Παναγιώτης Ήφαιστος

Καθηγητής, Διεθνείς Σχέσεις-Στρατηγικές Σπουδές

Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών

www.ifestosedu.gr  -- www.ifestosedu.gr  --  info@ifestosedu.gr  -- info@ifestos.edu.gr

 

 

 

 

 

 

 

 

Για μετάβαση στην κεντρική σελίδα, άνοιγμα σε άλλο παράθυρο, κλικ εδώ www.ifestos.edu.gr  ή www.ifestosedu.gr

 

ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ: ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ, ΣΚΕΨΕΙΣ, ΑΡΘΡΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

-Ιούνιος 2008. Πανεπιστήμια: Περιμένοντας τους βαρβάρους, «είναι κι αυτοί μια κάποια λύση» (Ιούνιος 2008)

«Εγκύκλιος σχετικά με την εφαρμογή του ΠΔ 226/2007» - Νέες ρυθμίσεις για τα πανεπιστημιακά συγγράμματα

-11.1.2005. Επιστολή στην Υπουργό Παιδείας για ζητήματα που αφορούν τους διορισμούς μελών ΔΕΠ στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.

-10.1.2005 Εννοιολογικός προσδιορισμός φράσεων όπως «ένοχοι», «δράστες», «εσχάτη προδοσία» κτλ, υπό το πρίσμα της πολιτικής επιστήμης.

-18.12.2004. Ακαδημαϊκή ανεξαρτησία: προνόμιο επιστημονικής προόδου ή προνόμιο ακαδημαϊκής αυθαιρεσίας;

-Το τυραννικό σύστημα του ενός συγγράμματος στα ελληνικά ΑΕΙ

-Πότε μπορεί να παρεμβαίνει ο ακαδημαϊκός; 

-Κρίσεις ακαδημαϊκών, εκλέκτορες, εισηγητές: Τυπικά και ουσιαστικά κριτήρια

-10 Σεπτεμβρίου 2003, οι φορείς της επιστημονικής γνώσης στο εσωτερικό του πανεπιστημιακού ασύλου.

-Ο αυτοευνουχισμός του ασύλου της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας στην ... Ισπανία

--------------------------------------------------------------------------------------------------------

Κρίσεις ακαδημαϊκών, εκλέκτορες, εισηγητές: Τυπικά και ουσιαστικά κριτήρια

Σημείωση: Το κείμενο που ακολουθεί είναι πρώτη κατάθεση θέσεων που επεκτείνεται και εμπλουτίζεται διαρκώς 27.11.2007. Τυχόν εποικοδομητικά σχόλια είναι καλοδεχούμενα.

Εκλέκτορες, εισηγητικες επιτροπες για κριση μελων δεπ πανεπιστημιων στις διεθνεισ σπουδες, σΥΝΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΥΠΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ

 

Α. Εισαγωγή

 

Με συντομία και επιφυλασσόμενος να επεκταθώ θα θίξω μερικές πτυχές που αφορούν την άσκηση βάσιμης επιστημονικής κρίσης για την επιστημονική αρμοδιότητα στα εκλεκτορικά σώματα και στις τριμελείς επιτροπές που γράφουν τις εισηγητικές εκθέσεις. Γνώμονας είναι η άσκηση του δικαιώματος της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας με χρηστό τρόπο που συνεκτιμά τόσο τα τυπικά όσο και τα επιστημονικά-ουσιαστικά κριτήρια και παράγοντες και που εκπληρώνει τόσο το γράμμα όσο και το πνεύμα του νόμου. Με τρόπο επίσης που πληροί πάγιους κανόνες δεοντολογίας της επιστήμης και που δεν αφήνουν περιθώρια η τυπική πρόνοια του νόμου να οδηγεί σε διολίσθηση της ακαδημαϊκής κρίσης (που όπως ξέρουμε δεν ελέγχεται από τα διοικητικά ή άλλα όργανα). Η ανάγκη προβληματισμού προκύπτει από τα εξής: α) Ο νόμος μας καλεί να λειτουργούμε ως «επιστημονική κοινότητα» αλλά αυτό προέκυψε ως κανονιστική διάταξη εν αιθρία γιατί δεν πρόβλεψε ούτε την συνεκτίμηση στρεβλών καταστάσεων πριν την ψήφιση του νόμου ούτε στρεβλών καταστάσεων που μπορεί να οφείλονται σε προσωπικά ή ιδεολογικοπολιτικά κριτήρια και που μπορούν να οδηγήσουν σε καταστρατήγηση του πνεύματος του νόμου. β) Το πνεύμα του νόμου που το γράμμα του νόμου πρέπει να εκπληρώνει σκοπό έχει να γίνονται σωστοί ακαδημαϊκοί έλεγχοι, με τους πλέον αρμόδιους εκλέκτορες-εισηγητές. Αυτό θα ήταν εύκολη υπόθεση αν οι κοινωνικές επιστήμες στα τρία επίπεδα ανάλυσης (άνθρωπος, κράτος, διεθνές σύστημα) ήταν ενιαίο και επακριβώς οριοθετημένο πεδίο το οποίο επιπλέον περιφρουρείται εύκολα από προσωπικούς, ιδεολογικούς, ιδεολογικοπολιτικούς και άλλους παρόμοιους παραγόντες που προκαλούν διαφθορά των επιστημονικών ελέγχων όταν ένα άτομο που συμμετέχει στις διαδικασίες εκφράζει επιστημονικές κρίσεις. Για όποιον γνωρίζει την ιστορία και την διαδρομή του πολιτικού στοχασμού τους Νέους Χρόνους (και ιδιαίτερα της πολιτικής σκέψης και των διεθνών σχέσεων) θα αποτελούσε επιστημονική ατιμία να υποστηρίξει ότι το θολό βασίλειο των κοινωνικών επιστημών είναι απαλλαγμένο ιδεολογικών εισροών, ιδεολογικοπολιτικών εκλογικεύσεων, εθνικών σκοπιμοτήτων, στρατηγικών σκοπιμοτήτων και άλλον παραγόντων που αναιρούν εκ προοιμίου κάθε ενδεχόμενο αξιολογικής ελευθερίας κα αντικειμενικότητας. Ακόμη και κερδοσκόποι του διεθνικού παρασκηνίου επηρεάζουν σήμερα την επιστημονική κρίση εκτός και αν εξωγενείς διεθνικές χρηματοδοτήσεις επιστημονικών δραστηριοτήτων είναι άνευ σημασίας και αγαθοεργές. Στα ζητήματα αυτά ο υπογράφων θα επανέλθει με εκτενέστερο κείμενο. Είναι λοιπόν αναγκαίο σε ένα κράτος όπως η Ελλάδα που διαθέτει τεράστιους σπάνιους πόρους στις κοινωνικές επιστήμες να λαμβάνεται πρόνοια διαφύλαξης των επιστημονικών και ακαδημαϊκών ελέγχων με την συνεκτίμηση ενός ευρύτερου φάσματος κριτηρίων και παραγόντων που εξυπηρετούν καλύτερα το πνεύμα του νόμου.   

 

Β. Συνήθη αναγκαία και μη εξαιρετέα κριτήρια

 

α) Γνωστικό αντικείμενο ΦΕΚ διορισμού του εκλέκτορα ή μέλους εισηγητικής επιτροπής και συνάφεια αυτού του γνωστικού αντικειμένου με το γνωστικό αντικείμενο της θέσης που προκηρύχθηκε. β) Συνάφεια διδασκαλίας εκλέκτορα ή μέλους εισηγητικής επιτροπής με το γνωστικό αντικείμενο της θέσης που προκηρύχθηκε. γ) Συνάφεια επιστημονικών δημοσιεύσεων εκλέκτορα ή μέλους εισηγητικής επιτροπής με το γνωστικό αντικείμενο της θέσης που προκηρύχθηκε. δ) Γνωστικά αντικείμενα και αποστολή Τμήματος και αντίστοιχα του Τομέα από τα οποία προέρχεται ένας εκλέκτορας η μέλος εισηγητικής επιτροπής. ε) Προγενέστερες κρίσεις και ο εκλέκτορες εισηγητές που έκριναν ένα μέλος ΔΕΠ στην φάση της δικής του εξέλιξης.  

            Το τελευταίο κριτήριο αν και ίσως το σημαντικότερο είναι και το πιο αόρατο που εξαφανίζεται πίσω από στενές νομότυπες λογικές που δεν εξυπηρετούν το πνεύμα του νόμου  και που διαχέονται και εξαφανίζονται στο πλαίσιο της λογικής «μετρούν τα τετελεσμένα». Στο πλαίσιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας και του δικαιώματος έκφρασης επιστημονικής κρίσης-αιτιολόγησης των εκλεκτόρων και εισηγητών οι Γενικές Συνελεύσεις απαιτείται να μεριμνούν να μην γίνονται θύματα προγενέστερων ελλιπών επιστημονικών-ακαδημαϊκών ελέγχων που καταστρατηγούν (νομότυπα μεν αλλά όχι επιστημονικά βάσιμα) το πνεύμα του νόμου. Το πνεύμα του νόμου στο εσωτερικό του ακαδημαϊκού ασύλου υπηρετείται σωστά αν διαφυλάττεται ότι η επιστημονική κρίση είναι αδιάφθορη, αξιολογικά ελεύθερη και συμβατή με πάγιους δεοντολογικούς κώδικες της επιστήμης. Στο δικό μου στενό τομέα των διεθνών σχέσεων, έχω κατά νου συγκεκριμένη περίπτωση με τεράστιες προεκτάσεις, ζήτημα στο οποίο θα επανέλθω με περιπτωσιολογική μελέτη για να την θέσω ενώπιον του νομοθέτη και της κοινωνίας που χρηματοδοτεί τις κοινωνικές επιστήμες: Έτσι, μπορεί κανείς μετά από περιπετειώδεις μετακινήσεις μεταξύ τμημάτων εν μέσω διασπάσεών τους να κριθεί πρωτοβάθμιος χωρίς να κληθούν στην εισηγητική του οι μόνοι δύο πρωτοβάθμιοι διεθνολόγοι. Αντίθετα, να προσκληθεί ένας ομότιμος και δύο άλλοι εισηγητές από αλλότρια επιστημονικά πεδία. Οι δύο αρμόδιο να μην προσφύγουν στο Συμβούλιο Επικρατείας (το οποίο δεν υπάρχει περίπτωση να μην γίνει ανάκληση μιας τέτοιας κρίσης για ένα αριθμό λόγων που δεν αφορούν ούτε τον ακαδημαϊκό χώρο, ούτε το γράμμα ούτε το πνεύμα του νόμου. Σημασία είναι ότι σε απανωτές κρίσεις σε άλλα πανεπιστήμια ο κριθείς που θα έχει διέφυγε τον επιστημονικό έλεγχο των μόνων δύο εν ενεργεία πρωτοβάθμιων μπορεί διακινείται σε πανεπιστήμια προτείνοντας άλλους. Αυτή η διαδικασία διαρκούς αποδυνάμωσης των επιστημονικών ελέγχων δυνατό να διαφθείρει επιστημονικές κρίσεις πρώτων διορισμών ή εξέλιξης μελών ΔΕΠ επειδή ο νόμος προβλέπει ένα αριθμό εξωτερικών. Πρόβλεψη όμως που δεν μπορούσε να συνεκτιμήσει τέτοιους παράγοντες, γεγονός που απαιτεί εγρήγορση διαφύλαξης του πνεύματος του νόμου που απαιτεί σωστή επιστημονική αρμοδιότητα. Κοντολογίς, η επιστημονική κρίση υπό το φως το δικαιώματος της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας σωστά νοούμενης απαιτείται να συνεκτιμά ένα ευρύτερο φάσμα κριτηρίων ούτως ώστε να διαφυλάττονται αδιάφθοροι ακαδημαϊκοί-επιστημονικοί έλεγχοι.

 

Γ). Κριτήρια που εξειδικεύουν και επιχειρούν να επιτύχουν υψηλές βαθμίδες επιστημονικής αρμοδιότητας

 

-Ιδιαιτερότητες του γνωστικού αντικειμένου που προκηρύχθηκε και των έργων του υποψηφίου ή των υποψηφίων, καθώς αντίστοιχα και ιδιαιτερότητες δημοσιεύσεων και διδασκαλίας εκλέκτορα ή μέλους εισηγητικής επιτροπής.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα:

1) Διεθνείς σχέσεις: είναι ένα πράγμα να ειδικεύεται κάποιος στις αποσχίσεις ή στις περιφερειακές σπουδές και άλλο να ερευνά, διδάσκει και δημοσιεύει επί θεμάτων στρατηγικής ή αντίστοιχα επί θεμάτων που αφορούν τις διεθνείς πτυχές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αν και όλοι όσοι έχουν την λέξη «διεθνείς σχέσεις» στο ΦΕΚ διορισμού τους είναι τυπικά διεθνολόγοι, υπάρχουν διαφορές επιστημονικής αρμοδιότητας ανάλογα με την θέση που προκηρύσσεται και την εποπτεία που έχουν για το σύνολο του γνωστικού πεδίου ή εμβαθύνσεων επιμέρους θεμάτων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα: α) «Διεθνής Πολιτική Οικονομία», είναι ένα πράγμα η ανάλυση υπό το πρίσμα της θεωρίας διεθνών σχέσεων και άλλο η εξέταση υπό το πρίσμα τομεακών πτυχών όπως το διεθνές εμπόριο ή οι ξένες επενδύσεις. β) «Διεθνής Ασφάλεια», είναι ένα πράγμα η εξέταση περιβαλλοντολογικών πτυχών ή ζητημάτων λαθρομετανάστευσης ή ακόμη και τρομοκρατίας και άλλο οι σπουδές και αναλύσεις που εμπίπτουν στον σκληρό πυρήνα της θεωρίας διεθνών σχέσεων και στις στρατηγικές σπουδές. γ) «Διεθνείς σχέσεις και αποσχίσεις», είναι ένα πράγμα η εξέταση αυτού του ζητήματος από την σκοπιά του διεθνούς δικαίου και της εσωτερικής-εξωτερικής ασφάλειας του κράτους και άλλο η εξέτασή του με ιδεολογικούς όρους που υποστηρίζει επιστημονικά ασυνάρτητες θέσεις εδρασμένες πάνω σε συγκεχυμένες ιδεολογικοπολιτικές εκλογικεύσεις. δ) Πολιτικοί φιλόσοφοι: Είναι ένα πράγμα να ειδικεύεται κάποιος στην κλασική πραγματεία με ολιστική εποπτεία μέχρι τις μέρες μας και άλλο σε μερικές πτυχές της νεοτερικότητας ή ακόμη και στις απόψεις ενός μόνο φιλοσόφου. Νομικοί διεθνολόγοι: Είναι ένα πράγμα να ειδικεύεται κάποιος επί ζητημάτων φιλοσοφίας του δικαίου και άλλο για το δίκαιο των  συνθηκών ή το δίκαιο της θάλασσας ή το δίκαιο του περιβάλλοντος. Αν και όλοι είναι νομικοί διεθνολόγοι υπάρχουν διαφορές επιστημονικής αρμοδιότητας ανάλογα με την θέση που προκηρύσσεται και την εποπτεία που έχουν για το σύνολο του γνωστικού πεδίου ή εμβαθύνσεων επιμέρους θεμάτων. Κανείς θα μπορούσε να γεμίσει εκατοντάδες σελίδες για να εξηγήσει προσανατολισμούς, αποχρώσεις, διαφορές μεταξύ ολιστικής και αποσπασματικής μελέτης και κυρίως για να εξηγήσει ότι τα γνωστικά πεδία προσαρμόστηκαν σε προσωπικές προτιμήσεις κατακερματίζοντας ένα πεδίο που λογικά πρέπει να είναι ολιστικό και σφαιρικό, να εξετάζει δηλαδή τα τρία επίπεδα ανάλυσης (τον άνθρωπο, το κράτος, το διεθνές σύστημα) συνδέοντάς τα επιστημολογικά σωστά και βάσιμα. Ένας χρυσός κανόνας διασφάλισης σωστών ακαδημαϊκών-επιστημονικών ελέγχων είναι ότι ποτέ το μερικό δεν μπορεί να υπερφαλαγγίσει (και να κρίνει) το γενικό ενώ το αντίστροφο είναι νοητό. Για παράδειγμα, ο γνωρίζων θεωρία διεθνών σχέσεων μπορεί να κρίνει κάποιο που αναλύει τα Βαλκάνια σε αυτό που επικράτησε να λέγεται περιφερειακές σπουδές ενώ το αντίστροφο θα ήταν αλλόκοτο και επιστημονικά αντικανονικό.

2) Ευρωπαϊκές σπουδές: είναι ένα πράγμα να ειδικεύεσαι σε μια Κοινή πολιτική της ΕΕ και άλλο να διδάσκεις, γράφεις και ερευνάς το ζήτημα της ευρωπαϊκής διακυβέρνησης υπό το πρίσμα της θεωρίας ολοκλήρωσης ή αντίστοιχα τα ευρωστρατηγικά ζητήματα και τις ευρωατλαντικές σχέσεις υπό το πρίσμα των στρατηγικών δομών και των εθνικών στρατηγικών μικρών και μεγάλων δυνάμεων. Αν και όλοι ασχολούνται με την Ευρώπη υπάρχουν διαφορές επιστημονικής αρμοδιότητας ανάλογα με την θέση που προκηρύσσεται και την εποπτεία που έχουν για το σύνολο του γνωστικού πεδίου ή εμβαθύνσεων επιμέρους θεμάτων.

            Στο χώρο των κοινωνικών επιστημών για τον οποίο και μόνο μπορώ να αναφερθώ, θα μπορούσα να προσθέσω αναρίθμητα παραδείγματα όπου φαίνεται ότι το πολύ σημαντικό ζήτημα της επιλογής εκλεκτόρων και εισηγητών απαιτεί υψηλό αίσθημα ακαδημαϊκής ευθύνης,  αυστηρή προσκόλληση σε πάγια δεοντολογικά κριτήρια που θέλουν την επιστημονική κρίση αδιάφθορη και ανιδιοτελή και βάσιμες επιστημονικές αιτιολογήσεις. Ιδιαίτερα όσον αφορά το τελευταίο ζήτημα, δηλαδή της βασιμότητας των επιστημονικών αιτιολογήσεων (ως προς τις οποίες ο νόμος προικίζει τους ακαδημαϊκούς με το προνόμιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας που θέλει την επιστημονική κρίση μη ελεγχόμενη διοικητικά), δημιουργούνται πολύ σοβαρά προβλήματα όταν παρεισφρέουν, μεταξύ άλλων, διαπροσωπικές έριδες, ιδεολογικές σκοπιμότητες, σεκταριστικές επιστημολογικές προτιμήσεις, φιλοσοφική προκατάληψη υπέρ ομοϊδεατών, αντιμεταφυσικές ή αντίστροφα θεολογικές ερμηνείες για την θέση ή την ιεραρχία των πνευματικών και αισθητών στο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι και αντίθετες ιδεολογίες ή κοσμοθεωρίες που οδηγούν σε αντιθετικές επιστημονικές παραδοχές (π.χ. διεθνισμός versus κρατοκεντρισμός και διαφορετικές ερμηνείες ή παραδοχές κοινωνικοοντολογικών γεγονότων).

 

Δ. Ανάγκη επιστημονικών αιτιολογήσεων ακόμη μεγαλύτερης βαθμίδας αρμοδιότητας

 

Βαθμίδες ακόμη υψηλότερης αρμοδιότητας επιτυγχάνονται όταν συνεκτιμώνται αντικειμενικά επιστημονικά κριτήρια και παράγοντες που αφορούν τα ευρύτερα μορφικά χαρακτηριστικά και τα εξελισσόμενα περιεχόμενα ενός επιστημονικού κλάδου.

 

Για παράδειγμα: Οι λέξεις «διεθνές», «διεθνής», «πολιτική», «ιστορία» κτλ συνεκτιμώνται υπό το πρίσμα του κατά πόσο, λαμβάνοντας υπόψη το διδακτορικό, την έρευνα, την διδασκαλία και τις δημοσιεύσεις του εκλέκτορα, ο τελευταίος έχει την ευρύτερη δυνατή γνωστική εποπτεία του επιστημονικού πεδίου. Δηλαδή, του θεωρητικού κεκτημένου, των γνωσιολογικών ζητημάτων, των επιστημολογικών συζητήσεων, των περιπτώσεων και των διεπιστημονικών πτυχών που συζητήθηκαν στο παρελθόν ή εξετάζονται των επιστημονικών συζητήσεων. π.χ.: Ο Robert Gilpin είναι ονομαστικά «διεθνολόγος». Η διαδρομή του, όμως, δείχνει επαρκή εποπτεία της οικονομικής θεωρίας, της θεωρίας διεθνών σχέσεων, των ιστορικών περιπτώσεων και των φιλοσοφικών ζητημάτων που τίθενται στην ανάλυση των διεθνών σχέσεων και ασφαλώς την διεθνή πολιτική οικονομία την οποία αυτός και 2-3 άλλοι διεθνολόγοι θεωρούνται ταγοί και ιδρυτές. Ως εκλέκτορας είναι διαφορετικής βαθμίδας από ένα άλλο διεθνολόγο που είναι οικονομολόγος και στην διαδρομή του εξειδικεύτηκε σχεδόν αποκλειστικά στις διεθνείς χρηματοοικονομικές ροές

Δεν αναφερόμαστε στην «επιστημονική ή κοινωνική σημασία» αυτών ή άλλων επιστημονικών τομέων αλλά, ανάλογα με την διαδρομή ενός εκλέκτορα και την έκταση και βαθμίδα των ειδικεύσεων και δεξιοτήτων που τον καθιστούν λιγότερο ή περισσότερο αρμόδιο. Η ανεξαρτησία της ακαδημαϊκής κρίσης προσφέρει την δυνατότητα αιτιολογήσεων πολύ υψηλής στάθμης αλλά ταυτόχρονα, επίσης, δημιουργεί δυνατότητα στρεβλών αιτιολογήσεων και ή μεγάλων λαθών.

 

Ε. Άλλα επιστημονικά κριτήρια που θα μπορούσαν να συνεκτιμηθούν

 

Διαδρομή, έρευνα, διδασκαλία και δημοσιεύσεις εκλέκτορα ή μέλους εισηγητικής επιτροπής σε αναφορά με την φυσιογνωμία και την αποστολή ενός Τμήματος όπως προσδιορίζονται από τον νόμο.

Γενική αρχή. Οι κοινωνικές επιστήμες δεν είναι ακριβής επιστήμη ούτε μπορεί να προσδιοριστεί με ποσοτικές μεθόδους ή με την μονοσήμαντη συμβατική χρήση μιας λέξεως. Γι’ αυτό είναι αναγκαίο να γίνονται επιστημονικά βάσιμες και αδιάφθορες επιστημονικές κρίσεις και εκτιμήσεις. Η αιτιολόγηση των εκλεκτόρων και των εισηγητών απαιτεί συνδυασμό τόσο των αυστηρά τυπικών κριτηρίων όσο και των επιστημονικών κριτηρίων που αφορούν το περιεχόμενο, τα πεδία και την εξέλιξη ενός επιστημονικού τομέα.

Τα μέλη μιας ΓΣ ή ενός εκλεκτορικού σώματος είναι προικισμένα με ακαδημαϊκή ανεξαρτησία για να μπορούν να εκφράζουν βάσιμες και αιτιολογημένες επιστημονικές κρίσεις και εκτιμήσεις. Εξ αντικειμένου, υψηλά στην κλίμακα στέκονται οι βάσιμες και αδιάφθορες επιστημονικές κρίσεις και εκτιμήσεις. Όπως σε κάθε άλλη έκφανση της ανθρώπινης ζωής, ελλοχεύει πάντοτε ο κίνδυνος ιδεολογικών, διαπροσωπικών και άλλων ιδιοτελών κριτηρίων που διαφθείρουν την επιστημονική κρίση. Στην πρώτη περίπτωση η επιστημονική δραστηριότητα αναβαθμίζεται στην δεύτερη διαφθείρεται και οδηγείται στο τέλμα. Με διαφορετικά λόγια, η ποιότητα των επιστημονικών θεσμών και της επιστημονικής προόδου είναι αντιστρόφως ανάλογα της σκόπιμης ή ανεπίγνωστης διαφθοράς της επιστημονικής κρίσης και vice versa.

 

--------------------------------------------------------------------------------------------------------

Πανεπιστήμια: Περιμένοντας τους βαρβάρους, «είναι κι αυτοί μια κάποια λύση» Ιούνιος 2008.

Παναγιώτης Ήφαιστος – www.ifestosedu.gr [Η παράθεση σχολίων τερματίζεται σε αυτή την σελίδα. Η κύρια σελίδα και ότι ακολουθήσει για το ζήτημα της ευταξίας των πανεπιστημίων μεταφέρεται σε άλλη διεύθυνση: http://www.ifestosedu.gr/87UniversityBarbarianInvasion.htm - κλικ για μετάβαση) του παρόντος δικτυακού τόπου]

Σημείωση. Η ανάλυση που ακολουθεί αφορά ζωτικά την εύρυθμη και εύτακτη λειτουργία των πανεπιστημίων. Αφορά επίσης την προστασία του ακαδημαϊκού ασύλου και της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας από απρόκλητους και επικίνδυνους για την ζωή των καθηγητών και φοιτητών εισβολείς. Έγινε προσπάθεια να αποσταλεί σε όσους περισσότερους πανεπιστημιακούς συναδέλφους μπορούσα με σκοπό να υπάρξει ενδο-πανεπιστημιακή αλλά ελπίζω και ευρύτερη συζήτηση γύρω από την προστασία του πανεπιστημιακού ασύλου αλλά και τα αίτια απρόκλητων, βάρβαρων και επικίνδυνων πράξεων στους πανεπιστημιακούς χώρους.

 

Περιεχόμενα: 1. Τα γεγονότα. 2. Συγκλητικοί και ο Καβάφης. 3. Η ελληνική κοινωνία αρνείται να αντικρούσει την βαρβαρότητα. 4. Η βαρβαρότητα προσωποποιημένη. 5. Ανυπόληπτη πολιτεία και διολισθαίνοντες διανοούμενοι. 6. Τα αίτια της βαρβαρότητας. 7. Επιστροφή στο προ-πολιτικό μέλλον. 8. Το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα. Παράρτημα: Μεταγενέστερα σχόλια. Σχόλιο 7.6.2008. Η παράθεση σχολίων τερματίζεται σε αυτή την σελίδα. Η κύρια σελίδα και ότι ακολουθήσει για το ζήτημα της ευταξίας των πανεπιστημίων μεταφέρεται σε άλλη σελίδα στην διεύθυνση http://www.ifestosedu.gr/87UniversityBarbarianInvasion.htm)

 

Πολλά κροκοδείλια δάκρυα για τα επεισόδια στα πανεπιστήμια τίποτα όμως για την ταμπακιέρα, δηλαδή τα αίτια. Προσθέτω λοιπόν στα όσα ακούστηκαν την δική μου εκδοχή για τα γεγονότα και τα αίτια. Η κατάφορη παραβίαση του πανεπιστημιακού ασύλου και της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας από βαρβαρικές ορδές δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση. Εκτός του ότι τα γεγονότα ενέχουν βαθύτερες προεκτάσεις, σημειώνω πως κινδύνεψε η σωματική ακεραιότητα πολλών, συμπεριλαμβανομένης και αυτής του υπογράφοντος.

 

1. Τα γεγονότα: Οι 6 καθηγητές, μέλη της εφορευτικής επιτροπής για τις Πρυτανικές στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς στις 28 Μαίου 2008, βρισκόμασταν στην αίθουσα 106. Εντεταλμένα, νόμιμα και νομιμοποιημένα κάναμε το καθήκον μας εφαρμόζοντας το πιο δημοκρατικό μέτρο στην ιστορία των ΑΕΙ, την καθολική ψηφοφορία. Τις φήμες για τους επερχόμενους βαρβάρους ακολούθησε οχλοβοή και εντολές να κλειδώσουμε τις αίθουσες ψηφοφορίας. Η παραβίασή τους όμως ήταν εκκωφαντική. Η εισβολή φρενιασμένη και τρομερά βίαιη. Έξω, ο υπόλοιπος όχλος των εισβολέων ούρλιαζαν, έσπαζαν έπιπλα, απειλούσαν θανατηφόρα, πετούσαν βαριά αντικείμενα. Ρυθμικά, επίσης, έκραζαν ανθελληνικά συνθήματα. Αδιάντροπα εξύβριζαν την χώρα που τους θρέφει και τους θεσμούς της. Τα ίδια επαναλήφθηκαν στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας στις 4 Ιουνίου 2008 όταν οι Συγκλητικοί περικυκλώθηκαν και κρατήθηκαν σε απομόνωση επί δέκα ολόκληρες ώρες και στο Αριστοτέλειο του οποίου ο Πρύτανης τραυματίστηκε.

 

2. Συγκλητικοί και ο Καβάφης: Οι μανιασμένοι νεαροί ανέμιζαν τους λοστούς με τους οποίους έσπασαν τις πόρτες, έκλεψαν την μια κάλπη και τσάκισαν την άλλη, έβριζαν χυδαία και απειλούσαν. Κάποιος μεγαλύτερος σε ηλικία συντόνιζε! Δεν ήταν φοιτητές του Πανεπιστημίου Πειραιώς (ένα δύο ισχυρίστηκαν ότι είναι αλλά δεν το πιστεύω). Ήλθαν από άλλα πανεπιστήμια, όπως οι ίδιοι δήλωναν, και από τα Εξάρχεια. «Γιατί στην Σύγκλητο μια τέτοια απραξία;Τι κάθοντ’ οι Συγκλητικοί και δεν νομοθετούνε;» Διερωτήθηκε ο Καβάφης εδώ και ένα αιώνα για να απαντήσει αμέσως μετά: «Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα. Τι νόμους πια θα κάμουν οι Συγκλητικοί; Οι βάρβαροι σαν έλθουν θα νομοθετήσουν». Η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Πειραιώς στις 28 Μαίου 2008 και η πολιορκημένη Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Μακεδονίας στις 5 Ιουνίου 2008 τι έπραξαν;

 

3. Η ελληνική κοινωνία αρνείται να αντικρούσει την βαρβαρότητα. Ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Πειραιώς –προσωπικότητα μοναδικά οξυδερκής και διαυγής– μάταια τηλεφωνούσε ζητώντας βοήθεια. Όμως, ήταν αδύνατο να εισακουστεί. Για κάποιο μυστήριο λόγο η (ελληνική) κοινωνία μάλλον συμπαθεί την βαρβαρότητα (για θυμηθείτε λίγο τα ποσοστά συμπάθειας για τους τρομοκράτες της «17 Νοέμβρη»). Πολλά «μέσα μαζικής παράκρουσης», στηρίζουν την βαρβαρική βία, μιας και είναι ιδεολογικά κουρδισμένοι να στηλιτεύσουν προγραμματικά την «κρατική βία». Σε μικρά ή στρεβλά μυαλά δεν χωρεί η διάκριση μεταξύ άνομης βίας και νομιμοποιημένης βίας: Πολλοί ξεχνούν ή δεν ξέρουν πως από την νοερή εκείνη στιγμή που περάσαμε από την βαρβαρότητα στην εποχή του πολιτισμού, η άσκηση νομιμοποιημένης βίας στις ενδοκρατικές σχέσεις είναι προϋπόθεση ευταξίας και δικαιοσύνης και vice versa. Γι’ αυτό δεν κατανοούν το αυτονόητο, πως δηλαδή η άσκηση νομιμοποιημένης βίας –στην περίπτωσή μας η διαφύλαξη του ακαδημαϊκού ασύλου κατά εγκληματικών πράξεων– είναι προϋπόθεση πολιτισμένου πολιτικού βίου. Την δικαιοσύνη, εξάλλου, δεν την ορίζει ο καθείς με ένα λοστό στο χέρι ή μια μολότοφ. Αυτό είναι βαρβαρότητα. Στην εποχή του πολιτισμού ο καθείς αγωνίζεται για την δική του δικαιοσύνη –φιλελεύθερη, κομμουνιστική, σοσιαλιστική, ισλαμική ή όπως αλλιώς ορίζεται– στο πλαίσιο του συντεταγμένου και εύτακτου πολιτικού βίου.   

            Οι πολιτικοί, όμως, τι έκαναν; Μήπως δεν γνώριζαν ότι επίκειται άσκηση παράνομης βίας; Αυτοί παγίως σκέφτονται τις ψήφους. Οι αστυνομικοί, ο εισαγγελέας και όλοι οι άλλοι συλλήβδην συν-λειτούργησαν με την απάθειά τους. Έτσι, ενώ η παρέμβαση της πολιτείας μόνο σκοπό θα μπορούσε να έχει την προστασία του πανεπιστημιακού ασύλου από βαρβαρικές πράξεις, την διαφύλαξη της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας και την εφαρμογή των δημοκρατικών διαδικασιών, οι περισσότεροι έλληνες, για κάποιο μυστήριο λόγο πιστεύουν το αντίθετο.  Για να παραφράσουμε τον Καβάφη: Στην Ελλάδα «οι βάρβαροι τελικά νομοθετούν» και οι αρμόδιοι αδρανούν. Επιβάλλεται ο νόμος της ζούγκλας. Καταστάσεις προ-πολιτικές. Τα νεοβαλκανικά κράτη μιμούνται τα χειρότερα και παραμερίζουν τα καλύτερα του δυτικού νεοτερικού προτύπου.  

 

4. Η βαρβαρότητα προσωποποιημένη. Στην αίθουσα 106 του Πανεπιστημίου Πειραιώς, πάντως, αν και κινδυνεύσαμε, η αυτοάμυνα ήταν άσκοπη. Τυχόν δεξιότητές νομιμοποιημένης αυτοάμυνας κατά των 10 περίπου θρασύδειλων νεαρών θα προκαλούσε εισβολή του μανιασμένου όχλου που αριθμούσε δεκάδες ή και εκατοντάδες απειλητικούς και οπλισμένους τραμπούκους που ούρλιαζαν έξω από την αίθουσα. Κυριολεκτικά, εγκληματικά στοιχεία. Με λοστούς απειλούσαν να τραυματίσουν ή και να σκοτώσουν τους καθηγητές τους και τους φοιτητές του πανεπιστημίου. Τα μαύρα σακίδια περιείχαν μολότοφ, προειδοποιούσαν κάποιοι. Πετούσαν, επίσης, δολοφονικά βαρίδια από μόλυβδο. Η ακαδημαϊκή ανεξαρτησία και το άσυλο όπως αποδείχθηκε δεν προστατεύεται από την συντεταγμένη πολιτεία, κυρίως γιατί η ελληνική κοινωνία δεν το θέλει. «Οι εκκλήσεις των Συγκλητικών μας, για να παραφράσω ξανά τον Καβάφη, έμεναν χωρίς ανταπόκριση». Στην χώρα μας «οι βάρβαροι νομοθετούν και οι αρμόδιοι αδρανούν». Λίγο πιο κάτω από τα ερείπια της Ακαδημίας του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, η ιδιόμορφη και παντελώς ανορθολογική ελληνική δήθεν «προοδευτικότητα» θέλει την πολιτεία πνευματικά και θεσμικά κατεδαφισμένη και τους ακαδημαϊκούς θεσμούς έρμαιο αλητείας και βάρβαρης βιαιότητας. Δυστυχώς, δεν είχα κάμερα για να βγάλω την «φωτογραφία του αιώνα», την βάρβαρη εκείνη φάτσα του νεαρού νεόλληνα με το κοτσιδάκι και την κοντή γενειάδα που ανέμιζε εναντίον μου ένα χοντρό λοστό. Δεν είχα ούτε μαγνητόφωνο για να ηχογραφήσω τα βαρβαρικά ουρλιαχτά και τις ύβρεις κατά της πατρίδας μας. Τίθεται πάντως ένα σοβαρό ερώτημα που αφορά όλα σχεδόν τα προβλήματά μας: Τι φταίει για το γεγονός ότι από την δημοκρατία και τον Δήμο της κλασικής Πόλης, οπισθοδρομούμε σε στάδιο προ-πολιτικό, δηλαδή στην βαρβαρότητα: Σ’ ένα κόσμο δηλαδή όπου ο καθείς δυναμώνει με ένα λοστό και επιβάλλει τον δικό του νόμο. Τι ενσάρκωνε η μανιασμένη όψη του νεαρού με το κοτσιδάκι ο οποίος ανεμίζοντας τον λοστό έσπασε την πόρτα, εισέβαλε, κατάστρεψε και απείλησε την ζωή μας; Τι είχε στο μυαλό του; Ποιος είναι ο βιοψυχισμός του; Ποια είναι η «κοσμοθεωρία» του; Τι μεγάλες ιδέες μπήκαν σε μικρό μυαλό; Δεν φιλοδοξώ να απαντήσω εδώ αυτά τα μεγάλα ερωτήματα παρά μόνο να θίξω ακροθιγώς μερικές πτυχές.

 

5. Ανυπόληπτη πολιτεία και διολισθαίνοντες διανοούμενοι: Η ανυποληψία της πολιτείας οφείλεται σε τρία κυρίως αίτια. Κατά πρώτον, εδώ και πολλές δεκαετίες αν όχι αιώνες η κοινωνία μας θρέφεται από ιδεολογικά ρεύματα που αναμασούν «συνασπισμένοι» τρικυμισμένοι εγκέφαλοι οι οποίοι εργολαβικά υπονομεύουν την πνευματική μας υγεία. Το ιδεολογικό τους εκκρεμές κυμαίνεται, χωρίς ενδιάμεσους σταθμούς,  από τις σταλινικές διεθνιστικές νοοτροπίες στον διεθνισμό των συγκαιρινών ηγεμονικών δυνάμεων. Κυμαίνεται όπως λέμε στην καθομιλουμένη από τον σταλινισμό στον νεοφιλελευθερισμό. Ενδιάμεσες αφελείς και α-απολιτικές κοσμοπολίτικες αντιλήψεις επιτείνουν την σύγχυση. Έτσι, η σταθεροποίηση μιας αυτοδύναμης κοσμοθεωρίας που θα στηρίζει την εθνική ανεξαρτησία κωλύεται. Γιατί οι πολίτες να σέβονται και να αγαπούν την πατρίδα τους, δηλαδή τους θεσμούς της και την εθνική της ανεξαρτησία όταν κυριαρχεί μια αλλόκοτη προσδοκία που καλλιεργούν αναρίθμητοι επιτήδειου περί μιας επερχόμενης απροσδιόριστης παγκόσμιας πολιτικής ενότητας! Στον βωμό αυτής της αφελούς και φαντασιόπληκτης παγκοσμιότητας θυσιάζεται η πατρίδα!! Κατά δεύτερον, η πλανητικοποίηση πολλών φαινομένων λόγω τεχνολογίας δημιούργησε ένα αχανή διεθνικό χώρο στο εσωτερικό του οποίου, επειδή δεν υπάρχει κάποια νομιμοποιητική και ελέγχουσα κοινωνία, καταργήθηκε το Πολιτικό γεγονός, δηλαδή ο πολιτικός πολιτισμός. Αυτό γιατί Κοινωνικό γεγονός και Πολιτικό γεγονός είναι έννοιες αλληλένδετες και η διχοτόμησή τους οπισθοδρομεί τους ανθρώπους σε εποχές προ-πολιτικές, δηλαδή βαρβαρικές. Σ’ αυτόν τον εν πολλοίς κοινωνικά αχανή χώρο διεθνικά εκκολαπτήρια γεννούν τα αυγά εξωπολιτικών φιδιών που γλιστρούν ανεξέλεγκτα και διαφθείρουν τις κοινωνίες-στόχους. Στα κοινωνικά ανεξέλεγκτα διεθνικά παρασκήνια είναι φυσικό να «συνωστίζονται» πλήθος μωροφιλόδοξων, κατασκόπων, υπαλλήλων «υπηρεσιών», τρομοκρατών, λαθρεμπόρων, απατεώνων, κερδοσκόπων (όπως ο Σόρος), «συνταξιούχων» αξιωματούχοι ηγεμονικών δυνάμεων, καθηγητάκων τρίτης ή και τέταρτης τάξης και οι «διεθνικών πλανητικών ιεραπποστόλων». Χωρίς λογοδοσία αναπτύσσουν ρόλους, κάνουν «μελέτες», αμφισβητούν τις ανθρωπολογικές και οντολογικές προϋποθέσεις των ιθαγενών κρατών-στόχων και διεισδύουν σε πνευματικούς θεσμούς, «ιδρύματα», κρατικούς θεσμούς και κυρίως στα μέσα επικοινωνίας. Πρόκειται, ίσως, για το μεγαλύτερο πρόβλημα του μέλλοντος που η διεθνής διακυβέρνηση φαίνεται ανήμπορη να αντιμετωπίσει. Απλά, οι κοινωνικοί και πολιτικοί έλεγχοι αποδυναμώνονται ή εκμηδενίζονται. Δεν φτάνει που η δημοκρατία μας είναι έμμεση και ελλειμματική, η διόγκωση των διεθνικών δραστηριοτήτων συχνά καταργεί πλήρως την λαϊκή κυριαρχία. Έτσι, αναπόδραστα οι διεθνικοί δράστες εξωπολιτικών δραστηριοτήτων –βαθύτατων όμως πολιτικών προεκτάσεων– είτε καθίστανται καθολικά επιζήμιοι είτε μετατρέπονται σε εξαρτημένες μεταβλητές των ηγεμονικών συμφερόντων. Όλως περιέργως, οι «διεθνικοί καθοδηγητές», συχνά εξαρτώμενοι από ηγεμονικά κέντρα, μπορεί να διαφωνούν σε χίλια ζητήματα αλλά όλοι μαζί κηρύττουν στους ιθαγενείς των κρατών-στόχων το «ιδεώδες της παγκοσμιότητας» ως άμεσα προσφερόμενο, δήθεν, υποκατάστατο της εθνικής ανεξαρτησίας. Διασπείρουν ιδεολογικό δηλητήριο που ροκανίζει την κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένη τάξη και δικαιοσύνη και τους διακρατικά προσδιορισμένους διεθνείς θεσμούς. Κτυπούν στον πυρήνα του πνευματικού και πολιτικού ορθολογισμού των ανθρώπων: Η μανία του νεαρού με τον λοστό ο οποίος εισέβαλε στην αίθουσα 106 δεν λειτουργεί αυτόνομα. Είναι οργανική ανωμαλία των ιδεολογιών που ευρέως, πλατιά και βαθιά ζητούν οπισθοδρόμηση σε εποχές προ-πολιτικές. Είναι προϊόν πνευματικών ανωμαλιών που κραυγαλέα, ψιθυριστά ή υπονοούμενα υπονομεύουν την κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένη τάξη και δικαιοσύνη, παραμερίζουν τους κοινωνικούς ελέγχους και την λαϊκή κυριαρχία και ροκανίζουν την δημοκρατική νομιμότητα. Τονίζουμε την πασίδηλη αλήθεια: Δεν φταίει ο νεαρός με τον λοστό αλλά οι ηθικοί αυτουργοί. Εδώ και δεκαετίες, αν όχι εδώ και αιώνες, πολλοί λεγόμενοι κοινωνικοί επιστήμονες κραυγάζουν πως τα αίτια των προβλημάτων μας είναι το έθνος-κράτος και όχι αυτοί που το καταπολεμούν θέλοντας τον θάνατό του. Πολλοί κριτικοί κονστρουκτιβιστές που αυξάνονται πολλαπλασιαστικά στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, ενώνουν πλέον τα νήματα όλων των ανορθολογικών διεθνισμών, κοσμοπολιτισμών, νεοφιλελευθερισμών, ηγεμονισμών, ελιτιστικών δογμάτων και επαναστατικών ιδεών. [Στην Ελλάδα όλα αυτά βρίσκουν γόνιμο έδαφος. Η συναφής επισήμανση του Παναγιώτη Κονδύλη είναι καίριας σημασίας: «(για όσους από τον τα αριστερά παραληρήματα πέρασαν ευθέως στον νεοφιλελευθερισμό καταλήγοντας έτσι, αντί να καταγγέλλουν τον ιμπεριαλισμό να κεραυνοβολούν «κάθε εθνικισμό» και ενστερνιζόμενοι τον οικουμενισμό μέσω της ενιαίας παγκόσμιας αγοράς και των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων») «Δεν αναρωτιούνται ούτε ποιος θα τα ερμηνεύσει δεσμευτικά κάθε φορά τι σημαίνουν αυτά τα «δικαιώματα» στον συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, ούτε αν και πόσο δικαιολογείται ο «εθνικισμός» όποτε ένας μικρός θέλει να αντισταθεί στις αδηφάγες διαθέσεις ενός μεγάλου. Με τον τρόπο αυτό, ενώ ηθικολογούν αδιάκοπα, στην πραγματικότητα συμπαρατάσσονται με το δίκαιο του ισχυρότερου. Αλλά αν ο ηττημένος αποδεχόμενος όψιμα την ιδεολογία του νικητή γίνεται συχνά ο γελοιωδέστερος και γλοιωδέστερος φορέας της, δεν είναι βέβαια ο πρωταρχικός εμπνευστής και θεμελιωτής της. Η «αριστερά» έχοντας μετατραπεί σε ουραγό ή σφογγοκωλάριο του αμερικανισμού, δεν αντλεί πλέον από ό,τι ζωντανότερο είχε η μαρξιστική παράδοση, δηλαδή την ανελέητη απομυθοποίηση των φιλελεύθερων ιδεολογημάτων, αλλά τρέφεται από μια κοινωνική θεωρία που εν μέρει αντικατοπτρίζει και εν μέρει συγκαλύπτει εξιδανικευτικά τις πραγματικές σχέσεις ισχύος μέσα στην δυτική μαζική δημοκρατία». (έμφαση δική μου). Είναι να απορεί κανείς γιατί πολλοί κατεστημένοι νεοέλληνες διανοούμενοι δεν συμπαθούν τον Κονδύλη; Παραμένει το γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι δεν αρέσκονται να ακούνε σκληρές αλήθειες.]

 

6. Τα αίτια της βαρβαρότητας: Την ύστερη εποχή των μεγάλων ανορθολογικών οικουμενικίστικων κοσμοθεωριών που επιχείρησαν να καταργήσουν το έθνος-κράτος ως θεσμό συλλογικής ελευθερίας για να επανιδρύσουν ηγεμονικές δυναστείες, την διαδέχθηκε τις δύο τελευταίες δεκαετίες η εποχή των τερατωδών διεθνικών ιδεολογημάτων που εκκολάπτονται στα προαναφερθέντα εξωπολιτικά διεθνικά παρασκήνια. Σταθερά και συστηματικά ερήμην των κοινωνιών ροκανίζουν τις ανθρωπολογικές προϋποθέσεις της εθνικής τους ανεξαρτησίας και των θεσμικών τους ερεισμάτων. Στα προαναφερθέντα διεθνικά χαλκεία και στα παραρτήματα-«ιδρύματα» που δημιουργούνται σε χώρες ιθαγενών υποψήφιων θυμάτων, στήνονται προπαγανδιστικοί μηχανισμοί συχνά επιστημονικά μεταμφιεσμένοι που βάλλουν κατά κάθε κοινωνιοκεντρικά κτισμένου εθνικού-κρατικού ερείσματος. Στην «Βαλκανική γειτονιά μας» αναπτύσσονται ασταμάτητα εξωπολιτικοί –και γι’ αυτό πολιτικά τερατώδεις– διεθνικοί ηγεμονικά ελεγχόμενοι ιδεολογικοί μηχανισμοί προπαγάνδας και χειραγώγησης. Φανερά ή υπόγεια, είναι προσανατολισμένοι στο ροκάνισμα του πολιτισμού μας, της γλώσσας μας, της ιστορίας μας και κάθε ερείσματος που στηρίζει και που δυναμώνει την κοινωνία, το πολιτικό μας σύστημα και την δημοκρατία μας (όλα αυτά τα πολύτιμα αγαθά είναι πλέον γνωστό πως αποτελούν κύριο στόχο της στρατηγικής μαλακής ισχύος των ηγεμονικών δυνάμεων). Επειδή σκοπός μου δεν είναι να καταδικάσω κίνητρα και προθέσεις, στέκομαι μόνο σε όσους πιστεύουν πως η «κυριαρχία τελείωσε» και πως όλοι πρέπει να γίνουμε «πολίτες του κόσμου» για να πάψουμε, με τον ένα ή άλλο τρόπο, να πιστεύουμε στην πατρίδα μας, στους θεσμούς της και στην εθνική ανεξαρτησία της. Μονότονα μας καλούν να μεταβούμε στο πανύψηλο βουνό των ψευδαισθήσεών τους και των παραισθήσεών τους. Γνώμες συχνά ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένες δημιουργούν ένα μεγάλο πνευματικό σκουπιδότοπο μέσα στον οποίο μας υποχρεώνουν να κολυμπούμε. Τι να αναφέρω και τι να παραλείψω; Ενδεικτικά μόνο, αναφέρω επιγραμματικά γνωστές ύστερες περιπτώσεις που φωτίζουν λίγο το πρόβλημα οίκοι: α) Στο Αιγαίο φταίει η φιλειρηνική Ελλάδα και όχι ο επιθετικός και παρανομών «Άλλος» που ελέω ισχύος και ενάντια στο διεθνές δίκαιο θέλει να επιβληθεί. β) Φταίνε οι «τρομοκράτες» του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της Κύπρου και όχι οι βρετανοί αποικιοκράτες. Οι τελευταίοι εφάρμοζαν πολιτική … προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δηλαδή, πολιτική ανθρωπίνων δικαιωμάτων εφάρμοζαν οι Βρετανοί όταν απαγχόνισαν τον δεκαοκτάχρονο Ευαγόρα Παλληκαρίδη (μια από τις μεγαλύτερες μορφές όλων των εποχών ταγμένο ποιητικά και αγωνιστικά στην ιδέα της ελευθερίας). γ) Οι Αμερικανοί επίσης προστάτευαν τα ανθρώπινα δικαιώματα με το να βομβαρδίσουν και να ισοπεδώσουν τα Βαλκάνια και «γι’ αυτό τώρα η Σερβία «πρέπει» να διχοτομηθεί». δ)  Φταίνε οι έλληνες «υπερπατριώτες» και όχι οι σκοπιανοί «μακεδόνες». ε) Το φασιστοειδές σχέδιο Αναν, ήταν θεόπεμπτη μάννα (μιας και αν το δεχόμασταν η ανθρωπότητα θα εισερχόταν, επιτέλους, στην … «μεταεθνική εποχή», όπως χαρακτηριστικά έγραψε γνωστός φιλόσοφος σε κυριακάτικο φύλλο). ζ) Η βαλκανική ιστοριογραφική ανεκδοτολογία, εξάλλου, στην οποία ενεπλάκησαν ακόμη και τα «ιδρύματα Σόρος», επιχείρησε να πείσει τους Βαλκάνιους ιθαγενείς πως η Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν μια περίπου αγαθή διοικητική δομή στην οποία μάλλον πρέπει να οπισθοδρομήσουμε αποδεχόμενοι τις νέο-Οθωμανικές αξιώσεις της Άγκυρας. Με τέτοιες ιδεοληψίες δεν είναι να απορεί κανείς γιατί μίλησαν για συνωστισμό ανυπόμονων ταξιδιωτών στην προκυμαία της Σμύρνης. Στο πλαίσιο της ειρηνικής παγκοσμιότητας των φαντασιώσεών τους, βλέπετε, όλα θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν και η εθνική ανεξαρτησία θα πρέπει να ροκανιστεί –αρχίζοντας από τις κοσμοθεωρίες που γέννησαν οι αγώνες ελευθερίας– για να επέλθει η ποθούμενη παγκόσμια ενότητα. Η ασυναρτησία  στον χώρο των λεγόμενο κοινωνικών επιστημών δεν έχει όρια, κάτι που δυστυχώς οι υποκείμενες κοινωνίες δεν γνωρίζουν θεωρώντας τους επιστημονικούς τίτλους αμάχητο, δήθεν, τεκμήριο εγκυρότητας και αξιοπιστίας.

 

7. Επιστροφή στο προ-πολιτικό μέλλον: Ας το καταλάβουμε καλά: Επιστροφή σε προ-πολιτικές ιδέες που στο όνομα κάποιας οικτρά λανθασμένης άποψης θεωρούν το έθνος-κράτος και τους θεσμούς του αναλώσιμα προϊόντα, οδηγούν σε πλείστες όσες πολιτικές ανωμαλίες και καταργούν τον ενδοκρατικό και διακρατικό πολιτικό πολιτισμό. Το ότι τον εικοστό αιώνα τόσοι πολλοί πείστηκαν για το αντίθετο προκαλώντας εκατόμβες δεν αναιρεί το πασίδηλο για κάθε καθαρό μυαλό γεγονός πως πολιτικός πολιτισμός σημαίνει στήριξη των συλλογικών θεσμών ελευθερίας των ανθρώπων (των εθνικών-κρατικών κοσμοθεωρητικών και ηθικοκανονιστικών δομών) και πάλη για μια ορθολογιστική διεθνή διακυβέρνηση διαμέσου των διεθνών θεσμών και τους διεθνούς δικαίου για να εμπεδώνεται και εκπληρώνεται η διεθνής νομιμότητα. Τα υπόλοιπα είναι περιττά, ανούσια και άσκοπα εκτός και αν κανείς μπορεί να προτείνει αξιόπιστα το πώς θα επιτευχθεί αναίμακτα μια παγκόσμια ενότητα. Εν τούτοις, βουνά πνευματικών σκουπιδιών μας ταλανίζουν με ιδέες περί του αντιθέτου. Στο όνομα … «μεταεθνικής εποχής» των παραισθήσεών τους ευνοούν την κατεδάφιση του κράτους, των θεσμών, των κοσμοθεωριών και της πολιτειακής νομιμοφροσύνης. Προ-πολιτικές ιδέες που αρνούνται να συμπαθήσουν το έθνος-κράτος εδώ και δεκαετίες, αν όχι εδώ και αιώνες, εκτρέφουν την άποψη πως καταστρέφοντας τα οντολογικά και ανθρωπολογικά θεμέλια των συγχρόνων πολιτειών και υπονομεύοντας την πίστη και την νομιμοφροσύνη σ’ αυτή θα φέρουν, δήθεν, την παγκόσμια ειρήνη, κοινωνική δικαιοσύνη και σταθερότητα.  Η αρρωστημένη περιρρέουσα συνονθυλευματική οικουμενικίστικη ατμόσφαιρα λειτουργεί αντίρροπα σε κάθε ορθολογιστική αντίληψη που θέλει τους πολίτες να θρέφουν πίστη και νομιμοφροσύνη στο έθνος-κράτος, δηλαδή στον πυλώνα της ανθρώπινης αυτοοργάνωσης και της πολιτισμένης διεθνούς πολιτικής ζωής. Έτσι, πολλοί οδηγούνται ίσαμε τις λογικές συνέπειες των ανεδαφικών και ανορθολογικών ιδεών τους, δηλαδή, γίνονται θιασώτες ηγεμονικών δογμάτων: Άλλοτε ρητά και άλλοτε ψιθυριστά ποθούν τον «ηγεμόνα σταθεροποιητή», τουτέστιν, την επιστροφή στην προ-πολιτική εποχή, δηλαδή στην βαρβαρότητα, αρχίζοντας από την αποδυνάμωση και κατεδάφιση των θεσμών ελευθερίας των κοινωνιών, δηλαδή των εθνών-κρατών. Δεν ήταν τυχαίο, για να το πω διαφορετικά, το γεγονός ότι εκατομμύρια στήριξαν στα τυφλά οικουμενικισμούς όπως αυτούς του Χίτλερ, του Στάλιν και εσχάτως των αμερικανών «ανθρωπιστών» ηγετών της μεταψυχροπολεμικής εποχής. Μόνο άμα κατανοήσουμε τις βαθύτατες πνευματικές και πολιτικές ασθένειες της εποχής μας μπορούμε να κατανοήσουμε την βάρβαρη έκφραση του νεαρού που εισέβαλε στο εκλογικό κέντρο 106 του πανεπιστημίου, την πολιορκία των Συγκλητικών και τον τραυματισμό του Πρύτανη στην Θεσσαλονίκη. Για να παραφράσουμε ξανά τον Καβάφη, στον κόσμο της ιδεολογικής παράκρουσης που μας δημιουργούν εξωπολιτικοί ιεραπόστολοι της ισοπεδωτικής παγκοσμιότητας,  «Τι νόμους πια θα κάμουν οι Συγκλητικοί; Οι βάρβαροι σαν έλθουν θα νομοθετήσουν».

 

8. Το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα: Λογικά, πολλοί από όσους θα διαβάσουν τις παρούσες εξόφθαλμα λογικές θέσεις –όχι γιατί είπα κάτι σπουδαίο αλλά απλά γιατί είναι πασίδηλα ορθές για όσους έχουν μάτια να κοιτάξουν γύρω τους ή αυτιά για να ακούσουν την «βοή των γεγονότων»– θα συμφωνήσουν. Γιατί όμως, μερικοί από αυτούς που θα συμφωνούσαν θα προτιμούσαν, εν τέλει, να το παίξουν «δίπορτο», επιτήδειοι ουδέτεροι, ισορροπιστές σχοινοβάτες και «ψύχραιμοι» ή «μετριοπαθείς» παρατηρητές που φορούν ωτοασπίδες για να μην ακούνε τις βαρβαρικές βοές. Επειδή δεν μπορώ να κατέβω στην άβυσσο του βιοψυχισμού του καθενός, παρατηρώ απλά ότι αναρίθμητοι άνθρωποι αν και έχουν μάτια για να δουν και αυτιά για να ακούσουν βυθίζονται στον ανορθολογισμό της περιρρέουσας «πολιτικής ορθότητας». Της αλλόκοτης αυτής «ορθότητας» που δημιουργεί κατηγορίες, ιεραρχίες και αποχρώσεις στάσεων και συμπεριφορών. Καταναγκάζει, πειθαναγκάζει ή πείθει του ανθρώπους να κλείνουν τα μάτια, να φορούν ωτοασπίδες, να σχοινοβατούν συμφεροντολογικά, να υιοθετούν φαντασιόπληκτα φιλοσοφικά δόγματα και να κυνηγούν νομιμοποιητικές περγαμηνές «προοδευτικότητας» ή κάτι άλλο τέλος πάντως αντίστοιχο. Δαιδαλώδεις και τερατώδεις εξωπολιτικοί μηχανισμοί ιδεολογικής ποδογέτησης που με τον ένα ή άλλο τρόπο εξυπηρετούν νεοβάρβαρα ηγεμονικά δόγματα καλλιεργούν την αυταπάτη της επερχόμενης παγκόσμιας ενότητας τραβώντας σαν μαγνήτης ένα όχλο ανορθολογικών διψασμένων διεθνιστών, κοσμοπολιτών και ιεραποστόλων μιας (αγνώστου περιεχομένου και λοιπών στοιχείων) «παγκόσμιας ειρήνης». Προϋπόθεση να φτάσουν σε κάποιου είδους αταξική ή φιλελεύθερη όαση είναι η προσχώρηση σε παραδοχές που σε ποικίλες βαθμίδες και αποχρώσεις αμφισβητούν, αντιπαθούν ή και μισούν την πατρίδα, τους θεσμούς της και την εθνική τους ανεξαρτησία. Ροκανίζουν, έτσι, όλοι μαζί, το κλαδί πάνω στο οποίο και αυτοί κάθονται. Ροκανίζουν την πατρίδα τους, του θεσμούς του έθνους-κράτους στο οποίο ανήκουν και μαζί με αυτό τον ενδοκρατικό και διακρατικό ορθολογισμό πάνω στον οποίο και μόνο μπορεί να στηριχτεί μια διεθνής διακυβέρνηση. Αυτά σκεφτόμουν όταν αντίκρισα τον μανιασμένο νεαρό που εισέβαλε στο εφορευτικό κέντρο ανεμίζοντας τον λοστό. Καταστάσεις προ-πολιτικές, σκέφτηκα. Αναλογίστηκα, επίσης, πως αν γράψω το παρόν θα ήταν υπό τις συνθήκες άνευ νοήματος. Το προαναφερθέν ιδεολογικό εκκρεμές είναι καλά στημένο και προγραμματισμένο να επενεργεί με μαθηματική ακρίβεια. Στα δύο άκρα της ταλάντωσης παραμονεύουν οι ηγεμόνες της κάθε συγκυρίας για να εκμεταλλευτούν την αφέλεια προς ίδιο όφελος. Ενδιαμέσως οι άνθρωποι άγονται και φέρονται, «συνωστίζονται» σε στενόχωρες ιδεολογικές παραδοχές και συνολικά εθελοτυφλούν μπροστά στον συμφέρον τους. Ανήμποροι από το γεγονός ότι το κεφάλι τους κατάντησε πνευματικός σκουπιδότοπος, δεν βλέπουν ότι αφού οι ίδιοι αγωνίστηκαν για να αποκτήσουν μια εθνικά ανεξάρτητη πατρίδα, καλά θα κάνουν να την στηρίξουν χωρίς ενδοιασμούς και χωρίς αμφιταλαντεύσεις. Δεν βλέπουν επίσης ότι καμιά απολύτως παγκόσμια ενότητα δεν επέρχεται και πως η ειρήνη και οι ειρηνικές συναλλαγές περνάνε μέσα από ισχυρές εθνικές-κρατικές κοσμοθεωρίες και ηθικοκανονιστικές δομές οι οποίες, εξάλλου, αποτελούν προϋπόθεση μιας διεθνούς διακυβέρνησης συμβατής με το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς συμβάσεις Άλλα είναι τα αίτια πολέμου, αλλά οι άμοιροι αδυνατούν να τα κατανοήσουν. Φαύλος κύκλος φαύλων ιδεών -δηλαδή στοχαστικά διεφθαρμένων ιδεών λόγω πολέμων, ατελειών των κοινωνικοπολιτικών συστημάτων, σύγχυσης και άγνοιας για τα πραγματικά αίτια των ενδοκρατικών και διακρατικών προβλημάτων - τελικά οπλίζει νεαρούς με λοστούς, μολότοφ και τους γεμίζει αντιπατριωτικές αντιδραστικές παραδοχές και αντιλήψεις. Με τον λοστό στο χέρι ο νεαρός που εισέβαλε στο εκλογικό κέντρο νόμιζε πως σκοτώνοντας ή τραυματίζοντας τους καθηγητές και τους φοιτητές άλλαζε τον κόσμο. Τι αφέλεια, τι άγνοια! Για ποιο άλλο λόγο θα μπορούσε να στραφεί κατά της πατρίδας του και των θεσμών της; Τα κροκοδείλια δάκρυα και οι καθυστερημένες ανιαρές καταδίκες της βίας που έκαναν πολλοί ηθικοί αυτουργοί είναι το σύνηθες κερασάκι στην τούρτα ενός γενικευμένου πλέον ανορθολογισμού.  

            Αναρτημένο στον δικτυακό τόπο www.ifestosedu.gr στην διεύθυνση http://www.ifestosedu.gr/23.htm

------------------

Παράρτημα: μεταγενέστερα σχόλια

Σχόλιο 7.6.2008. Όπως σημειώνω στην αρχή το πιο πάνω κείμενο στάλθηκε στις 6.6.2008 σε όσους πανεπιστημιακούς μπορούσα να το αποστείλω και σε όσους φορείς έκρινα ότι σχετίζονται με το ζήτημα. Έγιναν μόνο μερικές μικρές αλλαγές διορθωτικού και διευκρινιστικού χαρακτήρα. Οι απαντήσεις είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες. Βασικά, οι αντιδράσεις χωρίζονται σε απόλυτα αρνητικές και απόλυτα θετικές. Οι πρώτες (μόνο δύο μέχρι στιγμής), από συναδέλφους των θετικών επιστημών. Οι δεύτερες προέρχονται κυρίως από ομότεχνούς μου των κοινωνικών επιστημών.

            Παρακάμπτοντας κάποιους χαρακτηρισμούς των αρνητικών αντιδράσεων που με αφήνουν παγερά αδιάφορο, σημειώνω ότι αυτό που από καιρό θέλω να κάνω, φαίνεται ότι αγγίζει το νεύρο πολλών ιδεολογικών απόψεων. Δηλαδή, να εξηγήσω ότι το σύνολο των διεθνιστικών και κοσμοπολίτικων απόψεων της ιστορικής διαδρομής αποτέλεσε στοχαστική και πολιτική ανωμαλία στην οποία οφείλονται και τα περισσότερα δεινά των ανθρώπων. Αν και το ζήτημα αυτό το άγγιξα εις βάθος στην τελευταία μου εκτενή μονογραφία, πολλά έχω να πω ακόμη. Αυτό που θέλω να τονίσω εδώ είναι ότι κρίνω πως οι δύο αρνητικές αντιδράσεις είναι παρεξηγημένες. Πιο συγκεκριμένα, μπορεί οι επιστημονικές εκτιμήσεις που κάνω για τον ρόλο του διεθνισμού-κοσμοπολιτισμού να ενέχουν αξιολογικές προεκτάσεις οι οποίες σε μερικούς αρέσουν και σε μερικούς όχι, αλλά δεν πρόκειται για προσωπική γνώμη αλλά πόρισμα μακρόχρονου στοχασμού και μελέτης της διαδρομής του διεθνούς συστήματος. Εκτός και αν οι επιστημονικές μου εκτιμήσεις είναι αβάσιμες –δεν το αποκλείω και γι’ αυτό είμαι ολάνοικτος για διάλογο– οι θέσεις αυτές καθαυτές δεν θεωρώ ότι είναι αξιολογικού χαρακτήρα. Στηρίζονται σε ηθικά αμάχητα κριτήρια, όπως υποστήριξα στην τελευταία μου μονογραφία, που περιγράφουν τις οντολογικές και ανθρωπολογικές διαμορφώσεις του σύγχρονου κόσμου και την διεθνή κανονιστική τάξη. Σημειώνω μόνο ότι θα συνέβαινε το αντίθετο αν ίσχυαν τρία πράγματα. Απλοποιώ τις αναφορές όσο μπορώ και ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ανατρέξει σε εκτενέστερα κείμενα.

            Πρώτον, «δεν υπάρχουν πολλές κοινωνικές οντότητες στον πλανήτη αλλά μια». Όπως είναι ευνόητο αυτό καταρρίπτεται εύκολα με μια απλή κοινωνιολογική και ανθρωπολογική ματιά στον παγκόσμιο χάρτη. Καταρρίπτεται επίσης και από το γεγονός πως κοινωνική ομοιότητα μεταξύ δύο σύγχρονων ανεξαρτήτων κρατών θα οδηγούσε ακαριαία σε αξίωση συνένωσή τους (τοπική ή παγκόσμια ανάλογα με την περίπτωση). Καμιά κοινωνία όμως δεν φαίνεται να είναι πρόθυμη να εγκαταλείψει την κρατική της κυριαρχία και να ενωθεί με κάποια άλλη. Αν κάποιος έχει αντίθετη πληροφορία να την προσκομίσει για να αλλάξουμε τις θεωρητικές μας παραδοχές, ότι δηλαδή  στην βάση κάποιου είδους αλτρουιστική αντίληψη συνενώνονται κοινωνίες και κράτη (Ας μη αναφέρει κανείς  την ΕΕ γιατί θα τον παραπέμψω σε τουλάχιστον 3000 αναλύσεις εκ των οποίων τουλάχιστον 9 βιβλία δικά μου που καταμαρτυρούν το αντίθετο).

            Δεύτερον, «οι κοινωνίες δεν αξιώνουν πολιτική κυριαρχία, δηλαδή εθνική ανεξαρτησία». Και αυτό, χωρίς να χρειαστώ να εισέλθω στις περίπλοκες μακροϊστορικές αναλύσεις των μονογραφιών μου, σημειώνω ότι καταρρίπτεται με απλή ιστορική γνώση. Πάντως, για όποιον δεν το γνωρίζει, το καταθέτω: Επαληθεύεται πραγματολογικά ότι σε όλες ανεξαιρέτως τις μακραίωνες αυτοκρατορικές και ηγεμονικές εποχές όσες κοινωνίες ήταν επαρκώς ανθρωπολογικά συνεκτικές αγωνίζονταν για την ανεξαρτησία τους. Μόνο η γενοκτονική εξολόθρευσή τους έφερνε παύση της αξίωσης πολιτικής κυριαρχίας κατά των ηγεμονικών κατεξουσιασμών.

            Τρίτον, «η παγκοσμιότητα και η παγκόσμια πολιτική ενότητα είναι εφικτή και επικείμενη». Όποιος το πιστεύει είναι έχει θέσεις και αντιλήψεις που είναι εξόφθαλμα λανθασμένες για δύο κυρίως λόγους: α) Δεν έκαναν αγώνα ανεξαρτησίας οι κοινωνίες –γύρω στις 200 σήμερα είναι πολιτικά κυρίαρχες– για να αφήσουν την αυτονομία τους έρμαιο της ισχύος επίδοξων ηγεμόνων. Η εθνική ανεξαρτησία είναι εξ ορισμού αντι-ηγεμονική έννοια και συνώνυμη της ελευθερίας όπως εξάλλου επακριβώς και νομικά δεσμευτικά προβλέπει το διεθνές δίκαιο και οι καταστατικοί χάρτες των Διεθνών Θεσμών. Αν κανείς πιστεύει το αντίθετο, ότι δηλαδή το διεθνές δίκαιο και οι διεθνείς θεσμοί είναι διεθνιστικού ή κοσμοπολίτικου χαρακτήρα κάνει πολύ μεγάλο λάθος και του συνιστώ μελέτη μερικών καλών διεθνολογικών κειμένων.

     Τώρα, δεν ευθύνομαι εγώ για την διεθνιστική ιδεολογική κατήχηση δισεκατομμυρίων ελλήνων και ούτε είναι πειθαναγκαστικό για ένα ακαδημαϊκό να σέρνεται από τη μύτη από επιφανείς στοχαστές που έκαναν γιγαντιαία επιστημονικά λάθη οδηγώντας τους λαούς σε γιγαντιαίες συγκρούσεις και εκατόμβες με πρόσχημα, ελπίδα ή ύπουλο σκοπό την παγκόσμια ενότητα. Γιατί εξάλλου θα πρέπει κανείς να συζητεί άσκοπα όταν τέτοια ζητήματα επιλύθηκαν επιστημονικά εδώ και πολλές δεκαετίες. Ιδιαίτερα αν σταθούμε στην σύγχρονη και ύστερη εποχή, ακόμη και στοχαστικά νήπια μπορούν να δουν πως η υλιστικά δομημένη παγκόσμια αταξική ενότητα ήταν, στην καλύτερη περίπτωση, ήταν μια περιττή ουτοπία που προκάλεσε μεγάλα δεινά σε εκατομμύρια ανθρώπους. Το ίδιο ισχύει για τις παιδαριώδεις αντιλήψεις –κατά βάση προπαγανδιστικές των δυτικών δυνάμεων κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα και κυρίως της μεταψυχροπολεμικής εποχής– για την ενοποίηση του πλανήτη ή εγκαθίδρυση ειρηνικών σχέσεων μεταξύ των κρατών μέσα από αισθητικές σχέσεις και εμπορικές συναλλαγές. Σημειώνω μόνο ότι με τέτοιες προσχηματικές αιτιάσεις οι αγγλοσάξονες προχώρησαν σε δεκάδες γενοκτονίες βασικά εξολοθρεύοντας τα γηγενή έθνη της Βορείου Αμερικής (για δική μου ανάλυση βλ. Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, από την ιδεαλιστική αθωότητα στο πεπρωμένο του έθνους, Εκδόσεις Οδυσσέα, 1994).

     Τελειώνω εδώ το σημερινό σχόλιό μου λέγοντας ότι όσοι ενδιαφέρονται θα μπορούν να βρουν πολλά σε επερχόμενα κείμενά μου, μεταξύ άλλων, για τον ρόλο των κοινωνικών επιστημών, για τους μηχανισμούς ποδογέτησής τους που στήνονται στα διεθνικά παρασκήνια, για τον ούτως ή άλλως ολισθηρό στίβο των διεθνιστικών ιδεών, για τις μεγάλες αυταπάτες και στοχαστικές απάτες, για τα γιγαντιαία επιστημονικά σφάλματα επιφανών διανοουμένων στους οποίους πολλοί πίστεψαν και θυσιάστηκαν και για τα κύρια αίτια που προκαλούν τόσο ενδοκρατικές όσο και διακρατικές κακουχίες. Οι θέσεις που εξέφρασα στο αρχικό μου κείμενο δεν τις σκέφτηκα χθες και συνιστώ στους ενθουσιώδεις θιασώτες της κατεδάφισης της ενδοκρατικής και διακρατικής τάξης-δικαιοσύνης να ηρεμήσουν. Εγώ θα αγωνίζομαι για το δικαίωμά τους για ελεύθερη θέση αλλά θα πρέπει αν είναι καλόπιστοι να συζητήσουν λογικά και ψύχραιμα για τα αίτια που νεαροί με λοστούς και μολότοφ παραβίασαν το πανεπιστημιακό άσυλο, έβριζαν τους θεσμούς μας και ήταν έτοιμοι ακόμη και να σκοτώσουν τους φοιτητές και τους καθηγητές των πανεπιστημίων. Τα κύριο αίτιο, επαναλαμβάνω ξανά και θα επανέλθω, είναι γιατί πιστεύουν πως θα προκύψει κάτι καλό ή υπάρχει κάτι που είναι εφικτό και εναλλακτικό στην εθνική-κρατική δόμηση του πλανήτη. Όπως φρόντισα να τονίσω πιο πάνω: «Πολλοί ξεχνούν ή δεν ξέρουν πως από την νοερή εκείνη στιγμή που περάσαμε από την βαρβαρότητα στην εποχή του πολιτισμού, η άσκηση νομιμοποιημένης βίας στις ενδοκρατικές σχέσεις είναι προϋπόθεση ευταξίας και δικαιοσύνης και vice versa. Γι’ αυτό δεν κατανοούν το αυτονόητο, πως δηλαδή η άσκηση νομιμοποιημένης βίας –στην περίπτωσή μας η διαφύλαξη του ακαδημαϊκού ασύλου κατά εγκληματικών πράξεων– είναι προϋπόθεση πολιτισμένου πολιτικού βίου. Την δικαιοσύνη, εξάλλου, δεν την ορίζει ο καθείς με ένα λοστό στο χέρι ή μια μολότοφ. Αυτό είναι βαρβαρότητα. Στην εποχή του πολιτισμού ο καθείς αγωνίζεται για την δική του δικαιοσύνη –φιλελεύθερη, κομμουνιστική, σοσιαλιστική, ισλαμική ή όπως αλλιώς ορίζεται– στο πλαίσιο του συντεταγμένου και εύτακτου πολιτικού βίου». Δεν βλέπω, πραγματικά, ποιος και πως μπορεί να έχει αντίρρηση σε μια τόσο πασίδηλα λογική θέση.

 

Για τις πολλές δεκάδες συναδέλφων που ήδη έστειλαν επιδοκιμαστικά σχόλια θέλω να πω ότι έχω την αίσθηση πως τόσο τα πολλά μηνύματά τους όσο και η αίσθηση από συνομιλίες με συναδέλφους δεν μου αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία ότι η συντριπτική πλειονότητα των πανεπιστημιακών θέλουν να προστατευτεί το πανεπιστημιακό άσυλο από την βία και την εγκληματικότητα. Γι' αυτό και θα πρέπει να ευαισθητοποιήσουμε την ελληνική κοινωνία.

 

Τέλος, όποιος έχει βάσιμα επιχειρήματα να αντικρούσεις τις πιο πάνω θέσεις λογικά και επιστημονικά, του προσφέρω την παρούσα ή μια άλλη σελίδα του παρόντος δικτυακού τόπου για να αρχίσουμε ουσιαστική συζήτηση.

 

Σημείωση: Η κύρια σελίδα και ότι ακολουθήσει για το ζήτημα της ευταξίας των πανεπιστημίων μεταφέρεται σε άλλη διεύθυνση: http://www.ifestosedu.gr/87UniversityBarbarianInvasion.htm - κλικ για μετάβαση) του παρόντος δικτυακού τόπου]

 

-------------------------------------------------------------------------------------------------------

«Εγκύκλιος σχετικά με την εφαρμογή του ΠΔ 226/2007» - Νέες ρυθμίσεις για τα πανεπιστημιακά συγγράμματα

Σημείωση Π. Ήφ.: Από την πρώτη μέρα που εισήλθα στο πανεπιστήμιο αντέδρασα αρνητικά στην αντι-ακαδημαϊκή ρύθμιση της διανομής συγκεκριμένων συγγραμμάτων αντί της δυνατότητας να δίνεται λίστα με πολλά βιβλία που θα περιέχουν μεγάλο φάσμα ερμηνειών. Η εγκύκλιος που έφθασε σε εμένα και που παραθέτω πιο κάτω είναι, όντως, μια κάποια πρόοδος. Μετά την μελέτη της εκτιμώ ότι διανοίγεται η δυνατότητα για τα υπόλοιπα -πέραν του "συγγράμματος- βιβλία που θα δηλώνονται, να αρχίσουν να γεμίζουν τα ράφια των πανεπιστημιακών βιβλιοθηκών. Αφού λοιπόν αυτό γίνει, ελπίζω σύντομα, θα είναι πλέον λογικό να καταργηθούν όλοι οι περιορισμοί και οι διδάσκοντες να είναι ελεύθεροι να παραπέμπουν σε όποια και όσα βιβλία θέλουν.

        1.Με το υπ’ αριθ. 226/2007 προεδρικό διάταγμα, το οποίο δημοσιεύτηκε στο Φ.Ε.Κ. 256/20.11.2007 τεύχ. Α΄, καθορίστηκε ο τρόπος δωρεάν προμήθειας και επιλογής διδακτικών συγγραμμάτων από τους φοιτητές ή σπουδαστές των Aνωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων.

         Προκειμένου να εξασφαλιστεί η έγκαιρη προμήθεια και επιλογή των διδακτικών συγγραμμάτων και να αποφευχθούν τυχόν δυσλειτουργίες στην εφαρμογή του προαναφερόμενου διατάγματος, είναι ανάγκη να μεριμνούν οι Πρόεδροι ή οι Προϊστάμενοι των Τμημάτων των Α.Ε.Ι., ώστε οι Γ.Σ. των Τμημάτων να συντάσσουν το αργότερο μέχρι το τέλος Μαρτίου κάθε ακαδημαϊκού έτους το συνολικό κατάλογο των διδακτικών συγγραμμάτων που προτείνονται να διανεμηθούν κατά το επόμενο ακαδημαϊκό έτος για κάθε διδασκόμενο υποχρεωτικό και επιλεγόμενο μάθημα του προγράμματος σπουδών.

         Η παραπάνω προθεσμία πρέπει να τηρείται σύμφωνα με το ανωτέρω διάταγμα, ακόμη και σε περίπτωση που βρίσκεται σε εξέλιξη τροποποίηση του προγράμματος σπουδών του Τμήματος, οπότε μετά την έγκρισή του συντάσσεται ο προβλεπόμενος από την παρ. 3 της παρούσας εγκυκλίου συμπληρωματικός κατάλογος για τα μαθήματα που υπάρχει μεταβολή.

          2. Ο κατάλογος συντάσσεται με βάση τις αντίστοιχες προτάσεις των οικείων Τομέων για τα μαθήματα που πρόκειται να διδαχθούν με ευθύνη τους κατά το επόμενο ακαδημαϊκό έτος μετά από εισηγήσεις των μελών Δ.Ε.Π. ή Ε.Π. του οικείου Τομέα που κατέχουν θέση του ιδίου γνωστικού αντικειμένου με το γνωστικό αντικείμενο του μαθήματος.

          Οι σχετικές εισηγήσεις είναι δεσμευτικές για τη Γ.Σ. του Τομέα, ακόμη και εάν δεν πρόκειται για δικό τους διδακτικό σύγγραμμα. Αντίστοιχες μη δεσμευτικές εισηγήσεις μπορούν να γίνουν και από άλλα μέλη Δ.Ε.Π. ή Ε.Π. του Τομέα που κατέχουν θέση συναφούς γνωστικού αντικειμένου με το γνωστικό αντικείμενο του μαθήματος, εφόσον γίνουν δεκτές από τη Γ.Σ. του οικείου Τομέα.

          Η παραπάνω διαδικασία είναι ανεξάρτητη από τη διαδικασία της κατανομής της διδασκαλίας του μαθήματος στα μέλη του Τομέα, η οποία πάντως μπορεί να γίνεται και ταυτόχρονα με τη διαδικασία αυτή.

          Εισηγήσεις άλλων μελών Δ.Ε.Π. ή Ε.Π. της Γ.Σ. του Τμήματος, τα οποία δεν είναι μέλη του οικείου Τομέα, μπορούν να λαμβάνονται υπόψη προς συμπλήρωση των προτάσεων του Τομέα.

          3. Σε περίπτωση που ενταχθεί μεταγενεστέρως (μετά το τέλος Μαρτίου) στο πρόγραμμα σπουδών νέο μάθημα, του οποίου η διδασκαλία προβλέπεται να ξεκινήσει από το επόμενο ακαδημαϊκό έτος, καθώς και σε περίπτωση τροποποίησης του προγράμματος σπουδών συντάσσεται ειδικά για το μάθημα αυτό  ή για τα μαθήματα που υπάρχει μεταβολή, συμπληρωματικός κατάλογος προτεινόμενων συγγραμμάτων, ο οποίος προστίθεται εκάστοτε στο συνολικό κατάλογο διανεμόμενων συγγραμμάτων με απόφαση της Γ.Σ. του Τμήματος, μετά από πρόταση του οικείου Τομέα.

          4. Ο κατάλογος αναρτάται ως σύνολο, αμέσως μετά τη σύνταξή του, στο διαδικτυακό τόπο του Α.Ε.Ι. και στην επίσημη ιστοσελίδα του Τμήματος με κοινοποίηση στους εκδότες των οποίων τα συγγράμματα προτείνονται.

          Στο συνολικό κατάλογο αναγράφεται κατά αύξοντα αριθμό κάθε διδασκόμενο υποχρεωτικό και επιλεγόμενο μάθημα του προγράμματος σπουδών με αναφορά του τίτλου, του κωδικού και του είδους του μαθήματος, του εξαμήνου στο οποίο διδάσκεται, καθώς και δύο (2) τουλάχιστον προτεινόμενα διδακτικά συγγράμματα ανά μάθημα, ενώ για κάθε προτεινόμενο σύγγραμμα αναφέρονται ο πλήρης τίτλος, ο συγγραφέας ή οι συγγραφείς, ο εκδοτικός οίκος, η χρονολογία και ο τόπος έκδοσης ανά σύγγραμμα.

          Τα στοιχεία και οι πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται υποχρεωτικά στον κατάλογο για κάθε διδασκόμενο μάθημα και προτεινόμενο σύγγραμμα περιέχονται ως Παράρτημα 1 στο ενδεικτικό υπόδειγμα που συνοδεύει την παρούσα εγκύκλιο.

           5. Ως προς τα διαλαμβανόμενα στην παράγραφο 7 του άρθρου πρώτου του ανωτέρω διατάγματος, διευκρινίζεται ότι ως ένα (1) ενιαίο προτεινόμενο σύγγραμμα θεωρούνται και τα διδακτικά εγχειρίδια του ίδιου συγγραφέα ή περισσότερων συγγραφέων που αλληλοσυμπληρώνονται, χωρίς να επικαλύπτονται μεταξύ τους, εφόσον καλύπτουν αθροιστικά ολόκληρο το περιεχόμενο του μαθήματος.

          Στην περίπτωση αυτή, για τα συγκεκριμένα εγχειρίδια η πρόταση του Τομέα του Τμήματος πρέπει να αιτιολογείται, ειδικά ως προς το ότι η ύλη τους δεν είναι, εν όλω ή εν μέρει, επικαλυπτόμενη και ότι η διανομή τους ως ένα ενιαίο σύγγραμμα είναι αναγκαία για την κάλυψη ολόκληρου  του περιεχομένου του μαθήματος.

          6. Επίσης, ως προς τα διαλαμβανόμενα στην παράγραφο 8 του άρθρου πρώτου του ανωτέρω διατάγματος, διευκρινίζεται ότι μαθήματα που αποτελούν σύνθεση δύο ή περισσοτέρων αυτοτελών μαθημάτων του προγράμματος σπουδών καλύπτονται με επιλογή από ειδικό κατάλογο συγγραμμάτων, στον οποίο δεν περιλαμβάνονται τα συγγράμματα που προτείνονται χωριστά για καθένα από τα επιμέρους αυτοτελή αυτά μαθήματα, εφόσον δεν προτείνονται άλλα διδακτικά συγγράμματα που καλύπτουν συνολικά ολόκληρο το περιεχόμενο του μαθήματος.

         Ο ειδικός κατάλογος συγγραμμάτων για τα μαθήματα σύνθεσης είναι αναπόσπαστο μέρος του συνολικού καταλόγου των προτεινόμενων προς διανομή συγγραμμάτων και πρέπει να περιλαμβάνει τα στοιχεία και τις πληροφορίες που περιέχονται ως παράρτημα στο τέλος του ενδεικτικού υποδείγματος που συνοδεύει την παρούσα εγκύκλιο.

        Διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση που ο φοιτητής ή σπουδαστής έλαβε από τα προηγούμενα εξάμηνα συγγράμματα για τα επιμέρους αυτοτελή μαθήματα τα οποία αποτελούν μέρος των συγγραμμάτων του μαθήματος σύνθεσης δεν μπορεί να υπάρξει επανάληψη προτεινόμενων συγγραμμάτων για το μάθημα σύνθεσης.

        Εάν υπάρχει σε μάθημα σύνθεσης ένα σύγγραμμα που περιλαμβάνει την ύλη όλων των επιμέρους συγγραμμάτων, τότε ο φοιτητής ή σπουδαστής μπορεί να επιλέξει το σύγγραμμα αυτό.

        Έτσι π.χ. για το μάθημα σύνθεσης Ποινικό Δίκαιο, το οποίο περιλαμβάνει το ουσιαστικό και δικονομικό ποινικό δίκαιο, ήτοι: Α) Γενικό Ποινικό Δίκαιο, Β) Ειδικό Ποινικό Δίκαιο και Γ) Ποινική Δικονομία, μπορεί να περιλαμβάνονται στον ειδικό κατάλογο τα ακόλουθα συγγράμματα, εφόσον δεν προτείνονται χωριστά για καθένα από τα αυτοτελή μαθήματα:

 

1. Μάθημα Σύνθεσης      Ύλη συγγραμμάτων Α+Β+Γ (Γενικό Ποινικό Δίκαιο, Ειδικό

    Ποινικού Δικαίου          Ποινικό Δίκαιο και Ποινική Δικονομία), συγγραφέας Χ ή

                                         συγγραφείς Χ+Ψ

 

2. Μάθημα Σύνθεσης      Σύγγραμμα Α (Γενικό Ποινικό Δίκαιο), συγγραφέας Χ

    Ποινικού Δικαίου         Σύγγραμμα Β (Ειδικό Ποινικό Δίκαιο), συγγραφέας Ψ

    Σύγγραμμα Γ (Ποινική Δικονομία), συγγραφέας Ω

                                                                        ή

                                       Ύλη συγγραμμάτων Α+Β (Γενικό Ποινικό Δίκαιο και Ειδικό

                                        Ποινικό Δίκαιο), συγγραφέας Χ

                                       Ύλη συγγράμματος Γ (Ποινική Δικονομία), συγγραφέας Ψ

                                                                        ή

                                       Ύλη συγγράμματος Α (Γενικό Ποινικό Δίκαιο), συγγραφέας Χ

                                       Ύλη συγγραμμάτων Β+Γ (Ειδικό Ποινικό Δίκαιο και Ποινική

    Δικονομία), συγγραφέας Ψ

                                                                                                           

         7. Εύλογο είναι ότι πρέπει οι Γ.Σ. των Τμημάτων να προτείνουν εγκαίρως τα διδακτικά συγγράμματα, ώστε να δοθεί ο ανάλογος χρόνος στους εκδότες  να λάβουν γνώση και να υποβάλουν στη Γραμματεία του Τμήματος τη δήλωση αποδοχής εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των δύο (2) μηνών (δηλαδή μέχρι τέλους Μαϊου) από τη δημοσίευση του συνολικού καταλόγου των προτεινόμενων συγγραμμάτων στην επίσημη ιστοσελίδα του Τμήματος και την κοινοποίησή του στους εκδότες, με απόδειξη παραλαβής. Ο κατάλογος αυτός πρέπει να είναι υπογεγραμμένος από τον Πρόεδρο ή Προϊστάμενο και τον Γραμματέα του Τμήματος του Α.Ε.Ι., σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.9 του άρθρου 1 του ανωτέρω διατάγματος.

         Εάν τυχόν τροποποιηθεί στο μεταξύ το πρόγραμμα σπουδών του Τμήματος, εννοείται ότι αναρτάται και κοινοποιείται και ο συμπληρωματικός κατάλογος, σύμφωνα με την παρ. 3 της παρούσης εγκυκλίου.

         Η κοινοποίηση των καταλόγων γίνεται με πρόσθετη στήλη αποδοχής του εκδότη με το σχετικό σύμβολο (Χ) για κάθε προτεινόμενο σύγγραμμα και στο τέλος του καταλόγου θέση για υπογραφή του εκδότη για τα συγγράμματα, τα οποία αποδέχθηκε να διανεμηθούν.

        Η σχετική δήλωση θα αναφέρει τα εξής :

 

                                                 Υπεύθυνη Δήλωση

 Ο/Η υπογεγραμμένος/η.............................................................................................

Εκδότης, κάτοικος.......................................Οδός .......................................................

Έλαβα γνώση του συνημμένου συνολικού καταλόγου προτεινόμενων διδακτικών συγγραμμάτων του Τμήματος...........................του Α.Ε.Ι. .................................που μου κοινοποιήθηκε στις ……….., στον οποίο περιέχονται τα σημειωμένα από μένα με το σύμβολο (Χ) συγγράμματα των εκδόσεών μου και δηλώνω ότι αποδέχομαι, εφόσον επιλεγούν από τους φοιτητές ή σπουδαστές, να διανεμηθούν εξασφαλίζοντας εγκαίρως επαρκή αριθμό αντιτύπων.

Δεν δύναμαι όμως να εξασφαλίσω επαρκή αριθμό αντιτύπων για τα κάτωθι συγγράμματα των εκδόσεων μου:

 

1………..

2. ………   

3……….

 Επιστρέφεται υπογεγραμμένος ο κοινοποιηθείς κατάλογος.                                                                     

                                                                                          ...................../........./.............

                                                                                                     Ο/Η  δηλών/ούσα

                                                                                                    ...............................

                                                                                            (Υπογραφή και σφραγίδα)

 

        8. Μετά την αποδοχή από τους εκδότες, με την παραπάνω υπεύθυνη δήλωση, η Γ.Σ. του Τμήματος οριστικοποιεί τον κατάλογο, διαγράφοντας από αυτόν τα συγγράμματα που οι εκδότες δεν αποδέχθηκαν ρητά να διανείμουν κοινοποιώντας την αρνητική δήλωση του εκδότη στους οικείους Τομείς.

        Διευκρινίζεται ότι στο ενιαίο σύγγραμμα (υπό την έννοια της παρ. 5), σε περίπτωση μη αποδοχής ενός εκ των συγγραμμάτων που αλληλοσυμπληρώνονται, διαγράφονται και τα λοιπά συγγράμματα τα οποία αλληλοσυμπληρώνονται, εκτός εάν η Γ.Σ. του Τμήματος μετά από εισήγηση του οικείου Τομέα προτείνει τη διανομή τους και χωρίς το τυχόν μη γενόμενο αποδεκτό σύγγραμμα.

        Σε περίπτωση που ο αρχικός κατάλογος περιλαμβάνει δυο ή περισσότερα (μη ενιαία) προτεινόμενα συγγράμματα και για το ένα ο εκδότης δεν αποδέχεται, ο κατάλογος οριστικοποιείται με το ένα ή τα λοιπά συγγράμματα του ιδίου ή άλλου εκδότη.

        Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση που δεν υπάρχει ελληνική βιβλιογραφία που να καλύπτει την ύλη συγκεκριμένου μαθήματος, μπορούν να προταθούν με απόφαση της Γ.Σ. του Τμήματος, ύστερα από σχετική εισήγηση του Τομέα, ξενόγλωσσα βιβλία και να συμπεριληφθούν στον κατάλογο, υπό την προϋπόθεση να αιτιολογείται ειδικά η ανάγκη διανομής τους και να υπάρχει υπεύθυνη δήλωση του αποκλειστικού διαθέτη στην Ελλάδα, ότι αποδέχεται, εφόσον επιλεγούν από τους φοιτητές ή σπουδαστές, να διανεμηθούν εξασφαλίζοντας εγκαίρως επαρκή αριθμό αντιτύπων.

        9. Ο οριστικός κατάλογος αναρτάται  στο διαδικτυακό τόπο του Α.Ε.Ι. και στην επίσημη ιστοσελίδα του Τμήματος και παράλληλα κοινοποιείται εις διπλούν  στο Τμήμα Διδακτικών Συγγραμμάτων του οικείου Ιδρύματος, μαζί με τις υπάρχουσες απαραίτητες ειδικές βεβαιώσεις αιτιολόγησης, όπου αυτό απαιτείται, προκειμένου να υπογραφούν από τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου ή τον Πρόεδρο του Τ.Ε.Ι.. Ο εν λόγω κατάλογος φέρει υποχρεωτικά την υπογραφή του Πρόεδρου ή Προϊστάμενου και του Γραμματέα του Τμήματος του Α.Ε.Ι..

       Το Τμήμα Διδακτικών Συγγραμμάτων, μετά την υπογραφή του Πρυτάνεως του Πανεπιστημίου ή του Προέδρου του Τ.Ε.Ι. αποστέλλει στη Γραμματεία του Τμήματος τον αναφερόμενο κατάλογο μαζί με τις ειδικές βεβαιώσεις αιτιολόγησης, προκειμένου αυτή να αποστείλει επικυρωμένο φωτοαντίγραφο του εν λόγω καταλόγου στους εκδότες, ώστε να κινηθεί άμεσα η διαδικασία κοστολόγησης.

       Ο εκδότης, με σχετική αίτηση, την οποία υποβάλλει κατά περίπτωση στη Δ/νση Σπουδών και Φοιτητικής Μέριμνας ή στη Δ/νση Ανώτατης Τεχνολογικής Εκπαίδευσης του ΥΠ.Ε.Π.Θ. επισυνάπτει και τα λοιπά δικαιολογητικά, όπου αυτό απαιτείται (π.χ. βεβαίωση αιτιολόγησης και υπεύθυνη δήλωση στην οποία θα αναφέρεται η τιμή ελευθέρου εμπορίου με ή χωρίς Φ.Π.Α. κ.λ.π.).

       10. Οι φοιτητές ή σπουδαστές δηλώνουν το διδακτικό σύγγραμμα της επιλογής τους για κάθε υποχρεωτικό ή επιλεγόμενο μάθημα του προγράμματος σπουδών, ταυτόχρονα με τη δήλωση του μαθήματος κατά την έναρξη του εξαμήνου, στο οποίο διδάσκεται το αντίστοιχο μάθημα.

        Οι φοιτητές ή σπουδαστές των Α.Ε.Ι. δικαιούνται δωρεάν προμήθειας και επιλογής αριθμού διδακτικών συγγραμμάτων, ίσου με τον συνολικό αριθμό των υποχρεωτικών και επιλεγόμενων μαθημάτων που απαιτούνται για τη λήψη του πτυχίου.

        Αν οι φοιτητές ή σπουδαστές επιλέξουν περισσότερα επιλεγόμενα μαθήματα από όσα απαιτούνται για τη λήψη του πτυχίου, το δικαίωμα δωρεάν προμήθειας και επιλογής συγγραμμάτων δεν επεκτείνεται και στα επιπλέον μαθήματα που επέλεξαν και εξετάστηκαν οι φοιτητές ή σπουδαστές, ακόμη και αν αυτά υπολογίζονται για τη λήψη του πτυχίου.

      Επιλογή δεύτερου συγγράμματος για το ίδιο μάθημα δεν επιτρέπεται  ακόμη και αν οι φοιτητές ή σπουδαστές  δεν επέλεξαν κανένα από τα προτεινόμενα διδακτικά συγγράμματα άλλου ή άλλων υποχρεωτικών ή επιλεγόμενων μαθημάτων του προγράμματος σπουδών.

      Οι φοιτητές ή σπουδαστές, ακόμη και σε περίπτωση αποτυχίας ή αλλαγής των προτεινόμενων συγγραμμάτων για συγκεκριμένο μάθημα, δεν μπορούν να επιλέξουν ξανά δεύτερο συγγράμμα για το ίδιο μάθημα. 

 

      11. Η Γραμματεία του Τμήματος αποστέλλει εντός είκοσι (20) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας δήλωσης των μαθημάτων κάθε εξαμήνου σε κάθε εκδότη ανά μάθημα ονομαστικούς καταλόγους των φοιτητών ή σπουδαστών με αναφορά του συγγράμματος που εκδίδεται από αυτούς και έχει επιλέξει κάθε φοιτητής ή σπουδαστής για το συγκεκριμένο μάθημα.

     Τα στοιχεία και οι πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται υποχρεωτικά στον ονομαστικό κατάλογο των φοιτητών ανά μάθημα, σύγγραμμα και εκδότη περιέχονται ως Παράρτημα 2 στο ενδεικτικό υπόδειγμα που συνοδεύει την παρούσα εγκύκλιο.

     Κάθε εκδότης του οποίου το σύγγραμμα έχει επιλεγεί από τους φοιτητές ή σπουδαστές υποχρεούται να το διανείμει εντός δυο (2) μηνών από την κοινοποίηση των ονομαστικών καταλόγων που τον αφορούν.

    Μετά την ολοκλήρωση της διανομής και πριν την έναρξη του επόμενου εξαμήνου, κάθε εκδότης επιστρέφει στη Γραμματεία του οικείου Τμήματός τους αποσταλέντες ονομαστικούς καταλόγους, υπογεγραμμένους ιδιοχείρως από τους φοιτητές ή σπουδαστές στους οποίους πραγματικώς διανεμήθηκαν τα συγγράμματα για το σχετικό έλεγχο και στη συνέχεια διαβιβάζονται προς τις αρμόδιες υπηρεσίες του Ιδρύματος για την πληρωμή των ενδιαφερόμενων εκδοτών.

    Τα λοιπά σχετικά δικαιολογητικά υποβάλλονται, όπως προσδιορίζονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες. 

    12. Επισημαίνεται ότι τα Κλασικά Κείμενα της Αρχαίας Ελληνικής και Λατινικής Γραμματείας, Ασκήσεις, Κώδικες, Άτλαντες, Λευκώματα, Λεξικά, Παρτιτούρες και άλλα διδακτικά βοηθήματα δεν αποτελούν συγγράμματα για τα οποία ο φοιτητής ή σπουδαστής έχει σύμφωνα με το νόμο και το ανωτέρω Π.Δ., δικαίωμα επιλογής.

    Τα διδακτικά αυτά βοηθήματα δεν περιλαμβάνονται στο συνολικό κατάλογο των προτεινόμενων προς επιλογή διδακτικών συγγραμμάτων, αλλά διανέμονται, εφόσον η διανομή τους είναι αναγκαία και συντρέχουν οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις ισχύουσες σχετικές διατάξεις των αριθ. Φ141/Β3/1402/20-03-1984 «Έκδοση και διακίνηση διδακτικών βιβλίων των Α.Ε.Ι. καθώς και αντίστοιχες καταβολές» (Β’ 159) και Ε5/5878/1-11-1988 «Περί έκδοσης και διακίνησης των διδακτικών βιβλίων των Τ.Ε.Ι. και αντίστοιχες καταβολές» (Β’ 838) υπουργικών αποφάσεων.

    Διευκρινίζεται ότι όπου υπάρχουν περισσότερα κλιμάκια του ιδίου μαθήματος, μπορούν οι διδάσκοντες του οικείου κλιμακίου να προτείνουν στη Γ.Σ. του Τομέα διαφορετικά βοηθήματα για κάθε κλιμάκιο.

    13. Επίσης εξαιρούνται από τον κατάλογο τα ξενόγλωσσα βιβλία των Τμημάτων Ξένων Γλωσσών και Φιλολογιών των Πανεπιστημίων και εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις της αριθ. Φ141/Β3/1402/20-03-1984 υπουργικής απόφασης (Β’ 159).

    Επισημαίνεται ότι, από τη στιγμή που τα διανεμόμενα συγγράμματα υποχρεωτικά κοστολογούνται από την αρμόδια επιτροπή κοστολόγησης του ΥΠ.Ε.Π.Θ., βιβλία με το σύστημα των συγγραφικών δικαιωμάτων δεν διανέμονται και τα τυχόν αποθέματα που υπάρχουν παραδίδονται στις βιβλιοθήκες του Ιδρύματος.

    Πανεπιστημιακές παραδόσεις που μέχρι σήμερα διανέμονταν σε περιορισμένο αριθμό σελίδων και με συγγραφικά δικαιώματα μπορούν να διανέμονται πλέον ως πανεπιστημιακές σημειώσεις χωρίς καταβολή συγγραφικών δικαιωμάτων και χωρίς περιορισμό σελίδων.

    Τέλος, πανεπιστημιακές σημειώσεις, εργαστηριακές ασκήσεις και πρόσθετοι φάκελοι  επιτρέπεται να διανέμονται σε όλους τους φοιτητές ή σπουδαστές χωρίς καταβολή συγγραφικών δικαιωμάτων και χωρίς περιορισμό σελίδων σύμφωνα με τις διατάξεις των προαναφερόμενων υπουργικών αποφάσεων.

------------------------------------------------------------------------------------------------------

Πότε παρεμβαίνει ο ακαδημαϊκός;

(Απάντηση σε σχετική ερώτηση επισκέπτη της ιστοσελίδας μου)

 

Συμπληρωματικά σχόλια σε σημείωμα που ανάρτησα στις 10.1.2005 και σε σχετικές αναλύσεις σε άρθρα και βιβλία

 

1) Μέρος της απάντησης δίνεται πιο κάτω, όταν υποστηρίζω ότι ο ακαδημαϊκός δεν μπορεί να γίνεται μαϊντανός των επιφυλλίδων. Όπως γράφω είναι νομιμοποιημένος να παρεμβαίνει μόνο όταν διακυβεύονται ζητήματα ατομικής και συλλογικής ελευθερίας και τα ιερά και τα όσια της επιστήμης του.

2) Αποστολή του ακαδημαϊκού είναι να στοχάζεται, αξιολογικά ελεύθερα και αντικειμενικά. Ιδιαίτερα στον πολύπαθο χώρο των κοινωνικών επιστημών, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο προπαγανδισμός ιδεολογικών, εθνικών, συμμαχικών, παραταξιακών και σεκταριστικών συμφερόντων. Διολίσθηση στην προπαγάνδα σημαίνει ότι διαφθείρετε ο στοχασμός, ότι χάνει την έξωθεν καλή μαρτυρία για την ικανότητά ορθής και ορθολογικής ανάλυσης και ότι κύρια πρόθεση είναι να οδηγηθεί σε ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένα κίβδηλα πορίσματα, προκατειλημμένα και αβυσσαλέα υποκειμενικά.

3) Καλή επιστήμη είναι αυτή που περιγράφει τα διλήμματα και τα προβλήματα, αναδεικνύει τις ποικίλες τους αποχρώσεις και την δυναμική τους, καθώς και τον τρόπο που σχετίζονται με τις μεγάλες και οντολογικά θεμελιωμένες κατακτήσεις του πολιτικού πολιτισμού στις ενδοκρατικές και διακρατικές σχέσεις. Ασφαλώς ο επιστημονικός προβληματισμός είναι άνευ ορίων, ακόμη και οραματικός ή ουτοπικός. Η οροφή του όμως δεν μπορεί να είναι παρά η ανθρώπινη ελευθερία και κυρίως οι οντολογικά θεμελιωμένες κατακτήσεις πολιτικού πολιτισμού που σχετίζονται με την ελευθερία.

4) Ακριβώς, όπως έχω επανειλημμένα υποστηρίξει σε βιβλία, δοκίμια κα άρθρα, τέτοιες οντολογικά θεμελιωμένες κατακτήσεις είναι α) η μετάβαση από την εποχή της βαρβαρότητας στην εποχή του συμβατού με την καθ’ έκαστη κοινωνία συλλογική ετερότητα και ανεξάρτητο Πολιτειακό βίο, β) η συντριβή των δυναστικών αυτοκρατορικών καθεστώτων και η ανάδειξη της εσωτερικής-εξωτερικής κυριαρχίας (εθνική ανεξαρτησία) κατά την διάρκεια των Νέων Χρόνων ως υπέρτατου κριτηρίου οργάνωσης των διακρατικών σχέσεων, γ) η υιοθέτηση των αντι-ηγεμονικού χαρακτήρα Υψηλών Αρχών του διεθνούς δικαίου (διακρατική ισοτιμία, μη επέμβαση, εσωτερική-εξωτερική κυριαρχία) ως θεμελιωδών προσανατολισμών του διακρατικού πολιτικού πολιτισμού και δ) η από κοινού σταδιακή ενσωμάτωση κανόνων δικαίου όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα εγκλήματα πολέμου στην ενδοκρατική δικαιοταξία. Όταν λοιπόν όλες αυτές οι μεγάλες κατακτήσεις –το σημαντικότερό ίσως παράδειγμα των Νέων Χρόνων και σίγουρα το πιο χαρακτηριστικό της ύστερης εποχής είναι το τερατούργημα του φασιστοειδούς σχεδίου Αναν–, υπονομεύονται, ο Ακαδημαϊκός που έχει νεύρα να αντέξει στις δοκιμασίες που απαιτεί η αντιπαράθεση με προπαγανδιστές, υβριστές, ψευδολόγους και χυδαιογράφους, καταθέτει δημόσια την απόφανσή του.

5) Η παρέμβαση του ακαδημαϊκού στις δημόσιες πολιτικές συζητήσεις πρέπει να γίνεται κατ’ εξαίρεση και μόνο ως ζήτημα «έκτακτης ανάγκης». Αναπόδραστα, μια τέτοια παρέμβαση –έκτακτης ανάγκης– δεν  μπορεί παρά να έχει κάποιες συγκεκριμένες ιδιότητες. Ο ακαδημαϊκός δεν παρεμβαίνει για να επεξεργαστεί νηφάλια κάποιες υψιπετείς θεωρίες αλλά για να καλέσει στην τάξη άτακτους συναδέλφους του και τους συνειδητούς ή αφελείς συνοδοιπόρους τους. Μια τέτοια παρέμβαση δεν είναι και δεν πρέπει να είναι «νηφάλια», «ήπια» και γενικότερα νερόβραστη όπως δηλαδή την θέλουν υποταγμένες νοοτροπίες καθωσπρεπισμού και στρατευμένοι λύκοι που υποκριτικά και ανέντιμα ντύνονται προβιές αγαθών προβάτων για να θάβουν, υβρίζουν και λοιδορούν σε δήθεν … «ήπιο» και «νηφάλιο» στιλ (και που είναι «ήπιο» και «νηφάλιο» μόνο επειδή αυτοί, έτσι, αυτοαναφορικά και αυθαίρετα, δηλώνουν πως είναι «ήπιο» και «νηφάλιο»). Οι συμβιβασμένοι, οι (επι)στρατευμένοι, οι προπαγανδιστές και κυρίως οι συνοδοιπόροι καταχρηστικών αξιώσεων ηγεμονικής ισχύος κατά μικρών και εξαρτημένων κρατών έχουν μια συγκεκριμένη αντίληψη του «δημόσιου διαλόγου». Πιο συγκεκριμένα, οι ηγεμονικές δυνάμεις, υποστήριξα σε άλλη περίπτωση, θέλουν τις κοινωνικές επιστήμες στα εξαρτημένα υποτελή κράτη εργαλείο μαλακής ισχύος καταχρηστικών αξιώσεων ισχύος. Οι ντόπιοι μεταπράτες και τοποτηρητές μέσα από «ιδρύματα», φανερές και λιγότερο φανερές υπόγειες χρηματοδοτήσεις και ποικίλες άλλες λιγότερο ορατές ενισχύσεις υιοθετούν συγκεκριμένες μεθοδεύσεις που σχετίζονται με την ακαδημαϊκή και επιστημονική δεοντολογία όπως ο δαίμονας με το λιβάνι. Αφού είναι εύκολο οι έξωθεν πάτρωνές τους να τους επιβάλουν στον δημόσιο διάλογο για να τους χρησιμοποιούν ως «μαλακή ισχύ», θέλουν στην συνέχεια να απονευρώσουν τα επιχειρήματα κάθε αντίστασης και κάθε αντίλογου. Έτσι, όταν ο δημόσιος διάλογος σε μικρά και εξαρτημένα κράτη κυριαρχείται από δύσοσμα ψέματα ξενόδουλων λύκων ντυμένων με μειλίχιες προβιές προβάτων, το «σύστημα» της παρακμής και της εξάρτησης αναζητεί άλλοθι. Αναζητούν «νηφάλιους ηλίθιους» –«χρήσιμους ηλίθιους» (Λένιν, όπως παραπέμπεται στον Κονδύλη)– και ασθενείς ψυχές που θέλουν τον μισθό τους και τίποτα άλλο. Ασθενείς ψυχές που ρέπουν σε εύκολες αναρριχητικές πρακτικές που τους τοποθετούν στα σκαλοπάτια των βολικών ανελίξεων. Γίνονται λοιπόν νομιμοποιητικά εργαλεία ενός επιφανειακού, κίβδηλου και επίπλαστου «επιστημονικού πλουραλισμού» με το να περιφέρονται σε βρωμερά προπαγανδιστικά χοιροστάσια και με το να εκφράζουν δήθεν «αντίθετες απόψεις». «Αντίθετες απόψεις» με τις οποίες κατά βάση «εξαγοράζονται» συνειδησιακά προσφέροντας μια μεταμφιεσμένη συμπλέουσα γνώμη που νομιμοποιεί μια κίβδηλη και επίπλαστη πολυφωνία. Θα έλεγα: Μια χυδαία και μακάβρια ομοφωνία που υπονομεύει τον ανεξάρτητο Πολιτειακό βίο, τις ισόρροπες σχέσεις μεταξύ των κρατών και αναπόδραστα άνομες και καταχρηστικές ανακατανομές συμφερόντων εις βάρος της δικής τους Πολιτείας την οποία μπορεί "έσχατες προδοσίες" στις ποικίλες της διαβαθμίσεις να θανατώσουν την εθνική ανεξαρτησία ολοκληρωτικά. Τι άλλο ήταν το σχέδιο Αναν, όπως ήδη γράψαμε πριν λίγες εβδομάδες, ή οι αναπόδραστες πλέον συρρικνώσεις της ελλαδικής κυριαρχίας!!!! Έτσι, μέσα στις μύριες προπαγάνδες, ανοησίες και αποβλακωτικές αφέλειες που αυτοαναφορικά αυτοδικαιώνονται και αυτοεκπληρώνονται λόγω αριθμητικής υπεροχής και υπονομεύουν τις κοινωνικές επιστήμες, ψιθυρίζεται και κάποια δήθεν «άλλη» «αντίθετη άποψη» «χρήσιμων ηλιθίων». Μύρια είναι τα επιχειρηματολογικά εργαλεία των φτηνών εκλογικεύσεων με τα οποία ο τελευταίος θα μπορούσε να αυτοδικαιωθεί στο όνομα «ηπιότητας», «πολυφωνίας», «πλουραλισμού ιδεών» και άλλες ρηχές ανοησίες που καμιά σχέση δεν έχουν με τα σκληρά και ουσιαστικά ερωτήματα των κοινωνικών επιστημών. Εξάλλου, μέσα στο βουητό των παρελάσεων του προπαγανδιστικού όχλου η χλωμή «αντίθετη άποψη» θα ακούγεται και σαν μια άλλη αλλά γραφική θέση. Τέτοια προπαγανδιστικά τερτίπια χρησιμοποιούσε και ο Γκαίμπελ, γι’ αυτό ο ακαδημαϊκός πρέπει να είναι προσεκτικός μπροστά στον κίνδυνο εργαλειακής εκμετάλλευσής του, μπροστά δηλαδή στον υποβιβασμό του σαν άνθρωπο, σαν πολίτη ενός κράτους και κυρίως σαν επιστήμονα. Ο γνήσιος ακαδημαϊκός έχει χρέος, εάν και όταν σπάνια παρεμβαίνει, να μιλά αληθινά, να λέει τα πράγματα με το όνομά τους, χωρίς βολικές χαμαιλεώντιες υποκρισίες. Επίσης, να κρατά την συζήτηση πολιτισμένη αλλά με τα πιο σκληρά και οξυμένα επιχειρήματα, ιδιαίτερα όταν αντιμετωπίζει διαφθορείς της επιστημονικής σκέψης και της επιστημονικής δεοντολογίας. Να μπήγει το στοχαστικό μαχαίρι μέχρι το κόκαλο με δηκτικά επιχειρήματα όπως αξίζει στους δυναμιτιστές της επιστήμης του. Πρότυπα τέτοιας αξιοπρεπούς, τίμιας και ταυτόχρονα μεγαλοπρεπούς επιστημονικής στάσης είναι αναμφίβολα ο Παναγιώτης Κονδύλης. Ασφαλώς, ο αξιοπρεπής επιστήμονας δεν πρέπει να έχει αναστολές απλά και μόνο μια τέτοια σθεναρή, αξιοπρεπής και τίμια στάση ενοχλεί τον όχλο των εισβολέων του λειτουργήματος που αυτός επέλεξε να αφιερώσει την ζωή του. Ο γνήσιος ακαδημαϊκός δεν κλονίζεται από οχλοκρατικές περιρρέουσες συμβατικές σοφίες. Σε τελευταία ανάλυση, η ορθότητα σε τέτοιες συζητήσεις δεν είναι υπόθεση αριθμητικών πλειοψηφιών αλλά υπόθεση βάσιμων επιχειρημάτων. Να λοιπόν ένα καλό ερώτημα: Τι κάνει ένας ακαδημαϊκός όταν διαφθαρεί ηθικά και πνευματικά το οχυρό της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας στο οποίο ανήκει; Μιας και αυτό δεν εμπίπτει στην σφαίρα των εισαγγελικών αρμοδιοτήτων, η μάχη κατά της στοχαστικής διαφθοράς εξ αντικειμένου είναι ανελέητη. Η μάχη αν και περιορίζεται στο επίπεδο των επιχειρημάτων, απαιτείται εν τούτοις να αποκαλύπτει το ψεύδος και να αναδεικνύει την αλήθεια. Τέτοιες στάσεις όπως αυτές που περίγραψα στις γραμμές που προηγήθηκαν, σίγουρα ενοχλούν όσους δράστες δεν τηρούν πάγιους επιστημονικούς κώδικες και ακαδημαϊκές δεοντολογίες. Αναπόφευκτα, ιδιαίτερα όταν η πλάστιγγα ταλαντεύεται ενοχλεί επίσης τις ασθενείς, βολεμένες και ανασφαλείς ακαδημαϊκές ψυχές και γενικώς όλους ταλαντευόμενους φορείς ακαδημαϊκών τίτλων. Το πρόβλημα είναι πολύ βαθύ όταν πρόκειται για βολεμένους αγράμματους και ημιμαθείς που διαταράσσεται το βόλεμά τους όταν τα πράγματα λέγονται με το όνομά τους. Σ’ αυτή την περίπτωση χάνουν την ησυχία τους γιατί υποχρεώνονται να πάρουν θέση επί δεοντολογικών, επιστημονικών και επιστημολογικών θεμάτων. Όλο αυτό το αναπόφευκτο «περιφερειακό» τσούρμο ασθενών ψυχών, περιδεών αγράμματων και μίζερων χαρακτήρων αισθάνονται «παράνομοι», παρείσακτοι και υποχρεωμένοι να βρίσκονται σε μια διαρκή γλοιώδη ένταση. Περιδεείς σκέφτονται ασταμάτητα την επόμενη αναρριχητική κρίση για την εξέλιξή τους και τους κινδύνους που διατρέχει η διαρκής σχοινοβασία τους. Σκέφτονται ακόμη το πιθανό κόψιμό τους από προσοδοφόρες προπαγανδιστικές επιφυλλίδες και τις μωροφιλόδοξες προσδοκίες που αυτό συνεπάγεται και τον αποκλεισμό τους από τις συνάξεις του διεθνικού υποκόσμου και κάποια απτά υλικά συμφέροντα που αυτά συνεπάγονται. Έτσι έχουν τα πράγματα: Αν και κανείς νομιμοποιημένα μπορεί να προσβλέπει στην ιδεατή ακαδημαϊκή πολιτεία, η αλήθεια είναι ότι έτσι ήταν και έτσι θα συνεχίσει να είναι ο κόσμος. Αυτή η αδήριτη πραγματικότητα, όμως, δεν σημαίνει ότι αποτελεί εμπόδιο σε όποιον θέλει να μην περνά τις κόκκινες γραμμές της ακαδημαϊκών κωδίκων και της ακαδημαϊκής δεοντολογίας. Σε κάθε περίπτωση, τονίζω ξανά, για να παρέμβει ο ακαδημαϊκός σημαίνει ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα, ότι αυτές οι κόκκινες γραμμές παραβιάστηκαν και μάλιστα μαζικά, Και όταν υπάρχει τέτοιο πρόβλημα, σημαίνει ότι αντιπαρατίθεται με άγρια θηρία και πως τσαρλατανιές, προπαγάνδες και επιστρατεύσεις σε ανελεύθερους, άνομους και εξωακαδημαϊκούς καταχρηστικούς σκοπούς πρέπει να αποκαλύπτονται και να στηλιτεύονται αλύπητα, ανελέητα και ασυμβίβαστα. Γιατί όχι, κάποια στιγμή ίσως είναι απολύτως αναγκαίο να δηλώνεται δημόσια και με παρρησία πως οι κοινωνικές επιστήμες ή θα είναι αμιγώς ακαδημαϊκή και αξιολογικά ουδέτερη ή, αυτό δεν συμβαίνει να πάψει να αντλεί σπάνιους κοινωνικούς πόρους. Αυτό γιατί από κοινωνικοπολιτικής άποψης είναι άκρως ανορθολογικό εάν και όταν άτομα που στην πραγματικότητα δεν είναι επιστήμονες αλλά προπαγανδιστές ιδιοτελών σκοπών κρύβονται στο οχυρό της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας, και παραμένουν εκτός κοινωνικοπολιτικών ελέγχων και εξισορροπήσεων, και αυτό παρά το γεγονός πως οι δραστηριότητές τους είναι πρωτίστως πολιτική και ελάχιστα ή διόλου επιστημονική.

6) Τέλος και όχι τελευταίο, χωρίς να εξαντλώ το θέμα, επισημαίνω ότι ο ακαδημαϊκός έχει χρέος να παρέμβει και για ένα ακόμη λόγο. Όταν θα πρέπει να υπερασπιστεί τα επιστημολογικά και μεθοδολογικά ιερά και όσια του λειτουργήματός του. Ο έμπειρος ακαδημαϊκός γνωρίζει ότι, ιδιαίτερα στις λεγόμενες κοινωνικές επιστήμες, η αντιπαράθεση με την ημιμάθεια, τις ανέντιμες διαστρεβλώσεις επιστημονικών όρων και την γκαιμπελική πλοκή όρων και εννοιών για να συναχθούν προαποφασισμένα πορίσματα ήταν και θα συνεχίσει να είναι ένα μεγάλο πρόβλημα στις κοινωνικές κυρίως επιστήμες. Συχνά ίσως κανείς είναι υποχρεωμένος λόγω λύπησης να συγχωρεί ή να αποστρέφει το βλέμμα του με αηδία όταν αμαθείς και ημιμαθείς  αγωνιούν να επιβιώσουν ή να αναρριχηθούν αναμασώντας ασήμαντες ξενόγλωσσες θεωρήσεις ή κάνοντας πηδηματάκια –ή και άλματα– συλλογισμών και λογικών σφαλμάτων. Όλο αυτό το συμβατικό τσούρμο, όμως, αποθρασύνεται και καθίσταται επικίνδυνο, όταν τα θλιβερά του μέλη συντάσσονται και ανασυντάσσονται ανάλογα με το προς τα πού πάει το ρέμα. Όταν δηλαδή αντί ασκητικής επιστημονικής ζωής και αξιολογικής ελευθερίας γίνεται κανόνας και όχι εξαίρεση οι πολλοί να εκτροχιάζονται, κυριαρχεί όχι ο αντικειμενικός και σοβαρός επιστημονικός λόγος αλλά οι γλοιώδεις προπαγάνδες, οι άτιμες πολιτικές (επι)στρατεύσεις, οι ανορθολογικές ιδεολογικοπολιτικές εκλογικεύσεις και οι εξυπηρετικές και πολλά αμειβόμενες «μελέτες» «μοντέρνων», «κριτικών» και «μεταμοντέρνων» που πρόθυμα χρηματοδοτούν περιφερόμενοι παράγοντες του κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτου διεθνικού υποκόσμου. Μέσα σ’ αυτό τον βρώμικο ποταμό που βασικά καθιστά το ακαδημαϊκό λειτούργημα παρασιτική ενασχόληση και τα πανεπιστήμια πάρεργα ιδιοτελών ενασχολήσεων επιβλαβή για την κοινωνία, ρέουν πλέον ρυάκια αμαθών, ημιμαθών και καιροσκόπων. Για όσους παροικούν την πανεπιστημιακή Ιερουσαλήμ γνωρίζουν ότι τέτοια παρακμιακά φαινόμενα δεν είναι σπάνια στα πανεπιστήμια εδώ και έξω. Ο κάθε μεμονωμένος ακαδημαϊκός, αν και δεν μπορεί δονκιχωτικά να προσποιείται ότι είναι Ηρακλής που θα κάνει σκοπό της ζωής του το καθάρισμα του κάθε ακαδημαϊκού στάβλου, έχει εν τούτοις χρέος, όταν τουλάχιστον παραβιάζονται κάποιες κόκκινες γραμμές, να καταθέτει την άποψή του και να λέει τα πράγματα με το όνομά τους.

 

Π. Ήφαιστος

25.2.2007

www.ifestos.edu.gr

--------------------------------------------------------------------------------------------------------

10.1.2005 Εννοιολογικός προσδιορισμός φράσεων όπως «ένοχοι», «δράστες», «εσχάτη προδοσία» κτλ, υπό το πρίσμα της πολιτικής επιστήμης.

Συναφές με τις αναρτήσεις στις σελίδες http://www.ifestosedu.gr/27plektaniAnan.htm και http://www.ifestosedu.gr/26Chrimatodotiseis.htm.

«Εσχάτη προδοσία» και σχέδια Αναν

Σχέδια Αναν παλαιά και νέα και ο εννοιολογικός προσδιορισμός φράσεων «εσχάτη προδοσία», «ένοχοι», «δράστες» κτλ, υπό το πρίσμα της πολιτικής επιστήμη (10.1.2005)

(αναρτημένο και στην σελίδα http://www.ifestosedu.gr/111epikairesexelixeis2012.htm)

 

Π. Ήφαιστος

www.ifestosedu.gr ,

https://www.facebook.com/panayiotis.ifestos,

 

Περιεχόμενα ενοτήτων: 1. Η διάκριση συλλογικής ελευθερίας και βαθμίδων πολιτικής ελευθερίας. 2. Εσχάτη προδοσία: με την «πολιτική» και την «αστυνομική» έννοια του όρου. 3. Τυπολογία και ορισμοί της εσχάτης προδοσίας. 4. Σχέδια Αναν και η τυπολογία της εσχάτης προδοσίας. 5. Οι δύο κύριες κατηγορίες εσχάτης προδοσίας. 6. Ηγέτης και εσχάτη προδοσία: «Τι του κάνουμε;»

  

1.    Η διάκριση συλλογικής ελευθερίας και βαθμίδων πολιτικής ελευθερίας

 

Ο προβληματισμός μου για το πότε και πως κατ’ εξαίρεση ένας ακαδημαϊκός παρεμβαίνει στην καθημερινότητα των συζητήσεων μέσα στην δημόσια σφαίρα είναι συνεχής εδώ και πολλά χρόνια. Σε πολλά κείμενά μου εξηγώ την ανάγκη αξιολογικής ελευθερίας κάθε ακαδημαϊκού αλλά και την ανάγκη να διακρίνει την επιστημονική του ιδιότητα από την πολιτική του ιδιότητα.

Παρέμβαση, υποστηρίζω συχνά, γίνεται κατ’ εξαίρεση και μόνο όταν αφορά ζητήματα ελευθερίας. Η κατάλυση της ελευθερίας με την κατάργηση ενός κράτους το οποίο οι πολίτες απέκτησαν με εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες είναι η πιο αντικειμενική περίπτωση που δικαιολογεί μια τέτοια εξαίρεση.

Η πολιτική θεωρία διαπραγματεύεται την Πολιτειακή συγκρότηση και τις σχέσεις με μιας έκαστης πολιτείας με άλλες πολιτείες. Ζητήματα ηθικής, ισχύος, δικαιωμάτων, ελευθερίας, υποχρεώσεων, πηγών του δικαίου, πολιτικής νομιμοποίησης, σχέσεις υποχρεώσεων και δικαιωμάτων, και τα λοιπά, μεμονωμένα και σε όλα τα πιθανά ζεύγη.

Εδώ υπάρχει ένα σύνορο. Εσωτερική ελευθερία και εξωτερική ελευθερία που μπορεί να βοηθήσει την συζήτησή μας το πόσο η κατ’ εξαίρεση παρέμβαση ενός ακαδημαϊκού είναι δικαιολογημένη.

Η εσωτερική ελευθερία αφορά την ατομική, κοινωνική και πολιτική ελευθερία που αποτελεί το υπέρτατο επίπεδο και ιδεατή κατάληξη της δημοκρατίας. Μελετώντας την πολιτειακή συγκρότηση, τα ζητήματα που υπεισέρχονται και τα αναρίθμητα πιθανά ζεύγη, αποχρώσεις και συνδυασμούς είναι φανερό ότι οι έννοιες είναι ελαστικές.

Κυμαίνονται ανάλογα με την εποχή, την συγκυρία, την πολιτική ωρίμανση του πολιτικού πολιτισμού μιας κοινωνικής οντότητας και τις ανθρωπολογικές προϋποθέσεις της κοινωνίας στην οποία αναφερόμαστε. Τα ζητήματα αυτά αφορούν, εν τέλει, ζητήματα όπως το σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης (της κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένης διανεμητικής δικαιοσύνης) που κάθε κοινωνία και κάθε άτομο θεωρεί το σωστότερο.

Ηθικές και άλλα κοινωνικοπολιτικά κριτήρια και παράγοντες προσαρμόζονται στο εκάστοτε σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης και στο κοινωνικοπολιτικό σύστημα στο οποίο κατά περίπτωση αναφερόμαστε. Επιπλέον, στο εσωτερικό κάθε κράτους οι ιεραρχήσεις και το περιεχόμενο (πχ της ατομικής, κοινωνικής και πολιτικής ελευθερίας ή της ηθικής) είναι ελαστικά και συχνά ρευστά προσδιορισμένα. Κάθε ανεξάρτητη κοινωνία αναπτύσσεται και εξελίσσεται. Αντίστοιχα και το  κανονιστικό της σύστημα, οι ηθικές επιταγές και η εσωτερική δικαιοσύνη.

Η εξωτερική ή συλλογική Ελευθερία, δηλαδή η Εθνική Ανεξαρτησία, είναι απόλυτα ανελαστική. Σε οποιαδήποτε εποχή ή κράτος και αν αναφερόμαστε όποιος διασχίσει το κόκκινο σύνορο που βλάπτει την συλλογική Ελευθερία της οικείας κοινωνίας διαπράττει πολιτικό έγκλημα "εσχάτης προδοσίας".

Έσχατο και θέσφατο είναι η συλλογική ελευθερία έσχατο παράπτωμα είναι και η αθέτησή της.  Δεν υπάρχουν δύο ειδών συλλογικές ελευθερίες αλλά μόνο μια και ορίζεται με σύγχρονους όρους διεθνούς δικαίου από την εθνική ανεξαρτησία και με κλασικούς όρους ως «το ιδεώδες της ανεξαρτησίας».

Στην κλασική εποχή αποτελούσε αυτονόητο θέσφατο και προϋπόθεση ελεύθερης δημοκρατικής συγκρότησης στο εσωτερικό κάθε Πολιτείας. Στο σύγχρονο διεθνές σύστημα αυτό ορίζεται από τις υψηλές αρχές του διεθνούς δικαίου της μη επέμβασης, της διακρατικής ισοτιμίας και της εσωτερικής-εξωτερικής κυριαρχίας. 

 

2.    Εσχάτη προδοσία: με την «πολιτική» και την «αστυνομική» έννοια του όρου

 

Στο παρελθόν εκ του γεγονότος ότι η Ελευθερία και η συλλογική Ελευθερία ήταν στο επίκεντρο των επιστημονικών και επιστημολογικών μου ενδιαφερόντων έχω προσπαθήσει να αναπτύξω προβληματισμούς γύρω από την έννοια "εσχάτη προδοσία" ως κατάσταση όπου ένας πολίτης ενός οποιουδήποτε κράτους για ένα πολύ μεγάλο αριθμό λόγων που εκτείνονται σε ένα ευρύ φάσμα στάσεων και συμπεριφορών, διασχίζει το κόκκινο σύνορο της συλλογικής Ελευθερίας βλάπτοντας έτσι την οικεία πατρίδα.

Συντομογραφικά, εδώ, θα σταθούμε στην συλλογική ελευθερία για να δώσουμε κάποια στοιχεία αυτής της τυπολογίας και για να την συνδέσουμε με το σχέδιο Αναν. Παρά το ότι η ελευθερία μιας κοινωνίας όπως είπαμε ορίζεται απόλυτα και ανελαστικά υπάρχει μια ιεραρχία και διαβαθμίσεις στάσεων και συμπεριφορών καθώς επίσης και ζήτημα για την θέση ενός πολίτη στο κοινωνικοπολιτικό σύστημα.

Είναι απλός ψηφοφόρος; Είναι στρατιώτης σε εμπόλεμη κατάσταση; Είναι κατάσκοπος; Είναι εκλεγμένος πολιτικός ηγέτης; Είναι υποψήφιος πολιτικός ηγέτης; κτλ. Η προσπάθεια «θανάτωσης» μιας Πολιτείας συμμαχώντας με αυτούς που την επιβουλεύονται υπόγεια ή ευθέως αποτελεί, όπως λέμε, πράξη «εσχάτης προδοσίας». Δεν έχει εν τέλει σημασία κατά πόσο αυτό γίνεται συνειδητά ή ανεπίγνωστα και ενεργά ή λόγω αφέλειας ή και απροσεξίας. Η στάση μετράει επί ενός ζητήματος ζωής ή θανάτου.  

Η συλλογική ελευθερία είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου και εξ ορισμού έτσι είναι και έτσι πάντα θα είναι. Η διαβάθμιση μιας στάσης «εσχάτης προδοσίας, όμως, είναι αναγκαία για να καταστεί περισσότερο πολιτική έννοια και λιγότερο "αστυνομική". Σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης ή κατά την διάρκεια πολέμου ή μετά τον πόλεμο όσοι εκτεθούν συχνά εκτελούνται. Έτσι ήταν και στο παρελθόν. Για παράδειγμα μετά τον Β παγκόσμιο πόλεμο στην Γαλλία αλλά όχι μόνο.

Άλλο παράδειγμα μετά την καταστροφή του 1922 είχαμε εκτελέσεις (Γουδί) όσων έκαναν ενδεχομένως λάθος εκτίμηση έστω και αν δεν συμμάχησαν με τον εχθρό. Η πρόκληση βαρύτατων ζημιών κατά της πολιτείας θεωρείται διαχρονικά εξίσου κατακριτέα και οι δράστες υπόκεινται κυρώσεις. Βλ. για παράδειγμα βαριές ποινές φυλάκισης για κατασκόπους στις ΗΠΑ ή στο Ισραήλ.

Στην διελκυστίνδα αυτή η πολιτική θεωρία, για να μπορέσει να περιγράψει αυτά τα φαινόμενα απαιτεί μια διαβαθμισμένη τυπολογία εσχάτης προδοσίας. Μια τυπολογία με πολλές αποχρώσεις και διαβαθμίσεις.

 

3.    Τυπολογία και ορισμοί της εσχάτης προδοσίας

 

Ο όρος «εσχάτη προδοσία» και οι ιεραρχήσεις της λοιπόν απαιτείται να ορίζονται τυπολογικά για να καθίσταται εφικτή τόσο η πολιτική ανάλυση των φαινομένων αυτών όσο και η ανάγκη αποστασιοποίησης από «αστυνομικού χαρακτήρα» προσδιορισμούς που αφορούν προθέσεις, κίνητρα, λόγους αποδοχής συνηγορίας ή συμμαχίας με τους εχθρούς ενός κράτους ή ακόμη και ενοχή λόγω σιωπής μπροστά στα επερχόμενα. 

Ως «εσχάτη προδοσία» ορίζεται η διαφόρων βαθμίδων συνηγορία ή συμμαχία με αυτούς που θέλουν να προκαλέσουν πολιτειακό θάνατο ή πολιτειακές ζημιές όπως η συρρίκνωση της εθνικής ανεξαρτησίας, η κατοχή από ξένες δυνάμεις, απώλεια κρατικής κυριαρχίας και τα λοιπά. 

Απαλλαγμένη τελείως από τα κίνητρα και από τις προθέσεις η «εσχάτη προδοσία» ως έννοια είναι τυπολογικά εξαιρετικά χρήσιμη για να εκτιμηθεί ο πολιτικός ορθολογισμός στις ενδοκρατικές και διακρατικές σχέσεις.

Ιδανικά οι Εφιάλτες κάθε απόχρωσης απουσιάζουν. Ιδανικοί άνθρωποι και ιδανικά κράτη όμως, ποτέ δεν υπήρξαν. Όπως είναι φανερό ο κόσμος ποτέ δεν ήταν τέλειος και μάλλον ποτέ δεν θα είναι. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για τα κράτη. Εφιάλτες υπήρξαν πάντα πολλοί, πολλών διαβαθμίσεων και πολλών ειδών διαφορετικής εμβέλειας. Αυτή είναι μια ανελέητη παθογένεια.  

Υποστηρίζουμε ότι αυτή η παθογένεια είναι και κύρια πηγή διακρατικού ανορθολογισμού. Εάν πολλοί πολίτες δεν είναι χωρίς όρους και προϋποθέσεις φιλοπάτριδες και έτοιμοι να θυσιαστούν για το κράτους τους ο πολιτικός ορθολογισμός βλάπτεται τόσο ενδοκρατικά όσο και διακρατικά.

Θολώνει τις πολιτικές εκτιμήσεις, ενθαρρύνει τον ηγεμονισμό και τον αναθεωρητισμό και οδηγεί σ’ ένα ανορθολογικό φαύλο κύκλο. Απαιτείται λοιπόν μια πολιτική αντιμετώπιση των Εφιαλτών. Η "αστυνομική διάσταση" όπως είπαμε δεν μας αφορά εδώ. Ο σκοπός μιας πολιτικής αντιμετώπισης, υπογραμμίζουμε, είναι να αυξήσει τον πολιτικό ορθολογισμό ενδοκρατικά και διακρατικά.

Εάν ο γνωστός ναζί που είπε ότι «παντού βρίσκουμε χρήσιμους ηλίθιους να μας κάνουν τις βρομοδουλειές μας» ήξερε ότι αυτό δεν θα ίσχυε ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά όσον αφορά την έναρξη και πορεία του μεγάλου πολέμου. Όμως ποτέ δεν μπορούμε να ξέρουμε πως κινούνται τα άτομα πάνω στο ευμετάβλητο και αστάθμητο εκκρεμές της ανθρώπινης φύσης.

Εάν οι Τούρκοι γνώριζαν ότι δεν θα είχαν αμφιταλαντεύσεις στην Κωνσταντινούπολη το 1453 μ.Χ. οι αποφάσεις τους ενδέχεται να ήταν διαφορετικές και η εξέλιξη του ανθρωποκεντρικού πολιτικού πολιτισμού επίσης διαφορετική.

Εάν οι Άγγλοι δεν έβρισκαν «κουκουλοφόρους» να υποδείξουν τους αγωνιστές της ελευθερίας του έπους του 1955-59 το έργο τους θα ήταν πολύ πιο δυσχερές και το αποτέλεσμα ίσως διαφορετικό.

Εάν μερικοί κομμουνιστές (έστω και εάν παρέμεναν κομμουνιστές όσον αφορά την εσωτερική πολιτική) δεν ευνοούσαν την «παγκόσμια αταξική κοινωνία» αλλά  την εθνική ανεξάρτητη ελληνική πολιτεία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο μάλλον ο εμφύλιος δεν θα λάμβανε χώρα.

Εάν μετά το 1947 δεν προσχωρούσαν τόσοι πολλοί στην υποτελή υποταγή της Ελλάδας στους δυτικούς ηγεμόνες ίσως επίσης ο εμφύλιος πόλεμος να μην λάμβανε χώρα. Θα μπορούσαν να αναφερθούν εκατομμύρια παραδείγματα και ενδέχεται ανά πάσα στιγμή στον πλανήτη να υπάρχουν χιλιάδες παρόμοια ή αντίστοιχα.

Γι’ αυτό, η τυπολογία της «εσχάτης προδοσίας» που αφορά το ανελαστικό θέσφατο της συλλογικής ελευθερίας απαιτείται να ειδωθεί ως ένα ιστορικό φαινόμενο που κρίνεται υπό τις περιστάσεις κάθε συγκυρίας και κυρίως ως ένα φαινόμενο κατά του οποίου οι (αστυνομικές) κυρώσεις δεν τυποποιούνται ή εντάσσονται σε ανελαστικά πρότυπα.

Εν καιρώ πολέμου η προδοσία τίθεται διαφορετικά και οι ενδιαφερόμενοι αποφασίζουν το δέον γενέσθαι ανάλογα με την περίπτωση. Συνήθως, όμως, η ταλάντευση του εκκρεμούς της εσχάτης προδοσίας αφορά μυριάδες αποχρώσεις και σχετίζεται με τις βαθμίδες φιλοπατρίας των πολιτών κάθε κράτους. Υπό αυτό το πρίσμα, οι ποικίλες βαθμίδες "εσχάτης προδοσίας" που μας αφορά εδώ είναι πολιτικό φαινόμενο και πολιτικά πρέπει να αντιμετωπίζεται.

 

4.    Σχέδια Αναν και η τυπολογία της εσχάτης προδοσίας

 

Εάν αναφερθούμε στην περίπτωση του σχεδίου Αναν, ασφαλώς θα μπορούσαμε να δούμε πολλές κατηγορίες και υπό-κατηγορίες διαφορετικής τάξης, βαθμίδας και ευθύνης. Το σχέδιο Αναν αποτελεί, ενδεχομένως, μια χαρακτηριστική περίπτωση όπου αποτυπώνονται όλες οι αποχρώσεις της τυπολογίας της εσχάτης προδοσίας.

Για παράδειγμα, όσοι απλά συνηγόρησαν μη γνωρίζοντας τι ακριβώς γινόταν, όσοι σύμπραξαν στην συγγραφή του επειδή ξένοι τους έθρεψαν την ματαιοδοξία λέγοντάς τους ότι θα γίνουν «young leaders», όσοι δέχθηκαν να επιστρατευτούν σε συναντήσεις επεξεργασίας της «μετα-εθνικής» «Κύπρου», όσοι πήραν κονδύλια για διοργάνωση «σεμιναρίων επιμόρφωσης» επειδή αυτό τους βοηθούσε οικονομικά και όσοι στρατεύτηκαν για να εκπληρώσουν τον σκοπό της «ένωσης των λαών» επειδή το πίστευαν ιδεολογικά.

Όσοι επίσης προσαρμόστηκαν σε κάποια «αναγκαιότητα» (πχ «δεν υπάρχει, δήθεν, άλλη διέξοδος») είτε επειδή ήσαν δειλοί είτε επειδή το θεώρησαν ορθό πιστεύοντας πως δεν υπάρχει άλλη πολιτική επιλογή. Όσοι επιπλέον γέροντες ποθώντας τον τόπο γένεσή τους πίστεψαν ότι είναι ο μόνος τρόπος να επιστρέψουν πριν πεθάνουν στην γενέτειρά τους.

Επίσης, όσοι το ψήφισαν επιπόλαια γιατί δεν το διάβασαν επειδή δεν είχαν καιρό, όσοι ενθουσιωδώς ή και μανιακά παρασύρθηκαν από φανατικούς υποστηρικτές του σχεδίου Αναν στον πολιτικό χώρο και στο πεδίο των διανοουμένων και όσοι προσκολλημένοι σε κομματικά και ιδεολογικά κριτήρια έσφαλλαν με το να ταχθούν υπέρ της κατάργησης του κράτους τους και της ένταξής του στην τουρκική επικυριαρχία. Οι διαβαθμίσεις στάσεων και συμπεριφορών, εν τέλει, θα μπορούσαν να άπειρες. 

 

5.    Οι δύο κύριες κατηγορίες εσχάτης προσοδίας

 

Μιλώντας με πολιτικούς όρους, λοιπόν, μπορούμε να φωτίσουμε καλύτερα το φαινόμενο της εσχάτης προδοσίας εάν το δούμε διττά. Η πρώτη κατηγορία αφορά τους «ηγέτες» (όσα δηλαδή άτομα έχουν πολιτικό αξίωμα ή όσοι το διεκδικούν) και η δεύτεροι είναι όλοι οι άλλοι.

Ας αρχίσουμε με την δεύτερη κατηγορία. Στην πορεία των εθνών, λίγοι θα έμεναν εάν όσοι δείλιασαν, λιγοψύχησαν, «υπέκυψαν στις ηδονές», και τα λοιπά, «καταδικάζονταν». Εν τούτοις, η στηλίτευσή τους με τυπολογική ανάδειξή τους, είναι επιβεβλημένη. Γνωστές και καθιερωμένες φράσεις που βοηθούν μια τέτοια συζήτηση είναι «πεμπτοφαλαγγίτες», ένοχο σύμπραξης με τους εχθρούς, δοσίλογοι κτλ. Φωτίζουν αληθινές στάσεις και συμπεριφορές που είναι αληθινές και αποτελούν πηγή πολιτικού ανορθολογισμού.

Πλην τέτοιες ονομασίες δεν μπορούν να κάνουν δίκη προθέσεων και δεν παραπέμπουν, κατ’ ανάγκη, σε κάποια τιμωρία. Αν μη τι άλλο δεν ξέρουμε τα κίνητρα όπως δεν ξέρουμε μύρια άλλα αίτια που οδηγούν ασθενείς ψυχές να λυγίζουν και να σέρνονται ανορθολογικά.

Τώρα, οι ηγέτες είναι κάτι διαφορετικό. Η «εσχάτη προδοσία» εδώ είναι άλλης τάξης. Η ευθύνη όσων θέλουν να κατευθύνουν τις τύχες της χώρας είναι πολύ μεγαλύτερες. Αφήνω ξανά το «αστυνομικό σκέλος», τις προθέσεις και τα κίνητρα και στέκομαι στον φωτισμό της πράξης. Στην περίπτωση της Κύπρου και του σχεδίου Αναν δεν σήμαινε «διπλή ένωση», διχοτόμηση, λάθος εκτίμηση για τις συνέπειες ή οτιδήποτε άλλο παραπλήσιο.

Σήμαινε συνειδητή ή ανεπίγνωστη (υπάρχει και αυτό για ανίκανους ή ευκολόπιστους χρήσιμους ηλίθιους) «εσχάτη προδοσία» που θα ακύρωνε την ελευθερία των κυπρίων σε όλο το ενδοκρατικό και εξωτερικό φάσμα. Σήμαινε βασικά ότι η κυπριακή κοινωνία θα ριχνόταν στα τάρταρα ενός αργού θανάτου στα χέρια νέο-Οθωμανών τούρκων, άγγλων νέο-αποικιοκρατών και αμερικανών επεμβατιστών.

Σχέδιο Αναν σήμαινε: Μηδέν εθνική ανεξαρτησία, μηδέν δημοκρατία, μηδέν λαϊκή κυριαρχία, μηδέν ανθρώπινα δικαιώματα. Με τον ένα ή άλλο τρόπο θα τα καταργούσαν αυτοί που θα ήλεγχαν πλέον την Κύπρο και που θα είχαν κάθε λόγο να εξαθλιώσουν και εκδιώξουν την κυπριακή κοινωνία. Είναι περιττό να πω έστω και μια λέξη πέραν αυτού όταν ξέρουμε ότι οι Τούρκοι αυτό ακριβώς κάνουν εδώ και δεκαετίες σε κάθε σχέση τους με την Ελλάδα αλλά και με άλλους γείτονες.

 

6.    Ηγέτης και εσχάτη προδοσία: «Τι του κάνουμε;»

 

Ο ηγέτης που διολίσθησε σε μια στάση «εσχάτης προδοσίας» συνηγορώντας με τη κατάργηση του θεσμού ελευθερίας μιας κοινωνίας, δηλαδή του εθνοκράτους της (ελπίζω να έγινε κατανοητό γιατί βάζω εντός εισαγωγικών τη φράση) λογικά ακολουθεί την μοίρα του. 

Επειδή τυγχάνει να μην θεωρώ τον εξοστρακισμό, την εξορία και την θανάτωση ως ενδεδειγμένα (έστω και αν στην κλασική εποχή τα πρώτα δεν ήταν άγνωστα), πιστεύω ότι μια πιο λογική αντιμετώπιση απέναντι στους «ηγέτες» που διολίσθησαν σε «εσχάτη προδοσία» συνηγορώντας με την θανάτωση του εθνοκράτους τους, είναι να αποκλειστούν (το καλύτερο θα είναι αυτόβουλα) από πολιτικά αξιώματα. Κοντολογίς να εξαφανιστούν, να πάνε σπίτι τους και από την ντροπή που λογικά θα αισθάνονται να μην εμφανιστούν ξανά σε δημόσιους χώρους.  

Ας μην ξεχνούμε ότι η ελεεινή τους στάση προκαλεί ανθρώπινες κακουχίες και θανάτους και μάλιστα μαζικούς. Επειδή εν τούτοις η φυλάκισή τους ή η θανάτωσή τους μπορεί να διχάσει την κοινωνία επιτείνοντας τα δεινά το καλύτερο για όλους θα ήταν οι ίδιοι «να πηγαίνουν σπίτι τους» για να ζήσουν με τις τύψεις τους. 

Εάν για οποιοδήποτε λόγο δεν το κάνουν τότε το σωστό και κυρίως το πολιτικά ορθολογικό είναι όσοι έχουν κουκούτσι λογική και ορθολογισμό να τους το υποδεικνύουν με όσο πιο πολιτισμένο αλλά έντονο τρόπο μπορούν. 

Να τους υπενθυμίζουν για πάντα όποτε θελήσουν αξιώματα ότι αποτελεί «εσχάτη προδοσία» εάν για οποιοδήποτε λόγο συνηγορήσεις να χάσεις τον θεσμό συλλογικής ελευθερίας και ότι αποτελεί πράξη σύνεσης, αξιοπρέπειας και ορθολογισμού να μην επιδιώξει δημόσια αξιώματα όποιος υπέπεσε σε ένα τέτοιο έσχατο πολιτικό και ηθικό παράπτωμα. 

Τελειώνοντας λοιπόν υπενθυμίζω ότι το σχέδιο Αναν πρόβλεπε την κατάλυση του κυπριακού κράτους και την στέρηση από τους κύπριους της έσχατης και κοσμοθεωρητικά-ηθικά πρωταρχικής συλλογικής ελευθερίας. 

Κάτι τέτοιο κανείς δεν έχει δικαίωμα να το κάνει. Δεν εμπίπτει δηλαδή στην κατηγορία της πλειοψηφίας / μειοψηφίας σε κάποια ψηφοφορία ή εκλογή κομμάτων ή προέδρων στην εξουσία. Τα πολιτικά πρόσωπα εκλέγονται για εφήμερη διακυβέρνηση και όχι για να καταργήσουν την Πολιτεία κάτι που δεν έχουν δικαίωμα να κάνουν. Ο ρόλος τους δηλαδή είναι η διακυβέρνηση και καμιά δικαιοδοσία δεν έχουν για να αποφασίσουν για τον θάνατο, την ζωή και την ελευθερία των άλλων.

Ούτε δημοψηφίσματα που καταργούν εθνοκράτη μπορούν να ισχύσουν: Πρώτον, όσοι δεν κάμφθηκαν και δεν συμφώνησαν δεν είναι υποχρεωμένοι να δεχθούν τη καταστολή της ελευθερίας τους και της ετερότητάς τους. Ως προς τούτοι, απαιτείται να γίνει κατανοητό ότι είναι ένα πράγμα η διακυβέρνηση ενός κράτους και άλλο το προνόμιο κατάργησής του που κανείς δεν έχει. Δεύτερον, εάν σταθούμε στην Κύπρο το 2004, εάν οι κύπριοι υπέκυπταν το αποτέλεσμα θα ήταν άκυρο γιατί θα οφειλόταν σε εκβιασμούς, δηλαδή σε απειλές και εκφοβισμούς στους οποίους πολλοί όπως γνωρίζουμε εκτόξευαν καθημερινά.

Τέλος, να μην ξεχνούμε ότι από το 1974 και μετά ενώ οι κύπριοι ήταν τα θύματα εισβολής και κατοχής, αντί να αποκατασταθεί η διεθνής νομιμότητα και η κρατική κυριαρχία της ΚΔ, η χώρα αυτή λόγω αδυναμίας σύρθηκε σε διαπραγματεύσεις επικύρωσης των παράνομων τετελεσμένων. Ένας δηλαδή διαρκής εκβιασμός πολλών δεκαετιών για τον οποίο ότι λέχθηκε εκεί δεν υπάρχει δέσμευση. Δεν υπάρχει δέσμευση κατάργησης της συλλογικής Ελευθερίας που μπορεί να ισχύει νομικά, πολιτικά, ηθικά και κοσμοθεωρητικά.

Τα κράτη είναι βασικά αθάνατα. Υπάρχουν για να εκπληρώνουν και διαιωνίζουν τον πολιτικό πολιτισμό όχι για να τον οπισθοδρομούν στην βαρβαρότητα. Και η κατάργηση του θεσμού συλλογικής Ελευθερίας της Κυπριακής κοινωνίας όπως επιδιώχθηκε με το σχέδιο Αναν αυτό σημαίνει.

Καταληκτικά, οι ένοχοι για εσχάτη προδοσία ανεξαρτήτως βαθμίδας και του ελεεινού χαρακτήρα της συνηγορίας με την κατάργηση του οικείου κράτους, απαιτείται είτε να καταψηφίζονται στις εκλογές είτε να παραιτούνται οι ίδιοι οικειοθελώς και να εξαφανίζονται από την δημόσια σφαίρα.   

 

--------------------------------------------------------

1. Ακαδημαϊκή ανεξαρτησία: προνόμιο επιστημονικής προόδου ή προνόμιο ακαδημαϊκής αυθαιρεσίας;

Παναγιώτης Ήφαιστος – Panayiotis Ifestos

Καθηγητής – Professor

Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές, Έδρα Jean Monnet για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ολοκλήρωση

International Relations-Strategic Studies. Jean Monnet Chair European Political Integration

Πάντειον Παν/τήμιον, ifestos@panteion.gr, info@ifestos.edu.gr, www.ifestos.edu.gr  210-8975385

----------------------------------------------------------------------------------------------------------

 

Περιεχόμενα: 1. Εισαγωγή. 2. Επιστημονική πρόοδος ή επιστημονική παρακμή; 3. Αιτιολόγηση του προνομίου της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας και η ανάγκη διαρκούς αυτοκριτικής. 4. Ο φαύλος κύκλος παρακμής και υποβάθμισης των επιστημονικών δραστηριοτήτων. 5. «Όποιος έχει παράπονο ας προσφύγει στα διοικητικά δικαστήρια». 6. Ανάγκη ασφαλιστικών δικλείδων. 7. Συμπέρασμα όσον αφορά τις ακαδημαϊκές κρίσεις

----------------------------------------------------------------------------------------------

 

1. Εισαγωγή.

 

Αν και πιστεύω ότι με κάποιο ανάλογο τρόπο ισχύουν τα ίδια σε άλλους επιστημονικούς κλάδους, οι σκέψεις που ακολουθούν αναφέρονται στις κοινωνικές επιστήμες και πιο συγκεκριμένα στο ολισθηρό γνωστικό πεδίο των διεθνών σχέσεων την επιστημονική εξέλιξη του οποίου επιχείρησα να εξετάσω στην τελευταία μου μονογραφία (Οι διεθνείς σχέσεις ως αντικείμενο επιστημονικής μελέτης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, διαδρομή, αντικείμενο, περιεχόμενο και γνωσιολογικό υπόβαθρο (Εκδόσεις Ποιότητα, Αθήνα 2004, 3η έκδοση - http://www.ifestos.edu.gr/7.htm). Αυτή η μονογραφία εμπεριέχει εκτενέστερη ανάλυση του ίδιου ζητήματος καθώς και σύνδεσή του με μεθοδολογικά, επιστημολογικά και επιστημονικά ζητήματα της ανάλυσης των διεθνών σχέσεων ως κλάδου των κοινωνικών επιστημών. Τα επιστημονικά, δεοντολογικά και επιστημολογικά ζητήματα που θίγονται εδώ θα αναλυθούν εκτενέστερα σε εξειδικευμένη μονογραφία που θα δημοσιευτεί σύντομα. Στις γραμμές που ακολουθούν, το ενδιαφέρον εστιάζεται στα ζητήματα ακαδημαϊκής τάξης και ακαδημαϊκής δεοντολογίας που συχνά τίθενται όταν οι πανεπιστημιακοί ως μέλη των Γενικών Συνελεύσεων ή ως μέλη των εκλεκτορικών σωμάτων είναι υποχρεωμένοι να εκφράζουν επιστημονικές εκτιμήσεις οι οποίες επιβάλλεται να είναι συμβατές με το πνεύμα και το γράμμα του νόμου. Το προνόμιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας, υποστηρίζεται πιο κάτω, δίνεται στους πανεπιστημιακούς, μεταξύ άλλων, για να εκπληρώνουν αυτό τον σκοπό. 

 

2. «Ακαδημαϊκή ανεξαρτησία»: επιστημονική πρόοδος ή  επιστημονική παρακμή;

 

Το αντίστοιχο του εξευτελισμού-απαξίωσης ενός ατόμου στην κοινωνική του ζωή είναι στον ακαδημαϊκό χώρο ο μη αξιοκρατικός διορισμός σε καθηγητική θέση σ’ ένα Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα. Ακόμη και αν οι ίδιος δεν ευθύνεται, αυτή η αφετηριακή απαξίωση θα τον κατατρύχει, θα τον υπονομεύει συνειδησιακά, θα τον εκθέτει σε κακόπιστα σχόλια και θα τον καθιστά οιονεί αναρριχητή και εν τέλει αχθοφόρο της ακαδημαϊκής ιδιότητας. Εκτός και αν ο υποψήφιος κατευθύνει τις Γενικές Συνελεύσεις και τα εκλεκτορικά σώματα, κάτι βεβαίως ασύνηθες και ίσως απίθανο, την ευθύνη για την νομιμότητα των διαδικασιών εκλογής ενός μέλους ΔΕΠ στα Ανώτατα Ιδρύματα έχουν οι Γενικές Συνελεύσεις και τα εκλεκτορικά σώματα που αυτές ορίζουν. Αυτή η ευθύνη έχει δύο σκέλη.

            Το πρώτο σκέλος αφορά την νομιμότητα των διαδικασιών και σχετίζεται κυρίως με το γράμμα του νόμου αναφορικά με μια σειρά δεσμευτικών κριτηρίων διαδικαστικής μορφής και επιστημονικής αρμοδιότητας των εκλεκτόρων όπως αυτή προκύπτει από τις διατυπώσεις του γνωστικού τους αντικειμένου ως μέλη ΔΕΠ και του γνωστικού αντικειμένου του Τμήματος και του Τομέα στον οποίο ανήκουν.

            Το δεύτερο σκέλος αφορά την έκφραση επιστημονικών εκτιμήσεων των μελών των Γενικών Συνελεύσεων και των εκλεκτορικών σωμάτων, κατά κύριο λόγο α) όταν ορίζονται τα γνωστικά αντικείμενα μιας υπό προκήρυξη θέσης, β) όταν επιλέγονται οι εκλέκτορες με βάση την επιστημονική αρμοδιότητά τους, γ) όταν οι εκλέκτορες αυτοί ορίζουν την εισηγητική επιτροπή, δ) όταν οι εισηγητές αξιολογούν τα έργα των υποψηφίων και συντάσσουν το πόρισμα και ε) όταν οι εκλέκτορες κρίνουν τα έργα αυτά ή άλλα ζητήματα που ανακύπτουν κατά την διάρκεια της κρίσης. Όταν οι ακαδημαϊκοί εκτελούν τα καθήκοντά τους στο πλαίσιο αυτό, απαιτείται απόλυτος σεβασμός του πνεύματος του νόμου.

            Ακριβώς, για να μπορούν να λειτουργούν ελεύθερα, αδέσμευτα και ανεπηρέαστα οι ακαδημαϊκοί προικίζονται με το προνόμιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας. Αναμφίβολα, είναι ορθό πως το προνόμιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας είναι αναγκαία και μη εξαιρετέα συνθήκη επιστημονικά αδέσμευτης και αξιολογικά ελεύθερης άσκησης των καθηκόντων μιας επιστημονικής κοινότητας. Όμως, τυχόν κατάχρησή του ακυρώνει τους σκοπούς και την αποστολή αυτού του προνομίου.

            Για αποφευχθεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο το πνεύμα και το γράμμα του νόμου απαιτεί από την ακαδημαϊκή κοινότητα χρηστοήθεις συμπεριφορές και στάσεις. Αντίθετες συμπεριφορές και στάσεις ενέχουν βαθύτατες προεκτάσεις για κάθε ενδιαφερόμενο: την κοινωνία, τους φοιτητές και την υπόλοιπη ακαδημαϊκή κοινότητα. Εάν και όταν τα μέλη μιας ακαδημαϊκής κοινότητας εκμεταλλεύονται το προνόμιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας για να αυθαιρετούν όταν εκφράζουν επιστημονικές κρίσεις και εκτιμήσεις παύουν να είναι μια κοινότητα πνευματικών ανθρώπων και μετατρέπονται σε αποκρουστική εστία πνευματικής μόλυνσης που διαχέει δύσοσμα αέρια οι αναθυμιάσεις των οποίων προκαλούν ασφυξία σε κάθε στοιχειωδώς αξιοπρεπή άνθρωπο. Η «πνευματική δυσοσμία» και τα συνεπακόλουθα προβλήματα αισθητικής, όμως, δεν είναι η μόνη συνέπεια. Η κυριότερη συνέπεια είναι η εξώθηση μιας επιστημονικής κοινότητας στην επιστημονική παρακμή, η οποία πέραν ενός σημείου ενέχει βαθύτατες προεκτάσεις για την κοινωνία (και όσον αφορά την ανάλυση των διεθνών σχέσεων για τις διακρατικές σχέσεις).

            Έτσι, η παρακμή ενός ακαδημαϊκού χώρου και η κυριαρχία αυθαίρετων συμπεριφορών θα μπορούσε να στιγματίσει την Ανώτατη Παιδεία για πολλές δεκαετίες. Για παράδειγμα, είναι δυνατό να ιδρύονται Πανεπιστημιακά Τμήματα χωρίς επιστημονικό ορθολογισμό, να ορίζονται «φωτογραφικά» γνωστικά αντικείμενα  καθηγητικών θέσεων μπροστά στα οποία θα ασφυκτιά ακόμη και η απλή λογική, να ορίζονται μαθήματα που αποβλακώνουν τους φοιτητές, να αναπαράγεται και να βαθαίνει η παρακμή με επιστημονικά αυθαίρετο διορισμό σε θέσεις ΔΕΠ ομοϊδεατών, φίλων και συγγενών, ή ακόμη και να καλλιεργούνται ανελεύθερες-φασιστοειδείς ιδέες που αντιβαίνουν στον ανθρώπινο πολιτισμό. Ακόμη πιο σημαντικό, δυνατό να οδηγήσει στην δημιουργία «επιστημονικής οχλαγωγίας» και κατεστημένα συμφέροντα για ανάπτυξη «βιομηχανίας δολοφονιών επιστημονικών χαρακτήρων», αποκλεισμών και εξαιρέσεων.

            Δυνατό να οδηγήσει, επίσης, στο κατώτατο σκαλί της παρακμής, εάν για παράδειγμα τα αυτονόητα, παγίως παραδεκτά και αναπόδραστα ορθά που κατατίθενται ως σκέψεις στο παρόν σημείωμα, χλευάζονται ως δήθεν παράφωνα ή και ακόμη και γραφικά από μια κρίσιμη μάζα των μελών μιας ακαδημαϊκής κοινότητας. Κρυμμένοι στο άσυλο της ακαδημαϊκής κοινότητας, οι αφιλότιμοι, δυνατό να οχλαγωγούν φωνάζοντας περιπαικτικά νομίζοντας ότι η υπερίσχυση των κραυγών επισκιάζει το κλασικά ορθό και παγίως παραδεκτό. Τα πράγματα βεβαίως οδηγούνται στο έσχατο σημείο της παρακμής, εάν και όταν υποψήφιοι ή νεοεισερχόμενοι στον ακαδημαϊκό χώρο πειστούν ότι ο μόνος τρόπος να διοριστούν και να εξελιχτούν είναι η σύμπλευσή τους με τις κραυγές, τους ψίθυρους, την παρασιτική ζωή, την εξύμνηση ανελεύθερων ιδεών, την πυκνή ενασχόλησή τους με προπαγανδιστικές ιδεολογικοπολιτικές εκλογικεύσεις και την μετατροπή του πανεπιστημίου σε πάρεργο πολιτικών και άλλων δραστηριοτήτων. Μια τέτοια διολίσθηση εξ ορισμού αποκλείει κάθε δυνατότητα επιστημονικής προόδου ενώ η ανώτατη παιδεία μετατρέπεται σε βιομηχανία παραγωγής αγραμμάτων και κοινωνικά άχρηστων θεωρημάτων και ιδεολογημάτων που αντιβαίνουν στον ανθρώπινο πολιτισμό.

            Ο υποφαινόμενος δεν έχει αμφιβολία ότι αν και «οι ακαδημαϊκοί δεν είναι άνθρωποι αγγελικά πλασμένοι», στην συντριπτική τους πλειονότητα επιθυμούν αυστηρή και ασκητική προσήλωση στα επιστημονικά τους καθήκοντα με τρόπο που σέβεται πάγια δεοντολογικά και ακαδημαϊκά θέσφατα.

           

«Ακαδημαϊκή ελευθερία» σημαίνει ότι στο εσωτερικό του ασύλου της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας, σ’ αντίθεση με τους υπόλοιπους κοινωνικούς τομείς, δεν υπάρχουν κοινωνικοπολιτικοί έλεγχοι και εξισορροπήσεις. Οι ακαδημαϊκοί, εν ολίγοις, όσον αφορά τις δραστηριότητές τους ως πανεπιστημιακοί (και εξυπακούεται: στο πλαίσιο του γνωστικού αντικειμένου για το οποίο αποκτούν την ακαδημαϊκή ιδιότητα) βρίσκονται στο απυρόβλητο των κοινωνικών ελέγχων. Κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει ότι αυτό το γεγονός δημιουργεί μεγάλες υποχρεώσεις και ευθύνες επιστημονικού και δεοντολογικού χαρακτήρα.

            Για τον πολύ σημαντικό λόγο που θίξαμε μόλις, οι επιστημονικοί έλεγχοι και εξισορροπήσεις στο εσωτερικό μιας οποιασδήποτε επιστημονικής κοινότητας είναι εξαιρετικά μεγάλης σημασίας. Γι’ αυτό επίσης, όπως ήδη τονίστηκε, οι επιστημονικοί έλεγχοι των εκλεκτορικών σωμάτων είναι καίριας διαμορφωτικής σημασίας για τις επιστημονικές προδιαγραφές ενός ακαδημαϊκού περιβάλλοντος.

            Αν οι επιστημονικοί έλεγχοι και εξισορροπήσεις στο εσωτερικό της ακαδημαϊκής κοινότητας αποδυναμωθούν ή καταργηθούν, οι συνέπειες είναι καταστροφικές για κάθε ενδιαφερόμενο και εμπλεκόμενο: α) Για τους τίμιους ακαδημαϊκούς που επένδυσαν μια ζωή στην επιστήμη και που θα ήθελαν να επιτελούν το καθήκον τους υπό κανονικές συνθήκες, β) για πολλούς νέους επιστήμονες που παγιδεύονται στα γρανάζια ενός αρρωστημένου συστήματος το οποίο δεν ελέγχει η κοινωνία γεγονός που τους καθιστά απροστάτευτους, γ) για αναρίθμητους ανυποψίαστος φοιτητές που αργοπορημένα ανακαλύπτουν ότι εισήχθηκαν σε μια βιομηχανία παραγωγής αγραμμάτων, και δ) για τα μέλη της κοινωνίας ευρύτερα που ανήμπορα να αντιδράσουν είναι εν τούτοις υποχρεωμένα να χρηματοδοτούν επιστημονικά και κοινωνικά επιζήμιες δραστηριότητες που αντιβαίνουν στην αποστολή της ακαδημαϊκής κοινότητας.

 

3. Αιτιολόγηση του προνομίου της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας και η ανάγκη διαρκούς αυτοκριτικής

 

Βασική θέση, λοιπόν, είναι ότι το προνόμιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας δεν είναι προνόμιο «ακαδημαϊκής αυθαιρεσίας» και ότι, επίσης, η «επιστημονική τιμή» κάθε πανεπιστημιακού διασφαλίζεται με επιστημονικά αρμόδια κρίση και αξιοκρατική εξέλιξη σ’ όλες τις βαθμίδες της ακαδημαϊκής του ανάπτυξης. Ενώ ο ίδιος –δηλαδή ο εκάστοτε υποψήφιος–, δεν ευθύνεται, κατ’ ανάγκη, για τις αποφάσεις των μελών των Γενικών Συνελεύσεων και των μελών εκλεκτορικών σωμάτων που τον κρίνουν, τα μέλη των οργάνων αυτών απαιτείται να υποβάλλονται διαρκώς στην βάσανο της αυτοκριτικής. Αυτοκριτικής, α) για το κατά πόσο ως ακαδημαϊκοί υιοθετούν στάσεις επάξιες του υψηλού λειτουργήματός τους, β) για το κατά πόσον αποφασίζουν χωρίς να επηρεάζονται από μη ακαδημαϊκά ιδιοτελή και υποκειμενικά κριτήρια και γ) για το κατά πόσον σε οποιαδήποτε φάση της διαδικασίας δεν «καταχράστηκαν» το προνόμιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας με αυθαίρετες «επιστημονικές εκτιμήσεις».

 

Επειδή η επιστημονική κρίση των ακαδημαϊκών δεν υπόκειται στους ελέγχους των διοικητικών δικαστηρίων (και επειδή όπως αναφέρθηκε το προνόμιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας τους θέτει στο απυρόβλητο των κοινωνικών ελέγχων), η απόλυτη αντικειμενικότητα και η ευλαβική τήρηση του πνεύματος και του γράμματος του νόμου είναι προϋποθέσεις ύπαρξης αυτού του προνομίου και εκπλήρωσης των σκοπών που υπηρετεί.

            Οι συνεχείς επιστημονικοί έλεγχοι και εξισορροπήσεις –που κορυφώνονται ή πρέπει να κορυφώνονται στο στάδιο κάθε κρίσης διορισμού ή εξέλιξης ενός μέλους ΔΕΠ– είναι υποχρέωση και καθήκον κάθε πανεπιστημιακού που θέλει να θεωρείται άξιο μέλος της επιστημονικής κοινότητας.

            Για ένα ακόμη λόγο, η διαρκής αυτοκριτική των πανεπιστημιακών όσον αφορά την «απόλαυση» του προνομίου της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας είναι αναγκαία, επειδή όπως συμβαίνει με όλες τις ομάδες μιας κοινωνίας, οι ακαδημαϊκοί δεν είναι ένα ιδεατό σύνολο ανθρώπων αγγελικά πλασμένων. Αντίθετα, όσοι παροικούν την «ακαδημαϊκή Ιερουσαλήμ» γνωρίζουν ότι η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική …

 

Είναι λοιπόν αυτονόητο ότι όλοι οι φορείς της ακαδημαϊκής ιδιότητας είναι δεοντολογικά υποχρεωμένοι να υποβάλλουν διαρκώς τους εαυτούς τους στην βάσανο αυτοκριτικής για το κατά πόσον στο εσωτερικό του ασύλου της ακαδημαϊκής ελευθερίας στο οποίο ανήκουν αναπτύσσονται στάσεις και συμπεριφορές που εμποδίζουν την εκπλήρωση των σκοπών για τους οποίους η κοινωνία τους προικίζει με το προνόμιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας.

            Οι ακαδημαϊκοί προικίζονται με αυτό το προνόμιο κατά κύριο λόγο για να μπορούν να εκφράζουν ανεξάρτητη, αδέσμευτη και ανεπηρέαστη εκτίμηση-κρίση στο επιστημονικό πλαίσιο του γνωστικού πεδίου για το οποίο εκλέγονται. Σε κάθε περίπτωση δεν είναι προνόμιο ακαταλόγιστου, ανευθυνότητας, ιδιοτέλειας ή μανδύας έκφρασης αβυσσαλέα υποκειμενικών γνωμών. Κατάχρηση αυτού του προνομίου στο πλαίσιο τέτοιων στάσεων ή συμπεριφορών εάν και όταν εκδηλώνονται δεν είναι επιστημονική δραστηριότητα αλλά «επιστημονική αλητεία» (με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου, δηλαδή του ασταθούς κοινωνικού ρόλου, της περιθωριακής συμμετοχής στην κοινωνική ζωή, των ακαταλόγιστων και των ανεύθυνων ή επιπόλαιων συμπεριφορών, κτλ).

 

Το προνόμιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας προσφέρεται στην ακαδημαϊκή κοινότητα για να διασφαλιστούν οι προϋποθέσεις διαρκούς επιστημονικής προόδου, απρόσκοπτης καλλιέργειας σπουδαίων ιδεών και ανεμπόδιστης μετάδοσης γνώσεων. Επίσης, το προνόμιο αυτό προσφέρεται για να εκπληρώνονται απρόσκοπτα διαρκείς επιστημονικοί έλεγχοι και εξισορροπήσεις, καθώς επίσης και αξιοκρατικοί διορισμοί που εμπλουτίζουν το επιστημονικό δυναμικό μιας επιστημονικής κοινότητας με νέα ικανά στελέχη. Γι’ αυτό, το προνόμιο αυτό δεν θα μπορούσε να καταντήσει μέσο αυθαιρεσίας, προπαγανδιστικών δραστηριοτήτων που εξαθλιώνουν στοχαστικά τον ακαδημαϊκό χώρο ή εργαλείο αντιδεοντολογικής καλλιέργειας ανελεύθερων ιδεών που αντιστρέφουν τις κατακτήσεις του πολιτισμού των ανθρώπων. Δεν θα μπορούσε, επιπλέον, να καταντήσει η ακαδημαϊκή ελευθερία μέσο παράκαμψης του πνεύματος των νόμων που διέπει την λειτουργία των πανεπιστημίων. Οτιδήποτε καταστρατηγεί τους υψηλούς σκοπούς του προνομίου της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας είναι ανήθικο και αντιδεοντολογικό. Σε μερικές περιπτώσεις επιπλέον, δυνατό να ελέγχεται και ποινικά.

 

4. Ο φαύλος κύκλος παρακμής και υποβάθμισης των επιστημονικών δραστηριοτήτων

 

Οι παροικούντες την «πανεπιστημιακή Ιερουσαλήμ» έχουν επίγνωση του γεγονότος ότι η ακαδημαϊκή αυθαιρεσία δυνατό να αποκτήσει τις πιο απίθανες και δυσδιάκριτες μορφές. Για παράδειγμα, δυνατό να σχετίζεται με την διαμόρφωση ομάδων ομοϊδεατών που κρυμμένοι στο εσωτερικό του ασύλου που προσφέρει η ακαδημαϊκή ανεξαρτησία, θα μπορούσε να οδηγήσει σε καταστάσεις ιδιοτελών διορισμών, αθέμιτων ακαδημαϊκών αναρριχήσεων και επιστημονικά γελοίων «καταξιώσεων», διανεμητικών εν τούτοις συνεπειών.

            Το οπλοστάσιο των μέσων που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν είναι τεράστιο και μπορεί να κυμαίνεται από ασυνάρτητες βιβλιοκριτικές μέχρι μεροληπτική αξιολόγηση ενός έργου που αν και μη επιστημονικού χαρακτήρα χαρακτηρίζεται ως τέτοιο. Πως λοιπόν, αν παρακμάσει και διαφθαρεί στοχαστικά ένας χώρος, θα μπορούσε να ελεγχθεί ο βαθμός μεροληψίας και ιδεολογικοπολιτικής σκοπιμότητας που παρεισφρέει σε μια ακαδημαϊκή κρίση;

            Η απάντηση είναι η εξής: είναι δύσκολο ή αδύνατο να διαπιστωθεί και να ελεγχθεί και γι’ αυτό απαιτείται όλοι να καιροφυλαχτούν και να περιφρουρούν τις ποιοτικές προδιαγραφές του επιστημονικού τους χώρου. Αν δεν το πράττουν, θα έλθει η στιγμή που είτε θα προσχωρήσουν στον χορό κάποιας «επιστημονικής αλητείας» είτε θα αποσυρθούν στην ατομική τους ζωή. 

            Σ’ ένα επιστημονικό χώρο που κατηφορίζει στα έσχατα σκαλοπάτια της παρακμής είναι δυνατό ολοένα και περισσότερα άτομα να αποκτούν τίτλους που δεν τους αξίζουν και ολοένα και περισσότερο η κοινωνία να βλάπτεται χωρίς να μπορεί να αντιδράσει. Εξάλλου, ο απλός άνθρωπος και ο πολιτικός ή στρατιωτικός ηγέτης, δεν έχουν τα αναγκαία γνωστικά εφόδια για να προστατευτούν από κάποιον ο οποίος δυνατό να κρύβεται πίσω από ένα ακαδημαϊκό μανδύα αλλά στην πραγματικότητα να είναι αχθοφόρος του τίτλου του ή και τσαρλατάνος.

            Πως θα μπορούσα, με ρώτησε απεγνωσμένα πριν μερικά χρόνια ανώτατο στέλεχος των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, να αντιληφτώ τις ποιοτικές προδιαγραφές κάποιου ο οποίος έρχεται σ’ εμένα φορτωμένος τίτλους, διακρίσεις και καταξιώσεις που δυνατό να είναι συμβατικές ή ψεύτικες; Το ίδιο ερώτημα σε διαφορετικό χρόνο μου το έθεσε διακεκριμένο στέλεχος της πολιτικής ηγεσίας που προβληματιζόταν για την αύξηση των σπάνιων πόρων που διατίθενται στην ακαδημαϊκή μελέτη των διεθνών σχέσεων, ενώ ο ίδιος διαπιστώνει καθημερινά ότι πολλοί συμβατικά ονομαζόμενοι επιστήμονες δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από το να χρησιμοποιούν τον ακαδημαϊκό τους τίτλο ως κάλυμμα ιδεολογικοπολιτικών εκλογικεύσεων, προπαγάνδας και ακατάσχετης έκφρασης αβυσσαλέα υποκειμενικών γνωμών!

            Η απάντηση δεν μπορεί να είναι παρά μόνον η εξής: Μόνο με φροντίδα ούτως ώστε να μην πάει κάτι στραβά στο αφετηριακό στάδιο ιδρύσεως ενός Πανεπιστημιακού Τμήματος επειδή αν αυτό συμβεί στην συνέχει δύσκολα διορθώνεται. Όχι μόνο αυτό αλλά επιπλέον παραμονεύει ο κίνδυνος οι εστίες επιστημονικής μόλυνσης να πολλαπλασιάζονται ασταμάτητα μετατρέποντας την ακαδημαϊκή διαδικασία σε μια κοινωνικά καταστροφική δραστηριότητα: Κρυμμένοι στο εσωτερικού του ασύλου της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας, αναρμόδιοι εκλέκτορες θα μπορούσαν να αιτιολογούν αναρμόδια και στην συνέχεια να κρίνουν αναρμόδια όχι μόνο στο εσωτερικό του δικού τους Τμήματος αλλά και σε Τμήματα άλλων πανεπιστημίων.

            Η συνέχεια θα μπορούσε να πάρει διαστάσεις ακαδημαϊκής καταστροφής: Ψυχικά ασθενή και επιστημονικά ευάλωτα στελέχη των πανεπιστημίων που αναμένουν την εξέλιξή τους σε ανώτερη βαθμίδα δυνατό να σκανδαλίζονται, να τείνουν στην ανάπτυξη πελατειακών σχέσεων («εσύ κρίνεις θετικά ή αρνητικά τον Α και εγώ κρίνω θετικά ή αρνητικά τον άλλο») και να επηρεάζονται στην συμπεριφορά τους επί ενός αριθμού ακαδημαϊκών ζητημάτων ούτως ώστε να διασφαλιστεί η μελλοντική τους εξέλιξή (για παράδειγμα, στην παρουσία καθηγητού αρχαιότερης βαθμίδας που θα τον κρίνει μελλοντικά, σ’ αντίθεση με αυτό που πραγματικά πιστεύει να προσαρμόζεται και να συμπλέει).

            Ευλόγως, τίθενται και πάλιν κρίσιμα ερωτήματα: Εάν επικρατήσουν τέτοια παρακμιακά φαινόμενα στο εσωτερικό του ασύλου της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας πως μπορεί να προστατευθούν τα μέλη της κοινωνίας, οι φοιτητές και τα νεότερα στελέχη της πανεπιστημιακής κοινότητας που τόσα επένδυσαν στον επιστημονικό στίβο! Αν διαρκώς αυτά τα φαινόμενα βαθαίνουν και πολλαπλασιάζονται ποιος και πως μπορεί να τα εξαλείψει;

   

5. «Όποιος έχει παράπονο ας προσφύγει στα διοικητικά δικαστήρια».

 

Όπως γίνεται αντιληπτό από τα πιο πάνω, οι περιπτώσεις εκείνες που διαπιστώνονται πολύ δύσκολα, αφορούν πρακτικές που αν και φαινομενικά τηρούν το γράμμα των κείμενων διατάξεων κατ’ ουσία, εν τούτοις, καταστρατηγούν κατάφορα το πνεύμα συγκεκριμένων νόμων επειδή δεν στηρίζονται σε συμβατικά αντικειμενικά κριτήρια. Ακόμη δυσκολότερος ο εντοπισμός τους σε συγκεκριμένες «κλειστές» ακαδημαϊκές διαδικασίες στις οποίες κανείς δεν έχει εύκολη πρόσβαση ή αυτή η πρόσβαση είναι ελλιπής («περιληπτικά» πρακτικά των συνεδριάσεων).

            Το πρόβλημα καθίσταται τεράστιο εάν και όταν, όπως προαναφέρθηκε μια πιθανή συμμαχία αγραμμάτων ή ημιμαθών κρύβεται πίσω από την θέση πως «υπάρχουν», δήθεν, «διαφορετικές επιστημονικές πειθαρχίες, διαφορετικές θεωρίες και πολλές σχολές σκέψης». Γι’ αυτό, συνεχίζει το ίδιο αβάσιμο επιχείρημα, «θα πρέπει να ακούονται όλες οι απόψεις». Ασφαλώς, πρόκειται περί εκλογίκευσης που δεν αρμόζει σ’ ένα σοβαρό επιστημονικό περιβάλλον. Ποτέ οι επιλογές σε μια επιστημονική συζήτηση αξιώσεων δεν περιορίζονται από τέτοιες αβάσιμες εκλογικεύσεις. Η διάκριση είναι πάντοτε μεταξύ αγράμματων ή ημιμαθών μεταπρατικών αναλύσεων σε περιπτώσεις που κάποιοι επικαλούνται λανθασμένα κάποιες σχολές σκέψης και υψηλών προδιαγραφών επιστημονικές συζητήσεις σχολών σκέψης των οποίων οι προδιαγραφές τους ελέγχονται από το βαθμό συμβατότητάς τους με το θεμελιώδες υπόβαθρο του Παραδείγματος στο οποίο ανήκουν. Ποτέ ένας στοχαστής αξιώσεων που πειθαρχημένα εντάσσει τους συλλογισμούς του στο επιστημονικό Παράδειγμα του επιστημονικού πεδίου στο οποίο ανήκει, δεν μπορεί να φορέσει παρωπίδες και να στριμωχθεί στα επιμέρους θεωρητικά εποικοδομήματα αυτού του Παραδείγματος. Ακριβώς, αν δεν μιλούμε για «επιστημονική επανάσταση», ο ακαδημαϊκός επεξεργάζεται τις αξιόπιστες θεωρίες του κλάδου στην βάση των θεμελιωδών επιστημονικών παραδοχών του Παραδείγματος. Μέρος του έργου του, είναι να ιεραρχεί αυτές τις θεωρίες ανάλογα με τον βαθμό αξιοπιστίας τους, επιστημονικής τους συνέπειας και ύπαρξης ή ανυπαρξίας επιστημονικών σφαλμάτων. Ένας αναλυτής, εν τούτοις, ούτε υποχρεωμένος είναι να ασχολείται με οποιονδήποτε γραφικό διανοούμενο ισχυριστεί ότι ίδρυσε «σχολή σκέψης» που προκάλεσε επιστημονική επανάσταση ούτε βεβαίως και να αναμασά μεταπρατικά τις ασυναρτησίες του στο όνομα του γελοίου επιχειρήματος: «να ακούονται όλες οι απόψεις».  

            Ως παράδειγμα για το τελευταίο ζήτημα, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε μια μόνο πτυχή της διαμάχης στην θεωρία διεθνών σχέσεων. Είναι ένα πράγμα κάποιος να μπορεί να διεξάγει επιστημονική συζήτηση υπό το πρίσμα αποκρυσταλλωμένων και βάσιμων θεωρήσεων στο πλαίσιο της ύστερης διαμάχης πολιτικών ρεαλιστών και νεοφιλελευθέρων στις ΗΠΑ όταν όπως γνωρίζουμε αμφότεροι πειθαρχούνται αυστηρά από το Παραδοσιακό Παράδειγμα) και άλλο κάποιος να δανείζεται αποσπασματικά μερικές ιδεολογικοπολιτικές προεκτάσεις αυτής της διαμάχης (και μάλιστα λανθασμένα ή με τεράστια άλματα συλλογισμών) και να τις χρησιμοποιεί προπαγανδιστικά στην πολιτική διαπάλη. Το τελευταίο δεν είναι «επιστημονικός πλουραλισμός» αλλά επιστημονική έκπτωση.

    

Είναι νομίζω πασιφανές ότι εύκολα και καλυμμένα με ψευτο-επιστημονικά επιχειρήματα μπορεί κάποιος να εκτοξεύσει οτιδήποτε επικαλούμενος την «επιστημονική κρίση» και τον «επιστημονικό πλουραλισμό» για να παρακάμψει το πνεύμα και το γράμμα του νόμου. Γι’ αυτό, όσο σημαντική είναι η διασφάλιση ενός επιστημονικού περιβάλλοντος υψηλών ποιοτικών προδιαγραφών άλλο τόσο είναι σημαντικό να περιφρουρείται το γράμμα του νόμου. Κυρίως, αυτό αφορά τα αντικειμενικά κριτήρια επιστημονικής αρμοδιότητας ως προς τα οποία αποτελεί έσχατο ξεπεσμό αν μια ακαδημαϊκή κοινότητα αφήσει να επικρατήσει η αντίληψη: «όποιος έχει παράπονο ας προσφύγει στα διοικητικά δικαστήρια». Επικράτηση μιας τέτοιας αντίληψης, εκτός του ότι είναι ανεύθυνη, υπονομεύει θανάσιμα την αποστολή μιας ακαδημαϊκής κοινότητας.

            Είναι ένα πράγμα εάν σε πολύ δύσκολες περιπτώσεις και κατ’ εξαίρεση το Συμβούλιο  Επικρατείας καλείται να επιλύσει διαφορές μεταξύ υποψηφίων και άλλο εάν γίνεται κανόνας η πασιφανής αδικία εις βάρος αναρίθμητων υποψηφίων για τους οποίους η μόνη δυνατότητα που έχουν είναι να υποστούν δυσβάστακτες και δαπανηρές δικαστικές περιπέτειες. Ακριβώς, αποτελεί έσχατη κατάντια για μια ακαδημαϊκή κοινότητα εάν αφήσει τα προαναφερθέντα παρακμιακά φαινόμενα να επικρατήσουν με αποτέλεσμα πολλές ακαδημαϊκές κρίσεις να μετατρέπονται σε «δικαστικές κρίσεις». Κανείς, δεν έχει παρά να διερευνήσει το φαινόμενο των αναρίθμητων προσφυγών στο Συμβούλιο Επικρατείας που ταλανίζουν αντίστοιχο αριθμό πανεπιστημιακών. Πολλοί νέοι αναλυτές, βεβαίως, δεν μπορούν να προσφύγουν επειδή δεν έχουν την πείρα τέτοιων προσφυγών ή επειδή –όντας επί μακρόν άνεργοι μετά την απόκτηση του διδακτορικού τους– είναι γι’ αυτούς αδύνατο να σηκώσουν το οικονομικό βάρος μακρόχρονων δικαστικών περιπετειών.

 

6. Ανάγκη ασφαλιστικών δικλείδων

 

Επειδή η πολιτεία εμπλέκεται σε πολλά στάδια των ακαδημαϊκών διαδικασιών, τα αρμόδια όργανα είναι υποχρεωμένα να ελέγχουν με αυστηρότητα την νομιμότητα των διαδικασιών που προβλέπουν οι κείμενες διατάξεις. Ακόμη, οφείλουν όταν το γράμμα του νόμου παραβιάζεται με εξόφθαλμα μεροληπτικές αποφάσεις να θέτουν τους ακαδημαϊκούς ενώπιον των ευθυνών τους και να τους καλούν να αναλογιστούν τις ευθύνες που δημιουργεί το προνόμιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας. Οπωσδήποτε, δεν πρέπει υποψήφιοι να γίνονται θύματα κατάφορα παράνομων επιλογών που παραβιάζουν ευθέως το γράμμα του νόμου. Ιδιαίτερα σ’ αυτές τις περιπτώσεις, η ευθύνη άμεσης διόρθωσης μιας παράνομης ή παράτυπης πράξης ανήκει στην Πολιτεία που οφείλει να απαλλάσσει τον ενδιαφερόμενο από δυσβάστακτες μακρόχρονες δικαστικές εμπλοκές.     

            `Εν κατακλείδι, η προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια δεν πρέπει να αποτελεί κανόνα αλλά  μόνο εξαίρεση. Αυτό θα ισχύσει μόνο αν οι πανεπιστημιακοί όσο και οι αρμόδιοι πολιτειακοί φορείς φροντίζουν να γίνεται σεβαστό το πνεύμα και το γράμμα του νόμου.

            Πρώτον, οι πανεπιστημιακοί που η πολιτεία τους προικίζει με το προνόμιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας δεν πρέπει να αυθαιρετούν ως μέλη των Γενικών Συνελεύσεων και των εκλεκτορικών σωμάτων όταν εκφράζουν επιστημονικές εκτιμήσεις ή όταν τίθενται ενώπιόν τους εξόφθαλμα προβλήματα που αφορούν την επιστημονική αρμοδιότητα των εκλεκτόρων (ή και άλλα ζητήματα σχετικά με την νομιμότητα της διαδικασίας).

            Δεύτερον, οι νομικές υπηρεσίες του πανεπιστημίου και του Υπουργείου Παιδείας πρέπει να διασώζουν το πανεπιστήμιο και την ακαδημαϊκή κοινότητα από «τετελεσμένα» που δημιουργούν παραλείψεις, λάθη ή αυθαιρεσίες και να ελέγχουν έγκαιρα την νομιμότητα των διαδικασιών.

 

Η κοινωνία, η Πολιτεία και τα αρμόδια όργανά της, απαιτείται να καιροφυλαχτούν ούτως ώστε υπό συνθήκες ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας να εκπληρώνονται τόσο το πνεύμα όσο και το γράμμα των νόμων. Στις κρίσεις διορισμού ή εξέλιξης μελών ΔΕΠ αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, συνάφεια των γνωστικών αντικειμένων των πανεπιστημιακών που κρίνουν μια θέση, συνάφεια των γνωστικών αντικειμένων των Τομέων και/ή Τμημάτων στα οποία ανήκουν, αυστηρά αξιοκρατικές εκτιμήσεις για το έργο των υποψηφίων, τήρηση των διαδικασιών που προβλέπει ο νόμος, αυστηρούς ελέγχους των Γενικών Συνελεύσεων και των εκλεκτορικών σωμάτων των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων των υποψηφίων, επαρκή συμμετοχή εκλεκτόρων ειδικών στο γνωστικό αντικείμενο της θέσης ούτως να καθίσταται εφικτή μια ουσιαστική αξιοκρατική κρίση και επιστημονικά-νομικά εύλογα αιτιολογημένες τοποθετήσεις σ’ όλο το φάσμα των διαδικασιών.

            Μόνο έτσι διασφαλίζεται, στοιχειωδώς τουλάχιστον, τόσο το πνεύμα όσο και το γράμμα των νόμων και μόνο έτσι συνυπάρχουν αρμονικά και παραγωγικά το προνόμιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας, οι επιστημονικοί έλεγχοι και οι διαδικασίες που απαιτούν οι κείμενες διατάξεις που θέτουν οι νομοθέτες. Μόνο έτσι, επίσης, περιορίζονται τα περιθώρια εκτροπών που υπονομεύουν την υψηλή αποστολή των πανεπιστημιακών.

 

7. Συμπέρασμα όσον αφορά τις ακαδημαϊκές κρίσεις

 

            Πρώτον, τα διοικητικά δικαστήρια δεν μπορούν να εισχωρήσουν (και δεν πρέπει να εισχωρούν) στον πυρήνα των επιστημονικών αιτιολογήσεων οι οποίες όπως αναφέρθηκε πιο μπροστά διέπονται από την ακαδημαϊκή ανεξαρτησία την οποία οι συντελεστές των ακαδημαϊκών διαδικασιών δεν πρέπει να καταχρώνται ή να παρακάμπτουν με «άπιαστες» σοφιστείες και αβάσιμα θεωρήματα. Στην εκπλήρωση αυτού του λειτουργήματος οι πανεπιστημιακοί σε τίποτα δεν διαφέρουν από τους δικαστές και γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο ζητήθηκε η θεσμική εξομοίωσή τους.

            Δεύτερον, κανείς δεν μπορεί, τουλάχιστον εύκολα, να αντεπεξέλθει σε μια μακρόχρονη δικονομική διαδικασία η οποία απαιτεί όχι μόνο τεράστιο χρόνο αλλά και μια τεράστια περιουσία (την οποία ένας νέος υποψήφιος που μόλις πήρε το διδακτορικό του συνήθως δεν έχει).

            Τρίτον, είναι εύλογο να υποστηριχθεί ότι οι πρυτάνεις, οι πρόεδροι των τμημάτων, οι νομικές υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας και οι πολιτικοί-νομικοί προϊστάμενοί τους απαιτείται να καιροφυλαχτούν ούτως ώστε σ’ όλα τα στάδια των ακαδημαϊκών διαδικασιών να εκπληρώνονται όλες οι προϋποθέσεις του πνεύματος και του γράμματος των κείμενων διατάξεων.

            Έτσι μόνο, εκτιμώ, εκπληρώνονται οι σκοποί του προνομίου της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας.

 

Προσωπικά, αισθάνομαι ότι πολλοί χωρίς να μπορούν να αντιδράσουν ασφυκτιούν επειδή μερικά πολύ γνωστά φαινόμενα που όλοι γνωρίζουν αλλά κανείς δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνος του, οδηγούν την δημόσια ανώτατη παιδεία σε οριακό σημείο και τις επιστημονικές συζητήσεις στην παρακμή. Απαιτείται, νομίζω, ευαισθητοποίηση κάθε ενδιαφερομένου και μια μεγάλη συζήτηση για τα ακαδημαϊκά προνόμια και την αποστολή της ακαδημαϊκής κοινότητας. Αυτή η συζήτηση πρέπει πρωτίστως να γίνει στο εσωτερικό της ίδιας της ακαδημαϊκής κοινότητας. Ο υπογράφων με ευχαρίστηση θα δεχόταν να ανοίξει συζήτηση για το μεγάλο αυτό το ζήτημα και στο πλαίσιο αυτό όλα τα καλόπιστα σχόλια είναι ευπρόσδεκτα. Οι διευθύνσεις του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου βρίσκονται στην αρχική σελίδα της παρούσης ιστοσελίδας

 

 

18.12.2004  

 

2. Επιστολή στην Υπουργό Παιδείας για ζητήματα που αφορούν τους διορισμούς μελών ΔΕΠ σστο Πανεπιστήμιο Πειραιά.

Παναγιώτης Ήφαιστος – Panayiotis Ifestos

Καθηγητής – Professor

Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές, Έδρα Jean Monnet για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ολοκλήρωση

International Relations-Strategic Studies. Jean Monnet Chair European Political Integration

Πάντειον Παν/τήμιον, ifestos@panteion.gr, info@ifestos.edu.gr, www.ifestos.edu.gr  210-8975385

----------------------------------------------------------------------------------------------------------

 

Αξιότιμη Μαριέττα Γιαννάκου, Υπουργό Παιδείας

Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων

 

Κοινοποίηση:

Πρύτανη, Πανεπιστήμιο Πειραιά

Πρύτανη Πάντειον Πανεπιστήμιο

 

Αξιότιμη κ Υπουργό,

 

Θέμα: Κρίσεις καθηγητών στα ελληνικά ΑΕΙ, εκλογή επίκουρου καθηγητή στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιά στις 3.12.2004.

 

Η Γενική Συνέλευση του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου στο οποίο ανήκω, στις 8 Δεκεμβρίου 2004 αποφάσισε να διαμαρτυρηθεί προς όλες τις κατευθύνσεις για πρακτικές που παρατηρούνται ολοένα και πιο συχνά στον ελληνικό πανεπιστημιακό χώρο και που αφορούν τα εκλεκτορικά σώματα, τις τριμελείς εισηγητικές επιτροπές και τις διαδικασίες κρίσεων για εκλογές μελών ΔΕΠ στα ΑΕΙ.

      Όσον με αφορά, με την παρούσα, θα θίξω συγκεκριμένα ζητήματα που αφορούν την κρίση για την εκλογή μέλους ΔΕΠ στο Πανεπιστήμιο Πειραιά στις 3.12.2004 με γνωστικό αντικείμενο «διεθνής στρατηγική» (διαδικασία η οποία ενδεχομένως απαιτεί άμεση παρέμβαση του Υπουργείου Παιδείας για τον έλεγχο νομιμότητας ως προς την σύνθεση του εκλεκτορικού σώματος ή και άλλα ζητήματα που τέθηκαν κατά την διάρκεια της διαδικασίας). Σημειώνω εξαρχής ότι θα αναφερθώ μόνο σε ότι γνωρίζω επειδή, αν και επιστημονικά καθ’ ύλη αρμόδιος, όλως περιέργως δεν συμμετείχα στην διαδικασία.

                      

Κατά πρώτον, υπενθυμίζω ότι πριν την επίμαχη κρίση στο Πανεπιστήμιο Πειραιά γίνατε δέκτης επιστολής του υποφαινόμενου και των συναδέλφων Αθανάσιου Πλατιά, Αναπληρωτή Καθηγητή Στρατηγικών Σπουδών του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου και του Χαράλαμπου Παπασωτηρίου, Επίκουρου Καθηγητή Διεθνών – Στρατηγικών Σπουδών στο Πάντειον Πανεπιστήμιο. Αν ανατρέξετε στα επιστημονικά μας βιογραφικά θα διαπιστώσετε ότι σ’ όλο το φάσμα των σπουδών μας, των ερευνητικών μας δραστηριοτήτων, των δημοσιεύσεών μας και της διδασκαλίας είχαμε ως κύριο αντικείμενο τις στρατηγικές σπουδές. Ακόμη πιο σημαντικό, είμαστε, απ’ ότι είμαι σε θέση να γνωρίζω, τα μόνα τρία μέλη ΔΕΠ στα ελληνικά ΑΕΙ οι οποίοι κατέχουμε θέση με γνωστικό αντικείμενο «στρατηγικές σπουδές». Δηλαδή, εξ αντικειμένου είμαστε οι πλέον αρμόδιοι καθηγητές για να συμμετέχουμε στα εκλεκτορικά σώματα και στην εισηγητική επιτροπή εκλογών μελών ΔΕΠ με γνωστικά αντικείμενα που εμπίπτουν στην σφαίρα των στρατηγικών σπουδών. Εν τούτοις, στην επίμαχη κρίση του Πανεπιστημίου Πειραιά δεν κληθήκαμε. Γιατί συμπεριλήφθηκαν εκλέκτορες και εισηγητές από άλλα πανεπιστήμια των οποίων ακόμη και μια απλή ανάγνωση των τίτλων των σπουδών τους, των δημοσιεύσεών τους και των γνωστικών τους αντικειμένων στην θέση που κατέχουν ως μέλη ΔΕΠ καθιστά πασίδηλο ότι δεν είναι, επιστημονικά μιλώντας, οι φυσικοί εκλέκτορες των δύο υποψηφίων σε μια θέση με γνωστικό αντικείμενο τις στρατηγικές σπουδές; Γιατί μετά την προαναφερθείσα επιστολή μας που αποστάλθηκε έγκαιρα και κοινοποιήθηκε στον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Πειραιά κανείς δεν έλαβε μέτρα διόρθωσης μιας κατά την εκτίμησή μου εξόφθαλμα προβληματικής σύνθεσης του εκλεκτορικού σώματος και της τριμελούς εισηγητικής επιτροπής; Γιατί επιπλέον προχώρησαν στην κρίση όταν τρεις καθ’ ύλη αρμόδιοι συνάδελφοί τους έγκαιρα τους εξήγησαν ότι ο όρος που χρησιμοποιούν για να περιγράψουν το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης («διεθνής στρατηγική») είναι αδόκιμος και ουσιαστικά επιστημονικά ανύπαρκτος! [Προσθέτω ότι ένα τέτοιο γνωστικό αντικείμενο εκθέτει ανεπανόρθωτα την Γενική Συνέλευση και το εκλεκτορικό σώμα ενώ βεβαίως θα εκθέτει σε χλευασμούς όποιον μελλοντικά δηλώσει ότι είναι ειδικός στην «διεθνή στρατηγική»].

      Τέλος ερωτώ: Υπήρξαν αποχωρήσεις από την εισηγητική επιτροπή δύο καθηγητών; Ποιες ήταν οι αιτιολογήσεις και πόσο σοβαρά λήφθηκαν υπόψη από τους θεσμικά αρμόδιους του Πανεπιστημίου Πειραιά και από το εκλεκτορικό σώμα; Υπήρξε ή δεν υπήρξε επιστολή του ενός εκ των δύο υποψηφίων πριν την διαδικασία με την οποία υποδείκνυε προβλήματα για τα τυπικά προσόντα του άλλου υποψηφίου τα οποία, ως εκ της φύσεώς τους, αν επιβεβαιωθούν είναι βαθύτατων θεσμικών –και ενδεχομένως πολιτικών– προεκτάσεων για την λειτουργία του ΔΙΚΑΤΣΑ;

 

Χωρίς την παραμικρή πρόθεση να αμφισβητηθεί η αυτοτέλεια του Πανεπιστημίου Πειραιά και των Τμημάτων του, άποψή μου είναι ότι η επίμαχη διαδικασία θέτει κρίσιμα ερωτήματα νομιμότητας, δεοντολογίας και ακαδημαϊκής τάξης που αφορούν όλους τους ακαδημαϊκούς και το Υπουργείο Παιδείας.

      Επί του προκειμένου, είναι κρίσιμο να τονιστεί η διάκριση μεταξύ των προνομίων που παρέχει ο νομοθέτης στους πανεπιστημιακούς για ακαδημαϊκή ανεξαρτησία στην έκφραση επιστημονικών εκτιμήσεων και των αντικειμενικών κριτηρίων μιας ακαδημαϊκής κρίσης. Τέτοια αντικειμενικά κριτήρια είναι, μεταξύ άλλων, η εγγύτητα των γνωστικών αντικειμένων των εκλεκτόρων, τα γνωστικά αντικείμενα που διδάσκονται στα Τμήματα από τα οποία προέρχονται αυτοί οι εκλέκτορες, οι αιτιολογήσεις των Γενικών Συνελεύσεων, οι αιτιολογήσεις για τον διορισμό των τριμελών εισηγητικών επιτροπών και τα τυπικά προσόντα των υποψηφίων. Στην επίμαχη κρίση στο Πανεπιστήμιο Πειραιά τέθηκαν σοβαρά ερωτήματα αυτού του χαρακτήρα, γεγονός που απαιτούσε, εκτιμώ, τουλάχιστον ολιγοήμερη αναβολή της συνεδρίασης του εκλεκτορικού σώματος για την διερεύνησή τους. Τα ζητήματα αυτά, τονίζω, αφορούν όχι μόνο τους συναδέλφους του εν λόγω Τμήματος του Πανεπιστημίου Πειραιά αλλά και όλους τους διεθνολόγους και ευρύτερα όλα τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας. Σύμφωνα με το πνεύμα και το γράμμα του νόμου που απαιτεί συμβατότητα των ακαδημαϊκών αποφάσεων με αντικειμενικά κριτήρια όπως τα προαναφερθέντα, η οικοδόμηση μιας ακαδημαϊκής κοινότητας αποτελεί ζήτημα δημόσιου συμφέροντος που ενδιαφέρει όλους τους επιστήμονες αλλά και ευρύτερα την κοινωνία που δεσμεύει σπάνιους πόρους για την επιστημονική πρόοδο και για την επιστημονική κατάρτιση των φοιτητών.

      Για να μην υπάρχει η παραμικρή σκιά στην διαδικασία επιλογής σε μια θέση ΔΕΠ δύο βιβλιογραφικά δραστήριων νέων επιστημόνων ευελπιστώ ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας θα διαφυλάξουν τα συμφέροντά τους και θα προχωρήσουν στην άμεση διερεύνηση των σοβαρών θεμάτων που τίθενται. Συναφώς, επιθυμώ να διευκρινίσω ότι, ανεξαρτήτως των επιφυλάξεών μου για την διαδικασία και για το πόρισμα της κατά την εκτίμησή μου επιστημονικά αναρμόδιας εισηγητικής επιτροπής, τυγχάνει να εκτιμώ αμφότερους τους υποψήφιους. Εν τούτοις, εκτιμώ ότι τέθηκαν σοβαρά ζητήματα ακαδημαϊκής τάξης που καθιστούν απολύτως αναγκαία την άμεση διορθωτική παρέμβαση των υπηρεσιών του Υπουργείου.  

  

Τέλος, όσον αφορά τα αντικειμενικά κριτήρια νομιμότητας είναι νομίζω ορθό οι αρμόδιοι πανεπιστημιακοί και πολιτειακοί θεσμοί να ενεργούν με τρόπο που θα αποτρέψει την επικράτηση της απαράδεκτης αντίληψης ότι: «Εμείς αποφασίζουμε κατά βούληση και όποιος έχει παράπονο ας προσφύγει στο Συμβούλιο Επικρατείας». Αυτό επειδή, πέραν άλλων προβλημάτων, είναι εξαιρετικά άδικο για τους υποψηφίους. Οι υποψήφιοι δεν πρέπει να ταλαιπωρούνται λόγω παράβλεψης, λάθους, άγνοιας ή περιφρόνησης του πνεύματος και του γράμματος των κείμενων διατάξεων. Είναι γνωστό ότι ακόμη και αν κάποιος που έχει νόμιμο συμφέρον προσφύγει στο Συμβούλιο Επικρατείας η απόφασή θα ληφθεί μερικά χρόνια αργότερα.

      Όμως, τα προβλήματα που δημιουργούνται είναι πολλά: Όλοι γνωρίζουμε ότι εκκρεμότητες αιτημάτων ακυρώσεως αυτής της μορφής υπονομεύουν την ομαλή λειτουργία των Πανεπιστημιακών Τμημάτων, αποδυναμώνουν τους ακαδημαϊκούς λειτουργούς στην εκτέλεση των καθηκόντων τους, τους θέτουν υπό καθεστώς διαπροσωπικών εξαρτήσεων, προκαλούν ψυχοφθόρες διαπροσωπικές αντιπαραθέσεις και όταν πλέον οι προσφυγές αυξάνονται και πληθύνονται λόγω ακριβώς αμφιλεγόμενων διαδικασιών οι πανεπιστημιακοί δεν εκπληρώνουν την αποστολή τους και ο ακαδημαϊκός χώρος μετατρέπεται σε αρένα δικαστικών αντιπαραθέσεων και διαπροσωπικών αντεκδικήσεων για τις οποίες συχνά ασχολούνται ακόμη και τα ποινικά δικαστήρια.

      Ακόμη πιο σημαντικό, όσον αφορά τους πάγιους σκοπούς που υπηρετεί η ακαδημαϊκή κοινότητα, αν κάποιος διοριστεί και στην συνέχεια σε μερικά χρόνια ακυρωθεί ο διορισμός του από το Συμβούλιο Επικρατείας, ενδέχεται να υπάρξουν «ακαδημαϊκά τετελεσμένα» που δεν μπορούν να ακυρωθούν: Ο διορισθείς στην συνέχεια διορίζει πολλούς άλλους με αναδιανεμητικές συνέπειες στην σύνθεση του Τμήματος, στην σύνθεση της επιστημονικής κοινότητας και στην διδασκαλία των μαθημάτων.

      Επιπρόσθετα, κάποιος θα πρέπει να σκεφτεί ότι η προσφυγή στο Συμβούλιο Επικρατείας ενδέχεται να στοιχίσει σε ένα υποψήφιο αρκετές χιλιάδες ευρώ, ποσό που σε κάθε περίπτωση είναι δυσβάστακτο για ένα νέο διδάκτορα που συνήθως είναι άνεργος πολλά χρόνια μετά την απόκτηση του διδακτορικού του. Για τους πιο πάνω και πολλούς άλλους λόγους, η προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια δεν πρέπει να αποτελεί κανόνα αλλά  μόνο εξαίρεση. Αυτό θα επιτευχθεί μόνο αν τόσο οι πανεπιστημιακοί όσο και οι αρμόδιοι πολιτειακοί φορείς φροντίζουν να γίνεται σεβαστό το πνεύμα και το γράμμα του νόμου: Πρώτον, οι πανεπιστημιακοί, τους οποίους Πολιτεία τους προικίζει με το προνόμιο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας, ως μέλη των εκλεκτορικών σωμάτων όταν εκφράζουν επιστημονικές εκτιμήσεις ή όταν τίθενται ενώπιόν τους εξόφθαλμα προβλήματα που αφορούν την επιστημονική αρμοδιότητα των εκλεκτόρων και άλλα ζητήματα σχετικά με την νομιμότητα της διαδικασίας, απαιτείται να είναι εξαιρετικά προσεκτικοί και οπωσδήποτε δεν πρέπει να αυθαιρετούν. Δεύτερον, οι νομικές υπηρεσίες των πανεπιστημίων και του Υπουργείου Παιδείας πρέπει να μεριμνούν ούτως ώστε να διασώζονται τα πανεπιστήμια, η  ακαδημαϊκή κοινότητα και οι εκάστοτε υποψήφιοι από πιθανά «τετελεσμένα» που ενδεχομένως οφείλονται σε παραλείψεις, λάθη ή αυθαιρεσίες. Αυτό απαιτεί εξονυχιστικούς ελέγχους της νομιμότητας σ’ όλα τα στάδια που προβλέπει ο νόμος. Η επίμαχη κρίση στο πανεπιστήμιο Πειραιά εκτιμώ ότι αποτελεί μια τέτοια περίπτωση. Τόσο οι νομικές υπηρεσίες του Πανεπιστημίου Πειραιά όσο και του Υπουργείου Παιδείας είναι σωστό, νομίζω, να διερευνήσουν άμεσα τα ζητήματα που τίθενται.

 

Ως πανεπιστημιακός με νομιμοποιημένο ενδιαφέρον για την εξέλιξη της διεθνολογικής κοινότητας στα ελληνικά ΑΕΙ, αναμένω με ανυπομονησία τις ενέργειές σας και θα το εκτιμήσω όλως ιδιαιτέρως αν με πληροφορήσετε για τα αποτελέσματα.

     

Σε κάθε περίπτωση, επειδή ο τρόπος με τον οποίο διατίθενται οι σπάνιοι πόροι της Πολιτείας ενδιαφέρει άμεσα την ελληνική κοινωνία, επιφυλάσσομαι να δημοσιοποιήσω ευρύτερα τόσο το πιο πάνω ζήτημα όσο και άλλα ανάλογα φαινόμενα.

 

Με εκτίμηση

 

Παναγιώτης Ήφαιστος

11.1.2005

 

===========================================================================

Η τυραννία του ενός συγγράμματος - διάφορα κείμενα και θέσεις

Η αυθεντία του ενός συγγράμματος: αντι-ακαδημαϊκή και αντιδεοντολογική ρύθμιση (Ιούλιος 2003)

Η διέξοδος από την τυραννία του ενός συγγράμματος είναι εύκολη και εξοικονομεί πολύτιμους σπάνιους πόρους

Το ένα σύγγραμμα και η μετεξέλιξη των ελληνικών ΑΕΙ σε μεγάλα "εξεταστικά κέντρα" (Δεκέμβριος 2003)

Σημείωση Φεβρουάριος 2005. Τα κείμενα που ακολουθούν στο παρελθόν έχουν αποσταλεί σε χιλιάδες συναδέλφους πανεπιστημιακούς όλων των ΑΕΙ της Ελλάδας. Όπως θα γίνει αντιληπτό οι απόψεις που εκφράζονται αφορούν πολλούς. Κυρίως, αφορούν τους φορολογούμενους και τους φοιτητές οι οποίοι στερούνται της δυνατότητας να μελετούν και να εξετάζονται στη βάση πολλών βιβλίων. Από τους τελευταίους ευελπιστώ-αναμένω να υποστηρίξουν τις θέσεις που εκφράζω πιο κάτω. Από την πρώτη στιγμή της εκλογής του υπογράφοντος σε πανεπιστημιακή θέση το 1990 με συχνές παρεμβάσεις του στις ΓΣ του Τμήματος στο οποίο ανήκω υποστήριξα την θέση ότι η πρακτική του ενός συγγράμματος -η οποία αν δεν κάνω λάθος είναι κληρονομιά της χουντικής περιόδου- είναι αντι-εκπαιδευτική και επιστημονικά καταστροφική. Την θέση αυτή εκφράζω με συνέπεια από το 1990 τόσο σε δημοσιοποιημένα κείμενά μου όσο και με παρεμβάσεις μου στις Γενικές Συνελεύσεις του Τμήματος στο οποίο ανήκω. Όπως εξάλλου ανέμενα, το αποτέλεσμα, ήταν να γίνω στόχος ύπουλων και απεχθών υπονομεύσεων από συμφέροντα που θίγονται αν καταργηθεί η δωρεάν διανομή και υιοθετηθούν προσεγγίσεις. Οι υπονομεύσεις αυτές, ασφαλώς, με αφήνουν παγερά αδιάφορο και ανεπηρέαστο. Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως πάνω από όλα η κατάργηση του ενός συγγράμματος θα ωφελήσει τους φοιτητές για τους οποίους θα διανοιχτούν ορίζοντες μελέτης λιγότερης ύλης από ένα ευρύτερο βιβλιογραφικό φάσμα.

Φεβρουάριος 2005

 

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΕΝΟΣ ΣΥΓΓΡΆΜΜΑΤΟΣ – ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ (Ιούλιος 2003)

Σκοπός του παρόντος είναι να ευαισθητοποιηθούν οι συνάδελφοι αλλά και κάθε άλλος ενδιαφερόμενος για το γνωστό ζήτημα του «ενός συγγράμματος» και της υποχρεωτικής «εξεταστέας ύλης». Απ’ ότι γνωρίζουμε η ρύθμιση αυτή υιοθετήθηκε επί χούντας, ισχύει μόνο στην Ελλάδα και για "ακατανόητους" λόγους διαιωνίστηκε επί δεκαετίες. Πολλά από τα ζητήματα που αφορούν αυτό το αντικαδημαϊκό μέτρο αναλύθηκαν στην τελευταία μου μονογραφία Οι Διεθνείς Σχέσεις ως αντικείμενο επιστημονικής μελέτης στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό, διαδρομή, αντικείμενο, περιεχόμενο και γνωσιολογικό υπόβαθρο (http://www.piotita-publishers.gr/Panagiotis_Ifestos6.htm και σελίδα 3 της παρούσης ιστοσελίδας).

      Οι παρατηρήσεις που ακολουθούν αφορούν κυρίως τις κοινωνικές επιστήμες και απ’ ότι γνωρίζουμε θίγουν προβλήματα όλων των Πανεπιστημιακών Τμημάτων των Κοινωνικών Επιστημών. Καταθέτουμε με συντομία μερικές μόνο από θέσεις που τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια ο υπογράφων με συνέπεια υποστήριξε στη Γενική Συνέλευση του Τμήματος στο οποίο ανήκει:

Η αυθεντία του ενός συγγράμματος: αντι-ακαδημαϊκή και αντιδεοντολογική ρύθμιση

 ΠΡΩΤΟ, η μόρφωση στο πανεπιστημιακό επίπεδο δεν μπορεί να αναφέρεται σε σύγγραμμα αλλά σε θέματα τα οποία αναλύονται σε δεκάδες ή και εκατοντάδες βιβλία, άρθρα και δοκίμια. Απ’ ότι γνωρίζουμε, σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου ο καθηγητής διανέμει κατάλογο με δεκάδες η και εκατοντάδες βιβλιογραφικές παραπομπές στη βάση των οποίων οι φοιτητές μελετούν τα θέματα του μαθήματος. Έτσι, ο φοιτητής κατανοεί όλες τις προσεγγίσεις, καλύπτει το θέμα πολύπλευρα, οξύνει την κρίση του και εκπαιδεύεται στην έρευνα και την κριτική θεώρηση των υπό εξέταση ζητημάτων.

      ΔΕΥΤΕΡΟ, το γεγονός ότι αυτό δεν γίνεται στην Ελλάδα έχει ως αποτέλεσμα ότι η συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών αφενός να μη προσέρχεται στις παραδόσεις και αφετέρου τις τελευταίες μέρες (ή και την τελευταία μέρα) πριν τον έλεγχο γνώσεων να διατρέχει την «εξεταστέα ύλη» με μόνο σκοπό την απόκτηση του διπλώματος και όχι την μάθηση. Συνεπώς, αποθαρρύνεται η μελέτη των υπό εξέταση θεμάτων και ενθαρρύνεται το πρόχειρο και επιφανειακό διάβασμα με κύριο σκοπό την απόκτηση ενός πτυχίου που δεν εκπληρώνει τους σκοπούς της πολυδάπανης –για την κοινωνία– δημόσιας πανεπιστημιακής παιδείας.  

      ΤΡΙΤΟ, αυτή η κατάσταση εξ αντικειμένου εμποδίζει τον καθηγητή να αναπτύξει την διαδικασία μάθησης σύμφωνα με πάγια ακαδημαϊκά κριτήρια. Υπό κανονικές συνθήκες και σε καλά πανεπιστήμια ο καθηγητής πρέπει να αφιερώνει δεκάδες ώρες με τους φοιτητές για να τους εκπαιδεύσει στις μεθόδους έρευνας και μελέτης, να τους εθίσει στην κριτική σκέψη και να τους επιλύσει απορίες ή να ακούσει τα σχόλιά τους. Αντί αυτών σύμφωνα με μετρήσεις η παρουσία των φοιτητών στις αίθουσες διδασκαλίας κατά μέσο όρο περιορίζεται στο ένα περίπου δέκατο των εγγεγραμμένων φοιτητών. Εξάλλου, ακόμη και οι φοιτητές που προσέρχονται στην διδασκαλία σπάνια μελετούν πριν την διδασκαλία με το απίστευτο επιχείρημα πως δεν πήραν ακόμη την εξεταστέα ύλη. Έτσι, το πανεπιστήμιο είναι τελικά ένα μεγάλο εξεταστικό κέντρο: Στην καλύτερη περίπτωση μόνο μερικές δεκάδες φοιτητές είναι τακτικοί φοιτητές ενώ οι υπόλοιποι προσέρχονται μόνο για εξετάσεις στο τέλος του εξαμήνου. Πολλοί καθηγητές συχνά διερωτηθήκαμε γιατί να υπάρχει όλο αυτό το βασανιστικό σύστημα και να μην μετατρέψουμε τα πανεπιστήμιά μας σε ένα μεγάλο εξεταστικό κέντρο όπου στη βάση κάποιας βιβλιογραφίας και σε μεγάλες αίθουσες θα εξετάζονται χιλιάδες φοιτητές (και γιατί όχι και χιλιάδες άλλοι πολίτες που θα ήταν πρόθυμοι να μελετήσουν «το σύγγραμμα»).

      ΤΕΛΟΣ αλλά όχι το τελευταίο που θα μπορούσε να αναφερθεί, χαρακτηριστικά αναφέρω ένα μόνο παράδειγμα: Στο τρίτο έτος διδάσκω μαθήματα (π.χ. «Αμερικανική Διπλωματία και Στρατηγική») για τα οποία απαιτείται μελέτη θεμάτων που αποκλείεται να συμπεριληφθούν σε ένα μόνο σύγγραμμα. Προσθέτω πως εάν είχα την ευχέρεια να αναφέρω κεφάλαια και δοκίμια από πολλά βιβλία, ακόμη και αν διαιωνιζόταν το σύστημα της «εξεταστέας ύλης» ο αριθμός σελίδων θα ήταν πολύ μικρότερος επειδή θα προσανατόλιζα τον φοιτητή σε εκείνες μόνο τις σελίδες που περιέχουν την επίμαχη ανάλυση. Όχι μόνο δεν μπορεί να γίνει αυτό αλλά επιπλέον δεν μπορώ να συμπεριλάβω ύλη από βιβλία που έχω ήδη διανέμει στο δεύτερο έτος. Το απίστευτο και πάλιν επιχείρημα είναι ότι, αν και το βιβλίο έχει ήδη διανεμηθεί δωρεάν στην τάξη το προηγούμενο ακαδημαϊκό εξάμηνο, η εξεταστέα ύλη δεν μπορεί να περιέχει ένα κεφάλαιο ή μερικές σελίδες από αυτό επειδή δεν έχει διανεμηθεί σε 5 ή 10 φοιτητές που προέρχονται από μετάταξη από άλλο πανεπιστήμιο. Δηλαδή: η τυραννία του ενός συγγράμματος εμποδίζει τον καθηγητή να ζητήσει από τους φοιτητές να μελετήσουν από βιβλία που τους έχουν ήδη διανεμηθεί σε προηγούμενο έτος.

 

Η διέξοδος από την τυραννία του ενός συγγράμματος είναι εύκολη και εξοικονομεί πολύτιμους σπάνιους πόρους

      

Οι φοιτητές έχουν συμφέρον να καταργηθεί το μέτρο του ενός συγγράμματος ενώ η Πολιτεία θα διασφαλίσει τεράστιους πόρους που θα διοχετεύσει με πιο παραγωγικό τρόπο. Μεταξύ άλλων θα μπορούσαν να αναφερθούν τα εξής:

 

ΠΡΩΤΟ, να δοθεί ένα εφάπαξ ποσό σε άπορους φοιτητές (ή άλλη διευκόλυνση που θα κριθεί πρόσφορη και αποτελεσματική) –βάσει αποδεικτικών του εκκαθαριστικού των γονέων τους– για να εμπλουτίζουν την προσωπική τους βιβλιοθήκη με βιβλία που οι καθηγητές τους θα τους συμβουλεύουν πως είναι εισαγωγικού χαρακτήρα.

      ΔΕΥΤΕΡΟ, το πανεπιστήμιο πρέπει να έχει βιβλιοθήκες και αναγνωστήρια στα οποία οι φοιτητές θα έχουν πρόσβαση και όπου θα μπορούν να μελετούν όπως όλοι οι συνάδελφοί τους σ’ όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου. Εξάλλου, όταν κυκλοφορεί ένα βιβλίο ή περιοδικό που οι καθηγητές και τα αρμόδια όργανά τους συνιστούν ως χρήσιμο για την διδασκαλία-μάθηση να αγοράζεται άμεσα από τις βιβλιοθήκες. Συναφώς, ακόμη και εκατοντάδες βιβλία να αγοράσει εφάπαξ μια βιβλιοθήκη θα είναι αμελητέο ποσό μπροστά στις χιλιάδες που μοιράζονται από το ίδιο βιβλίο «ως διδακτέο σύγγραμμα».    

      ΤΡΙΤΟ, να αποδεσμευτούν οι καθηγητές από την τυραννία της εξεταστέας ύλης και να προχωρήσουν στην ανακοίνωση των θεμάτων –όπως ορίζονται από τον ορισμό κάθε μαθήματος– και εκείνων των βιβλίων, άρθρων και δοκιμίων που τα καλύπτουν βιβλιογραφικά.

 

Π. Ήφαιστος Ιούλιος 2003

 

3. ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΚΑΤΆ ΤΟΥ "ΤΥΡΑΝΝΙΚΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ" ΤΟΥ ΕΝΌΣ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ ΤΟΥ ΓΕΓΟΝΟΤΟΣ ΟΤΙ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΕΞΕΛΙΣΣΟΝΤΑΙ ΣΕ ΜΕΓΑΛΑ "ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ" Δεκέμβριος 2003

 

Ανοικτή επιστολή προς τους συναδέλφους πανεπιστημιακούς και κάθε άλλο ενδιαφερόμενο

 

Αγαπητοί συνάδελφοι,

 

Πρόσφατα απεργήσαμε. Όμως, δυστυχώς η εντύπωση που επικράτησε σε μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης είναι πως η μόνη απαίτησή μας ήταν οι μισθολογικές αυξήσεις. Όταν λίγο πριν την λήξη της απεργίας οι αντιπρόσωποί μας προσπάθησαν να αλλάξουν αυτή την εικόνα ήταν ήδη αργά, γεγονός που νομίζω θα πρέπει να προβληματίσει όλους μας σοβαρά. Προσωπικά υποστήριξα, γεγονός που δυσαρέστησε μερικούς συναδέλφους, ότι «η αύξηση των μισθών έπεται και δεν προηγείται της δημιουργίας ενός στοιχειωδώς αξιοπρεπούς πανεπιστημίου». Προς τι η ύπαρξη ακριβοπληρωμένων πανεπιστημιακών δασκάλων όταν οι δυνατότητες να επιτελέσουν το έργο τους εκμηδενίζονται λόγω συγκεκριμένων πρακτικών προβλημάτων; Με το παρόν σύντομο σημείωμα, λοιπόν, θα αναφερθώ σε δύο μεγάλα προβλήματα που υποβαθμίζουν το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο:

 

Πρώτο το τυραννικό καθεστώς του «ενός συγγράμματος», το οποίο, κατασπαταλεί τεράστιους πόρους που θα μπορούσαν να διατεθούν πολύ πιο παραγωγικά σε βιβλιοθήκες και άλλους τομείς που ενισχύουν την επιστημονική και υλικοτεχνική υποδομή. Από παιδαγωγικής άποψης, ο εγκλωβισμός μας σε διδακτέα και εξεταστέα ύλη μας εμποδίζει να ζητήσουμε από τους φοιτητές να μελετούν εκατοντάδες άλλα επιστημονικά κείμενα. Ακόμη πιο σημαντικό, η κατάργηση του τυραννικού καθεστώτος του ενός συγγράμματος ενώ θα απελευθέρωνε την διδασκαλία διευρύνοντας τους γνωστικούς ορίζοντες, σε πολλές περιπτώσεις θα εξοικονομούσε ώρες μελέτης (επειδή η παραπομπή σε μερικά μόνον κεφάλαια ή εδάφια πολλών βιβλίων θα περιόριζε τον αριθμό των σελίδων μελέτης). Για τα θέματα αυτά, όμως, δεν θα επεκταθώ επειδή όσοι ενδιαφέρονται μπορούν να ανατρέξουν σε εκτενέστερο σημείωμά μου που καταχώρησα στην προσωπική μου ιστοσελίδα (www.ifestos.edu.gr αρ. 13).

 

Δεύτερο, η συνεχής αύξηση του αριθμού των εισακτέων κάθε Τμήματος δεν συνοδεύεται από ανάλογη βελτίωση της υποδομής (διδάσκοντες, αίθουσες, υλικοτεχνικά μέσα κτλ). Όσοι από εμάς –πιστεύω η συντριπτική πλειονότητα– δεν θεωρούν το πανεπιστήμιο ως δευτερεύουσα ενασχόληση και αγωνιούν για την ολοένα μεγαλύτερη υποβάθμιση του έργου μας, θα πρέπει νομίζω να ευαισθητοποιηθούν και να πιέσουν για αναγκαίες και μη εξαιρετέες μεταρρυθμίσεις. Τα προβλήματα αυτά δεν αφορούν μόνο τα μεμονωμένα μέλη ΔΕΠ αλλά επίσης τους φοιτητές, τις πανεπιστημιακές αρχές και τους αρμόδιους θεσμούς του κράτους (Υπουργείο Παιδείας, Βουλή, κόμματα). Για το πρόβλημα αυτό υποθέτω πως όλοι οι πανεπιστημιακοί γίνονται μάρτυρες του γεγονότος ότι,

            α) οι εγγεγραμμένοι φοιτητές κάθε τάξης είναι εκατοντάδες

            β) οι εξεταζόμενοι φοιτητές κάθε τάξης είναι επίσης εκατοντάδες,

            γ) οι φοιτητές με τους οποίους ερχόμαστε σε επαφή κατά τη διάρκεια του εξαμήνου είναι στην καλύτερη περίπτωση μερικές δεκάδες (προς μεγάλη μου έκπληξη πληροφορήθηκα ότι ισχύει το ίδιο και σε Τμήματα όπως οι κτηνιατρικές σχολές όπου απαιτούνται εργαστήρια),

            δ) οι περισσότερες αίθουσες διδασκαλίας είναι συνήθως χωρητικότητας μερικών δεκάδων φοιτητών,

            ε) ακόμη και αν προσέλθουν στις τάξεις πολλοί φοιτητές η διδασκαλία δυσχεραίνεται λόγω άλλων προβλημάτων όπως ο περιορισμένος χώρος και ο περιορισμένος αριθμός αναγκαίων μέσων (τα προηγμένα τεχνολογικά μέσα, όπως όλοι γνωρίζουμε, είναι σπάνια, ενώ ακόμη και εργαλεία παλαιότερης τεχνολογίας όπως οι προβολείς διαφανειών είναι εξίσου δυσεύρετα).

 

Με όρους απλής λογικής, λοιπόν, τίθεται ένα απλό ερώτημα: Γιατί ο έλληνας φορολογούμενος πρέπει να πληρώνει δισεκατομμύρια δραχμές για κάθε Πανεπιστημιακό Τμήμα όταν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις να φέρει εις πέρας την αποστολή του; Γιατί επίσης να μην αποδεχτούμε όλοι την πραγματικότητα, ότι δηλαδή τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια εξελίσσονται –αν δεν έχουν ήδη εξελιχτεί– σε μεγάλα εξεταστικά κέντρα. Αν και ρεαλιστικά μιλώντας δεν πρέπει να αναμένουμε άμεση και ριζοσπαστική αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου, άμεσες «πολιτικές» αποφάσεις θα μπορούσαν εν τούτοις να αντιμετωπίσουν ένα μεγάλο αριθμό «μικρών» προβλημάτων. Σ’ αντίθετη περίπτωση, ίσως είναι πιο τίμιο, κατά την άποψή μου, η κοινότητα των πανεπιστημιακών να εξηγήσει στους αρμοδίους και στην κοινωνία ότι είναι παράλογο και αντιπαραγωγικό να ξοδεύονται τεράστιοι σπάνιοι πόροι για να μετατρέπονται εκατοντάδες χιλιάδες φοιτητές σε μέρος μιας μοναδικής στα παγκόσμια ακαδημαϊκά χρονικά βιομηχανίας μαζικής εξέτασης και μαζικής απονομής διπλωμάτων. Γιατί να διατίθενται τεράστιοι σπάνιοι πόροι για υλικοτεχνική υποδομή και για διδακτικό προσωπικό αν η συντριπτική πλειονότητα των φοιτητών περνά από το πανεπιστήμιο μόνο για τον έλεγχο γνώσεων στο τέλος του εξαμήνου; Βασικά, τίποτα ουσιαστικό δεν θα αλλάξει αν, για παράδειγμα, μικρό μόνο μέρος των σπάνιων πόρων που δεσμεύονται κάθε χρόνο διατεθούν εναλλακτικά για την απόκτηση μεγάλων αιθουσών που θα χρησιμεύσουν ως μεγάλα εξεταστικά κέντρα στο τέλος του ακαδημαϊκού έτους. Έτσι, όποιος έλληνας πολίτης το επιθυμεί θα μπορούσε να προσέρχεται για εξέταση στην βάση μιας συγκεκριμένης «εξεταστέας ύλης» με σκοπό την απόκτηση «βεβαίωσης σπουδών». Ερωτάται: Μήπως αυτό δεν είναι ουσιαστικά το ισχύον καθεστώς όταν στο τέλος του εξαμήνου 250 ή και 300 φοιτητές κάθε Τμήματος προσέρχονται στα αμφιθέατρά μας για εξέταση;    

 

Αυτονόητα, ο υπογράφων δεν υποστηρίζει πως η διέξοδος βρίσκεται στην άμεση μετατροπή του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου σε εξεταστικό κέντρο. Το ακριβώς αντίθετο υποστηρίζεται: Απαιτείται να ληφθούν άμεσες αποφάσεις βελτίωσης της κατάστασης. Σε τελευταία ανάλυση είμαι αρκετά ρεαλιστής για να γνωρίζω πως κανείς δεν είναι τόσο γενναίος για να πάρει αποφάσεις που θα φανερώσουν χρόνια προβλήματα με τα οποία εξ αντικειμένου ουκ ολίγοι εντός κα εκτός πανεπιστημίου προσαρμόζονται ή και ενδεχομένως βολεύονται. Ούτε σε τελευταία ανάλυση τα προβλήματα του ελληνικού πανεπιστημίου είναι μόνο πρακτικής υφής [Και πάλιν, δεν θα επεκταθώ εδώ σε ζητήματα που ανέλυσα εκτενώς σε δημοσιευμένα κείμενά μου, κυρίως στην πρόσφατη δημοσίευσή μου Οι διεθνείς σχέσεις ως αντικείμενο επιστημονικής μελέτης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, αντικείμενο, περιεχόμενο και γνωσιολογικό υπόβαθρο, το οποίο, μεταξύ άλλων, εξετάζει προβλήματα του δικού μου επιστημονικού τομέα αλλά και γενικότερα προβλήματα των πανεπιστημίων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

 

Εν κατακλείδι, ελληνικό πανεπιστήμιο θα μπορούσε να βελτιωθεί αισθητά με «μικρές» αλλά τεράστιας πρακτικής σημασίας αποφάσεις όπως για παράδειγμα α) η κατάργηση του ενός συγγράμματος, β) η μείωση του αριθμού των εισακτέων σε κάθε Τμήμα, γ) η απόκτηση στοιχειωδών προϊόντων της σύγχρονης τεχνολογίας, δ) η μεγιστοποίηση της υπάρχουσας υποδομής, ε) η βελτίωση των προγραμμάτων σπουδών και στ) η επεξεργασία τρόπων (υποχρεωτικής για τους μη εργαζόμενους) προσέλευσης των φοιτητών στις τάξεις. Προς αυτή την κατεύθυνση τι κάναμε ως «κοινότητα» πανεπιστημιακών, ως συνδικαλιστικοί φορείς, ως φοιτητές και ως υπεύθυνοι πολίτες;

 

Με χαιρετισμούς και ευχές για καλά Χριστούγεννα καλό νέο χρόνο

 

Π. Ήφαιστος

Δεκέμβριος 2003

---------------------------------------------------------------------------------------

 

10 Σεπτεμβρίου 2003, Οι φορείς της επιστημονικής γνώσης στο εσωτερικό του πανεπιστημιακού ασύλου

 

Συμπλήρωσα ήδη ενάμιση δεκαετία στο ελληνικό πανεπιστήμιο και διόμιση περίπου στα διεθνή ακαδημαϊκά δρώμενα. Η μονογραφία που ολοκλήρωσα και δημοσίευσα, η δέκατή μου μονογραφία αν δεν κάνω λάθος, με τίτλο Οι διεθνείς σχέσεις ως αντικείμενο επιστημονικής μελέτης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, είναι για εμένα σταθμός. Σταθμός γιατί αισθάνομαι ικανοποιημένος, μεταξύ άλλων, με την σύγκριση των θεωριών, τον πρωτότυπο ορισμό των παθογενειών των διεθνών σπουδών, την σύνθεση ιστορικοπολιτικών πτυχών με τις σύγχρονες περιστάσεις και το πλήθος ερωτημάτων που έθεσα για το τι απαιτείται να διερευνηθεί. Ακόμη, νομίζω ότι έκανα ακόμη ένα μικρό βήμα στην προσπάθεια να ενσωματώσω τις Κονδύλειες θεωρήσεις στο διεθνολογικό κεκτημένο. Σταθμός είναι επίσης γιατί γράφοντάς την μονογραφία αυτή αποκρυστάλλωσα και την μελλοντική ερευνητική και συγγραφική μου ατζέντα. Αν κάποιο ενδιαφέρει έχει, θα έλεγα ότι έχει δύο προσανατολισμούς.

    Ο πρώτος προσανατολισμός, είναι η έναρξη συγγραφής κειμένων στα πεδία εκείνα όπου η οντολογικά συναφής ανάλυση των διεθνών σπουδών δεν έχει ακόμη εισέλθει. Είναι η προσπάθεια ενοποίησης των τριών επιπέδων ανάλυσης, δηλαδή του ανθρώπου, του κράτους και του διεθνούς συστήματος. Απαιτεί εκλεκτική άντληση από το φιλοσοφικό κεκτημένο, εποπτεία σημαντικών ιστορικοπολιτικών δεδομένων και κυρίως εκλεκτική παραγνώριση των κειμένων εκείνων της διεθνούς βιβλιογραφίας που κολυμπά ακόμη μέσα σε ωκεανούς ιδεολογικών δογμάτων, δηλαδή στην οντολογικά μη συναφή ανάλυση όσων δεν κατάλαβαν ότι οι μοντερνιστικές ιδεολογίες εξέπνευσαν. Σκληρή δουλειά που δεν νομίζω ότι αρκεί για όσο επίγειο βίο μου έχει απομείνει.

    Ο δεύτερος προσανατολισμός είναι πλέον κείμενα τα οποία παρακάμπτουν τα συμβατικά κριτήρια παραπομπών και εμπειρικών θεμελιώσεων. Μπορεί να κάνω λάθος, αλλά εδώ και λίγο χρόνο άρχισα να αισθάνομαι ότι έφθασα ή κοντεύω σε εκείνο το σημείο της στοχαστικής μου διαδρομής όπου απαιτείται να συνεισφέρω με πιο πηγαίες, αυθόρμητες και σύνθετες περιγραφές φαινομένων γύρω από τον πολιτικό στοχασμό. Είτε μιλάμε για τον πολιτικό στοχασμό στο επίπεδο του ανθρώπου-κράτους είτε στο πολιτικό στοχασμό για τις διεθνείς σχέσεις, πολλά φαινόμενα είναι τόσο λογικά και καθημερινά καταμαρτυρούμενα ούτως να απαιτούν φαντασία παρά μεμονωμένες εμπειρικές αναφορές. Πιο συγκεκριμένα, πιστεύω ότι η κατασκευή μοντέλων ιδεοτυπικών στάσεων και συμπεριφορών όπως αποκρυσταλλώνονται στο μυαλό ενός στοχαστή είναι κάτι που δεν πρέπει να υποτιμάται.

    Κατά νου, σε πρώτη φάση, έχω τους φορείς του πολιτικού στοχασμού, συμπεριλαμβανομένου και του ... εαυτού μου στις αρνητικές και θετικές εκδοχές του. Αυτό που έχω υπόψη μου είναι η κατασκευή μοντέλων ανθρωπότυπων οι οποίοι ως ολιστικές δομές αποτύπωσης στάσεων και συμπεριφορών ίσαμε τις ακραίες απολήξεις τους δεν μπορεί παρά να είναι παντελώς απρόσωπες και ανώνυμες. Σύνθεση θα είναι αναρίθμητων εμπειριών των οποίων η σύνθεση δεν αποκλείει αλλά αντίθετα εμπεριέχει φανταστικά στοιχεία. Η ερμηνευτική δύναμη μιας τέτοιας δομής συναρτάται με το πλήθος εξαρτημένων και ανεξάρτητων μεταβλητών της οποίες θα εμπεριέχει. Αυτό μπορούμε να το πούμε και διαφορετικά: Όσοι περισσότεροι νοιώσουν ότι περιγράφονται στα εκατέρωθεν μοντέλα τόσο περισσότερο η κατασκευή θα είναι πραγματολογικά συναφής.

    Κατά την διάρκεια της διαδρομής μου στα πανεπιστήμια πριν και μετά την έλευσή μου στην Ελλάδα συγκέντρωνα και συνεχίζω να συγκεντρώνω οργανωμένες πληροφορίες ομοειδών φαινομένων. Μιλώ για καθημερινές εμπειρίες κοντά τρις δεκαετίες τις οποίες από καιρό αποφάσισα να ομαδοποιήσω για να καταλάβω καλύτερα την συμπεριφορά των φορέων του πολιτικού στοχασμού ως επιστήμονες, ως δάσκαλοι, ως μέλη ακαδημαϊκών οργάνων, ως κριτές, ως κρινόμενοι, ως άτομα που παρελαύνουν μέσα στην κοινωνία με το ακαδημαϊκό τους ένδυμα, ως άτομα προικισμένοι με μεγαλοψυχία και ανιδιοτέλεια ή αντίστροφα μικροψυχία και ιδιοτέλεια, ως άτομα που μπορεί να χρησιμοποιούν την ιδιότητά τους για ανήθικες ή αντίστροφα ηθικές στάσεις και συμπεριφορές και τα λοιπά. Το ενδιαφέρον για εμένα, πάντως έχει προς το παρόν μια διττή σημασία. Οι φορείς της γνώσης ως δρώντες διανεμητικών συνεπειών για τα πολιτικά συστήματα και ως παιδαγωγοί. Για αμφότερους τους ρόλους τους, υπενθυμίζω, οι κοινωνίες -στην Ελλάδα σε μεγαλύτερο βαθμό απ' ότι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα- προικίζουν τους "λειτουργούς της επιστήμης" με ακαδημαϊκά άσυλα μέσα στα οποία η κρίση, ο στοχασμός και η έκφραση εξαιρούνται από κάθε κοινωνικό ή θεσμικό έλεγχο (εκτός των διαδικαστικών για τα οποία μόνο συγκεκριμένα διοικητικά όργανα είναι αρμόδια να ασκούν ελέγχους).

    Οι ποικίλων διαστάσεων, εκδοχών και αποχρώσεων στάσεις και συμπεριφορές των ακαδημαϊκών λειτουργών μέσα στα άσυλα της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας είναι τόσο δυσδιάκριτες όσο και σημαντικές. Πως μπορεί όμως κανείς να τα αγγίξει και φωτίσει; Ασφαλώς όχι στοχεύοντας κάποιον προσωπικά καθότι αυτό είναι αποσπασματικό, άδικο και δίνει στρεβλή εικόνα. Αυτό σκέφτηκα ήδη εδώ και δύο δεκαετίες, από τότε δηλαδή που κατανόησα ότι ανθρώπινες καταστάσεις που εκτός ακαδημαϊκών ασύλων διακρίνονται εύκολα στο εσωτερικό τους επισκιάζονται από τίτλους, καθωσπρεπισμούς και φανταχτερούς τίτλους που καθιστούν δυσδιάκριτες ανθρώπινες αδυναμίες.

    Έτσι, η μέθοδος, ή καλύτερα η επιστημολογία που εξαρχής αποφάσισα να ακολουθήσω ήταν η δημιουργία μοντέλων, ιδεοτυπικών δηλαδή κατασκευών μέσα στις οποίες όχι μόνο μπορούν να χωρέσουν πολλές μεμονωμένες καταστάσεις αλλά μπορεί κανείς να εξωθήσει τις περιγραφές ίσαμε τις ακραίες συνέπειές τους και τις πιο συγκλονιστικές αλλά στην πράξη πραγματικές ανθρώπινες καταστάσεις. Δεν έχω πλήρως κατασταλάξει, ακόμη, στην ακριβή επιστημολογία που θα ακολουθήσω ή θα δημιουργήσω. Πολλοί εξάλλου κατασκεύασαν μοντέλα στο παρελθόν (για παράδειγμα ο Αριστοτέλης στις περίφημες κατηγοριοποιήσεις) και από καιρό μελετώ μια σύνθεση ή μια πρωτότυπη δική μου προσέγγιση.

    Ο σκοπός εν τέλει είναι απλός: Σύνθεση ομοειδών περιπτώσεων και περιγραφή ιδεοτυπικών ανθρωπότυπων στο εκατέρωθεν εκκρεμές της ακαδημαϊκής ζωής. Αυτό μπορεί να αφορά ένα πλήθος ανθρωπίνων καταστάσεων, μερικών που δεν είναι κατ' ανάγκη αμιγώς ακαδημαϊκές ή επιστημονικές αλλά λόγω ιδιότητας οι φορείς κινούνται στα εκατέρωθεν όρια της ηθικής, των νόμων και των πολιτισμένων τρόπων. Για να δώσω σαν παράδειγμα παρεμφερείς ομοειδείς περιπτώσεις, συνάντησα στο εξωτερικό -και σε μερικές περιπτώσεις και στην Ελλάδα, μέχρι στιγμής πάντως όχι πολύ συχνά- άτομα που εκμεταλλευόμενοι την ακαδημαϊκή ιδιότητά τους και την θέση και ρόλο τους για να υιοθετήσουν στάσεις και συμπεριφορές που δεν χωράει ο νους ενός "κανονικού" ανθρώπου πως μπορεί να συμβαίνει με "ανώτερους λειτουργούς της επιστήμης". Μιλούμε για καταστάσεις στα όρια προβληματικών συμπεριφορών που δύσκολα "συλλαμβάνονται" με συμβατικά μέσα. Βέβαια, ο Κονδύλης οξυδερκής σε όλα διαχωρίζει τον φορέα της ηθικής και του ανώτερου πνεύματος από το άτομο ως φορέα ισχύος.

    Αν και πρόωρο να κάνω λόγο γι' αυτό λόγω μεγάλου και ακατέργαστου "υλικού", αναφέρω προκαταρτικά χαρακτηριστικές διαχρονικές ομοειδείς εμπειρίες "επιστημονικών λειτουργών" που τηρούν τόσο "ανώτερες" όσο και "κατώτατες" στάσεις και συμπεριφορές. Στάσεις και συμπεριφορές, δηλαδή, απόλυτης ευθύνης και στάσεις και συμπεριφορές απόλυτης ανευθυνότητας ή και συμβατικά άπιαστης ανηθικότητας. Για να σταθώ στην μια πλευρά του εκκρεμούς που αναμενόμενα ελκύει περισσότερο την περιέργεια, αναφέρω ως παράδειγμα επιστημονικό λειτουργό σε ευρωπαϊκή χώρα που πειθανάγκαζε συνάδελφό του να βοηθήσει την έκδοση ευνοϊκού διαζυγίου, "εξετάστρια" που έκοβε φοιτητή για να τον πειθαναγκάσει να την "προσεγγίζει" πιο συχνά δημιουργώντας έτσι σχέσεις εξάρτησης, καθηγητή που κυριολεκτικά "κυνηγούσε" νεαρότερο συνάδελφό του επειδή δεν προερχόταν από "χαμηλή" κοινωνική καταβολή (και ο οποίος με χίλια βάσανα κατόρθωσε να σπουδάσει), καθηγήτρια που ευνοούσε βαθμολογικά φοιτήτριες τις έκανε κατασκόπους του συζύγου της, επιστημονικό λειτουργό που χρησιμοποιούσε την ακαδημαϊκή ιδιότητά του για να ξεγλιστράει φορολογικά, αναρίθμητες κυριολεκτικά άπιαστες περιπτώσεις ιδεολογικών προκαταλήψεων που αδικούν ή ευνοούν, και πολλές άλλες πιο ακραίες ή ενδιάμεσες εκδοχές στάσεων και συμπεριφορών που πιστοποιούν αξιώσεις ισχύος σε ένα φαύλο κύκλο πελατειακών σχέσεων ή το αντίστροφο, δηλαδή ανώτερο πνεύμα, ακαδημαϊκή ηθική, άτεγκτη προσκόλληση σε πάγιους ακαδημαϊκούς κώδικες και ανιδιοτέλεια σε βαθμό αυτοθυσίας. Όλα αυτά λοιπόν εδώ και πολλά χρόνια συστηματικά προσπαθώ να τα ομαδοποιήσω και να τα κατηγοριοποιήσω. Μέγιστο ζήτημα πάντως που ανακύπτει στο επιστημονικό άσυλο όλων των χώρων είναι η μη τήρηση των υποσχέσεων. Ιδιαίτερα εάν και όταν κανείς κριθεί σε μόνιμη θέση, το ζήτημα είναι κατά πόσο θα λειτουργεί και συμπεριφέρεται με τον ακαδημαϊκά πρέποντα τρόπο ή κατά πόσο θα ισχύει η ρήση "για όσους απομακρύνθηκαν από το ταμείο δεν υπάρχουν ρέστα". Ίντριγκες, αποφυγή συμμόρφωσης με όρους και προϋποθέσεις διορισμού, ευέλικτες εναλλαγές φίλων και εχθρών με κάλυμμα την μονιμότητα ή ακόμη άκρατες ιδιοτελείς στάσεις και συμπεριφορές στην βάση συμμαχιών, ιδεολογικών συμπλεύσεων και προσωπικών συμφερόντων. Αυτά και πολλά άλλα, οφείλω να διευκρινίσω, ως συνοψίσεις ομοειδών φαινομένων μπορεί να μην είναι ακριβή γεγονότα την στιγμή της εμπειρικής πιστοποίησής τους, αλλά να αποτελούν, όπως  υπαινίχθηκα μόλις, ομοειδείς ψηφίδες μιας ιδεοτυπικής κατασκευής που διαρκώς κτίζεται.

    Διαρκώς συζητώ αυτά τα ζητήματα με ομότεχνούς μου -κάποια στιγμή ίσως να στοχαστώ και δημόσια για να εισέλθω σε μια διαδικασία εμπλουτιστικής δημόσιας διαβούλευσης-, καταγράφω εμπειρίες, τις ομαδοποιώ ανάλογα με την μεταξύ τους συνάφεια, αναζητώ παρόμοιες ανθρώπινες καταστάσεις στην βιβλιογραφία, μελετώ βιογραφίες πολιτικών στοχαστών και ασφαλώς αναζητώ την καταλληλότερη επιστημολογία συγκρότησης μιας ολιστικής περιγραφής που θα προσεγγίζει την πραγματικότητα όσο περισσότερο μπορεί κανείς να το κάνει.

    Τέλος, πρέπει να πω ότι αυτή η ερευνητική εμπειρία με επηρέασε βαθύτατα. Άλλοτε θέλω να τρέξω μακριά από τα πανεπιστήμιο και να μην περνάω ούτε απ' έξω, άλλοτε με κάνει να αισθάνομαι πολύ ευτυχής που συναντώ κάποιους ασκητικούς και τίμιους στοχαστές. Και συνάντησα πολλούς της τελευταίας κατηγορίας. Γι' αυτό και αποφάσισα να συνεχίσω ...

    Ο στόχος συγγραφής μιας ή περισσότερων ιδεοτυπικών κατασκευών, πάντως, όπως υπονόησα στην αρχή σε αναφορά με συντρέχοντα εκτενέστερα κείμενα, δεν είναι στις άμεσες προτεραιότητές μου.        

----------------------------------------------------------------------------------------

 

Σχετικά με τον αυτοευνουχισμό των ακαδημαϊκών ασύλων στην ... Ισπανία, θα καταχωρηθεί μελλοντικά σχόλιο το οποίο στην βάση της μακρόχρονης δικής μου εμπειρίας και, μεταξύ άλλων, των έξοχων περιγραφών του Χρήστου Γιανναρά θα κατασκευάζει μοντέλο της ιδεοτυπικής μορφολογίας εκατέρωθεν ανθρωπότυπων των πολιτικών φορέων της γνώσης. Το κείμενο για τους φορείς του πολιτικού στοχασμού προγραμματίζεται εδώ και πολύ καιρό.

Ο αυτοευνουχισμός του ακαδημαϊκού ασύλου

25-3-01, Χρήστος Γιανναράς, Καθημερινή, Προκατάληψη δηλαδή αυτοευνουχισμός

Η ιδεολογική προκατάληψη αμβλύνει ή και ακυρώνει την κριτική σκέψη. Αλλά όταν η σκέψη χάνει την ικανότητα κριτικών σταθμίσεων και κριτικού αυτοελέγχου, τότε υπονομεύεται η σύνολη νοητική λειτουργία: Ατονεί η ίδια η δυνατότητα κατανόησης, γίνεται αδύνατη η παρακολούθηση του λογικού ειρμού μιας νοηματικής ενότητας, της κυρίως θεματικής ενός κειμένου.

Γι’ αυτό και μας εκπλήσσει που ο ιδεολογικά προκατειλημμένος, άλλα διαβάζει και άλλα καταλαβαίνει. Μπορεί να είναι τεκμηριωμένα ευφυής, πολυμαθέστατος, και όμως αδυνατεί να κατανοήσει νοηματικά (όχι να συμφωνήσει) μια αντίθετη προς την ιδεολογία του άποψη. Εχει χάσει την ικανότητα να συλλάβει το περιεχόμενο της αντίθετης άποψης, να κρίνει τη λογική της συνέπεια, να ελέγξει την ιστορική της ακρίβεια. Οταν διαβάζει με προκατάληψη ο ιδεολογικά παγιδευμένος, καταλαβαίνει αυτά που ο ίδιος θα ήθελε να λέει το κείμενο δίχως να αντιλαμβάνεται αυτά που το κείμενο πράγματι λέει. Αν του χρειαστεί να παραπέμψει στο κείμενο που διάβασε, επιλέγει λέξεις και αποσπασματικές διατυπώσεις για να συγκροτήσει, με γλωσσικό υλικό του κειμένου, τις θέσεις που η ιδεολογική του προκατάληψη έχει προαπαφασίσει ότι πρέπει να εκφράζει το κείμενο.

Το παθογόνο σύμπτωμα της ιδεολογικής προκατάληψης δεν εντοπίζεται αποκλειστικά στη στρατευμένη δημοσιογραφία ή σε αφελείς μπροσούρες. Πολύ συχνά παρεισφρέει και στο είδος της λεγόμενης «επιστημονικής» συγγραφής, εμφανίζεται με τη λεοντή πανεπιστημιακού συγγράμματος. Στις περιπτώσεις αυτές η ιδεολογική προκατάληψη ίσως να είναι και θελημένη να υπακούει σε χρηστικές σκοπιμότητες και όχι σε ασυνείδητες ψυχολογικές καταφυγές.

Γιατί είναι γνωστό στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ ότι τα τελευταία είκοσι χρόνια στη χώρα μας, υπάρχουν (όχι λίγα) πανεπιστημιακά τμήματα στα οποία η εκλογή και εξέλιξη ενός διδάσκοντος διευκολύνεται καίρια αν έχουν κατατεθεί δημόσια από τον υποψήφιο δηλώσεις ή τεκμήρια πιστότητας στην ιδεολογία που συσπειρώνει την πλειοψηφία των διδασκόντων.

Διευκολύνεται καίρια η εκλογή και εξέλιξη αν προϋπάρχουν δημοσιεύματα σε συγκεκριμένες (όχι οποιεσδήποτε) εφημερίδες. Αν ο υποψήφιος έχει επανειλημμένα συνυπογράψει στις λίστες των ίδιων πάντα «διανοουμένων» που διαμαρτύρονται για κάθε παραβίαση ή αμφισβήτηση των ιδεωδών του νεοταξικού διεθνισμού. Αν ο υποψήφιος έχει κατορθώσει πρόσβαση σε συντακτική επιτροπή περιοδικού του ευρύτερου «εκσυγχρονιστικού» χώρου. Αν έχει δημόσια καταδικάσει (μετά βδελυγμίας) όχι πια «τον κομμουνισμό και τας κρυπτομαρξιστικάς παραφυάδας του», αλλά ούτε και τον ιμπεριαλισμό, τον καπιταλισμό, τη δεξιά πολιτική. Πρέπει να έχει καταδικάσει ειδικά και συγκεκριμένά το καινούργιο φάντασμα που πλανιέται πάνω από τη χώρα: τη «Νεορθοδοξία» και (επωνύμως) στους στιγματισμένους σαν εκπροσώπους της.

Είναι συμπτώματα αυτά που η καταγγελία τους δεν τα αναχαιτίζει, ούτε φωτίζει τον παραλογισμό της κυκλικής επανάληψής τους: Kάποτε οι ιδιοτελείς σκοπιμότητες στα πανεπιστήμια, οι συσπειρώσεις των συμφερόντων (αλλά και η επιστημονική ανικανότητα, η συμπλεγματική μικρόνοια, οι ψυχοπαθολογικές ανασφάλειες) ντύνονταν τη λεοντή της «εθνικοφροσύνης», του «ελληνοχριστιανισμού», της πλειοδοσίας σε αποτροπιασμό για τα «μιάσματα»: τους οπαδούς των αριστερών ιδεολογημάτων. Σήμερα το σκηνικό έχει αντιστραφεί, εχέγγυο πανεπιστημιακής σταδιοδρομίας είναι (κατά κανόνα) η στράτευση στον «εκσυγχρονιστικό» μηδενισμό και η πλειοδοσία σε αποκηρύξεις της επάρατης «Νεορθοδοξίας».

Ξεκίνησα αυτή την επιφυλλίδα με την πρόθεση να αναζητήσω (και να προτείνω) ένα κάποιο κλειδί ή κριτήριο για τη διάκριση της ανάγνωσης κειμένων από την ιδεολογική τους παρανάγνωση και διαστρέβλωση. Αφορμή (ανάμεσα σε πάμπολλες άλλες) πρόσφατο σύγγραμμα νεαρού συναδέλφου μου, που αναλαμβάνει «συνολική κρίση» της «αδιέξοδης για την Ελλάδα πολιτικής αντιπαράθεσης με την Τουρκία» (αντί πολιτικής «διαλόγου που μπορεί να οδηγήσει στην ομαλοποίηση των σχέσεων και σε λογικές, αμοιβαία αποδεκτές λύσεις στις διάφορες πτυχές της διένεξης, από το Αιγαίο ώς την Kύπρο»). Βιβλίο που, αφού δηλώσει στον πρόλογο, με μακρύ κατάλογο επώνυμης μνημόνευσης, την παραταξιακή συστράτευση του συγγραφέα, αφιερώνει εκτενές κεφάλαιο, με έξι υποδιαιρέσεις, στη «Νεο-ορθοδοξία», επειδή αυτή «μας εξωθεί στην αέναη αντιπαλότητα με τη Δύση, την Τουρκία και δυνητικά με ολόκληρο τον κόσμο».

Τελικά ο χώρος της επιφυλλίδας δεν επαρκεί παρά μόνο για την επανάληψη μιας κοινοτοπίας: Οτι το ζητούμενο κλειδί ή κριτήριο δεν είναι άλλο από την εγρήγορση της κριτικής σκέψης. Η κριτική σκέψη θα διερωτηθεί: ποιους βολεύει και γιατί η φαντασιακή επινόηση μιας «παράταξης» ή «ιδεολογίας» που χαρακτηρίζεται «νεορθοδοξία» και συστεγάζει σαφώς εξατομικευμένες (και συχνά πολύ διαφορετικές) αναζητήσεις.

Η κριτική σκέψη θα εντοπίσει τη διαφορά που έχει η κριτική της Δύσης από την απόρριψη της Δύσης, η αναζήτηση των αιτίων που προκαλούν τα σημερινά κοινωνικά, πολιτικά και διεθνή αδιέξοδα, από την a priori απαξίωση και τον αναθεματισμό της Νεωτερικότητας.

Η κριτική σκέψη θα διακρίνει αμέσως τη διαφορά ανάμεσα στην κριτική πρόσληψη του Διαφωτισμού και στη φανατισμένη άρνηση κάθε θετικού του στοιχείου. Τη διαφορά που έχει η αναζήτηση σύγχρονης ελληνικής πολιτιστικής πρότασης που να ενδιαφέρει πανανθρώπινα, από τον αφελή κομπασμό για την «ανωτερότητα» των Ελλήνων σε σχέση με «όλο τον υπόλοιπο κόσμο». Kαι πολλές ακόμα αντίστοιχες διαφορές που η ιδεολογική σκοπιμότητα αδιάκριτα τις εξομοιώνει.

Οταν θυσιάζεται η κριτική σκέψη στον βωμό οποιασδήποτε στράτευσης, πρώτο και θλιβερό θύμα είναι ο θύτης. Δεν υπάρχει τραγικότερο κατάντημα από τον αυτοευνουχισμό του «διανοούμενου» ανθρώπου.