστώς της νταβουτόγλειας Τουρκίας "δημοκρατικό που δεν θα πολεμά" (όλοι ξέραμε ότι ο μέντορας των Γκιουλ και Ερτογάν ήταν ο Νταβούτογλου, όλως περιέργως όμως ο πολυγνώστης και σοβός Υψηλός Αξιωματούχος δεν το ήξερε) - έπεισαν την Τουρκία ότι είμαστε ανίκανοι να υπερασπίσουμε την ελευθερία μας και να αμυνθούμε στα σύνορα που ορίζουν οι συνθήκες και το διεθνές δίκαιο. Από εκεί και πέρα έχουμε εκλογές σε λίγες μέρες. Δίλημμα ουσιαστικό δεν υπάρχει γιατί για το ροκάνισμα των αποτελεσμάτων της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 που πολλού εκτελούν τις δύο τελευταίες δεκαετίες, είναι πολλοί οι ένοχοι και περίτεχνα διασκορπισμένοι σε όλο το παραταξιακό φάσμα. Για να μην μιλήσουμε για τα ανιστόρητα βιβλία της ιστορίας, για την παγκοσμιποίηση που καταργεί το εθνικό συμφέρον και μας εισάγει στην ... μεταεθνική εποχή και για τα ράμφεια θεωρήματα ότι η ελευθερία σε αυτή την μεταεθνική εποχή δεν έχει και πολλή σημασία.

ΤΟΥΡΚΙΚΑ ΣΧΟΛΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ :  
     
Ενώ το βιβλίο Ιστορίας που διδάσκονται τα Ελληνόπουλα στη ΣΤ'
Δημοτικού εξυμνεί τις «προοδευτικές» προσπάθειες των Οθωμανών να at
ενισχύσουν την εκπαίδευση των Ελλήνων κατά την Τουρκοκρατία
 
το αντίστοιχο εγχειρίδιο της γείτονος διδάσκει στους Τούρκους μαθητές ότι:


-Σελίδα19: «Τα νησιά του Αιγαίου βρίσκονται σήμερα υπό ελληνική κατοχή».
 

-Σελίδα 21: «Η Ελλάδα δεν έχει τη δύναμη να διατηρήσει στο Αιγαίο την ειρήνη». (!!!) 

-Σελί δα 65: «Η ειρήνη στη Μέση Ανατολή και η ασφάλεια στην Ασία
είναι δυνατόν να διατηρηθεί με την επιστροφή αυτών των νησιών στην Τουρκία».

-Σελίδα 110: «Η Τουρκία καθόρισε τα χωρικά της ύδατα στα 6 μίλια
το 1930. Έτσι η Χίος, η Μυτιλήνη και η Σάμος βρίσκονται μέσα στα χωρικά
ύδατα της Τουρκίας.Το δικαίωμα κυριαρχίας μιας χώρας στα δικά της
χωρικά ύδατα της επιτρέπει να ασκεί τα ίδια δικαιώματα στα νησιά που
βρίσκονται σε αυτά τα ύδατα».

Αυτά και άλλα πολλά αλιεύει κάποιος από την πρώτη κιόλας
ανάγνωση του βιβλίου Ιστορίας (έκδοση 1996) το οποίο διδάσκεται σήμερα
συστηματικά στις μεγαλύτερες τάξεις του τουρκικού σχολείου οκταετούς
υποχρεωτικής φοίτησης. Το συγκεκριμένο σύγγραμμα που τιτλοφορείται τα
«Τα δίκαια της Τουρκίας στο Αιγαίο» (EgeDenizinde TurkHaklari) και
κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στη γείτονα το 1955
! με την υπογραφή του
Τούρκου καθηγητή Ιστορίας Μεχμέτ Σακά
.

Βάση των αυθαίρετων ιστορικών θεωριών τις οποίες σήμερα
διδάσκονται στις ιστορικές ακαδημίες και στις στρατιωτικές σχολές της
Τουρκίας,όλοι οι πολιτισμοί του Αιγαίου-μεταξύ αυτών και ο ελληνικός-
ήταν τουρκικής προέλευσης!
 
 

Φτάνουν στον παραλογισμό να θεωρούν Μινωίτες, Μυκηναίους, Ίωνες, 
Τρώες και Πελασγούς προτουρκικές φυλές που κατοικούσαν στο Αιγαίο. 
Σύμφωνα με αυτές τις απίστευτες θεωρίες, οι Έλληνες δεν ήταν παρά ένα 
μικρό παρακλάδι του «μεγάλου τουρκικού λαού»,του
 «μοναδικού που είχε
τη δύναμη να δημιουργεί μεγάλα κράτη και πολιτισμούς»!
 
 
Ακόμη πιο προχωρήμενη είναι η εργασία του Σελαχατίν Σαλιζίκ
(
Turk Yunaniliskilerive filiki eteria) όπου περιλαμβάνονται αλλόκοτοι
ισχυρισμοί όπως ότι ο ελληνικός πολιτισμός ήρθε από την
  
Ασία και δεν είχε κανένα πρωτότυπο στοιχείο,
 
ότι οι Τούρκοι ήρθαν στο Αιγαίο το...2480 π.Χ. και ότι
ο Δημόκριτος,Ηρόδοτος,Ιπποκράτης,Πυθαγόρας και Όμηρος
  ήταν
όλοι τους τουρκικής καταγωγής.
Η εργασία του εγκρίθηκε απ' το τουρκικό υπουργείο Παιδείας και
διδάσκεται στα τουρκικά σχολεία. ..


      Εφημερίδα ΤΟ ΘΕΜΑ - Νίκος Χειλαδάκης

------------------------------------------------------------

1.09.2009. Η ευγενής διπλωματική, πολιτική και πνευματική τύφλωση ...

Υπό τις περιστάσεις, μερικές σύντομες και μεστές θέσεις επί αυτονόητων και πασίδηλων γεγονότων είναι αναγκαίες.

Πρόβλεψη διόλου ριψοκίνδυνη: Οι έλληνες θα πάθουν μεγάλες ζημιές τους μήνες και τα χρόνια που έρχονται.

    α) Η Κύπρος χάθηκε ήδη και αυτή την στιγμή κτίζεται η μεγαλύτερη παγίδευση του ελληνισμού μετά την πτώση του Βυζαντίου. Αυτή την φορά δεν θα σκλαβωθούν ή θα εκδιωχθούν άμεσα οι εκατοντάδες χιλιάδες έλληνες της Κύπρου για να καταφύγουν στην "προσφυγομάνα Ελλάδα" (ο κυριότερος ρόλος του νεοελληνικού κρατιδίου αυτός ήταν: να υποδέχεται τους πρόσφυγες των οποίων την φυγή από τις πατρογονικές τους εστίες αυτό προκαλούσε) . Θα εντειχιστούν σε δομές που θα προκαλέσει αργό θάνατο, ολοένα και πιο βαθιά παγίδευση του νεοελληνικού κρατιδίου και αναπόδραστα θα προκαλέσει αναρίθμητους ρευστούς και μετακινούμενους ανθρώπους (τόσο χωροταξιακά όσο και συνειδησιακά - ανάλογα και αντίστοιχα παραδείγματα είναι όσοι φυγαδεύτηκαν ένθεν και ένθεν και εκείθεν το 1922, οι βορειοηπειρώτες, οι βλάχοι, οι του εμφυλίου και πολλοί άλλοι).

    β) Σε όλο το υπόλοιπο μέτωπο που αρχίζει από το Καστελλόριζο μέχρι την Ήπειρο οι αναθεωρητισμοί δεν σιγοβράζουν αλλά φουντώνουν. Πολιτικό σύστημα εδώ που να βλέπει, να αναλύει, να σχεδιάζει στην βάση των εθνικών συμφερόντων, να χαράσσει υψηλή στρατηγική και να την εφαρμόζει, δεν υπάρχει. Υπάρχει όπως πάντοτε, όπως το χαρακτήρισε ο συνάδελφος Γιώργος Κοντογιώργης, ένα πρατήριο ξένο συμφερόντων που ονομάζεται νεοελληνικό κράτος.

    γ) Τρίτον και κυριότερο, είναι η απάντηση στο ερώτημα τι υπάρχει και τι δεν υπάρχει στο νεοελληνικό κράτος. Σίγουρα υπάρχουν περί τα εννέα εκατομμύρια έλληνες, δηλαδή, των ελλήνων οι κοινότητες οι οποίες τον ενάμιση τελευταίο αιώνα προσέρχονται και συνωστίζονται στο νεοελληνικό κράτος. Δεν υπάρχει το ελάχιστο: Πολιτικές μορφές όπως ο Βενιζέλος, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Ανδρέας Παπανδρέου και άλλοι αυτού του διαμετρήματος. Οι τελευταίοι, παρά την αμφιλεγόμενη διαδρομή τους, τα τραγικά λάθη τους και τις ακόμη πιο τραγικές αντιφάσεις και αντιθέσεις τους, είχαν κάποιο ψυχικό και ηθικό ελληνικό διαμέτρημα. Λίγο πολύ, κουτσά στραβά, το αιτιολογούσαν με όρους ελληνικού έθνους, ("έθνους", με τους πνευματικούς και πολιτικούς όρους που το αναλύσω στην μονογραφία μου Κοσμοθεωρία των Εθνών).

 

Τελικά, όμως, στο νεοελληνικό κράτος υπάρχουν και κάποια αλλότρια πράγματα που δημιουργήθηκαν, βασικά, τις δύο τελευταίες δεκαετίες:

    α) Μια εκτεταμένη παρέα που διακλαδώνεται σε διεθνικά "Ιδρύματα"-ΜΚΟ τα οποία δρουν και λειτουργούν εξωπολιτικά, εξωκοινωνικά και παραπολιτικά. Εδώ και ενάμιση περίπου δεκαετία (το σκηνικό στήθηκε πιο μπροστά σε κάποια εργαστήρια μαλακής ισχύος όπου υπηρετούσαν "υψηλοί αξιωματούχοι του Πενταγώνου", μεταγενέστερα χαμογελαστοί λύκοι όπου τους έστελλαν) όλο το κοινωνικοπολιτικό οικοδόμημα βομβαρδίστηκε με ανορθολογικές εκτιμήσεις (όχι αναλύσεις αλλά λανθασμένα δόγματα στρατηγικής σκοπιμότητας) για το διεθνές σύστημα, για την ΕΕ, για την Τουρκία, για την ειρηνική επίλυση των διαφορών, για τα αίτια του κυπριακού ή άλλων "εθνικών θεμάτων", για το περιεχόμενο και την αποστολή του διεθνούς δικαίου και των διεθνών θεσμών και για τον ρόλο των ηγεμονικών δυνάμεων, καθώς και τις δυνατότητες των λιγότερο ισχυρών κρατών στις σχέσεις τους με τα ισχυρότερα κράτη. Εγώ θα έλεγα ότι αυτή η παρέα είναι μια από τις χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις πνευματικού δολιοφθορέα μιας κοινωνίας που γίνεται στόχος αναθεωρητικών-ηγεμονικών δυνάμεων και που συνειδητά ή ανεπίγνωστα στήνει σκηνικό πνευματικού ροκανίσματος των πολιτών, πνευματικής αποδόμησής τους και διασποράς του κράτους και της κοινωνίας στους πέντε ανέμους. Αυτά παθαίνουν όσες κοινωνίες δεν προσέχουν και τα παραδέίγματα είναι πολλά όπως είναι ρευστή η σύνθεση και οι διανεμητικές δυναμικές του διεθνούς συστήματος.

    β) Υπάρχουν μέσα μαζικής επικοινωνίας που εξεζητημένα και στην βάση κλασικών προτύπων μαλακής ισχύος επηρεάζεται από αυτή την "παρέα". Συνειδητά ή ανεπίγνωστα υπηρετείται η αποδόμηση, το μεταμοντέρνο ροκάνισμα και η διασπορά των νεοελλήνων. Όπως εξηγώ στο Κοσμοθεωρία των Εθνών σε ένα γενικότερο πλαίσιο η συρρίκνωση ή εξανέμισμα ενός κράτους δεν σημαίνει εξαφάνιση ενός έθνους γιατί το έθνος είναι πνευματικό, πολιτικό και πολιτιστικό κτίσμα. Σημαίνει όμως κακουχίες για όσους στην κάθε συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία βρεθούν στις συμπληγάδες.

    γ) Υπάρχουν ακόμη, πολιτικές ηγεσίες οι οποίες καταβρόχθισαν μεγατόνους πνευματικών σκουπιδιών περί "παγκοσμιοποίησης", "μεταεθνικής εποχής" και άλλων αποδομητικών σκουπιδιών που όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να κατανοήσει διαβάζοντας τις εξονυχιστικές αναλύσεις του μεταμοντερνισμού που κάνω στο προαναφερθέν Κοσμοθεωρία των Εθνών. Οι ύστερες πολιτικές ηγεσίες, ακόμη, δεν είναι μόνο σε πλήρη πνευματική σύγχυση και αποπροσανατολισμό. Είναι επιπλέον βυθισμένοι μέχρι στο λαιμό στο κομματικοφαυλοκρατικό σύστημα που περιέγραψε με ιδιοφυή τρόπο ο Ευάγγελος Κοροβίνης στο Νεοελληνική Φαυλοκρατία (εκδόσεις Αρμός).

    δ) Χιλιάδες φοιτητές γόνοι των ελληνικών κοινοτήτων που συνωστίζονται στο νεοελληνικό κράτος και οι οποίοι με την σειρά τους αντί να πάνε να σπουδάσουν καμιά αξιοπρεπή επιστήμη όπως γιατροί, λογιστές, μηχανικοί -για την διεθνολογική-πολιτική τους μόρφωσή τους αρκούσε ο Θουκυδίδης, ο Αριστοτέλης, ο Πλάτωνας και οποιοδήποτε μη ιδεολογικό κείμενο τους περιγράφει και ερμηνεύει- συνωστίζονται με την σειρά τους στα λεγόμενα τμήματα κοινωνικών επιστημών (του νεοελληνικού κράτους και της αλλοδαπής) όπου τους αποδομούν πνευματικά τα κυρίαρχα μεταμοντέρνα ιδεολογήματα και θεωρήματα.

    ε) Υπάρχουν ακόμη εκατομμύρια έλληνες οι οποίοι δεν είναι υποχρεωμένοι να γνωρίζουν υψιτενείς θεωρίες διεθνών σχέσεων ή πολιτικής επιστήμης και οι οποίοι, για να παραφράσω τον Καβάφη, "ανεπαισθήτως κλείστηκαν από τον κόσμο έξω". Ζουν στον κόσμο τους, ο καθείς τους έχει την "δική του ατομικιστική ατζέντα", αντί πολιτικών απόψεων αναπτύσσει ρευστές αντιλήψεις απόρροια ιδεολογημάτων και θεωρημάτων και χωρίς να το περιμένουν, κάποια στιγμή, "έρχονται οι βάρβαροι", οι ζημιές, οι κακουχίες, η απώλεια ασφάλειας και η απώλεια ευημερίας. Κάτσε μετά, να θυμηθείς τι έλεγαν οι μεταμοντέρνοι ηρακλειδείς των ηγεμονικών συμφερόντων, τι έκανε ο καθείς με την "ατομική του ατζέντα", το τι έγραφε ο "υψηλός αξιωματούχος του Πενταγώνου" και η παρέα του την δεκαετία του 1990, το πως λειτούργησε ο ένας ή άλλος ακαδημαϊκός στα εκλεκτορικά σώματα και το πως λειτούργησε το φαυλοκομμματικοκρατικό σύστημα επί ζητημάτων πολιτικής σταθερότητας. Εδώ για να γίνω πιο ακριβής, τα αίτια της μεγαλύτερης καταστροφής της ανθρωπότητας την δεκαετία του 1910 και του 1920 -όταν οι αποικιοκρατικές και ηγεμονικές δυνάμεις κατέστρεψαν εκ θεμελίων τον πολιτικό πολιτισμό των εθνών που κτίστηκε από την κλασική εποχή μέχρι την πτώση του Βυζαντίου και που επιβίωσε των Οθωμανών- τα φορτώσαμε σε ένα και μόνο γεγονός: "έχασε ο Βενιζέλος τις εκλογές".

 

Σταματώ εδώ παραθέτοντας πληροφορίες για δύο γεγονότα.

    Το πρώτον, αφορά τις πολιτικές διαβουλεύσεις στην Τουρκία όπου οι Γκιουλ-Ερτογαν-Νταβούτογλου για τους Κούρδους [είναι αυτό το τρίγωνο που ο Υψηλός Αξιωματούχος έπεισε πάρα πολλούς πως "δεν θα πολεμά" επειδή "θα είναι δημοκρατικό" και που θα δημιουργήσει ανθόσπαρτο ελληνοτουρκικό βίο α) όταν με την δική μας άνευ όρων φανατική υποστήριξη των ηγεμονικών αξιώσεων της Τουρκίας απέναντι στην ΕΕ (υπό την Υψηλή Καθοδήγηση του Πενταγώνου, όπως είναι κοινώς γνωστό) β) όταν δώσουμε την Κύπρο χειροδόπαρα δεμένη στην Άγκυρα, γ) όταν εγκαταλείψουμε τα απορρέοντα από το διεθνές δίκαιο κυριαρχικά μας δικαιώματα σε όλο το υπόλοιπο μέτωπο και δ) όταν "θυσιάσουμε κυριαρχία εν ονόματι της μεταεθνικής εποχής" (όπως περίπου δήλωσε, με περισσή αθωότητα, πρώην Πρόεδρος της Ελληνικής Βουλής]. Δεν προκρίνουν πλέον, μαθαίνουμε, την επίλυση του κουρδικού ζητήματος στην βάση του μοντέλου που οι ίδιοι προωθούν στην Κύπρο και που στην Βοσνία αποτυγχάνει παταγωδώς. Προκρίνουν την ενσωμάτωση στην τουρκική πλειονότητα. Το αν θα επιτύχει είναι άλλη υπόθεση. Απλά υπενθυμίζω ότι η πλειονότητα πλέον των πολιτικών και "αναλυτικών" ελίτ της Κύπρου και της Ελλάδας προκρίνουν το Βοσνιακό μοντέλο στην Κύπρο, δηλαδή το χειρότερο όλων αυτών των τερατωδών κατασκευών, το σχέδιο Αναν.

    Το δεύτερον, αφορά το όργιο σαδιστικών δραστηριοτήτων βρικολακιασμένων αξιωματούχων πάνω στο εγκαταλειμμένο κορμί της Κύπρου (και αναμενόμενα αυτό ισχύει σε όλα τα υπόλοιπα ζητήματα της Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής), οι οποίοι διαμέσου του ΟΗΕ, ΜΚΟ και άλλων "εξαρτημένων μεταβλητών της ισχύος" λειτουργούν ως και να μην υπάρχει ελληνικό και κυπριακό κράτος, ελληνική και κυπριακή πνευματική ζωή, ελληνική και κυπριακή κοινότητα επιστημόνων και ελληνική και κυπριακή πολιτική ζωή. Ή μήπως τίποτα από όλα αυτά δεν υπάρχει; Παραθέτω το χθεσινό αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του Μιχάλη Ιγνατίου και το σχόλιο του Ν. Κυριακού στο ΕΘΝΟΣ που τα λέει όλα. Ο καθείς σύμφωνα με τα συμφέροντά του σκέφτεται και ενεργεί κατά  βούληση και με σιγουριά ότι στην ελληνική πλευρά υπάρχουν εξυπηρετικές στρατιές που θα εξυπηρετήσουν αυτά τα συμφέροντα εις βάρος της ασφάλειάς μας, του διεθνούς δικαίου, των ευρύτερων και βαθύτερων συμφερόντων μας, ακόμη και εις βάρος της κυριαρχίας.:

 

Στήνουν παγίδα για το Κυπριακό

Σχέδιο αποενοχοποίησης της Αγκυρας φέρνουν στο φως τα πρακτικά της συνάντησης του βοηθού γ.γ. του ΟΗΕ Πάσκοε με τον πρέσβη των ΗΠΑ στη Λευκωσία

http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11378&subid=2&pubid=5952867

Παρά το γεγονός ότι η Αγκυρα και ο υποτακτικός της στην Κύπρο, Μεχμέτ Αλι Ταλάτ, δεν έχουν προχωρήσει σε καμία υποχώρηση μέχρι τώρα στις συνομιλίες, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Μπαν Κι Μουν αποφάσισε να ασκήσει πιέσεις στον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Δημήτρη Χριστόφια, στη διάρκεια της συνάντησης που θα έχουν στο περιθώριο της γενικής συνέλευσης του Διεθνούς Οργανισμού.

Σύμφωνα με τα απόρρητα επίσημα πρακτικά της συνάντησης του βοηθού γενικού γραμματέα Πάσκοε με τον πρέσβη των ΗΠΑ στη Λευκωσία Φρανκ Ουρμπάνσικ, στις 31 Ιουλίου 2009, ο πρώτος ανακοινώνει στον Αμερικανό αξιωματούχο ότι ο Μπαν Κι Μουν θα υπενθυμίσει στους Ελληνοκύπριους τις προσδοκίες της διεθνούς κοινότητας για το Κυπριακό. Συγκεκριμένα του τονίζει ότι ο γενικός γραμματέας θα μεταφέρει στους (ξένους) συνομιλητές του ότι είναι σημαντικό και οι ίδιοι να υπενθυμίσουν στον κ. Χριστόφια ότι αναμένουν άμεση διευθέτηση του Κυπριακού.

Ομολογία
Η κυνική ομολογία του κ. Πάσκοε, ο οποίος ήταν ένας εκ των «κατασκευαστών» του αντιδημοκρατικού σχεδίου Ανάν από τη θέση του βοηθού υφυπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, αποδεικνύει ότι είναι πραγματικοί οι φόβοι της Αθήνας και της Λευκωσίας ότι είναι σε φάση υλοποίησης το σχέδιο αποενοχοποίησης της Αγκυρας και πλήρους πια αποδέσμευσης της Τουρκίας από το Κυπριακό.

Ο βοηθός γενικός γραμματέας λέει στον Αμερικανό πρέσβη ότι ο πρώτος γύρος των διαπραγματεύσεων δεν ήταν καθόλου ουσιαστικός και δείχνει να ανησυχεί ότι θα συμβεί το ίδιο και με τον δεύτερο γύρο. Είναι σημαντικό και συνάμα ανησυχητικό ότι ο κ. Πάσκοε αναφέρει στον κ. Ουρμπάνσικ πως «η Ευρωπαϊκή Ενωση πρέπει να ασκήσει πίεση στους Ελληνοκύπριους και να κάνει ξεκάθαρο ότι αυτή τη φορά η διεθνής κοινότητα αναμένει λύση».

Ο αξιωματούχος των Ηνωμένων Εθνών εγκαλεί τη βρετανική κυβέρνηση (!), επειδή όπως αναφέρει «δεν πράττει αρκετά προς αυτή την κατεύθυνση λόγω της ισχυρής παρουσίας Ελληνοκυπρίων» στη Βρετανία.

«Προχωρούν μερικές φορές πολύ αργά», αναφέρει ο κ. Πάσκοε στον Αμερικανό πρέσβη, τον οποίο ενημερώνει ότι «ο ΟΗΕ δεν έχει άλλη επιλογή παρά να πιστέψει τις διαβεβαιώσεις των δύο ηγετών για την αφοσίωσή τους στη διαδικασία».

Ο βοηθός γενικός γραμματέας αποκαλύπτει ότι έδωσε οδηγίες στον αντιπρόσωπο του ΟΗΕ, Αλεξάντερ Ντάουνερ, «να εμπλουτίσει με ιδέες τη διαδικασία», αλλά να το πράξει με τρόπο που οι ηγέτες να νομίζουν πως «διατηρούν την κυριότητα των συνομιλιών», κάτι που αποκαλύπτει την πρόθεση της συγκαλυμμένης επιδιαιτησίας.

Ο κ. Ουρμπάνσικ αποκαλύπτει στον κ. Πάσκοε ότι μετά τη συνομιλία τους θα έχει συνάντηση με τους ηγέτες της κυπριακής ομογένειας στη Νέα Υόρκη.

Ο Αμερικανός πρέσβης δείχνει θυμωμένος και λέει στον αξιωματούχο του ΟΗΕ: «Θα τους ρωτήσω ωμά εάν επιθυμούν να δημιουργήσουν προβλήματα ή θα υποστηρίξουν μία λύση-διακανονισμό».

Σύμφωνα με πληροφορίες, ο κ. Ουρμπάνσικ έθεσε το ερώτημα στους ηγέτες της κυπριακής ομογένειας, οι οποίοι του απάντησαν με τον ίδιο τρόπο, πως εάν η λύση δεν είναι δίκαιη και, εάν βασιστεί σε παραμέτρους του σχεδίου Ανάν, θα τους βρει κάθετα αντίθετους.

Στα πρακτικά της συνομιλίας του Μεχμέτ Αλί Ταλάτ με τον κ. Ντάουνερ (ημερομηνίας 3 Αυγούστου 2009, ώρα 12 το μεσημέρι), ο κατοχικός ζητά να πληροφορηθεί εάν θα πραγματοποιηθεί επίσκεψη του γενικού γραμματέα στην Κύπρο.

Συναντήσεις
Ο Αυστραλός μεσολαβητής αναφέρει ότι η επίσκεψη θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί και θα περιλαμβάνει διμερείς συναντήσεις, κοινή συνάντηση των δύο ηγετών και άλλες συναντήσεις, προφανώς με τους πολιτικούς ηγέτες των δύο κοινοτήτων.

Ο κ. Ντάουνερ σημειώνει ότι ο γενικός γραμματέας θα μπορούσε να προβεί σε θετικές δηλώσεις για τη διαδικασία των συνομιλιών, όπως έκανε πρόσφατα.

«Είναι σημαντικό να οικοδομηθεί εμπιστοσύνη στη διαδικασία», τονίζει ο κ. Ντάουνερ και προσθέτει: «Ο κ. Χριστόφιας πρέπει να διατηρήσει τη συναίνεση και στο εξής να αποφεύγει αρνητικά σχόλια που έχουν στόχο να διατηρήσει τον συνασπισμό» (των κομμάτων ΕΔΕΚ και ΔΗΚΟ).

ΨΑΧΝΟΥΝ ΜΕΘΟΔΟΥΣ ΕΚΒΙΑΣΜΟΥ
Σύμφωνα με τα πρακτικά, ο ειδικός σύμβουλος του ΟΗΕ και ο κατοχικός ηγέτης συζητούν για τα δημοψηφίσματα και τρόπους για να καταλήξουν υπέρ της λύσης. Βασικά δείχνουν να αναζητούν «μεθόδους εκβιασμού» των Ελληνοκυπρίων αλλά και των Τουρκοκυπρίων. Ο κ. Ντάουνερ αναφέρει στον κ. Ταλάτ τις σκέψεις του για τα διλήμματα που πρέπει να τεθούν: «Οι Τουρκοκύπριοι θα παραμείνουν απομονωμένοι και δεν θα ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ενωση (εάν δεν ψηφίσουν ναι). Για τους Ελληνοκύπριους η επιλογή είναι λύση ή μόνιμη διχοτόμηση και το τέλος του ονείρου για την ενωμένη Κύπρο» (εάν ψηφίσουν «όχι»).

Σύμφωνα με τα απόρρητα πρακτικά της συνάντησης με τον κ. Πάσκοε, ο Αμερικανός πρέσβης προχωρά σε κριτική εναντίον της Γαλλίας χαρακτηρίζοντας τη στάση της «μη βοηθητική», ενώ σημειώνει πως «η Γερμανία δεν είναι ενεργός» παράγοντας στο Κυπριακό. Ομως, δίνει εύσημα στις σκανδιναβικές χώρες ότι «είναι εξαιρετικά βοηθητικές» (υπέρ της Τουρκίας), ενώ αναφέρει ότι οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης επιθυμούν να βοηθήσουν, αλλά δεν γνωρίζουν τον τρόπο. «Οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες συντάσσονται με τους Ελληνοκύπριους», παραπονείται ο κ. Ουρμπάνσικ.

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ: ΜΙΧΑΛΗΣ ΙΓΝΑΤΙΟΥ

 ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ
Στο τραπέζι διακυβέρνηση - περιουσιακό

Με συζήτηση των κεφαλαίων της διακυβέρνησης και του περιουσιακού αρχίζει σήμερα -με καθυστέρηση μίας εβδομάδας λόγω της αναβολής που είχαμε στην πρεμιέρα της περασμένης Πέμπτης ως αποτέλεσμα των τουρκικών προκλήσεων στον Λιμνίτη- ο δεύτερος γύρος των απευθείας διαπραγματεύσεων μεταξύ του Προέδρου Χριστόφια και του Μεχμέτ Αλί Ταλάτ.

Οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων έχουν συμφωνήσει όπως ο β γύρος συνεχιστεί με τα θέματα ΕΕ, την οικονομία, το εδαφικό και την ασφάλεια.

Στην πτυχή της διακυβέρνησης, θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς είναι πως απαιτούνται συγκλίσεις σε αρκετά θέματα και όχι μόνο στον τρόπο εκλογής της εκτελεστικής εξουσίας. Υπενθυμίζεται ότι ο Πρόεδρος Χριστόφιας έχει προτείνει εκλογή προέδρου και αντιπροέδρου της ομοσπονδίας με κοινό ψηφοδέλτιο και στις δύο κοινότητες. Οι Τουρκοκύπριοι πρότειναν προεδρικό συμβούλιο που θα εκλέγεται από τη Γερουσία με αρκετά περίπλοκο τρόπο.

Το περιουσιακό είναι, μαζί με την ασφάλεια, οι πτυχές-«αγκάθια» του Κυπριακού στις οποίες θεωρείται δύσκολη έως απίθανη η επίτευξη συγκλίσεων. Οι θέσεις της τουρκοκυπριακής πλευράς απέχουν πολύ ακόμα κι από τις πρόνοιες του σχεδίου Ανάν, καθώς κινούνται στη λογική των αποζημιώσεων και των ανταλλαγών και όχι της αποκατάστασης.

Στο μεταξύ, παρασκήνιο για εξελίξεις στο Κυπριακό «στήνουν» για έναν ακόμη Σεπτέμβριο οι ξένοι μεσολαβητές στη Νέα Υόρκη, με την ευκαιρία και της επικείμενης παρουσίας του Προέδρου Χριστόφια στην έδρα του ΟΗΕ, αλλά και την πιθανή μετάβαση και του Μεχμέτ Αλί Ταλάτ στην αμερικανική μεγαλούπολη αργότερα αυτόν τον μήνα.

Την ερχόμενη βδομάδα (17/9) θα πραγματοποιηθεί εσωτερική σύσκεψη μεταξύ του ειδικού συμβούλου του γ.γ. του ΟΗΕ Αλεξάντερ Ντάουνερ και των αξιωματούχων που ασχολούνται με το Κυπριακό στη Νέα Υόρκη (Λιν Πάσκο, Ελίζαμπεθ Σπέχαρντ) με αντικείμενο τον σχεδιασμό της τακτικής του διεθνούς οργανισμού για τις επόμενες φάσεις της διαπραγμάτευσης.

Στη Νέα Υόρκη
Την ίδια ώρα, η τουρκική πλευρά προωθεί μετάβαση του Μεχμέτ Αλί Ταλάτ στη Νέα Υόρκη με στόχο να έχει συνάντηση με τον γ.γ. του ΟΗΕ, Μπαν Γκι-Μουν και τον Δ. Χριστόφια στο περιθώριο της Γ.Σ. του ΟΗΕ. Ο Ταλάτ απέστειλε ήδη και επιστολή προς τον γ.γ. ζητώντας συνάντηση μαζί του.

Από την Ιταλία, όπου πραγματοποίησε διήμερη επίσημη επίσκεψη και είχε συνομιλίες με τον πρόεδρο Ναπολιτάνο και τον πρωθυπουργό Μπερλουσκόνι, ο Πρόεδρος Χριστόφιας ξεκαθάρισε για μία ακόμη φορά πως η ενότητα της Κύπρου προϋποθέτει αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, των εποίκων και τον σεβασμό της ανεξαρτησίας, της εδαφικής ακεραιότητας και της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ν. ΚΥΡΙΑΚΟΥ

 

Διεθνολογικό υστερόγραφο

Για ένα ακόμη λόγο το ρεπορτάζ των δημοσιογράφων και οι αποκαλύψεις δίνουν σημαντικές πληροφορίες για την εξαρτημένο ή ανεξάρτητο χαρακτήρα των διεθνών θεσμών και του διεθνούς δικαίου.

 

---------------------------------------------------------------

17.2.2009. Μηχανισμοί μαλακής ισχύος

Το έχουμε πει ξανά. Οι σκληροτράψηλοι μηχανισμοί των διεθνοφασιστών είναι αναπόσπαστο μέρος των θεσμών στρατηγικής των ηγεμονικών δυνάμεων. Το ερώτημα είναι ποιοι είναι αυτοί που στα ξεπεσμένα και ηττημένα κράτη παίζουν αυτό το βρώμικο ρόλο. Πολλοί τον παίζουν ασυνείδητα και στο όνομα της ... ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας. Μερικοί σύνδεσμοι συμπληρωματικοί του δοκιμίου στην σελίδα Στρατηγική "Μαλακής ισχύος"- διεθνικοί δρώντες είναι οι εξής. http://www.canvasopedia.org/content/about/about.htm, http://www.canvasopedia.org/content/special/studije.htm, http://www.canvasopedia.org/content/about/map.htm

--------------------------------------------------------------

Σε συνέδριο χθες Τρίτη 4.2.2009 έκανα σύντομη παρέμβαση σε συνέδριο με θέμα το soft power. Παραθέτω το σύντομο σημείωμα που χρησίμευσε για την προφορική παρέμβαση. Συμβουλεύω, βεβαίως, όποιος ενδιαφέρεται, να μελετήσει το 20σέλιδο του Jonathan Mowat βλ.

Στρατηγική "Μαλακής ισχύος"- διεθνικοί δρώντες

Speaking notes

«Μαλακή» ή «έξυπνη» ισχύς και σύγχρονη διεθνής πολιτική

«Soft» power or «smart» power in contemporary international politics

Παναγιώτης Ήφαιστος, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων, Πανεπιστήμιο Πειραιώς, www.ifestosedu.gr

 

Για ένα διεθνολόγο είναι πλέον πειθαναγκαστικό να συνεκτιμά τον διανεμητικό ρόλο της στρατηγικής μαλακής ισχύος που λίγο πολύ όλα τα κράτη εφαρμόζουν.

          4 είναι τα εργαλεία:

          Πρώτον, οι επίσημες διακηρύξεις της στρατηγικής των κρατών. Σήμερα γνωρίζουμε επαρκώς το πώς η μαλακή ισχύς ενσωματώνεται οργανικά ως μέσο στην αμερικανική στρατηγική. Μπορεί να μην γνωρίζουμε συγκεκριμένες απόρρητες πτυχές αλλά ξέρουμε ότι δεν υπάρχει εφαρμογή στρατηγικού σχεδίου που να μην εμπεριέχει αυτές τις πτυχές σε πολύ ισχυρές δόσεις.

          Δεύτερον, αποκαλύψεις που γίνονται κατά καιρούς λόγω διαρροών αρχείων ξεχωριστές περιπτώσεις εκ των οποίων είναι αναμφίβολα η περίπτωση του σχεδίου Αναν και η πορτοκαλί επανάσταση στην Ουκρανία.

          Τρίτον από ακρομυθίες κυβερνητικών εκπροσώπων μεγάλων δυνάμεων, από απομνημονεύματα παιχτών της στρατηγικής τους, από ομολογίες αξιωματούχων μετά από δημόσιες δίκες και από ακαδημαϊκές ομολογίες όπως οι συνάδελφοι αμερικανοί νεοφιλελεύθεροι οι οποίοι όταν στελέχωσαν την αμερικανική κυβέρνηση την δεκαετία του 1990 μίλησαν πιο ελεύθερα για το τι ρόλο διαδραματίζει η στρατηγική μαλακής ισχύος στην στρατηγική των κρατών τους (που υπηρετούν με πίστη και νομιμοφροσύνη και γι’ αυτό θεωρούν φυσιολογικό να μιλούν έτσι).

          Τέταρτον, εκ του αποτελέσματος όταν πλέον η στρατηγική επιτυγχάνει και οι δράστες που επιστρατεύονται μεταμφιέζοντας προπαγάνδα με ακαδημαϊκούς μανδύες αφελώς νομίζουν ότι «η επιτυχία δικαιώνει» και ότι μπορούν πλέον να προσχωρούν δημόσια με τον νικητή λέγοντας με περηφάνια ότι συμμετείχαν στην εκπλήρωση της μεγάλης επιτυχίας.

          Την καλύτερη περίπτωση που γνωρίζω, είναι αυτή του σχεδίου Αναν και τις χρηματοδοτήσεις που οι υπηρεσίες των ΗΠΑ και της Βρετανίας διοχέτευσαν με διάφορους τρόπους.

          Αν το σχέδιο Αναν επιτύγχανε ή αν επανέλθει και επιτύχει δεν θα κρύβονται αλλά θα υπερηφανεύονται για τον ρόλο τους. Αυτό βεβαίως δεν αναιρεί την ορθότητα της αντικειμενικής και επαληθευμένης επιστημονικής παρατήρησης.

 

Η δική του απόδοση της φράσης «soft-power» ως «μαλακή ισχύς» ίσως να μην αποδίδει σωστά την σχετική στρατηγική μερικών μεγάλων δυνάμεων.

          Φίλος μεταφραστής: από τα συμφραζόμενα αποδίδεται ως αόρατη ή υπόγειας προπαγάνδας, ύπουλης ή επί σκοπώ διασποράς αντιλήψεων και διασποράς ή διάδοσης δόλιων αντιλήψεων.

 

Είναι πολυσχιδής όρος με πολλές κατά περίπτωση έννοιες.

 

Μπορεί να σημαίνει μια πολύ θεμιτή καλλιέργεια των εθνικών συμφερόντων ενός κράτους εκ μέρους των διπλωματών που συνομιλούν ή και φιλοξενούν δημοσιογράφους και πολιτικά πρόσωπα μέχρι την επιστράτευση επί πληρωμή πολιτών άλλων κρατών προδίδουν την πατρίδα τους.

 

Ενδιαμέσως υπάρχει ένα μεγάλο φάσμα δρώντων που μπορεί να κυμαίνεται από μαθητές που ανεπίγνωστα εξωθούνται να κάψουν το κέντρο μιας πόλης μέχρι ένα καθηγητή Πανεπιστημίου όπως ο υποφαινόμενος που επειδή πιστεύει σε κάτι ή επειδή πληρώνεται σε αυτό από κάποιο διεθνικό δρώντα, για παράδειγμα τον George Soros, λέει πράγματα τα οποία αν και χωρίς το παραμικρό επιστημονικό κύρος θα μπορούσαν να είναι φοβερή προπαγάνδα προς όφελος του ενός ή άλλου κράτους.

 

Θα μπορούσα για παράδειγμα να σας λέω με επιστημονικοφανείς και σπουδαιοφανείς επιφυλλίδες το βολικό για το βολικό για τις ηγεμονικές δυνάμεις θεώρημα ότι οι δημοκρατίες δεν πολεμούν ή ότι πολεμούν λιγότερο.

          Έτσι, θα ρίχνω στάχτη στα μάτια όσων τηλεθεατών κάθε βράδυ ανοίγουν την τηλεόραση και βλέπουν φοβερά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας όλα από δημοκρατικές ηγεμονικές δυνάμεις.

          (Μετά από χρόνια φτάνουν τα Τούρκικα πλοία στο Σούνιο και ψάξε να βρεις τι έλεγε ο κάθε Ήφαιστος πριν δέκα χρόνια σε κάποια επιφυλλίδα του στην Καθημερινή ή στα Νέα).

 

Η νέα αμερικανίδα υπουργός εξωτερικών στον λόγο της ενώπιον του Κογκρέσου πριν μερικές μέρες μίλησε για «έξυπνη ισχύ» (smart power) που εκτιμώ ότι δεν είναι κάτι διαφορετικό από το soft power παρά μόνο υποδηλώνει μια πιο πυκνή και πιο εντατική και διευρυμένη ενσωμάτωση πρακτικών της μαλακής ισχύος στην διεθνή πολιτική της χώρας αυτής.

 

Ένα δηλαδή πιο εξεζητημένο τρόπο για να πείθονται τρίτες κοινωνίες και τα πολιτικά και πνευματικά ελίτ για την σκοπιμότητα συγκεκριμένων αμερικανικών σχεδίων που εξυπηρετούν τα αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα.

 

Η μαλακή ισχύς σχετίζεται με μύρια κεντρικά ζητήματα της μελέτης των διεθνών σχέσεων και ιδιαίτερα των στρατηγικών σπουδών, μεταξύ άλλων, με την έμμεση προσέγγιση, την εξαπάτηση, τα κριτήρια και τις μεθοδεύσεις της κατανομής ισχύος, την δημιουργία συμμαχιών ή την υπονόμευση των συμμαχιών των αντιπάλων και την κατατριβή εχθρών ή  και φίλων για να ελεγχθεί η αλλάξει η κατανομή ισχύος σύμφωνα με τις ανάγκες υπερπόντιων εξισορροπήσεων των ανελέητων ηγεμονικών αντιπαραθέσεων.

 

Η ουσία είναι ότι η συζήτηση για την μαλακή ισχύ αφορά την δύναμη των κρατών, τους σκοπούς, τα μέσα και τον τρόπο τα μέσα μεγιστοποιούν την ισχύ για να επιτευχθούν οι σκοποί με λιγότερους πόρους.

          Είναι δηλαδή, ένα κεντρικό ζήτημα της στρατηγικής ανάλυσης.

 

Το ίδιο ζήτημα βρίσκεται στον πυρήνα της θεωρίας της αποτρεπτικής στρατηγικής.

          Το πώς δηλαδή με παραστάσεις που δημιουργούν πλήθος θέσεων, κινήσεων, παραπλανητικών πληροφοριών, επιδείξεων ισχύος, μπλόφας για την ισχύ που διαθέτει κανείς και λόγια που θρέφουν κάθε λογής αμφιβολίες στον αντίπαλο, εξοικονομούν πόρους.

 

Βέλτιστη στρατηγική, συνηθίζουμε να λέμε, είναι εκείνη που οι πόροι που δεσμεύονται στην εκπλήρωση ενός στρατηγικού σκοπού είναι ακριβώς αυτοί που απαιτείται από το είδος της απειλής ή του συμφέροντος που διακυβεύεται.

          Ταυτόχρονα, λένε οι αγγλοσάξονες, μέγιστη αποτρεπτική τέχνη είναι να κερδίζεις με το να φοβερίζεις παρά με ο να πολεμάς: «you better win by fright instead of fighting».

 

Ενόσω υπάρχουν αίτια πολέμου σ’ ένα διεθνές σύστημα όπου απουσιάζει μια κυβέρνηση των κυβερνήσεων (δηλαδή ένα σύστημα αποτελεσματικής συλλογικής ασφάλειας που θα διασφαλίζει την ανεξαρτησία των μελών-κρατών) η ισχύς θα συνεχίζει να είναι διαμορφωτικής και διανεμητικής σημασίας.

 

Η στρατηγική εξοικονόμησης πόρων με επηρεασμό της βούλησης των αντιπάλων ούτως ώστε να επιφέρεις το ίδιο αποτέλεσμα που σε διαφορετική περίπτωση θα απαιτούσε πολλαπλάσιους σπάνιους πόρους και μεγάλα πολεμικά μέσα –κύριος σκοπός της στρατηγικής του soft power–, δεν είναι κάτι νέο στις σχέσεις των κρατών.

[Χωρίς να υπεισέλθω σε ζητήματα ελληνικού ενδιαφέροντος που αφορούν την εξώθηση της Ελλάδας προς μια κατευναστική στρατηγική ή υπόνοιες που ακόμη δεν μπορούν να τεκμηριωθούν για τα αίτια κάποιων πρόσφατων γεγονότων στην Ελλάδα, θα εστιάσω τώρα με συντομία το ενδιαφέρον στις ακαδημαϊκές πληροφορίες για το ζήτημα της μαλακής ισχύος].

 

Οι περισσότεροι γνωρίζουν τις αναλύσεις των Robert Keohane και Joseph Nye και αρκετά άρθρα και βιβλία του τελευταίου για την μαλακή ισχύ. Αυτό που θα ήθελα να τονίσω για αυτά τα πολύ διαδεδομένα και πολύ παρεξηγημένα κείμενα είναι δύο πτυχές.

          Η πρώτη είναι ότι εντάσσονταν στην λανθασμένη και σήμερα ολοκληρωτικά αναιρεμένης αντίληψης περί δυνατότητας ύπαρξης ενός νομιμοποιημένου ήπιου ηγεμονισμού.

          Τα μέσα, υποστήριζαν στις παλιές καλές φιλελεύθερες γραμμές περί «παγκόσμιας αρμονίας συμφερόντων» που αναιρέθηκαν από τον Edward H. Carr εδώ και μισό αιώνα, μπορεί να είναι τα μέσα ορθολογιστών εμπόρων ενός μεγάλου πλανητικού πλέγματος αλληλεξάρτησης που διερεύνησαν με θαυμαστή ακρίβεια τις δεκαετίες του 1970 και 1980.

          Ο ήπιος ηγεμονισμός βασικά ήταν οι επεμβάσεις των δεκαετιών του 1990 και του 2000 στις οποίες οι αμερικανοί συνάδελφοι διαδραμάτισαν σημαντικό επιτελικό ρόλο ως ανώτατοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Το φιάσκο του  Αφγανιστάν και του Ιράκ νομίζω μιλά από μόνο του.

 

Η δεύτερη, είναι οι λανθασμένες χρήσεις που έκαναν όσον αφορά τον ρόλο της διεθνούς πολιτικής οικονομίας. Ενάντια σε θέσεις αναλυτών όπως ο Robert Gilpin που τόνιζαν τον ρόλο των διεθνών θεσμών οι νεοφιλελεύθεροι ανάμειξαν τις γνωστές διαπιστώσεις περί ηγεμονικής σταθερότητας και των συνεπειών που προκύπτουν από τις οικονομικές κυμάνσεις με τα ίδια ιδεολογήματα περί ήπιου ηγεμονισμού και με τις λανθασμένες απόψεις τους για τον ρόλο της διεθνούς πολιτικής οικονομίας[1].

          Όπως πολύ χαρακτηριστικά γράφει ο John Mearsheimer παραπέμποντας στον ίδιο τον Nye που έγραψε: «Τέτοιου είδους κλισέ δείχνουν ελλιπή και στενόμυαλη ανάλυση … Η πολιτική και η οικονομία συνδέονται. Τα διεθνή οικονομικά συστήματα εδράζονται στην διεθνή πολιτική τάξη»[2].

          Και όμως, αυτά που ακούσαμε εδώ στην Ελλάδα περί τέλους της γεωπολιτικής και έλευσης της γεωοικονομίας δεν έχουν προηγούμενο.

 

Οι Keohane, Nye, et al, όμως είναι «ήπιες περιπτώσεις» αξιολογικών θέσεων περί «μαλακής ισχύος» και με θέσεις υπέρ μιας όπως την έλεγα ήπια ηγεμονική στάση που θα εκπλήρωνε τους σκοπούς των ΗΠΑ αλλά και που θα έφερνε μεγαλύτερη σταθερότητα. Οι σκληρές θέσεις για την μαλακή ισχύ εντοπίζονται σε άλλους αναλυτές πολλοί από τους οποίους είναι βαθιά αναμεμιγμένοι με την εθνική στρατηγική των ΗΠΑ.

 

 

Το βασικό σκεπτικό όπως διακηρύσσεται σε δηλώσεις, άρθρα και βιβλία που συγκροτούν πλέον μια επιστημονικά πολύ αξιόλογη βιβλιογραφία που παραθέτει θέσεις και περιπτωσιολογικές θεμελιώσεις, είναι ότι ο σκληρός πυρήνας χάραξης και εφαρμογής της στρατηγικής των ηγεμονικών δυνάμεων εμπεριέχει ισχυρές δόσεις επηρεασμού της θέλησης τρίτων κοινωνιών που μεθοδεύεται κάτω από την ομπρέλα του όρου «soft power».

 

Το κεντρικό αιτούμενο είναι: Εκπλήρωση του ίδιου σκοπού που θα επιτυγχανόταν με στρατιωτικά μέσα με τρόπους που ελέγχουν την βούληση και την θέληση της κοινωνίας, της ηγεσίας και των ηγετών μιας χώρας και την εκπλήρωση των πολιτικών στόχων με όσο το δυνατό λιγότερο κόστος.

          Όπως μαθαίνουμε από περιπτωσιολογικές μελέτες της μεταψυχροπολεμικής εποχής αλλά και από αναλυτές και αξιωματούχους της μαλακής ισχύος που ειδικεύονται στο λεγόμενο «non violent conflict», ή πιο εκλαϊκευμένα στα «μεταμοντέρνα πραξικοπήματα», υιοθετούνται όλα τα μέσα όπως κινητά τηλέφωνα, ηλεκτρονικά μηνύματα, ηλεκτρονική παραπληροφόρηση με exit polls που δημιουργούν εικόνα νοθείας σε εθνικές εκλογές ενός κράτους-στόχου[3], αρθρογραφία που παραπλανεί για τους πραγματικούς σκοπούς, ελεγχόμενη διείσδυση σε ομάδες διανοουμένων, ελεγχόμενη διείσδυση σε αναρχικές ομάδες, ελεγχόμενη διείσδυση στα μέσα ενημέρωσης και ελεγχόμενη στα πανεπιστημιακά ιδρύματα κοινωνικών επιστημών.

 

Το σημαντικότερο όμως μέσο είναι πλέον οι διεθνικοί μη κυβερνητικοί δρώντες. Όπως χαρακτηριστικά παρατηρούν οι Peter Ackerman and Christopher Kruegler στο κλασικό πλέον κείμενό τους Strategic Nonviolent Conflict που προλογίζεται από τον Thomas Schelling, ότι οι ΜΚΟ διαδραματίζουν πλέον πρωτεύοντα ρόλο στην παραγωγή στρατηγικής ισχύος μιας δυνάμεως και ότι «έχουν ιδιότητες οι οποίες τους καθιστά εξαιρετικά κατάλληλους για να προωθηθούν επ’ αμοιβή με μη βίαιο τρόπο διενέξεις» οι οποίες θα λειτουργήσουν διανεμητικά και θα εκπληρώσουν συγκεκριμένους στρατηγικούς σκοπούς[4].

 

Η πρόκληση επί τόπου σε μια ξένη χώρα αντίστασης και επεισοδίων, γράφουν επίσης, έχει ως συνέπεια να κινητοποιούνται οι πολίτες κατά μιας πιθανής εισβολής ή το αντίθετο.

          Παραθέτουν ένα πραγματικά πλούσιο ρεπερτόριο μέσων, σκοπών, μεθοδεύσεων, κλιμακώσεων συνδυασμών με χρήση εξωτερικής βίας και εξωτερικών παρεμβάσεων που διανθίζουν με άφθονες περιπτωσιολογικές αναφορές παλαιότερες και πιο σύγχρονες.

          Οι πιο σύγχρονες ονομάζονται πλέον στην βιβλιογραφία ως μεταμοντέρνες πρακτικές με περιπτωσιολογικά πλαίσια αναφοράς την Σερβία μετά τον Ψυχρό Πόλεμο[5], την πορτοκαλί επανάσταση και τα επεισόδια στο Τιαν Μεν στην Κίνα.

 

Στους θεσμούς που είναι απόλυτα ενσωματωμένοι στην εθνική στρατηγική των ΗΠΑ συμπεριλαμβάνεται μια πολύ μεγάλη αλυσίδα ιδρυμάτων στις ΗΠΑ και στο εξωτερικό.

          Τα ανά τον κόσμο ιδρύματα Σόρος διαδραματίζουν ένα από τους πιο μυστήριους αλλά πασίδηλους ως προς τα αποτελέσματά τους ρόλους. Στο εσωτερικό των ΗΠΑ τα ιδρύματα που δεδηλωμένα συνεργάζονται με το Πεντάγωνο είναι εκατοντάδες και στενά ενορχηστρωμένα ως μηχανισμοί προπαγάνδας και προτάσεων πολιτικής στις ΗΠΑ και στο εξωτερικό.

          Ο Δρ Ackerman, για παράδειγμα, είναι ιδρυτής του  International Center on Nonviolent Conflicts of Washington, DC, του οποίου πρόεδρος ήταν ο πρώην αξιωματικός Jack DuVall και ο οποίος μαζί με τον πρώην διευθυντή της CIA James Woolsey, διεύθυναν το Arlington Institute of Washington, το οποίο δημιουργήθηκε από τον σύμβουλο ναυτικών επιχειρήσεων John L. Peterson  με σκοπό επαναδιατυπωθεί το δόγμα εθνικής ασφάλειας με πιο διευρυμένο τρόπο και συγκεκριμένα με προώθηση κοινωνικών πεποιθήσεων σχετικών με τον αμυντικό σχεδιασμό[6].

            Τόσο στην Βρετανία όσο και στις ΗΠΑ, επίσης, αναλυτές συχνά συνεργάζονται με τις υπηρεσίες της χώρας τους και επεξεργάζονται μεθόδους πρόκλησης πολιτικών αποτελεσμάτων με κείμενα που αφορούν την ψυχολογία των μαζών, την επιστράτευση της τέχνης και της μουσικής για την πρόκληση εξεγέρσεων και την δημιουργία ψευδών παραστάσεων περί παγκοσμιότητας[7].

            Η Madeleine Albright που έγινε πρόεδρος του National Democratic Institute σε δήλωσή της το 2000 παραδέχθηκε σχετικά με την Σερβία: "Your work with the National Democratic Institute and the Yugoslav opposition contributed directly and decisively to the recent breakthrough for democracy in that country . . . This may be one of the first instances where polling has played such an important role in setting and securing foreign policy objectives[8]"

 

Υπό ένα γενικότερο πρίσμα, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η στρατηγική μαλακή ισχύς (soft power) απέκτησε εξαιρετικά μεγάλη σημασία και ενσωματώθηκε πλήρως στην εθνική στρατηγική των ηγεμονικών δυνάμεων.

          Η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης δεν τερμάτισε αυτές τις πολιτικές. Το αντίθετο, τις εντατικοποίησε.

          Επιπλέον, η ανάπτυξη των τεχνολογιών και της αλληλεξάρτησης αύξησε τις δυνατότητες των ισχυρών δυνάμεων για διείσδυση, απόκτηση ερεισμάτων, απόκτηση πληροφοριών και  στήσιμο μηχανισμών ελέγχου κρατών-στόχων.

          Οι μηχανισμοί αυτοί απέκτησαν ένα τεράστιο χώρο ελιγμών και εμπέδωσης παραστάσεων που συμφέρουν την στρατηγική μεγάλων κρατών τις τελευταίες δεκαετίες λόγω αλματώδους αύξησης των λεγόμενων «κοινωνικών» «επιστημών» («ιστορία», «διεθνείς σχέσεις», «κοινωνιολογία», «κοινωνική» ψυχολογία, «εθνολογία» κτλ) και των εξω-ακαδημαϊκών «ιδρυμάτων» «προτάσεων πολιτικής» (δηλαδή προπαγάνδας).

          Τόσο τα πρώτα όσο και τα δεύτερα μπορούν να γίνουν βιομηχανίες πολιτικής επιρροής και απόλυτου πολιτικού ελέγχου μιας κοινωνίας.

          Ενώ δεν αποκλείεται σε αυτά τα ιδρύματα να υπάρξουν μελέτες υψηλών προδιαγραφών μπορούν εύκολα να μετατραπούν σε μηχανισμό κοσμοθεωρητικής αποδόμησης και συνειδησιακής απονεύρωσης των κοινωνιών-στόχων.

 

Αυτές οι πολιτικές βρίσκονται πλέον στον πυρήνα της στρατηγικής των μεγάλων δυνάμεων και η θεωρία διεθνών σχέσεων –ιδιαίτερα η στρατηγική ανάλυση– απαιτείται να τις συνεκτιμήσει δεόντως.

          Πολύ περισσότερο θα πρέπει να τις κατανοήσουν, βεβαίως, τα θεσμικά και πολιτικά ελίτ ενός κράτους.

 

Ίσως αρκεί για τις ανάγκες της σύντομης παρουσίασής μου η παράθεση εδαφίου από ανάλυση των αμερικανών διεθνολόγων Katzenstein, Keohane και Krasner , όταν γράφουν ότι «Iσχυρότερα κράτη είναι δυνατό να κατορθώσουν να αλλάξουν τις παραστάσεις με βάση τις οποίες οριοθετούνται οι ιδεολογικές πεποιθήσεις σε λιγότερο ισχυρά κράτη ή ηττημένες πολιτείες. Oι Hνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, πίεσαν συστηματικά και επίμονα για τη διάδοση συγκεκριμένων πεποιθήσεων ως προς το πώς πρέπει να είναι το όραμα της διεθνούς κοινωνίας [που τις συνέφερε] μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ανανέωσαν και το αναζωογόνησαν την  μεταψυχροπολεμική εποχή. O σκοπός δεν ήταν απλώς να προωθήσουν συγκεκριμένους στόχους, αλλά να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο οι συγκεκριμένες κοινωνίες βλέπουν τα οικεία συμφέροντα. H έμφαση αυτού που ο Nye ονομάζει “μαλακή ισχύς” σχετίζεται τόσο με ρεαλιστικούς φόβους [κατανομής ισχύος] για τη σχετική ισχύ όσο και με την [“κριτική”] κονστρουκτιβιστική ανάλυση για συλλογικά πιστεύω, πεποιθήσεις και ταυτότητες»[9].

 

Ολοκληρώνοντας και σε αναφορά με τους κριτικούς κονστρουκτιβιστές θα έλεγα ότι η σημαντικότερη περίπτωση εγχειρήματος των αγγγλοαμερικανών για ολοκληρωτική κατάληψη ενός κράτους είναι η Κυπριακή Δημοκρατία και η πλεκτάνη Αναν για την οποία οι αμερικανοί διέθεσαν δεκάδες εκατομμύρια δολάρια. Οι προγενέστερες περιπτώσεις της Σερβίας, Ουκρανίας, Κοσόβου και αλλού έχουν διερευνηθεί αρκετά. Η περίπτωση της Κύπρου όχι, αν και υπάρχει αφθονία δημόσιων πηγών και εγγράφων που διέρρευσαν.

          Αρκεί μόνο να πω ότι στελέχη του λεγόμενου πνευματικού χώρου που κηρύττουν ότι είναι «κριτικοί κονστρουκτιβιστές» βρέθηκαν στην επιστρατευμένη ουρά των υπηρετών σε επιμορφωτικά-συμμορφωτικά «σεμινάρια πολιτειότητας», σε διεθνικά παρασυνέδρια στην Ελλάδα και στο εξωτερικό που προετοίμαζαν το σχέδιο Αναν, με επιφυλλίδες, με διεθνικούς ΜΚΟ που διέθεταν άφθονα λεφτά για προπαγάνδα και με μελέτες που έστηναν ένα ψεύτικο ωραιοποιητικό σκηνικό του επερχόμενου φασισμού.

 

Καταληκτικά, νομίζω ότι όποιος προχωρεί στην εμπειρική θεμελίωση της θεωρίας διεθνών σχέσεων και ιδιαίτερα την εξέταση στρατηγικών πτυχών της διπλωματίας μιας χώρας δεν έχει την πολυτέλεια, πλέον, να μην συμπεριλάβει αυτές τις πτυχές που είναι σημαντικό μέρος της εθνικής στρατηγικής των δυνάμεων και που επενεργεί διανεμητικά εξοικονομώντας χρήμα και αίματα.

 

Το παλιό “win by fight” έγινε με την καλλιέργεια της αποτρεπτικής στρατηγικής “win by fright” και τα τελευταία χρόνια: in order to win without fight or fight you should win by fraud, deception and bribe.

          Είναι αποδοτικό. Επιπλέον είναι χρηματικά πολύ οικονομικό γιατί τα μέσα πλέον αφθονούν και είναι διάσπαρτα και εύκολα διάσπαρτα: Υπάρχουν μερικές δεκάδες χιλιάδες δήθεν διεθνολόγοι, ιστορικοί, πολιτειολόγοι, κριτικοί κονστρουκτιβιστές και διεθνικοί περιπατητές που ευκόλως για μια χούφτα δολάρια μεταμφιέζουν την έξυπνη ηγεμονική ισχύ με μεγαλόστομους και σπουδαιοφανείς όρους και έννοιες και την πουλούν ως έγκυρη και αξιόπιστη επιστημονική ανάλυση.

          Σ’ αυτούς δεν συμπεριλαμβάνω τους Πολιτικούς  Ρεαλιστές, την μόνη δηλαδή επιστημονική και μη προπαγανδιστική ανάλυση των διεθνών σχέσεων.


[1] Η γεωοικονομία ήταν και συνεχίζει να είναι πάντοτε μέρος της γεωπολιτικής ανάλυσης. Έλληνες συγγραφείς εντυπωσιασμένοι από τους όρους αυτούς αλλά άσχετοι με το επιστημονικό κεκτημένο αμέσως έσπευσαν να υιοθετήσουν τα αμερικανικά προπαγανδιστικά ιδεολογήματα περί γεωοικονομίας για να πουν περίπου ότι η πολιτική της ισχύος στον «σύγχρονο κόσμο» τελείωσε. Μόνο κατευνασμός και οικονομικές συναλλαγές φτάνουν.

[2] Joseph Nye, στο East Asian Security, Foreign Affairs, 74, no 4, July-August 1995 σ. 90-1. Το εντός εισαγωγικών μεταφρασμένο εδάφιο στα ελληνικά από την ελληνική μετάφραση του βιβλίου του John Mearsheimer, Η τραγωδία της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων (Ποιότητα, Αθήνα 2007), σ. 727.

[4] Βλ. Peter Ackerman and Christopher Kruegler, Strategic Nonviolent Conflict, (Westport,Connecticut: Praeger, 1994) σ. xxi. Για μια προσβάσιμη βιβλιοκριτική βλ.  Σε ομιλία του στο State Department stiw 29 Ιουνίου 2004 ο Ackerman είπε ότι «youth movements, such as those used to bring down Serbia, could bring down Iran and North Korea, and could have been used to bring down Iraq -- thereby accomplishing all of Bush's objectives without relying on military means. And he reported that he has been working with the top US weapons designer, Lawrence Livermore Laboratories, on developing new communications technologies that could be used in other youth movement insurgencies. "There is no question that these technologies are democratizing" αναφερόμενος στην Κίνα. Παρατιθέμενος στο J. Mowat, www.onlinejournal.com , http://onlinejournal.com/artman/publish/article_308.shtml

[5] Για την Σερβία ο Ackerman γράφει χαρακτηριστικά «πώς οι φοιτητές έριξαν τον δικτάτορα χωρίς ούτε ένα πυροβολισμό». By PETER ACKERMAN, How Serbian students brought dictator down without a shot fired, http://www.natcath.com/NCR_Online/archives/042602/042602y.htm.  

[7] Βλ. Dr. Emery reported in "The next thirty years: concepts, methods and anticipations,'' στην διεύθυνση http://www.ingentaconnect.com/content/%20klu/hure/1997/00000050/00000008/00298053, για την προσπάθεια ανατροπής του ντε Γκολ το 1967. Ο Dr. Howard Perlmutter, καθηγητής κοινωνικής αρχιτεκτονικής στο Wharton School λέει χαρακτηριστικά το 1991 ότι το βίντεο "rock in Katmandu" είναι ένα κατάλληλο παράδειγμα για το πώς κράτη με παραδοσιακές κουλτούρες θα μπορούσαν να αποσταθεροποιηθούν. Χαρακτηριστικά:  There are two requirements, "building internationally committed networks of international and locally committed organizations,'' and "creating global events" through "the transformation of a local event into one having virtually instantaneous international implications through mass-media". Παρατίθεται στο www.onlinejournal.com , http://onlinejournal.com/artman/publish/article_308.shtml.

[8] Madeline Albright, αναρτημένο στην ιστοσελίδα του ινστιτούτου τον Οκτώβριο 2000 http://www.ndi.org/about/newsletter/2002/1326_ww_newdemocs301.pdf , βλ. επίσης Mowat ό.π.

[9] “More powerful states may be in position to alter the conceptions that the weaker actors have of their own self interests, especially when economic and military power has delegitimated ideological convictions in weaker or defeated societies. The United States, for instance, pressed for a particular vision of the international society should be ordered after World War II and renewed and reinvigorated this project after the en of the Cold War. The goal was not simply to promote a particular set of objectives, but to alter how other societies conceived of their own goals. The emphasis on what Nye has called soft power engages both realist concerns about relative capabilities and constructivism’s focus on beliefs and identity”. [Katzenstein/Keohane/Krasner , International Organization, vol. 52. 4 1998 p. 673]

 

--------------------------------------------------------------

Σημείωση Π. Ήφ.  Παραθέτω σχόλιο του διακεκριμένου διεθνολόγου της Θουκυδίδειας παράδοσης John Mearsheimer. Για το τελευταίο του βιβλίο στα ελληνικά αναφέρω στην σχετική σελίδα.

http://www.amconmag.com/print.html?Id=AmConservative-2009jan26-00006

Another War, Another Defeat, The Gaza offensive has succeeded in punishing the Palestinians but not in making Israel more secure.

John J. Mearsheimer

Israelis and their American supporters claim that Israel learned its lessons well from the disastrous 2006 Lebanon war and has devised a winning strategy for the present war against Hamas. Of course, when a ceasefire comes, Israel will declare victory. Don’t believe it. Israel has foolishly started another war it cannot win.

The campaign in Gaza is said to have two objectives: 1) to put an end to the rockets and mortars that Palestinians have been firing into southern Israel since it withdrew from Gaza in August 2005; 2) to restore Israel’s deterrent, which was said to be diminished by the Lebanon fiasco, by Israel’s withdrawal from Gaza, and by its inability to halt Iran’s nuclear program.

But these are not the real goals of Operation Cast Lead. The actual purpose is connected to Israel’s long-term vision of how it intends to live with millions of Palestinians in its midst. It is part of a broader strategic goal: the creation of a “Greater Israel.” Specifically, Israel’s leaders remain determined to control all of what used to be known as Mandate Palestine, which includes Gaza and the West Bank. The Palestinians would have limited autonomy in a handful of disconnected and economically crippled enclaves, one of which is Gaza. Israel would control the borders around them, movement between them, the air above and the water below them.

The key to achieving this is to inflict massive pain on the Palestinians so that they come to accept the fact that they are a defeated people and that Israel will be largely responsible for controlling their future. This strategy, which was first articulated by Ze’ev Jabotinsky in the 1920s and has heavily influenced Israeli policy since 1948, is commonly referred to as the “Iron Wall.”

What has been happening in Gaza is fully consistent with this strategy.

Let’s begin with Israel’s decision to withdraw from Gaza in 2005. The conventional wisdom is that Israel was serious about making peace with the Palestinians and that its leaders hoped the exit from Gaza would be a major step toward creating a viable Palestinian state. According to the New York Times’ Thomas L. Friedman, Israel was giving the Palestinians an opportunity to “build a decent mini-state there—a Dubai on the Mediterranean,” and if they did so, it would “fundamentally reshape the Israeli debate about whether the Palestinians can be handed most of the West Bank.”

This is pure fiction. Even before Hamas came to power, the Israelis intended to create an open-air prison for the Palestinians in Gaza and inflict great pain on them until they complied with Israel’s wishes. Dov Weisglass, Ariel Sharon’s closest adviser at the time, candidly stated that the disengagement from Gaza was aimed at halting the peace process, not encouraging it. He described the disengagement as “formaldehyde that’s necessary so that there will not be a political process with the Palestinians.” Moreover, he emphasized that the withdrawal “places the Palestinians under tremendous pressure. It forces them into a corner where they hate to be.”

Arnon Soffer, a prominent Israeli demographer who also advised Sharon, elaborated on what that pressure would look like. “When 2.5 million people live in a closed-off Gaza, it’s going to be a human catastrophe. Those people will become even bigger animals than they are today, with the aid of an insane fundamentalist Islam. The pressure at the border will be awful. It’s going to be a terrible war. So, if we want to remain alive, we will have to kill and kill and kill. All day, every day.”

In January 2006, five months after the Israelis pulled their settlers out of Gaza, Hamas won a decisive victory over Fatah in the Palestinian legislative elections. This meant trouble for Israel’s strategy because Hamas was democratically elected, well organized, not corrupt like Fatah, and unwilling to accept Israel’s existence. Israel responded by ratcheting up economic pressure on the Palestinians, but it did not work. In fact, the situation took another turn for the worse in March 2007, when Fatah and Hamas came together to form a national unity government. Hamas’s stature and political power were growing, and Israel’s divide-and-conquer strategy was unraveling.

To make matters worse, the national unity government began pushing for a long-term ceasefire. The Palestinians would end all missile attacks on Israel if the Israelis would stop arresting and assassinating Palestinians and end their economic stranglehold, opening the border crossings into Gaza.

Israel rejected that offer and with American backing set out to foment a civil war between Fatah and Hamas that would wreck the national unity government and put Fatah in charge. The plan backfired when Hamas drove Fatah out of Gaza, leaving Hamas in charge there and the more pliant Fatah in control of the West Bank. Israel then tightened the screws on the blockade around Gaza, causing even greater hardship and suffering among the Palestinians living there.

Hamas responded by continuing to fire rockets and mortars into Israel, while emphasizing that they still sought a long-term ceasefire, perhaps lasting ten years or more. This was not a noble gesture on Hamas’s part: they sought a ceasefire because the balance of power heavily favored Israel. The Israelis had no interest in a ceasefire and merely intensified the economic pressure on Gaza. But in the late spring of 2008, pressure from Israelis living under the rocket attacks led the government to agree to a six-month ceasefire starting on June 19. That agreement, which formally ended on Dec. 19, immediately preceded the present war, which began on Dec. 27.

The official Israeli position blames Hamas for undermining the ceasefire. This view is widely accepted in the United States, but it is not true. Israeli leaders disliked the ceasefire from the start, and Defense Minister Ehud Barak instructed the IDF to begin preparing for the present war while the ceasefire was being negotiated in June 2008. Furthermore, Dan Gillerman, Israel’s former ambassador to the UN, reports that Jerusalem began to prepare the propaganda campaign to sell the present war months before the conflict began. For its part, Hamas drastically reduced the number of missile attacks during the first five months of the ceasefire. A total of two rockets were fired into Israel during September and October, none by Hamas.

How did Israel behave during this same period? It continued arresting and assassinating Palestinians on the West Bank, and it continued the deadly blockade that was slowly strangling Gaza. Then on Nov. 4, as Americans voted for a new president, Israel attacked a tunnel inside Gaza and killed six Palestinians. It was the first major violation of the ceasefire, and the Palestinians—who had been “careful to maintain the ceasefire,” according to Israel’s Intelligence and Terrorism Information Center—responded by resuming rocket attacks. The calm that had prevailed since June vanished as Israel ratcheted up the blockade and its attacks into Gaza and the Palestinians hurled more rockets at Israel. It is worth noting that not a single Israeli was killed by Palestinian missiles between Nov. 4 and the launching of the war on Dec. 27.

As the violence increased, Hamas made clear that it had no interest in extending the ceasefire beyond Dec. 19, which is hardly surprising, since it had not worked as intended. In mid-December, however, Hamas informed Israel that it was still willing to negotiate a long-term ceasefire if it included an end to the arrests and assassinations as well as the lifting of the blockade. But the Israelis, having used the ceasefire to prepare for war against Hamas, rejected this overture. The bombing of Gaza commenced eight days after the failed ceasefire formally ended.

If Israel wanted to stop missile attacks from Gaza, it could have done so by arranging a long-term ceasefire with Hamas. And if Israel were genuinely interested in creating a viable Palestinian state, it could have worked with the national unity government to implement a meaningful ceasefire and change Hamas’s thinking about a two-state solution. But Israel has a different agenda: it is determined to employ the Iron Wall strategy to get the Palestinians in Gaza to accept their fate as hapless subjects of a Greater Israel.

This brutal policy is clearly reflected in Israel’s conduct of the Gaza War. Israel and its supporters claim that the IDF is going to great lengths to avoid civilian casualties, in some cases taking risks that put Israeli soldiers in jeopardy. Hardly. One reason to doubt these claims is that Israel refuses to allow reporters into the war zone: it does not want the world to see what its soldiers and bombs are doing inside Gaza. At the same time, Israel has launched a massive propaganda campaign to put a positive spin on the horror stories that do emerge.

The best evidence, however, that Israel is deliberately seeking to punish the broader population in Gaza is the death and destruction the IDF has wrought on that small piece of real estate. Israel has killed over 1,000 Palestinians and wounded more than 4,000. Over half of the casualties are civilians, and many are children. The IDF’s opening salvo on Dec. 27 took place as children were leaving school, and one of its primary targets that day was a large group of graduating police cadets, who hardly qualified as terrorists. In what Ehud Barak called “an all-out war against Hamas,” Israel has targeted a university, schools, mosques, homes, apartment buildings, government offices, and even ambulances. A senior Israeli military official, speaking on the condition of anonymity, explained the logic behind Israel’s expansive target set: “There are many aspects of Hamas, and we are trying to hit the whole spectrum, because everything is connected and everything supports terrorism against Israel.” In other words, everyone is a terrorist and everything is a legitimate target.

Israelis tend to be blunt, and they occasionally say what they are really doing. After the IDF killed 40 Palestinian civilians in a UN school on Jan. 6, Ha’aretz reported that “senior officers admit that the IDF has been using enormous firepower.” One officer explained, “For us, being cautious means being aggressive. From the minute we entered, we’ve acted like we’re at war. That creates enormous damage on the ground … I just hope those who have fled the area of Gaza City in which we are operating will describe the shock.”

One might accept that Israel is waging “a cruel, all-out war against 1.5 million Palestinian civilians,” as Ha’aretz put it in an editorial, but argue that it will eventually achieve its war aims and the rest of the world will quickly forget the horrors inflicted on the people of Gaza.

This is wishful thinking. For starters, Israel is unlikely to stop the rocket fire for any appreciable period of time unless it agrees to open Gaza’s borders and stop arresting and killing Palestinians. Israelis talk about cutting off the supply of rockets and mortars into Gaza, but weapons will continue to come in via secret tunnels and ships that sneak through Israel’s naval blockade. It will also be impossible to police all of the goods sent into Gaza through legitimate channels.

Israel could try to conquer all of Gaza and lock the place down. That would probably stop the rocket attacks if Israel deployed a large enough force. But then the IDF would be bogged down in a costly occupation against a deeply hostile population. They would eventually have to leave, and the rocket fire would resume. And if Israel fails to stop the rocket fire and keep it stopped, as seems likely, its deterrent will be diminished, not strengthened.

More importantly, there is little reason to think that the Israelis can beat Hamas into submission and get the Palestinians to live quietly in a handful of Bantustans inside Greater Israel. Israel has been humiliating, torturing, and killing Palestinians in the Occupied Territories since 1967 and has not come close to cowing them. Indeed, Hamas’s reaction to Israel’s brutality seems to lend credence to Nietzsche’s remark that what does not kill you makes you stronger.

But even if the unexpected happens and the Palestinians cave, Israel would still lose because it will become an apartheid state. As Prime Minister Ehud Olmert recently said, Israel will “face a South African-style struggle” if the Palestinians do not get a viable state of their own. “As soon as that happens,” he argued, “the state of Israel is finished.” Yet Olmert has done nothing to stop settlement expansion and create a viable Palestinian state, relying instead on the Iron Wall strategy to deal with the Palestinians.

There is also little chance that people around the world who follow the Israeli-Palestinian conflict will soon forget the appalling punishment that Israel is meting out in Gaza. The destruction is just too obvious to miss, and too many people—especially in the Arab and Islamic world—care about the Palestinians’ fate. Moreover, discourse about this longstanding conflict has undergone a sea change in the West in recent years, and many of us who were once wholly sympathetic to Israel now see that the Israelis are the victimizers and the Palestinians are the victims. What is happening in Gaza will accelerate that changing picture of the conflict and long be seen as a dark stain on Israel’s reputation.

The bottom line is that no matter what happens on the battlefield, Israel cannot win its war in Gaza. In fact, it is pursuing a strategy—with lots of help from its so-called friends in the Diaspora—that is placing its long-term future at risk. http://www.amconmag.com/../../images/dingbat.gif __________________________________________

John J. Mearsheimer is a professor of political science at the University of Chicago and coauthor of The Israel Lobby and U.S. Foreign Policy. 

 

---------------------------------------------------------------

14.1.2009. Η ακρόαση της Αμερικανίδας υπουργού εξωτερικών στο Κογκρέσο

Εισαγωγικό σχόλιο Π. Ήφ. Ο επισκέπτης να προσέξει το εξής και τα συναφή εδάφια: "We must use what has been called “smart power,” the full range of tools at our disposal -- diplomatic, economic, military, political, legal, and cultural -- picking the right tool, or combination of tools, for each situation. With smart power, diplomacy will be the vanguard of foreign policy. This is not a radical idea. The ancient Roman poet Terence, who was born a slave and rose to become one of the great voices of his time, declared that “in every endeavor, the seemly course for wise men is to try persuasion first.” The same truth binds wise women as well" Αυτή την προγραμματική θέση πρέπει να συναρτηθεί με την μαλακή ισχύ που αναλύω σε άλλες σελίδες εδώ, ιδ. http://www.ifestosedu.gr/47SoftPower.htm , http://www.ifestosedu.gr/40SorosCase6.htm , http://www.ifestosedu.gr/30MKOTransnational.htm. Σε συνδυασμό με την διάβρωση πλέον των λεγόμενων "κοινωνικών επιστημών" - βλ. υπογραφές για το φασιστοειδές σχέδιο Αναν, την ανεκδοτολογική ανεκδοτολογία κτλ - η δουλειά της νέας αμερικανίδας υπουργού να πείθει τις κοινωνίες-στόχους γίνεται ευκολότερα. Αυτά όλα δεν είναι  "συνομωσίες" αλλά επίσημε πολιτική. Όποιος χαλαρώνει καίγεται, πυρπολείται, ανανοκρατείται και ιστοριοκρατείται.

 

----------------------------------

Hillary's Secretary of State Speech

11:55 AM January 13, 2009

http://www.observer.com/2009/politics/hillarys-secretary-state-speech

·   Hillary Clinton

Hillary Clinton's opening remarks to the Senate Foreign Relations Committee stressed what she called a new policy of "smart power" to bring about change after a Bush administration sub-optimal engagement with the rest of the world. In a bone to the committee, she also emphasized the point that, for her, "consultation is not a catch word, it is a commitment."

Here are her remarks, as prepared for delivery:

Thank you, Senator Schumer, for your generous introduction, and even more for your support and our partnership over so many years. You are a valued and trusted colleague, a friend, and a tribute to the people of New York whom you have served with such distinction throughout your career.

 

Mr. Chairman, I offer my congratulations as you take on this new role. You certainly have traveled quite a distance from that day in 1971 when you testified here as a young Vietnam veteran. You have never faltered in your care and concern for our nation, its foreign policy or its future, and America is in good hands with you leading this committee.

 

Senator Lugar, I look forward to working with you on a wide range of issues, especially those of greatest concern to you, including the Nunn-Lugar initiative.

 

And Senator Voinovich, I want to commend you for your service to the people of Ohio and ask for your help in the next two years on the management issues you champion.

 

It is an honor and a privilege to be here this morning as President-elect Obama’s nominee for Secretary of State. I am deeply grateful for the trust – and keenly aware of the responsibility – that the President-elect has placed in me to serve our country and our people at a time of such grave dangers, and great possibilities. If confirmed, I will accept the duties of the office with gratitude, humility, and firm determination to represent the United States as energetically and faithfully as I can.

 

At the same time I must confess that sitting across the table from so many colleagues brings me sadness too. I love the Senate. And if you confirm me for this new role, it will be hard to say good-bye to so many members, Republicans and Democrats, whom I have come to know, admire, and respect deeply, and to the institution where I have been so proud to sere on behalf of the people of New York for the past eight years.

 

But I assure you that I will be in frequent consultation and conversation with the members of this committee, with the House Foreign Affairs Committee, the appropriations committees, and with Congress as a whole. And I look forward to working with my good friend, Vice President-elect Biden, who has been a valued colleague in the Senate and valued chairman of this committee.

 

For me, consultation is not a catch-word. It is a commitment. The President-elect and I believe that we must return to the time-honored principle of bipartisanship in our foreign policy – an approach that past Presidents of both parties, as well as members of this committee, have

subscribed to and that has served our nation well. I look forward to working with all of you to renew America’s leadership through diplomacy that enhances our security, advances our interests, and reflects our values.

 

Today, nine years into a new century, Americans know that our nation and our world face great perils: from ongoing wars in Iraq and Afghanistan, to the continuing threat posed by terrorist extremists, to the spread of weapons of mass destruction; from the dangers of climate change to pandemic disease; from financial meltdown to worldwide poverty.

 

The seventy days since the presidential election offer fresh evidence of the urgency of these challenges. New conflict in Gaza; terrorist attacks in Mumbai; mass killings and rapes in the Congo; cholera in Zimbabwe; reports of record high greenhouse gasses and rapidly melting glaciers; and even an ancient form of terror – piracy – asserting itself in modern form off

the Horn of Africa.

 

Always, and especially in the crucible of these global challenges, our overriding duty is to protect and advance America’s security, interests, and values: First, we must keep our people, our nation, and our allies secure. Second, we must promote economic growth and shared prosperity at home and abroad. Finally, we must strengthen America’s position of global leadership – ensuring that we remain a positive force in the world, whether in working to preserve the health of our planet or expanding dignity and opportunity for people on the margins whose progress and prosperity will add to our own.

 

Our world has undergone an extraordinary transformation in the last two decades. In 1989, a wall fell and old barriers began to crumble after 40 years of a Cold War that had influenced every aspect of our foreign policy. By 1999, the rise of more democratic and open societies, the expanding reach of world markets, and the explosion of information technology had made “globalization” the word of the day. For most people, it had primarily an economic connotation, but in fact, we were already living in a profoundly interdependent world in which old rules and boundaries no longer held fast—one in which both the promise and the peril of the 21st century could not be contained by national borders or vast distances.

 

Economic growth has lifted more people out of poverty faster than at any time in history, but economic crises can sweep across the globe even more quickly. A coalition of nations stopped ethnic cleansing in the Balkans, but the conflict in the Middle East continues to inflame tensions from Asia to Africa. Non-state actors fight poverty, improve health, and expand education in the poorest parts of the world, while other non-state actors traffic in drugs, children, and women and kill innocent civilians across the globe.

 

Now, in 2009, the clear lesson of the last twenty years is that we must both combat the threats and seize the opportunities of our interdependence. And to be effective in doing so we must build a world with more partners and fewer adversaries.

 

America cannot solve the most pressing problems on our own, and the world cannot solve them without America. The best way to advance America’s interest in reducing global threats and seizing global opportunities is to design and implement global solutions. This isn’t a philosophical point. This is our reality.

 

The President-Elect and I believe that foreign policy must be based on a marriage of principles and pragmatism, not rigid ideology. On facts and evidence, not emotion or prejudice. Our security, our vitality, and our ability to lead in today’s world oblige us to recognize the  overwhelming fact of our interdependence.

 

I believe that American leadership has been wanting, but is still wanted. We must use what has been called “smart power,” the full range of tools at our disposal -- diplomatic, economic, military, political, legal, and cultural -- picking the right tool, or combination of tools, for each situation. With smart power, diplomacy will be the vanguard of foreign policy. This is not a radical idea. The ancient Roman poet Terence, who was born a slave and rose to become one of the great voices of his time, declared that “in every endeavor, the seemly course for wise men is to try persuasion first.” The same truth binds wise women as well.

 

The President-Elect has made it clear that in the Obama Administration there will be no doubt about the leading role of diplomacy. One need only look to North Korea, Iran, the Middle East, and the Balkans to appreciate the absolute necessity of tough-minded, intelligent diplomacy – and the failures that result when that kind of diplomatic effort is absent. And one need only consider the assortment of problems we must tackle in 2009 – from fighting terrorism to climate change to global financial crises – to understand the importance of cooperative engagement.

 

I assure you that, if I am confirmed, the State Department will be firing on all cylinders to provide forward-thinking, sustained diplomacy in every part of the world; applying pressure and exerting leverage; cooperating with our military partners and other agencies of government; partnering effectively with NGOs, the private sector, and international organizations; using modern technologies for public outreach; empowering negotiators who can protect our interests while understanding those of our negotiating partners. There will be thousands of separate interactions, all strategically linked and coordinated to defend American security and prosperity. Diplomacy is hard work; but when we work hard, diplomacy can work, and not just to defuse tensions, but to achieve results that advance our security, interests and values.

 

Secretary Gates has been particularly eloquent in articulating the importance of diplomacy in pursuit of our national security and foreign policy  objectives. As he notes, it’s not often that a Secretary of Defense makes the case for adding resources to the State Department and elevating the role of the diplomatic corps. Thankfully, Secretary Gates is more concerned about having a unified, agile, and effective U.S. strategy than in spending our precious time and energy on petty turf wars. As he has stated, “our civilian institutions of diplomacy and development have been chronically undermanned and underfunded for far too long,” both relative to military spending and to “the responsibilities and challenges our nation has around the world.” And to that, I say, “Amen!”

 

President-elect Obama has emphasized that the State Department must be fully empowered and funded to confront multi-dimensional challenges – from working with allies to thwart terrorism, to spreading health and prosperity in places of human suffering. I will speak in greater detail about that in a moment.

 

We should also use the United Nations and other international institutions whenever appropriate and possible. Both Democratic and Republican presidents have understood for decades that these institutions, when they work well, enhance our influence. And when they don’t work well – as in the cases of Darfur and the farce of Sudan’s election to the former UN Commission on Human Rights, for example – we should work with likeminded friends to make sure that these institutions reflect the values that motivated their creation in the first place.

 

We will lead with diplomacy because it’s the smart approach. But we also know that military force will sometimes be necessary, and we will rely on it to protect our people and our interests when and where needed, as a last resort.

 

All the while, we must remember that to promote our interests around the world, America must be an exemplar of our values. Senator Isakson made the point to me the other day that our nation must lead by example rather than edict. Our history has shown that we are most effective when we see the harmony between our interests abroad and our values at home. And I takegreat comfort in knowing that our first Secretary of State, Thomas Jefferson, also subscribed to that view, reminding us across the centuries: “The interests of a nation, when well understood, will be found to coincide with their moral duties.”

 

So while our democracy continues to inspire people around the world, we know that its influence is greatest when we live up to its teachings ourselves. Senator Lugar, I’m going to borrow your words here, because you have made this point so eloquently: You once said that “the United States cannot feed every person, lift every person out of poverty, cure every disease, or stop every conflict. But our power and status have conferred upon us a tremendous responsibility to humanity.”

 

Of course, we must be realistic about achieving our goals. Even under the best of circumstances, our nation cannot solve every problem or meet every global need. We don’t have unlimited time, treasure, or manpower. And we certainly don’t face the best of circumstances today, with our economy faltering and our budget deficits growing.

 

So to fulfill our responsibility to our children, to protect and defend our nation while honoring our values, we have to establish priorities. Now, I’m not trying to mince words here. As my colleagues in the Senate know, “establishing priorities” means making tough choices. Because those choices are so important to the American people, we must be disciplined in evaluating them -- weighing the costs and consequences of our action or inaction; gauging the probability of success; and insisting on measurable results.

 

Right after I was nominated a friend told me: “The world has so many problems. You’ve got your work cut out for you.” Well, I agree that the problems are many and they are big. But I don’t get up every morning thinking only about the threats and dangers we face. With every challenge comes an opportunity to find promise and possibility in the face of adversity and complexity. Today’s world calls forth the optimism and can-do spirit that has marked our progress for more than two centuries.

 

Too often we see the ills that plague us more clearly than the possibilities in front of us. We see threats that must be thwarted; wrongs that must be righted; conflicts that must be calmed. But not the partnerships that can be promoted; the rights that can be reinforced; the innovations that can be fostered; the people who can be empowered.

 

After all, it is the real possibility of progress—of that better life, free from fear and want and discord—that offers our most compelling message to the rest of the world.

 

I’ve had the chance to lay out and submit my views on a broad array of issues in written responses to questions from the committee, so in this statement I will outline some of the major challenges we face and some of the major opportunities we see.

 

First, President-Elect Obama is committed to responsibly ending the war in Iraq and employing a broad strategy in Afghanistan that reduces threats to our safety and enhances the prospect of stability and peace.

 

Right now, our men and women in uniform, our diplomats, and our aid workers are risking their lives in those two countries. They have done everything we have asked of them and more. But, over time we have seen that our larger interests will be best served by safely and responsibly withdrawing our troops from Iraq, supporting a transition to full Iraqi responsibility for their sovereign nation, rebuilding our overtaxed military, and reaching out to other nations to help stabilize the region and to employ a broader arsenal of tools to fight terrorism.

 

Equally important will be a comprehensive plan using all elements of our power – diplomacy, development, and defense – to work with those in Afghanistan and Pakistan who want to root out al-Qaeda, the Taliban, and other violent extremists who threaten them as well as us in what President- Elect Obama has called the central front in the fight against terrorism. We need to deepen our engagement with these and other countries in the region and pursue policies that improve the lives of the Afghan and Pakistani people.

 

As we focus on Iraq, Pakistan and Afghanistan, we must also actively pursue a strategy of smart power in the Middle East that addresses the security needs of Israel and the legitimate political and economic aspirations of the Palestinians; that effectively challenges Iran to end its nuclear weapons program and sponsorship of terror, and persuades both Iran and Syria to abandon their dangerous behavior and become constructive regional actors; that strengthens our relationships with Egypt, Jordan, Saudi Arabia, other Arab states, with Turkey, and with our partners in the Gulf to involve them in securing a lasting peace in the region.

 

As intractable as the Middle East’s problems may seem – and many Presidents, including my husband, have spent years trying to help work out a resolution – we cannot give up on peace. The President-Elect and I understand and are deeply sympathetic to Israel’s desire to defend itself under the current conditions, and to be free of shelling by Hamas rockets.

 

However, we have also been reminded of the tragic humanitarian costs of conflict in the Middle East, and pained by the suffering of Palestinian and Israeli civilians. This must only increase our determination to seek a just and lasting peace agreement that brings real security to Israel; normal and positive relations with its neighbors; and independence, economic progress, and security to the Palestinians in their own state.

 

We will exert every effort to support the work of Israelis and Palestinians who seek that result. It is critical not only to the parties involved but to our profound interests in undermining the forces of alienation and violent extremism across our world.

 

Terrorism remains a serious threat and we must have a comprehensive strategy, leveraging intelligence, diplomacy, and military assets to defeat al- Qaeda and like-minded terrorists by rooting out their networks and drying up support for their violent and nihilistic extremism. The gravest threat that America faces is the danger that weapons of mass destruction will fall into the hands of terrorists. To ensure our future security, we must curb the biological, chemical, or cyber – while we take the lead in working with others to reduce current nuclear stockpiles and prevent the development and use of dangerous new weaponry.

 

Therefore, while defending against the threat of terrorism, we will also seize the parallel opportunity to get America back in the business of engaging other nations to reduce stockpiles of nuclear weapons. We will work with Russia to secure their agreement to extend essential monitoring and verification provisions of the START Treaty before it expires in December 2009, and we will work toward agreements for further reductions in nuclear weapons. We will also work with Russia to take U.S. and Russian missiles off hair-trigger alert, act with urgency to prevent proliferation in North Korea and Iran, secure loose nuclear weapons and materials, and shut down the market for selling them – as Senator Lugar has done for so many years. The Non Proliferation Treaty is the cornerstone of the nonproliferation regime, and the United States must exercise the leadership needed to shore up the regime. So, we will work with this committee and the Senate toward ratification of the Comprehensive Test Ban Treaty and reviving negotiations on a verifiable Fissile Material Cutoff Treaty.

 

Today’s security threats cannot be addressed in isolation. Smart power requires reaching out to both friends and adversaries, to bolster old alliances and to forge new ones.

 

That means strengthening the alliances that have stood the test of time— especially with our NATO partners and our allies in Asia. Our alliance with Japan is a cornerstone of American policy in Asia, essential to maintaining peace and prosperity in the Asia-Pacific region, and based on shared values and mutual interests. We also have crucial economic and security partnerships with South Korea, Australia, and other friends in ASEAN. We will build on our economic and political partnership with India, the world’s most populous democracy and a nation with growing influence in the world.

 

Our traditional relationships of confidence and trust with Europe will be deepened. Disagreements are inevitable, even among the closest friends, but on most global issues we have no more trusted allies. The new administration will have a chance to reach out across the Atlantic to leaders in France, Germany, the United Kingdom, and others across the continent, including the new democracies. When America and Europe work together, global objectives are well within our means.  

 

President-Elect Obama and I seek a future of cooperative engagement with the Russian government on matters of strategic importance, while standing up strongly for American values and international norms. China is a critically important actor in a changing global landscape. We want a positive and cooperative relationship with China, one where we deepen and strengthen our ties on a number of issues, and candidly address differences where they persist.

 

But this a not one-way effort – much of what we will do depends on the choices China makes about its future at home and abroad. With both Russia and China, we should work together on vital security and economic issues like terrorism, proliferation, climate change, and reforming financial markets.

 

The world is now in the cross currents of the most severe global economic contraction since the Great Depression. The history of that crisis teaches us the consequences of diplomatic failures and uncoordinated reactions. Yet history alone is an insufficient guide; the world has changed too much. We have already seen that this crisis extends beyond the housing and banking sectors, and our solutions will have to be as wide in scope as the causes themselves, taking into account the complexities of the global economy, the geopolitics involved, and the likelihood of continued political and economic repercussions from the damage already done.

 

But here again, as we work to repair the damage, we can find new ways of working together. For too long, we have merely talked about the need to engage emerging powers in global economic governance; the time to take action is upon us. The recent G-20 meeting was a first step, but developing patterns of sustained engagement will take hard work and careful negotiation. We know that emerging markets like China, India, Brazil, South Africa, and Indonesia are feeling the effects of the current crisis. We all stand to benefit in both the short and long term if they are part of the solution, and become partners in maintaining global economic stability.

 

In our efforts to return to economic growth here in the United States, we have an especially critical need to work more closely with Canada, our largest trading partner, and Mexico, our third largest. Canada and Mexico are also our biggest suppliers of imported energy. More broadly, we must build a deeper partnership with Mexico to address the shared danger arising from drug-trafficking and the challenges of our border, an effort begun this week with a meeting between President-elect Obama and President Calderon.

 

Throughout our hemisphere we have opportunities to enhance cooperation to meet common economic, security and environmental objectives that affect us all. We will return to a policy of vigorous engagement throughout Latin America, seeking deeper understanding and broader engagement with nations from the Caribbean to Central to South America. Not only do we share common political, economic and strategic interests with our friends to the south, our relationship is also enhanced by many shared ancestral and cultural legacies. We are looking forward to working on many issues during the Summit of the Americas in April and taking up the President-Elect’s call for a new energy partnership of the Americas built around shared technology and new investments in renewable energy.

 

In Africa, the foreign policy objectives of the Obama administration are rooted in security, political, economic, and humanitarian interests, including: combating al Qaeda's efforts to seek safe havens in failed states in the Horn of Africa; helping African nations to conserve their natural resources and reap fair benefits from them; stopping war in Congo; ending autocracy in Zimbabwe and human devastation in Darfur; supporting African democracies like South Africa and Ghana--which just had its second change of power in democratic elections; and working aggressively to reach the Millennium Development Goals in health, education, and economic opportunity.

 

Many significant problems we face challenge not just the United States, but all nations and peoples. You, Mr. Chairman, were among the first, in a growing chorus from both parties, to recognize that climate change is an unambiguous security threat. At the extreme it threatens our very existence, but well before that point, it could very well incite new wars of an old kind—over basic resources like food, water, and arable land. The world is in need of an urgent, coordinated response to climate change and, as President- Elect Obama has said, America must be a leader in developing and implementing it. We can lead abroad through participation in international efforts like the upcoming UN Copenhagen Climate Conference and a Global Energy Forum. We can lead at home by pursuing an energy policy that reduces our carbon emissions while reducing our dependence on foreign oil and gas—which will benefit the fight against climate change and enhance our economy and security.

 

The great statesman and general George Marshall noted that our gravest enemies are often not nations or doctrines, but “hunger, poverty, desperation, and chaos.” To create more friends and fewer enemies, we can’t just win wars. We must find common ground and common purpose with other peoples and nations so that together we can overcome hatred, violence, lawlessness, and despair.

 

The Obama administration recognizes that, even when we cannot fully agree with some governments, we share a bond of humanity with their people. By investing in that common humanity we advance our common security because we pave the way for a more peaceful, prosperous world.

 

Mr. Chairman, you were one of the first to underscore the importance of our involvement in the global AIDS fight. And you have worked very hard on this issue for many years. Now, thanks to a variety of efforts—including President Bush’s Emergency Plan for AIDS Relief as well as the work of  NGOs and foundations—the United States enjoys widespread support in public opinion polls in many African countries. This is true even among Muslim populations in Tanzania and Kenya, where America is seen as a leader in the fight against AIDS, malaria, and TB.

 

We have an opportunity to build on this success by partnering with NGOs to help expand the infrastructure of health clinics in Africa so that more people can have access to life-saving drugs, fewer mothers transmit HIV to their children, and fewer lives are lost.

 

And we can generate even more goodwill through other kinds of social investment, by working effectively with international organizations and NGO partners to build schools and train teachers, and by ensuring that children are free from hunger and exploitation so that they can attend those schools and pursue their dreams for the future. This is why the President- Elect supports a Global Education Fund to bolster secular education around the world.

 

I want to take a moment to emphasize the importance of a “bottom-up” approach to ensuring that America remains a positive force in the world. The President-elect and I believe in this strongly. Investing in our common humanity through social development is not marginal to our foreign policy but integral to accomplishing our goals.

 

Today more than two billion people worldwide live on less than $2 a day. They are facing rising food prices and widespread hunger. Calls for expanding civil and political rights in countries plagued by mass hunger and disease will fall on deaf ears unless democracy actually delivers material benefits that improve people’s lives while weeding out the corruption that too often stands in the way of progress.

 

Our foreign policy must reflect our deep commitment to the cause of making human rights a reality for millions of oppressed people around the world. Of particular concern to me is the plight of women and girls, who comprise the majority of the world’s unhealthy, unschooled, unfed, and unpaid. If half of the world’s population remains vulnerable to economic, political, legal, and social marginalization, our hope of advancing democracy and prosperity will remain in serious jeopardy. We still have a long way to go and the United States must remain an unambiguous and unequivocal voice in support of women’s rights in every country, every region, on every continent.

 

As a personal aside, I want to mention that President-elect Obama’s mother, Ann Dunham, was a pioneer in microfinance in Indonesia. In my own work on microfinance around the world – from Bangladesh to Chile to Vietnam to South Africa and many other countries -- I’ve seen firsthand how small loans given to poor women to start small businesses can raise standards of living and transform local economies. President-elect Obama’s mother had planned to attend a microfinance forum at the Beijing women’s conference in 1995 that I participated in. Unfortunately, she was very ill and couldn’t travel and sadly passed away a few months later. But I think it’s fair to say that her work in international development, the care and concern she showed for women and for poor people around the world, mattered greatly to her son, and certainly has informed his views and his vision. We will be honored to carry on Ann Dunham’s work in the months and years ahead.

 

I’ve discussed a few of our top priorities and I know we’ll address many more in the question-and-answer session. But I suspect that even this brief overview offers a glimpse of the daunting, and crucial, challenges we face, as well as the opportunities before us. President-elect Obama and I pledge to work closely with this Committee and the Congress to forge a bipartisan,

integrated, results-oriented sustainable foreign policy that will restore American leadership to confront these challenges, serve our interests, and advance our values.

 

Ensuring that our State Department is functioning at its best will be absolutely essential to America’s success. This is a top priority of mine, of my colleagues’ on the national security team, and of the President-elect’s. He believes strongly that we need to invest in our civilian capacity to conduct vigorous American diplomacy, provide the kind of foreign assistance I’ve mentioned, reach out to the world, and operate effectively alongside our military.

 

I realize that the entire State Department bureaucracy in Thomas Jefferson’s day consisted of a chief clerk, three regular clerks, and a messenger – and his entire budget was $56,000 a year. But over the past 219 years the world, and the times, have certainly changed. Now the department consists of foreign service officers, the civil service, and locally engaged staff working at Foggy Bottom, in offices across our country, and at some 260 posts around the world. And today, USAID carries out a critical development mission that is essential to representing our values across the globe.

 

These public servants are too often unsung heroes. They are in the trenches putting our policies and values to work in an increasingly complicated and dangerous world. Many risk their lives, and some lose their lives, in service to our nation. And they need and deserve the resources, training, and support to succeed.

 

I know this committee, and I hope the American public, understand that right now foreign service officers, civil service professionals, and development experts are doing work essential to our nation’s strength – whether helping American businesses make inroads in new markets; being on the other end of the phone at a United States embassy when an American citizen needs help beyond our shores; doing the delicate work of diplomacy and development with foreign governments that leads to arms control and trade agreements, peace treaties and post-conflict reconstruction, greater human rights and empowerment, broader cultural understanding and

stronger alliances.

 

The State Department is a large, multi-dimensional organization. But it is not a placid or idle bureaucracy, as some would like to paint it. It is an outpost for American values that protects our citizens and safeguards our democratic institutions in times both turbulent and tame. State Department employees also offer a lifeline of hope and help – often the only lifeline – for people in foreign lands who are oppressed, silenced, and marginalized.

 

Whether they are an economic officer in a large embassy, or an aid worker in the field, or a clerk in a distant consulate or a country officer working late in Washington, they do their work so that we may all live in peace and security. We must not shortchange them, or ourselves, by denying them the resources they need.

 

One of my first priorities is to make sure that the State Department and USAID have the resources they need, and I will be back to make the case to Congress for full funding of the President’s budget request. At the same time, I will work just as hard to make sure that we manage those resources prudently so that we fulfill our mission efficiently and effectively.

 

In concluding, I hope you will indulge me one final observation. Like most Americans, I never had the chance to travel widely outside our country as a child or young adult. Most of my early professional career was as a lawyer and advocate for children and who found themselves on society’s margins here at home. But during the eight years of my husband’s presidency, and then in my eight years as a Senator, I have been privileged to travel on behalf of the United States to more than 80 countries.

 

I’ve had the opportunity to get to know many world leaders. As a member of the Senate Armed Services Committee I’ve spent time with our military commanders, as well as our brave troops serving in Iraq and Afghanistan, and I have immersed myself in an array of military issues. I’ve spent many hours with American and non-American aid workers, businessmen and women, religious leaders, teachers, doctors, nurses, students, volunteers and others who have made it their mission to help people across the world. I have also learned invaluable lessons from countless ordinary citizens in foreign capitals, small towns, and rural villages whose lives offered a glimpse into a world far removed from what many of us experience on a daily basis here in America.

 

In recent years, as other nations have risen to compete for military, economic, and political influence, some have argued that we have reached the end of the “American moment” in world history. I disagree. Yes, the conventional paradigms have shifted. But America’s success has never been solely a function of our power; it has always been inspired by our values.

 

With so many troubles here at home and across the world, millions of peopleare still trying to come to our country -- legally and illegally. Why? Because we are guided by unchanging truths: that all people are created equal; that each person has a right to life, liberty, and the pursuit of happiness. And in these truths we will find, as we have for more than two centuries, the

courage, the discipline, and the creativity to meet the challenges of this everchanging world.

 

I am humbled to be a public servant, and honored by the responsibility placed on me by our President-Elect, who embodies the American Dream not only here at home but far beyond our shores.

 

No matter how daunting our challenges may be, I have a steadfast faith in our country and our people, and I am proud to be an American at the dawning of this new American moment.

 

Thank you, Mr. Chairman and members of the committee, for granting me your time and attention today. I know there is a lot more territory to cover and I’d be delighted to answer your questions.

-------------------------------------------------------------

27.11.2005. Η εκλογή Ομπάμα στις ΗΠΑ - Π. Ήφαιστος

O Obama πρόεδρος των ΗΠΑ

 Παναγιώτης Ήφαιστος

Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων-Στρατηγικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Συγγραφέας δύο βιβλίων για την αμερικανική εξωτερική πολιτική www.ifestosedu.gr

Η εκλογή του Ομπάμα, για πολλούς συμβολίζει, σε συναισθηματικό τουλάχιστον επίπεδο, την εκδίκηση των απανταχού αδικημένων: Λόγω μιας συρροής συμπτώσεων και τον χαρισματικό χαρακτήρα του Ομπάμα, θα καθίσει στον θρόνο της ισχυρότερης σήμερα δύναμης άτομο το οποίο, εκ καταγωγής και διαδρομής, αγγίζει την ψυχή των απανταχού αδικημένων. Οι τελευταίοι, όμως, απαιτείται να κατανοήσουν ότι με Ομπάμα ή χωρίς Ομπάμα κάτω από αυτό το θρόνο υπάρχει ένα μακρόβιο σύστημα εκτελεστών ηγεμονικών αξιώσεων. Το ίδιο συμβαίνει, πρέπει να σημειωθεί, με όλα τα ισχυρά κράτη όλων των εποχών: Είναι ηγεμονικά. Αναμενόμενα, πολλοί από αυτούς τους «εκτελεστές» κάτω από τον θρόνο λόγω προσδοκιών από την εκλογή Ομπάμα και ακονίζουν τα μαχαίρια τους και θα τρίζουν τα δόντια τους.

Παραμένει το γεγονός ότι στα μάτια πολλών ανά την υφήλιο ο Ομπάμα είναι είδος συγγενή με τα εκατοντάδες εκατομμύρια των απανταχού αδικημένων. Είναι οι αφρικανοί και ασιάτες στον λεγόμενο «τρίτο κόσμο», οι πτωχοί, οι «αλλόθρησκοι» που οι νεοφιλεύθεροι της δεκαετίας του 1990 θέλησαν να εκφιλελευθεροποιήσουν και τα δισεκατομμύρια όλοι του πλανήτη άλλων πολιτισμικών παραδόσεων που εκφοβίστηκαν από την παραφιλολογία περί «της μιας, της καλύτερης, της πιο ισχυρής και της ανυπέρβλητης μοναδικής υπερδύναμης». Επί αιώνες, όλοι αυτοί ήταν, συνεχίζουν να είναι και θα συνεχίσουν να είναι θύματα άνισης ανάπτυξης, οικονομικής εκμετάλλευσης και αποικιακού χαρακτήρα σχέσεων κάθε είδους. Ο δράστης της εκμετάλλευσης δεν είναι μόνο οι ΗΠΑ αλλά και όλοι οι πρώην αποικιοκράτες του σημερινού βιομηχανοποιημένου Βορρά. Ακόμη και στην περίπτωση που ο Ομπάμα πολύ σύντομα θα αποδεχθεί μια νέα ακόμη εξεζητημένη μεταμφίεση ηγεμονικών αξιώσεων, στιγμιαία τουλάχιστον, για τους λαούς αυτούς αποτελεί ανατροπή. Τους μήνες και χρόνια που έρχονται, όμως, θα αποδειχθεί πως η κατάσταση του κόσμου είναι πιο σύνθετη απ’ ότι πολλοί εκτιμούν σήμερα. Η εκλογή του Ομπάμα έγινε όταν πλέον σταδιακά και αθόρυβα έλαβε χώρα μια μεγάλη ανθρωπολογική αλλαγή στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών που επέτρεψε, ακριβώς, την εκλογή ενός αφροαμερικανού: Οι «Λευκοί, αγγλοσάξονες και προτεστάντες» κατά την διάρκεια του 19ου και 20ου αιώνα αποτελούσαν την συντριπτικά κυρίαρχη πολιτική ελίτ που ήλεγχε τις ΗΠΑ πολιτικά, οικονομικά και εξουσιαστικά. Ήδη αρκετά χρόνια πριν εκλεγεί ο Ομπάμα έχασαν την πολιτική και οικονομική πρωτοκαθεδρία. Οι αγγλοσάξονες –συχνά φορείς του αγγλοσαξονικού δόγματος, μιας δηλαδή ιδεολογίας που αγγίζει τα όρια του ρατσισμού–  «συγκρατούσαν» το κοινωνικοπολιτικό σύστημα των ΗΠΑ, προσδιόριζαν, τους στρατηγικούς προσανατολισμούς και καθοδηγούσαν το εσωτερικό πολιτικό σύστημα. Εδώ και μερικές δεκαετίες, όμως, λατινοαμερικανοί, αφροαμερικανοί, κινέζοι και πλήθος άλλων εθνών και εθνοτήτων αυτοχθόνων και μεταναστών πρώτης, δεύτερης και τρίτης γενιάς εισήλθαν σε μια ανοδική πορεία στον στίβο της οικονομίας, των τεχνών, του στρατού και των πολιτικών ελίτ. Η πολιτική συγκράτηση του πολιτικού συστήματος των ΗΠΑ με τρόπο που θα επιτρέπει συνοχή και αποτελεσματικές αποφάσεις δεν είναι αυτονόητη.

Ο ρατσισμός, εξάλλου, είναι πολύ πρόσφατος –η γυναίκα του νέου προέδρου είναι τρισέγγονο σκλάβων– και οι λατινοαμερικανοί μετανάστες δεν ξέχασαν ότι οι μισές σημερινές Ηνωμένες Πολιτείες ανήκαν στους προγόνους τους πριν ενάμιση περίπου αιώνα. Ο ιδιόμορφος αμερικανικός ρατσισμός, επιπλέον, είναι πολυσχιδής και πολυεπίπεδος: Λευκών κατά μαύρων, μαύρων κατά λευκών, λευκών κατά μεξικανών, μαύρων κατά μαύρων και όλων των εχόντων κατά των πολλών δεκάδων εκατομμυρίων αμερικανών που δυστυχούν στα γκέτο των πόλεων. Η αμερικανική κοινωνία είναι ολοκληρωμένη καταναλωτικά, όχι ανθρωπολογικά. Ο Ομπάμα καλείται να συγκρατήσει αυτό το ανθρωπολογικό περιβάλλον και να διασφαλίσει συνοχή και αποτελεσματικές αποφάσεις. Αυτός ο άθλος θα πρέπει να επιτελεστεί σ’ ένα στρατηγικό περιβάλλον σε πλήρη εξέλιξη όπου ο ο νέος πρόεδρος θα πρέπει να διαχειριστεί τα προβλήματα ακροβατώντας και σχοινοβατώντας. Για παράδειγμα, άρχισαν να φαίνονται τα αρνητικά αποτελέσματα της μεταψυχροπολεμικής υπερεξάπλωσης του Κλίντον και των υιού και πατέρα Μπους. Την στιγμή μάλιστα που η έξοδος από το Ιράκ και το Αφγανιστάν δεν μπορεί παρά να είναι καταστροφική, πολλές νέες χώρες εν δυνάμει υπερδυνάμεις ήδη αμφισβητούν την επίπλαστη αμερικανική πρωτοκαθεδρία της μεταψυχροπολεμικής περιόδου. Μπροστά στέκεται ολόρθο το μέγα πρόβλημα, επιπλέον, της διεθνούς οικονομικής κρίσης για την οποία οι ΗΠΑ φέρουν μεγάλη ευθύνη. Και σαν να μην έφταναν όλες αυτές οι φοβερές προκλήσεις, στο επερχόμενο νέο περιβάλλον πολλών μεγάλων δυνάμεων οι ΗΠΑ θα αισθάνονται πολύ άβολα και αμήχανα. Σ’ αντίθεση με άλλες δυνάμεις με μεγάλη διπλωματική παράδοση και πείρα πολυπολικών συστημάτων, για τους αμερικανούς διπλωμάτες είναι ένα πεδίο σχεδόν παντελώς άγνωστο. Η στρατιωτική υπεροχή, η προπέτεια της «μόνης υπερδύναμης» και η απεχθής έπαρση των αμερικανών αξιωματούχων όλων των βαθμίδων τις δύο τελευταίας δεκαετίες, δεν θα έχουν πλέον καμιά πέραση. Κάθε αμερικανικό διπλωματικό λάθος νομοτελειακά θα γίνεται αιτία αντιαμερικανικών συσπειρώσεων.

Η προαναφερθείσα ανθρωπολογική μεταλλαγή της αμερικανικής κοινωνίας και η απορρέουσα προϊούσα ετερογένεια πολλών πλέον εθνών που συνυπάρχουν «εταιρικά», συνοδεύεται και από μερικά άλλα φαινόμενα που αλλοιώνουν θεμελιακά το αμερικανικό οικοδόμημα και τις εξωτερικές προεκτάσεις του. Κυρίως, οι «λευκοί-αγγλοσάξονες-προτεστάντες» χάνουν την οικονομική τους δύναμη που διασπείρεται τόσο σε πρώην μετανάστες αμερικανούς πολίτες όσο και σε τρίτα κράτη όπου οι πολιτικά αυτονομημένες αμερικανικές πολυεθνικές –και αυτή η αυτονόμηση με αμερικανικά δεδομένα είναι μια πολιτικοοικονομική επανάσταση– κάνουν ξένες επενδύσεις σε κράτη που αναπτύσσονται, μεγεθύνονται και αμφισβητούν ήδη την αμερικανική πρωτοκαθεδρία. Συναφές είναι επίσης και το γεγονός ότι διεθνικοί δρώντες όπως ο μεγαλομανής και κερδοσκόπος Σόρος ωφελούνται και επηρεάζουν την πολιτική των ΗΠΑ χωρίς οι ίδιοι να υπόκεινται αμερικανικούς κοινωνικούς ελέγχους. Η ανθρωπολογική σταθερότητα που στηριζόταν όχι σε μια μεγάλη εθνική ιδέα αλλά στον καταναλωτισμό και στις καταχρηστικές στρατηγικές στάσεις που τον στήριζαν δεν είναι πλέον αυτονόητα εύκολη. Η εκλογή του Ομπάμα έρχεται σε μια στιγμή που οι ΗΠΑ εισέρχονται σε μια ανθρωπολογική, πολιτική, οικονομική, διεθνοπολιτική και στρατηγική δίνη.

Το γεγονός ότι ο νέος πρόεδρος είναι έγχρωμος ενέχει ελάχιστη ή καθόλου σημασία και θα φανεί σύντομα. Τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά ο νέος πρόεδρος όποιος και να ήταν είναι υποχρεωμένος να βαδίσει μέσα από πολλά ναρκοπέδια.

 

----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

27.11.2008. Η εκλογή Ομπάμα στις ΗΠΑ  = επιφυλλίδα του Λάμπρου Παπαντωνίου -

O Obama πρόεδρος των ΗΠΑ

 Παναγιώτης Ήφαιστος

Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων-Στρατηγικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Συγγραφέας δύο βιβλίων για την αμερικανική εξωτερική πολιτική www.ifestosedu.gr

 Η εκλογή του Ομπάμα, για πολλούς συμβολίζει, σε συναισθηματικό τουλάχιστον επίπεδο, την εκδίκηση των απανταχού αδικημένων: Λόγω μιας συρροής συμπτώσεων και τον χαρισματικό χαρακτήρα του Ομπάμα, θα καθίσει στον θρόνο της ισχυρότερης σήμερα δύναμης άτομο το οποίο, εκ καταγωγής και διαδρομής, αγγίζει την ψυχή των απανταχού αδικημένων. Οι τελευταίοι, όμως, απαιτείται να κατανοήσουν ότι με Ομπάμα ή χωρίς Ομπάμα κάτω από αυτό το θρόνο υπάρχει ένα μακρόβιο σύστημα εκτελεστών ηγεμονικών αξιώσεων. Το ίδιο συμβαίνει, πρέπει να σημειωθεί, με όλα τα ισχυρά κράτη όλων των εποχών: Είναι ηγεμονικά. Αναμενόμενα, πολλοί από αυτούς τους «εκτελεστές» κάτω από τον θρόνο λόγω προσδοκιών από την εκλογή Ομπάμα και ακονίζουν τα μαχαίρια τους και θα τρίζουν τα δόντια τους.

Παραμένει το γεγονός ότι στα μάτια πολλών ανά την υφήλιο ο Ομπάμα είναι είδος συγγενή με τα εκατοντάδες εκατομμύρια των απανταχού αδικημένων. Είναι οι αφρικανοί και ασιάτες στον λεγόμενο «τρίτο κόσμο», οι πτωχοί, οι «αλλόθρησκοι» που οι νεοφιλεύθεροι της δεκαετίας του 1990 θέλησαν να εκφιλελευθεροποιήσουν και τα δισεκατομμύρια όλοι του πλανήτη άλλων πολιτισμικών παραδόσεων που εκφοβίστηκαν από την παραφιλολογία περί «της μιας, της καλύτερης, της πιο ισχυρής και της ανυπέρβλητης μοναδικής υπερδύναμης». Επί αιώνες, όλοι αυτοί ήταν, συνεχίζουν να είναι και θα συνεχίσουν να είναι θύματα άνισης ανάπτυξης, οικονομικής εκμετάλλευσης και αποικιακού χαρακτήρα σχέσεων κάθε είδους. Ο δράστης της εκμετάλλευσης δεν είναι μόνο οι ΗΠΑ αλλά και όλοι οι πρώην αποικιοκράτες του σημερινού βιομηχανοποιημένου Βορρά. Ακόμη και στην περίπτωση που ο Ομπάμα πολύ σύντομα θα αποδεχθεί μια νέα ακόμη εξεζητημένη μεταμφίεση ηγεμονικών αξιώσεων, στιγμιαία τουλάχιστον, για τους λαούς αυτούς αποτελεί ανατροπή. Τους μήνες και χρόνια που έρχονται, όμως, θα αποδειχθεί πως η κατάσταση του κόσμου είναι πιο σύνθετη απ’ ότι πολλοί εκτιμούν σήμερα. Η εκλογή του Ομπάμα έγινε όταν πλέον σταδιακά και αθόρυβα έλαβε χώρα μια μεγάλη ανθρωπολογική αλλαγή στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών που επέτρεψε, ακριβώς, την εκλογή ενός αφροαμερικανού: Οι «Λευκοί, αγγλοσάξονες και προτεστάντες» κατά την διάρκεια του 19ου και 20ου αιώνα αποτελούσαν την συντριπτικά κυρίαρχη πολιτική ελίτ που ήλεγχε τις ΗΠΑ πολιτικά, οικονομικά και εξουσιαστικά. Ήδη αρκετά χρόνια πριν εκλεγεί ο Ομπάμα έχασαν την πολιτική και οικονομική πρωτοκαθεδρία. Οι αγγλοσάξονες –συχνά φορείς του αγγλοσαξονικού δόγματος, μιας δηλαδή ιδεολογίας που αγγίζει τα όρια του ρατσισμού–  «συγκρατούσαν» το κοινωνικοπολιτικό σύστημα των ΗΠΑ, προσδιόριζαν, τους στρατηγικούς προσανατολισμούς και καθοδηγούσαν το εσωτερικό πολιτικό σύστημα. Εδώ και μερικές δεκαετίες, όμως, λατινοαμερικανοί, αφροαμερικανοί, κινέζοι και πλήθος άλλων εθνών και εθνοτήτων αυτοχθόνων και μεταναστών πρώτης, δεύτερης και τρίτης γενιάς εισήλθαν σε μια ανοδική πορεία στον στίβο της οικονομίας, των τεχνών, του στρατού και των πολιτικών ελίτ. Η πολιτική συγκράτηση του πολιτικού συστήματος των ΗΠΑ με τρόπο που θα επιτρέπει συνοχή και αποτελεσματικές αποφάσεις δεν είναι αυτονόητη.

Ο ρατσισμός, εξάλλου, είναι πολύ πρόσφατος –η γυναίκα του νέου προέδρου είναι τρισέγγονο σκλάβων– και οι λατινοαμερικανοί μετανάστες δεν ξέχασαν ότι οι μισές σημερινές Ηνωμένες Πολιτείες ανήκαν στους προγόνους τους πριν ενάμιση περίπου αιώνα. Ο ιδιόμορφος αμερικανικός ρατσισμός, επιπλέον, είναι πολυσχιδής και πολυεπίπεδος: Λευκών κατά μαύρων, μαύρων κατά λευκών, λευκών κατά μεξικανών, μαύρων κατά μαύρων και όλων των εχόντων κατά των πολλών δεκάδων εκατομμυρίων αμερικανών που δυστυχούν στα γκέτο των πόλεων. Η αμερικανική κοινωνία είναι ολοκληρωμένη καταναλωτικά, όχι ανθρωπολογικά. Ο Ομπάμα καλείται να συγκρατήσει αυτό το ανθρωπολογικό περιβάλλον και να διασφαλίσει συνοχή και αποτελεσματικές αποφάσεις. Αυτός ο άθλος θα πρέπει να επιτελεστεί σ’ ένα στρατηγικό περιβάλλον σε πλήρη εξέλιξη όπου ο ο νέος πρόεδρος θα πρέπει να διαχειριστεί τα προβλήματα ακροβατώντας και σχοινοβατώντας. Για παράδειγμα, άρχισαν να φαίνονται τα αρνητικά αποτελέσματα της μεταψυχροπολεμικής υπερεξάπλωσης του Κλίντον και των υιού και πατέρα Μπους. Την στιγμή μάλιστα που η έξοδος από το Ιράκ και το Αφγανιστάν δεν μπορεί παρά να είναι καταστροφική, πολλές νέες χώρες εν δυνάμει υπερδυνάμεις ήδη αμφισβητούν την επίπλαστη αμερικανική πρωτοκαθεδρία της μεταψυχροπολεμικής περιόδου. Μπροστά στέκεται ολόρθο το μέγα πρόβλημα, επιπλέον, της διεθνούς οικονομικής κρίσης για την οποία οι ΗΠΑ φέρουν μεγάλη ευθύνη. Και σαν να μην έφταναν όλες αυτές οι φοβερές προκλήσεις, στο επερχόμενο νέο περιβάλλον πολλών μεγάλων δυνάμεων οι ΗΠΑ θα αισθάνονται πολύ άβολα και αμήχανα. Σ’ αντίθεση με άλλες δυνάμεις με μεγάλη διπλωματική παράδοση και πείρα πολυπολικών συστημάτων, για τους αμερικανούς διπλωμάτες είναι ένα πεδίο σχεδόν παντελώς άγνωστο. Η στρατιωτική υπεροχή, η προπέτεια της «μόνης υπερδύναμης» και η απεχθής έπαρση των αμερικανών αξιωματούχων όλων των βαθμίδων τις δύο τελευταίας δεκαετίες, δεν θα έχουν πλέον καμιά πέραση. Κάθε αμερικανικό διπλωματικό λάθος νομοτελειακά θα γίνεται αιτία αντιαμερικανικών συσπειρώσεων.

Η προαναφερθείσα ανθρωπολογική μεταλλαγή της αμερικανικής κοινωνίας και η απορρέουσα προϊούσα ετερογένεια πολλών πλέον εθνών που συνυπάρχουν «εταιρικά», συνοδεύεται και από μερικά άλλα φαινόμενα που αλλοιώνουν θεμελιακά το αμερικανικό οικοδόμημα και τις εξωτερικές προεκτάσεις του. Κυρίως, οι «λευκοί-αγγλοσάξονες-προτεστάντες» χάνουν την οικονομική τους δύναμη που διασπείρεται τόσο σε πρώην μετανάστες αμερικανούς πολίτες όσο και σε τρίτα κράτη όπου οι πολιτικά αυτονομημένες αμερικανικές πολυεθνικές –και αυτή η αυτονόμηση με αμερικανικά δεδομένα είναι μια πολιτικοοικονομική επανάσταση– κάνουν ξένες επενδύσεις σε κράτη που αναπτύσσονται, μεγεθύνονται και αμφισβητούν ήδη την αμερικανική πρωτοκαθεδρία. Συναφές είναι επίσης και το γεγονός ότι διεθνικοί δρώντες όπως ο μεγαλομανής και κερδοσκόπος Σόρος ωφελούνται και επηρεάζουν την πολιτική των ΗΠΑ χωρίς οι ίδιοι να υπόκεινται αμερικανικούς κοινωνικούς ελέγχους. Η ανθρωπολογική σταθερότητα που στηριζόταν όχι σε μια μεγάλη εθνική ιδέα αλλά στον καταναλωτισμό και στις καταχρηστικές στρατηγικές στάσεις που τον στήριζαν δεν είναι πλέον αυτονόητα εύκολη. Η εκλογή του Ομπάμα έρχεται σε μια στιγμή που οι ΗΠΑ εισέρχονται σε μια ανθρωπολογική, πολιτική, οικονομική, διεθνοπολιτική και στρατηγική δίνη.

Το γεγονός ότι ο νέος πρόεδρος είναι έγχρωμος ενέχει ελάχιστη ή καθόλου σημασία και θα φανεί σύντομα. Τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά ο νέος πρόεδρος όποιος και να ήταν είναι υποχρεωμένος να βαδίσει μέσα από πολλά ναρκοπέδια.

ΣΥΝΑΘΡΩΠΟΙ ΜΑΣ ΓΕΜΑΤΟΙ ΑΝΡΩΠΙΑ!
Ουάσιγκτων, του Λάμπρου Παπαντωνίου, 3.11.08
 
«Τις νύχτες που κλαίν των ανθρώπων τα βάσανα! Τις νύχτες που λεν των ερώτων τα θαύματα!» Στο στίχο αυτό του Οδυσσέα Ελύτη, στο «Άξιον Εστί», περικλύονται οι Μαύροι της Αμερικής, οι γνωστοί και ως Αφρικοαμερικανοί, στις τρείς δεκαετίες, που τους έζησε και τους ζεί ο γράφων, στα κοινώς μαυράδικα. Από αυτά που αναδύθηκε και ο Barack Obama! Θα χρειαζόνταν τόμοι, για να καταγράψει κανείς την οδύσσεια αυτών των ανθρώπων, διαφορετικοί από τους μαύρους της Αφρικής. Ο καπιταλισμός, με τον οποίο ζυμώθηκαν και πάλαιψαν, στάθηκε αδύνατο να τους αλλοιώσει. Η σκλαβιά 400 χρόνων με τα σκλαβοπάζαρα, η φτώχεια,...η μιζέρια, και η κοινωνική εξαθλίωση, δεν τους αφάνισε, γιατί τα ζούνε στο πετσί τους. Απεναντίας, τους διατήρησε πάντοτε ενωμένους. Το μεγάλο Μωλ της Ουάσιγκτων, που συνδέει το Καπιτώλειο με το Λευκό Οίκο, υπήρξε και αυτό ένα απέραντο σκλαβοπάζαρο! Τα βάσανά τους δεν έχουν τελειωμό, αλλά και οι έρωτες τους στον ίδιο παρανομαστή. Οι δυό αυτές ανθρώπινες εκφάνσεις έχουν φτιάξει ένα πλούσιο εσωτερικό κόσμο, που ειλικρινά, δεν τον έχουμε γνωρίσει σε άλλη φυλή. Τί να πρωτοπαρουσιάσει κανείς από τα βάσανά τους. ΄Ετσι, στα πεταχτά, θα αναφερθώ, σ’ ένα από τα πάμπολλα, που έχω βιώσει, στους δρόμους της αμερικανικής πρωτεύουσας. Σε στάση λεωφορείου, νωρίς το απόγευμα, την περασμένη εβδομάδα, μαύρος τυφλός, με σκυλί ανά χείρας, προσπαθούσε να ανεβάσει στο λεωφορείο έναν άλλο μαύρο συνομίληκό του, με κομμένα τα δυό του πόδια! Και οι δυό πανευτυχείς! Γιατί το λέμε; Όταν κατέβηκαν, δεν βάσταξα, κατέβηκα και τους ρώτησα πως ζούνε. Με μια φωνή μου είπαν. «Μιά χαρά! Είμαστε πολύ ευτυχείς!». Βλέποντας τον άμοιρο με κομμένα πόδια, θυμήθηκα τα λόγια του Λουντέμη: «Κάποτε διαμαρτυρόμουνα, που δεν είχα να φορέσω παπούτσια, ώσπου συνάντησα κάποιον που δεν είχε πόδια!».

Στη γειτονιά μου, τον περασμένο χειμώνα, ένα παγερό πρωινό, 8/χρονο μαυράκι, μπροστά σ΄ενα κινέζικο μπακάλικο, από αυτά της σειράς που τους κατακλέβουν άγρια, είχε τρελλαθεί στον εμετό, σκουπίζοντα το στό στόμα του , με τα μανίκι του και τουρτουρίζοντας. Το ρώτησα τί έπαθε. Μου είπε: «Δεν ήλθαν οι γονείς μου, όλοι την νύχτα στο σπίτι! Ήμουνα νυστικός και έτρεξα, με το που άνοιξε το μαγαζί, να φάω αυτή την κονσέρβα από κρέας!». Έκλαιγε απαρηγόρητα.

Κάποια βραδιά, ένας μαύρος, ντοπαρισμένος από τα ναρκωτικά, προσπαθούσε μπροστά στη πόρτα του σπιτιού, κρατώντας ανάποδα ένα μπουκάλι γάλα, να ταΐσει το μωράκι του, που τσίριζε από το κλάμα. Δεν μπορούσε. Σηκώνει το χέρι του και μου λέει, «άνθρωπέ μου, βοήθησέ με!» Ανταποκρίθηκα μετά χαράς.

Όλα αυτά τα χρόνια, έχω κρατήσει βίβλο με τέτοιες ιστορίες, που απεικονίζουν, ανάγλυφα, τα βάσανά τους, με συγκεριμένα περιστατικά, που δεν μπορεί να συλλάβει νους ανθρώπινος. Μπούχτισα από τις κηδείες τους. Τους θερίζουν σαν τα κοτόπουλα οι πιο θανατηφόρες ασθένειες, εμφράγματα, καρκίνοι και τώρα το AIDS, που το προκαλούν τα τοξικά φάρμακα. To 57% των μάυρων της Ουάσιγκτων έχει διαγνωσθεί με τον αποκαλούμενο ιό HIV. Έχουν γεμίσει τα νεκροταφεία από τους θανάτους. Δεν τους χωράνε πιά. Στη πλειονότητα νέοι και νέες. Θρήνος και κοπετός στις κηδείες.

Εκεί βλέπει κανείς το μεγαλείο του εσωτερικού τους κόσμου, από αυτά που λένε και τραγουδάνε.΄Αλλωστε, αν παρακολουθήσει κανείς προσκετικά τι λένε οι ράπερς στα τραγούδια τους, θα διαπιστώσει πως εκφράζονται τα όσα ζουν στα γκέτο. Ραγίζουν καρδιές. Και μέσα από τους θρήνους, ακούγονται οι μελωδικές τους φωνές με τα spiritual songs, όπως το «Let my people go!», «We have Come a Long way, Lord!» Δεν έχω συναντήσει πιο πιστούς στη ζωή μου. Και τα προγράμματα των κηδειών να γράφουν «Celebration of Life!».

Ζω, τόσο χρόνια μαζί τους, και δεν άκουσα ούτε έναν αναστεναγμό ή κλάμα δημόσια. Αντιμετωπίζουν τα βάσανά τους, με μια απίστευτη καρτερία και αξιοπρέπεια, έτσι στιβαγμένοι όπως ζουν, στις μεγάλες πατριαρχικές οικογένειες. Φτώχεια, αρρώστειες, βάσανα, πολυμελείς οικογένειες, παπούδες, γιαγιάδες, παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα, όλοι μαζί σαν ένας άνθρωπος.

Αλλά και για τους έρωτές τους, δεν υπάρχει άλλη ράτσα που να συγκριθεί. Εφαρμόζουν την πολυγαμία, ως κανένας άλλος λαός. Είναι αδηφάγα σεξουαλικά όντα, για όλων των ειδών τις προτιμήσεις. Το single mother και single father είναι τόσο κοινό, σαν να μην συμβαίνει τίποτε. Η πάμφτωχη γειτόνισά μου, μόλις μετακόμισε σε άλλο σπίτι, που την βοήθησε να το αγοράσει η αποκαλούμενη «Κυβέρνηση» της Κομητείας Κολούμπια, είχε 6 παιδιά από διαφορετικούς άνδρες. Σπάνια θυμάμαι να μην την έχω δεί στο κατώφλι του σπιτιού της, με τα χαριτωμένα παιδάκια δίπλα, και να πιάνει ατέλειωτες ερωτοκουβέντες με τους περαστικούς νεαρούς. Σε χρόνο μηδέν, το deal έχει κλείσει. Ζευγαρώνουν ακόμη και μέσα στα λεωφορεία. Οι άνδρες κολλάνε ακόμη και έγκυες, με τα πιο απίστευτα ερωτόλογα και ανταλάσσουν τα χαρτάκια επικοινωνίας, με τα τηλέφωνά τους. Που τα βρίσκουν αυτά τα πλούσια συναισθηματικά λόγια; Εκείνοι οι γάμοι τους είναι φανταστικοί. Γλεντζέδες όσο κανένας άλλος. Δεν έχω δει ποτέ μαύρο να σηκώσει χέρι σε γυναίκα, ή σε παιδί. Σέβονται τις γυναίκες πάρα πολύ. Όταν είχε διαπραχθεί το στυγερό έγκλημα της λευκής, που έβαλε τα τρία της παιδάκια μέσα στο αυτοκίνητο, άναψε τη μηχανή, και έπεσε μέσα σε λίμνη και τα σκότωσε, βγήκε η άθλια και έκλαιγε γοερώς, λέγοντας ότι το έκανε μαύρος!! Ρωτήθηκα σε εκπομπή να εκφέρω γνώμη, πριν ομολογήσει. Το απέκλεισα κατηγορηματικά, λέγοντας πως το έγκλημα είναι λευκού. Είπα, πως ο μαύρος μπορεί να κλέψει από ανάγκη, αλλά να σκοτώσει παιδί αποκλείεται. Θα αρπάξει αυτό που θέλει και, στη συνέχεια, θα πάει το παιδί στο πιο ορατό σημείο, δηλαδή μπροστά σ΄ένα κατάστημα, για να το δουν οι περαστικοί, και θα φύγει. Και όπως έγινε. Ομολόγησε η λευκή δολοφόνος μητέρα την πράξη της. Παρόμοιο ήταν και το προ ημερών περιστατικό, όταν ξυλοκοπημένη εθελόντρια της ομάδας Μακέιν-Πέιλιν, κάτασπρη νέα, είπε ψέμματα πως την χτύπησε μαύρος. Σε χρόνο μηδέν, ομολόγησε στις Αρχές, ότι δεν ήταν αλήθεια. Λόγω της φτώχειας που τους μαστίζει, μετέρχονται ένα σωρό μεθόδους για να επιζήσουν στις γειτονιές τους, όπου κυριαρχούν τα ναρκωτικά, το πιστολίδι, η πορνεία και τα πιοτά. Είναι φοβερό το θέαμα. Τους εκμετάλλευονται οι πάντες, πρωτίστως οι έμποροι ναρκωτικών.

Είναι τέτοια η φτώχεια, που αναγκάσθηκαν πολλοί να γίνουν μουσουλμάνοι. Με ασυνήθη ταχύτητα. Η Ουάσιγκτων και τα περίχωρα ,έχουν σήμερα 26 τζαμιά. Σου το λένε κατάμουτρα, ότι αποδέχονται το Ισλάμ, γιατί ο Χριστιανισμός των λευκών τους ξεπούλησε. Δεν πάει καιρός που έμφανίσθηκαν στη γειτονιά μου λευκοί Μορμόνοι από την Γιούτα, για προσυλητισμό. ΄Ενας μαύρος μουσουλμάνος, έχοντας δίπλα το 10/χρονο παιδάκι του, κύριος καθώς πρέπει, τους ζήτησε το λόγο και, εν ολίγοις, τους είπε να τσακισθούν να φύγουν, με όλων των ειδών τα επίθετα για το superiority των λευκών.΄Εντρομο το παιδί του ρώτησε:“What about, Mr. Lambros, dady?”-έτσι είμαι γνωστός στη γειτονιά. Και εκείνος απάντησε με σοβαροφάνεια: “Mr, Lambros is a different story. He is not white! He is Greek!!” Δεν μπορούσα να το πιστέψω.

Όταν έφθασα στην Ουάσιγκτων, επειδή δεν είχα χρήματα, ζήτησα κάποιον από την Πρεσβεία μας να μου βρεί σπίτι στα μαύρικα. Μου είπε «θα είσαι τρελός! Πηγαίνεις σε εμπόλεμη ζώνη!» Του απάντησα «Δεν πειράζει. Θα πάω εκεί». Με πήγε με το αυτοκίνητό του και έγινε άφαντος από το φόβο. Μέχρι σήμερα, δεν με πείραξε κανένας. Ο πρώτος που με επισκέφθηκε ήταν ένας 40/ρης γείτονάς μου, οικογενειάρχης, και μου απαρίθμησε τι πρέπει να κάνω, για να περάσω καλά, χωρίς προβλήματα. Συγκεκριμένα: «Δεν θα ασχολείσαι με τα ναρκωτικά. Δεν θα πειράζεις τις γυναίκες μας. Δεν θα κουβαλάς την Αστυνομία για ψύλου πήδημα». Τα τήρησα απόλυτα μέχρι τώρα και διακηρύσσω προς κάθε κατεύθυνση, ότι δεν έχω ούτε ένα παράπονο από τους άνθρωπους αυτούς.

Όταν η πόλη της Ουάσιγκτων, πριν δυό χρόνια, με προσήγαγε στο Δικαστήριο γιατί δεν είχα κόψει το χόρτο της αυλής μου, κουβαλήθηκε όλη η γειτονιά να με υπερασπισθεί, για να μην πληρώσω πρόστιμο 2 χιλιάδες δολλάρια. Ο δικαστής που ήταν μαύρος τάχασε! Η γειτονισά μου ήλθε με τα τρία της παιδιά και ένα βυζανιάρικο στην αγκαλιά της. Ανοιξε ένα τέτοιο στόμα και έκανε μια τέτοια επίθεση στην εναγόμενη, που εκπροσωπούσε την πόλη, τύφλα να έχουν οι συνήγοροι υπερασπίσεως. Δεν πρόλαβα να πω τίποτε και ο δικαστής είπε: «Λύεται η συνεδρίαση. Αθώος ο κατηγορούμενος!» Αυτοί είναι μαύροι! Ο χώρος δεν επαρκεί για περισσότερα. Ο Barack Obama είναι ίνδαλμά τους. Απίστευτο το υλικό που συγκέντρωσα, στους 21 μήνες προεκλογικής εκστρατείας.

Και η δική μου φτώχεια με οδήγησε στα γκέτο τους. Και έκτοτε παρέμεινα. Γι΄ αυτό και λέω πάντα «Πάει ζωή μου άδικα, βουλιάζω στα μαυράδικα!», όταν με ρωτάνε πως τα περνάω. Ενώ άλλοι συμπατριώτες μου , βουλιάζουν στα ουζάδικα, που λέει η λαική μας μούσα. Το ήξερε αυτό πολύ καλά και ο αείμνηστος, φίλος, Πρωθυπουργός, Ανδρέας Παπανδρεόυ, οπότε, κατά την μοναδική επίσκεψή, εδώ στην ουάσιγκτων, με ρώτησε, στο ξενοδοχείο Hays Adams, δίπλα από το Λευκό Οίκο, όπου διέμενε:«Λάμπρο, παιδί μου, ζεις ακόμη εκεί στα μαυράδικα;» Του είπα: «Μάλιστα, κ. Πρόεδρε!» Και απάντησε χαριτωλογώντας: «Θα έχω να το διηγούμαι! Ποιός ζεί στην Ουάσιγκτων; Oι μαύροι, ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών και ο Λάμπρος!»